Αρχική σελίδα → Εκ Θεού άρξασθε → Σύμμεικτα

Νικόλαος Λοδοβίκος: «Ο Χριστόδουλος δεν καταλάβαινε, νομίζω, πολλά από πολιτική»

Απόστολος Διαμάντης, εφ. Ελευθεροτυπία (Ε), 3/2/2008

Φωτογράφηση: Λεωνίδας Δημακόπουλος

Ο θεολόγος Νικόλαος Λουδοβίκος πέρασε αρχικώς από την ψυχανάλυση και το Παρίσι, για να οδηγηθεί στη μελέτη της ελληνικής πατερικής γραμματείας. Και σήμερα έχει έναν ειδικό ρόλο: αποτιμά με ακρίβεια τη θητεία του Χριστόδουλου στον αρχιεπισκοπικό θρόνο.

Ο πατήρ Νικόλαος Λουδοβίκος διδάσκει Θεολογία και Φιλοσοφία στο Ορθόδοξο Ινστιτούτο του Κέμπριτζ και στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης. Είναι σήμερα ο πιο σημαντικός ίσως έλληνας θεολόγος, ένας βαθύς γνώστης της ελληνικής και της ευρωπαϊκής σκέψης των τελευταίων αιώνων.

Τι νομίζετε ότι χάνει η Εκκλησία με το θάνατο του Αρχιεπισκόπου; «Η Εκκλησία ως γεγονός κοινωνίας Θεού δεν χάνει απολύτως τίποτε. Η προς τα έξω μαρτυρία της χάνει, ωστόσο, κάποιον ο οποίος κατανόησε πράγματι την ανάγκη διαλόγου Εκκλησίας και κόσμου. Είναι, όμως, ένα άλλο ερώτημα το κατά πόσον ο απελθών Αρχιεπίσκοπος είχε πλήρως υποψιασθεί το βάθος της ορθόδοξης θεολογίας, αλλά και το βάθος των τεκταινομένων στον πολιτισμό και στο στοχασμό σήμερα. Παρά ταύτα, θα πρέπει τιμητικά να του αναγνωρισθεί η μέχρις εμμονής μέριμνά του για το διάλογο της Εκκλησίας με τα σύγχρονα προβλήματα».

Πιστεύετε ότι η Εκκλησία έχει κάτι να προσφέρει στη σημερινή Ελλάδα; «Πλην μιας πηγής εκπληκτικού πολιτισμού, έχει επίσης να προσφέρει το θεμέλιο της μόνης κοινωνικής οντολογίας που είχε στην πραγματικότητα η Ελλάδα. Ο Έλληνας διολισθαίνει σήμερα ταχύτατα σ’ έναν κοινωνικό μηδενισμό -κλοπή του κράτους, υπονόμευση του πλησίον, απόλυτη και συνειδητή σχεδόν αναξιοκρατία, αριβισμός- χωρίς σχεδόν αιδώ. Ακόμη παλινδρομούμε: οι μεν φονταμενταλίζοντες ονειρεύονται κάποιο είδος βυζαντινοειδούς ουτοπικής θεοκρατίας, οι δε εκσυγχρονιστές την εξίσου ουτοπική εξαέρωση κάθε θρησκευτικής επίδρασης απ' την ελληνική κοινωνία. Και ο ανόητος πόλεμος διαρκεί».

Ο Αρχιεπίσκοπος ήταν σύμφωνος με το χωρισμό Εκκλησίας και κράτους; «Ο Αρχιεπίσκοπος εσύρετο, εκών άκων, προς το χωρισμό, χωρίς να προλάβει να εμβαθύνει στο τι πράγματι αυτό σήμαινε. Και τούτο διότι η αντίληψη του για την Εκκλησία δεν μπορούσε να αδιαφορήσει για τον πειρασμό μιας αμφίβολης όσο και παρωχημένης εθναρχίας».

Όταν εξελέγη, όμως, είχε τη φήμη του εκσυγχρονιστή... «Ο Αρχιεπίσκοπος προσπάθησε απεγνωσμένα να στραφεί από τον οιονεί θριαμβολογικό εθνοκεντρικό φονταμενταλισμό, που ήταν το αρχικό πρόγραμμα του, σ' έναν εσπευσμένο εκσυγχρονισμό. Μη κατανοώντας, όμως, ούτε την ανάγκη της βαθιάς θεωρητικής στοιχείωσης, η οποία απελπιστικά απουσιάζει από τη σύγχρονη ελληνική εκκλησιαστική πρακτική, ούτε την ανάγκη ουσιαστικού διαλόγου με τον πολιτισμό και την επιστήμη, δεν μπόρεσε να πείσει πολλούς. Νομίζω, ωστόσο, πως πρόλαβε να καταλάβει ότι υπάρχει ήδη εν χρήσει ένα είδος εκσυγχρονιστικού ολοκληρωτισμού -όπως, για παράδειγμα, τον ορίζει ο Λεγκόφ- σήμερα».

Συμφωνείτε με την έντονα πολιτική στάση του Χριστόδουλου; «Υπάρχει ένα ηρωικό στοιχείο εδώ, αφού ο Αρχιεπίσκοπος είναι βέβαιο πως θα περνούσε πολύ καλύτερα εάν τα έφτιαχνε με τους εκάστοτε κρατούντες. Παρά ταύτα και παρόλο τον αναμφισβήτητο πατριωτισμό του, ο Χριστόδουλος δεν καταλάβαινε, νομίζω, πολλά από πολιτική».

Και όμως, έμοιαζε πλασμένος για πολιτική! «Στο βαθμό που η πολιτική σήμαινε εθναρχία, δημεγερσία και ίσως, στο βάθος, λαϊκισμό, του ήταν -βεβαίως- λόγω χαρακτήρα και χαρισμάτων, οικεία. Αν σ' αυτό προσθέσουμε ένα σύνδρομο υπερεπάρκειας, που κατά καιρούς τον κατείχε, καθώς και την κατά περιστάσεις ηθελημένη ή αθέλητη παραθεώρηση του τι είναι πράγματι η Εκκλησία ως εσχατολογική κοινωνία χαρισμάτων και θεώσεως, καταλαβαίνουμε το πρόβλημα».

Τελικώς, είναι σωστό να έχει πολιτικό λόγο η Εκκλησία; «Θεωρώ πως αν η πολιτική αφορά πράγματι τον άνθρωπο, τη σωματοπνευματική του πληρότητα, τότε είναι φυσικό και η Εκκλησία (όπως και η φιλοσοφία) να έχει την πολιτική κριτική της. Το πρόβλημα αρχίζει από τη στιγμή που η Εκκλησία αρχίζει να αγαπά την εξουσία -αλλά πρόκειται κυρίως για θεολογικό πρόβλημα...»

Τι γνώμη έχετε για το μαρξισμό σήμερα; «Τη γνώμη που έχουν ο Καστοριάδης και ο Παπαϊωάννου. Ως θεωρητικό σχήμα είναι μάλλον νεκρό και παρωχημένο. Ο μαρξισμός, παρά την κοινωνική του μέριμνα, δεν κατάλαβε ούτε το βάθος του ανθρώπινου προσώπου ούτε το βάθος του κοινωνικού/ ιστορικού εξ ου και οι αιματηρές εκατόμβες που προξένησε και προξενεί ακόμα».

Πιστεύετε ότι θα έπρεπε να διδάσκονται τα πατερικά κείμενα στην εκπαίδευση; «Ναι, από κατάλληλα υποψιασμένους ανθρώπους και σε διάλογο με τον πολιτισμό και τον ανθρώπινο στοχασμό σήμερα».

«Θεωρώ πως αν η πολιτική αφορά πράγματι τον άνθρωπο, τη σωματοπνευματική του πληρότητα, τότε είναι φυσικό και η Εκκλησία να έχει την πολιτική κριτική της. Το πρόβλημα αρχίζει από τη στιγμή που η Εκκλησία αρχίζει να αγαπά την εξουσία».

Με δυο λέξεις: ποια θα πρέπει να είναι τα χαρακτηριστικά του νέου αρχιεπισκόπου; «Ο νέος αρχιεπίσκοπος φαντάζομαι πως θα αντιμετωπίσει διττό πειρασμό: από τη μια, τον πειρασμό της παραδοσιο-κρατικής και ευσεβιστικής καταφυγής στο ιερό παρελθόν· από την άλλη, αυτόν της άκριτης και αδιερώτητης προσχώρησης στα αγαθά του Διαφωτισμού, όπως τα αντιλαμβάνονται οι αρτηριοσκληρωτικοί αριστεροί (και δεξιοί) στην Ελλάδα σήμερα, και όπως δεν τα αντιλαμβάνεται κανείς πλέον στην Ευρώπη - από τον Καντ έως τον Λακάν και τον Φουκό. Στη δεύτερη, μάλιστα, περίπτωση θα ανακηρυχθεί αμέσως από τα ΜΜΕ ως φωτισμένος και λαμπρός "θρησκευτικός ηγέτης"».

Άλλος δρόμος δεν υπάρχει; «Υπάρχει και τρίτος δρόμος -ο πιο κοπιώδης και ο λιγότερο ταξιδεμένος. Τούτος σημαίνεται απ' το Σταυρό και τη χαρά της βαθιάς πνευματικότητας της ελευθερίας που διαθέτει η Ορθοδοξία, μια στέρεη θεολογική γνώση του τι είναι η Εκκλησία και ένα ασίγαστο πάθος για να ακουστεί η αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου, στον πολιτισμό του, τη φιλοσοφία του, την πολιτική του και την επιστήμη. Έτσι, οτιδήποτε καλό άρχισε επί Χριστοδούλου θα συνεχισθεί ακόμη καλύτερα».