Αρχική σελίδα → Εκ Θεού άρξασθε → Σύμμεικτα

«Στο θάνατο φαίνεται η πνευματική ωριμότητα»

Συνέντευξη στη Ντίνα Καράτζιου, εφ. Ελευθεροτυπία, 14/10/2007

Η σκληρή δοκιμασία που περνάει ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος και η απόφασή του να υποβληθεί σε μεταμόσχευση φέρνουν στο προσκήνιο ερωτήματα που σχετίζονται με τη θεολογική προσέγγιση του θανάτου, αλλά και με το πώς μπορεί να βιώνει ένας ιεράρχης την απειλή του. Στους προβληματισμούς αυτούς ζητήσαμε απαντήσεις από τον μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο:

* Πώς πρέπει να αντιμετωπίζει ο κάθε πιστός, και επομένως και ο κάθε κληρικός, το θάνατο;

- Κατά τη διδασκαλία της Εκκλησίας, ο θάνατος είναι παράσιτο στη ζωή του ανθρώπου, είναι αποτέλεσμα του λεγομένου προπατορικού αμαρτήματος, δεν είναι δημιούργημα του Θεού. «Ο Θεός θάνατον ουκ εποίησεν» (Σοφ. α,13). Με την αμαρτία ο θάνατος εισήλθε μέσα στην ύπαρξη του ανθρώπου και κληρονομείται. Οι βιολόγοι γνωρίζουν καλά ότι τα γονίδια της γηράνσεως που βρίσκονται στα μιτοχόνδρια υπάρχουν από τη σύλληψή μας. Επομένως, κουβαλάμε τον θάνατο από την πρώτη στιγμή της ζωής μας και θα έλθει κάποια στιγμή που θα πεθάνουμε. Ετσι, ο θάνατος είναι βέβαιο γεγονός, αλλά η ώρα του θανάτου είναι αβέβαια. Επειτα, κάθε χριστιανός και κληρικός αισθάνεται ότι ο θάνατος δεν οδηγεί τον άνθρωπο στο απόλυτο μηδέν, στο μη είναι, αλλά σε έναν άλλον τρόπο ύπαρξης, σε μια συνάντηση με το Θεό και την εν ουρανοίς Εκκλησία. Φυσικά, αναμένει και την ανάσταση των σωμάτων, γιατί στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν πιστεύουμε στην πλατωνική άποψη περί φύσει θνητού σώματος και φύσει αθανάτου ψυχής. Επομένως, ο θάνατος είναι ένας μεγάλος ύπνος και ο καθημερινός ύπνος, ένας μικρός θάνατος.

*Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, η ασθένεια θεωρείται επίσκεψη Θεού, δεν είναι δυσάρεστη κατάσταση, αλλά το μήνυμα που λαμβάνει ο άνθρωπος για να μετανοήσει...

- Χαίρομαι για τις υπαρξιακές και πνευματικές ερωτήσεις που υποβάλλετε. Το λέγω αυτό γιατί δυστυχώς πολλοί από μας τους κληρικούς ταυτιζόμαστε με την παρούσα ζωή, μας απασχολεί το κοινωνικό έργο και δεν αντιμετωπίζουμε αυτές τις οριακές καταστάσεις στη ζωή μας. Απωθούμε τον θάνατο από τη ζωή μας. Ομως, και η φιλοσοφία βλέπει αυτή την πραγματικότητα. Για παράδειγμα, ο Πλάτων χαρακτηρίζει τη φιλοσοφία ως μελέτη θανάτου και ο Χάιντεγκερ ισχυρίζεται ότι η αλήθεια είναι η ανάδυση από τη λήθη (α-λήθεια), είναι το οδεύειν προς θάνατον. Πράγματι, η ασθένεια και η πορεία του ανθρώπου προς τον θάνατον δίνει τη δυνατότητα σε όλους να ταπεινωθούμε, να ευαισθητοποιηθούμε απέναντι στα μεγάλα γεγονότα της ζωής και του θανάτου, που απασχολούν τον άνθρωπο από την παιδική του ηλικία. Είναι γνωστόν ότι κατά τον ελβετό παιδαγωγό Piaget, στο παιδί στην ηλικία των 7-10 ετών αναπτύσσεται πρώτη φορά η αίσθηση της μη αναστρεψιμότητος του θανάτου. Επίσης, διάφοροι ψυχαναλυτές κάνουν λόγο για το ότι ο άνθρωπος διέρχεται στη ζωή του από διαδοχικές κρίσεις θανάτου. Ετσι μπορούμε να ερμηνεύσουμε τα προβλήματα της εφηβικής, της μέσης και της τρίτης ηλικίας. Πάντως, όταν βλέπει κανείς, και πιο πολύ εμείς οι κληρικοί, να πλησιάζει ο θάνατος με τις ασθένειες, θα πρέπει να μετανοούμε, να προσευχόμαστε, να προετοιμαζόμαστε γι' αυτό που συνεχώς διδάσκουμε, την είσοδό μας στην επουράνια Εκκλησία. Είναι λυπηρό να εισέρχεται κανείς στη διαδικασία του θανάτου, σε μια προθανάτια εμπειρία, που είναι φοβερή, και να μη αισθάνεται τίποτε. Γνώρισα ασκητές στο Αγιον Ορος που αντιμετώπισαν «λεβέντικα» το θάνατο, είχαν χαρά που πλησίαζε η ώρα του θανάτου. Εκεί φαίνεται η πνευματική ωριμότητα του ανθρώπου, όχι στις θεωρίες.

* Ο χριστιανός εμπιστεύεται στον Θεό: «εν ταις χερσί σου οι κλήροι μου» (Ψαλμ. λ' 16). Εχοντας αυτή την προοπτική, μπορεί να καταφεύγει, και μάλιστα ο κληρικός, στη δυνατότητα των μεταμοσχεύσεων;

- Ο θάνατος από τη φύση του είναι φοβερός, γιατί διασπά την ψυχή από το σώμα, χωρίς να καταργείται η υπόσταση, διασπά την ενότητα, τουλάχιστον αισθητώς, μεταξύ αγαπημένων προσώπων. Ο άνθρωπος γεννιέται και πεθαίνει μέσα στο κλάμα, με τη διαφορά ότι όταν γεννιέται κλαίει το βρέφος και οι γονείς του χαίρονται, ενώ όταν πεθαίνει, κλαίνε οι εναπομείναντες συγγενείς. Βεβαίως, πιστεύουμε στην Πρόνοια του Θεού. Η χρησιμοποίηση των επιτευγμάτων της ιατρικής επιστήμης παρατείνει την ζωή, προκειμένου να ωριμάσουμε πνευματικά, να μετανοήσουμε, να προετοιμασθούμε για τον άλλο τρόπο υπάρξεως. Εάν, όμως, η παράταση της ζωής δεν βοηθήσει στην υπέρβαση του φόβου του θανάτου, τότε δεν ωφελεί τον άνθρωπο. Οι μεταμοσχεύσεις μπορούν να βοηθήσουν στην παράταση της ζωής με σκοπό την υπέρβαση του φόβου του θανάτου. Ομως, οι μεταμοσχεύσεις είναι αποδεκτές από την Εκκλησία όταν τα μοσχεύματα δίνονται με ελεύθερη συγκατάβαση, όταν δεν είναι προϊόντα συναλλαγών και εμπορικής εκμετάλλευσης και όταν αποδεδειγμένως ο δότης έχει πεθάνει. Στο τελευταίο γίνεται μεγάλη συζήτηση ως προς την αποδοχή του λεγομένου εγκεφαλικού θανάτου, από θεολογικής πλευράς, αλλά δεν είναι αντικείμενο της συνέντευξης αυτής. Πάντως, οι κληρικοί, που είναι οι ποιμένες των λαϊκών στην Εκκλησία, πρέπει να γίνονται υποδείγματα σε αυτούς, όχι μόνον με τον λόγο, αλλά και με την πράξη, στο ότι ο Χριστός με την Ανάστασή Του κατήργησε το θάνατο, όπως ψάλλουμε το Πάσχα και κάθε Κυριακή.