Αρχική σελίδα → Εκ Θεού άρξασθε → Σύμμεικτα

Με τιμές αρχηγού (χρεοκοπημένου) κράτους

http://sarantakos.wordpress.com

Εδώ και μερικά χρόνια, κάθε Μέγα Σάββατο γίνεται στη χώρα μας μια πολυδάπανη θρησκευτική τελετή που τείνει να εξελιχθεί σε σύγχρονη παράδοση: πρόκειται για τη μεταφορά του Αγίου Φωτός από τα Ιεροσόλυμα στην Αθήνα, με κρατικό αεροσκάφος και με συνοδεία επισήμων, και στη συνέχεια τη μεταφορά του ίδιου αυτού φωτός, με άλλα αεροπλάνα, σε όλους τους ναούς της χώρας προκειμένου να ανάψουν οι πιστοί τις λαμπάδες τους το βράδυ με την Ανάσταση. Φέτος, παρόλο που η χώρα μας μαστίζεται από πρωτοφανή οικονομική κρίση, παρόλο που μισθοί και συντάξεις έχουν υποστεί γερό τσεκούρωμα, παρόλο που το ίδιο το κράτος έχει περικόψει αγρίως τις δαπάνες του, το Άγιο Φως κατά τα φαινόμενα θα το υποδεχτούμε όπως κάθε χρόνο με τιμές αρχηγού κράτους. Χρεοκοπημένου κράτους, βέβαια, αλλά εμείς οι Έλληνες είμαστε κιμπάρηδες, δεν λυπόμαστε έξοδα για τέτοια θέματα. Μπορεί τα σχολεία μας να μην έχουν θέρμανση, μπορεί τα περιπολικά της αστυνομίας να μην έχουν βενζίνη για να κινηθούν, μπορεί οι νέοι να ξενιτεύονται και οι γέροι να αυτοκτονούν, αλλά με τίποτα δεν θα δεχτούμε να μην έρθει με κρατικό αεροπλάνο το Άγιο Φως από τα Ιεροσόλυμα, και μάλιστα με τη συνοδεία τόσων και τόσων επισήμων, διότι φαίνεται πως δεν θα φωτιστούμε καλά αν δεν ταξιδέψουν βουλευτές και άλλοι επίσημοι στα Ιεροσόλυμα να συνοδέψουν το Φως, όπως πέρυσι ο Κώστας Μαρκόπουλος, ο Μιχάλης Παντούλας από το ΠΑΣΟΚ, η Ουρανία Παπανδρέου από το ΛΑΟΣ και ο ανεξάρτητος βουλευτής Βασίλης Οικονόμου (φέτος θα πάνε άλλοι· η αριστερά, προς τιμή της, δεν συμμετέχει).

Εδώ έχουμε δυο ζητήματα που πρέπει να τα ξεχωρίσουμε. Το ένα αφορά το Άγιο Φως καθαυτό, αν δηλαδή ανάβει με θαυματουργό τρόπο ή αν υπάρχει στη μέση κάποιο τέχνασμα· και το άλλο, αν είναι θεμιτό να έρχεται με δαπάνες του κράτους το Άγιο Φως (ανεξάρτητα αν ανάβει με θαύμα ή με τέχνασμα) στην Ελλάδα, ειδικά όταν η χώρα βρίσκεται χρεωμένη ως το λαιμό.

Για το πρώτο θέμα, δεν θέλω να πω πολλά, έχουν χυθεί τόνοι μελάνης, υπάρχει ένας συγγραφέας ονόματι Καλόπουλος που έχει ασχοληθεί με το θέμα (είναι εναντίον του θαύματος), υπάρχουν πολλοί που επιχειρηματολογούν υπέρ του θαύματος· όμως είναι θέμα πίστης και σε τέτοια πράγματα η λογική δεν χωράει. Να σημειώσω πάντως ότι τα θαύματα, αν υπάρχουν, γίνονται με μεγάλη φειδώ, όχι κάθε χρόνο λες και είναι εμποροπανήγυρη· ούτε εξηγείται πώς άρχισε το θαύμα τον ένατο αιώνα και όχι νωρίτερα. Αντίθετα, όπως λέει και ο Κοραής (βλ. παρακάτω), υπάρχουν πάμπολλες μαρτυρίες με παρόμοια μαγικά φώτα σε ειδωλολατρικούς ναούς. Και τέλος πάντων, είτε γίνεται το θαύμα είτε όχι, είναι θέμα που δεν μας αφορά και πολύ, κυρίως τους αγιοταφίτες αφορά και τους επισκέπτες του ναού, καθώς και όσους δραστηριοποιούνται στον τομέα του θρησκευτικού τουρισμού.

Πάντως, υπάρχουν πολλοί πιστοί Χριστιανοί που βλέπουν με κάποια αμηχανία ή και θυμηδία αυτό το νεοπαγές έθιμο της μεταφοράς του Άγιου Φωτός, ενώ κάποιοι διακρίνουν σ’ αυτό ειδωλολατρικές αποχρώσεις. Οφείλω πάντως να σημειώσω ότι το πατριαρχείο των Ιεροσολύμων, παρόλο που περιφρουρεί με ζήλο τα πρωτεία του Πατριάρχη (μέχρι και ξύλο παίζουν οι ελληνορθόδοξοι καλόγεροι με τους αρμενίους), αποφεύγει να μιλήσει για θαύμα.

Πάμε τώρα στο δεύτερο θέμα, εκεί που μας πέφτει λόγος σε όλους: είναι θεμιτό να έρχεται το Φως από τα Ιεροσόλυμα με τιμές αρχηγού κράτους και να το πληρώνουμε από τον κρατικό προϋπολογισμό;

Καταρχάς, όλους τους προηγούμενους αιώνες που οι αεροπορικές συγκοινωνίες ήταν άγνωστες, ανασταίναν οι Χριστιανοί μια χαρά χωρίς άγιο Φως -θα ήταν ύβρις να πούμε ότι ο δικός τους γιορτασμός ήταν λειψός και ο δικός μας ανώτερος επειδή το φως μας είναι αγιασμένο.

Έπειτα, ακόμα και μετά την εμφάνιση και την καθιέρωση συχνών αεροπορικών συγκοινωνιών, πέρασαν πολλά χρόνια ίσαμε να αρχίσει η αεροπορική μεταφορά του Φωτός από τα Ιεροσόλυμα στην Αθήνα. Σύμφωνα με τη Βικιπαίδεια, αλλά και με όσα θυμάμαι, το έθιμο ξεκίνησε το 1988, και αρχικώς ήταν προσφορά του κ. Ιάκωβου Οικονομίδη που είχε το ταξιδιωτικό γραφείο Z Tours, ο οποίος, είτε από αγνή πίστη είτε για διαφήμιση, κάλυπτε τα έξοδα της μεταφοράς του Φωτός από τα Ιεροσόλυμα. Αυτό συνεχίστηκε για κάμποσα χρόνια, αλλά από το 2002 (επί πρωθυπουργίας Σημίτη, που κάποιοι τον θεωρούσαν εχθρό της θρησκείας!) η ιδιωτική πρωτοβουλία έπαψε να ενδιαφέρεται και έσπευσε πρόθυμο το κράτος να καλύψει το κενό.

Αν όμως στα χρόνια της ολυμπιακής πασοκικής απλοχεριάς ήταν ίσως αναμενόμενο να πληρώνει ο φορολογούμενος το έθιμο του Φωτός, άλλωστε οι εργολάβοι και οι αεριτζήδες ενθυλάκωσαν εκατονταπλάσια ποσά και μόνο κάτι συριζαίοι διαφωνούσαν με το εθνικό όραμα, σήμερα το βρίσκω εξωφρενική σπατάλη, σε ένα κράτος που δεν ήθελε ή δεν μπορούσε να καλύψει τα έξοδα για να επαναπατριστούν οι σοροί των πακιστανών μεταναστών που θυσιάστηκαν στο Κρυονέρι. Στο κάτω κάτω, η Εκκλησία της Ελλάδος, που δεν έχει υποστεί ούτε έκτακτη φορολόγηση των περισσότερων ακινήτων της, ούτε καλλικρατικού τύπου συγχωνεύσεις των μητροπόλεών της, θα μπορούσε πιστεύω να καλύψει τα έξοδα ενός εθίμου που τις δικές της τελετές εξυπηρετεί και που είναι άδικο να τα επωμιστούν όχι μόνο οι εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που δεν είναι χριστιανοί ορθόδοξοι αλλά και όσοι χριστιανοί (και δεν αποκλείεται να είναι πλειοψηφία) που δεν θεωρούν ότι η τελετή αυτή προσθέτει κάτι στην κατάνυξη των ημερών και ότι θα μπορούσε να λείπει -άλλωστε, ο Παπαδιαμάντης, όπως και όλοι οι πιστοί χριστιανοί όλων των προηγούμενων αιώνων στην Ελλάδα, γιόρταζαν το Πάσχα χωρίς το Άγιο φως, πολύ πιο κοντά στο νόημα του χριστιανισμού απ’ ό,τι οι χρυσοκάνθαροι της πρώτης δεκαετίας του αιώνα μας.

Είπα πάρα πολλά και ώρα είναι να σταματήσω για να ακούσω και τις δικές σας απόψεις -αν και δεν θα μπορέσω να συμμετάσχω στη συζήτηση όσο θα ήθελα επειδή θα ταξιδεύω. Όμως, σαν μια προσφορά του ιστολογίου στον προβληματισμό, θα σας παρουσιάσω ένα απόσπασμα από μια μελέτη που έγραψε το 1826 ο Αδαμάντιος Κοραής για το θέμα αυτό· η μελέτη έχει τη μορφή διαλόγου ανάμεσα σε δύο πιστούς Χριστιανούς, τον Φώτιο, που πιστεύει στο θαυματουργικό Άγιο Φως, και στον Καλλίμαχο, που δεν πιστεύει και ο οποίος, με τα επιχειρήματά του, πείθει, όχι με μεγάλη δυσκολία, τον Φώτιο. Ο τίτλος είναι «Διάλογος περί του εν Ιεροσολύμοις Αγίου Φωτός» και βρίσκεται στον τρίτο τόμο των Ατάκτων του Κοραή. Μπορείτε να τον διαβάσετε ολόκληρον εδώ (με κάποια λαθάκια πάντως) ή, στο πρωτότυπο, στα google books· εγώ βάζω μόνο ένα μικρό απόσπασμα από την αρχή (είναι και πολύ εκτεταμένος)

Διάλογος περί του εν Ιεροσολύμοις Αγίου Φωτός

Τα πρόσωπα του διαλόγου

Φώτιος, Καλλίμαχος

Φ. Σ’ ερώτησα και άλλοτε, και δεν ηθέλησες ποτέ να μου φανερώσεις καθαρά την γνώμην σου.

Κ. Περί τίνος;

Φ. Περί του εις την Ιερουσαλήμ θαυματουργουμένου αγίου φωτός.

Κ. Άγιον φως άλλον δεν γνωρίζω παρά το «Φως εκ φωτός, θεόν αληθινόν εκ θεού αληθινού» ως το μαρτυρεί το Σύμβολον της πίστεως.

Φ. Ουδ’ εγώ αμφιβάλλω περί τούτου. Αλλ’ εις τούτου του Φωτός τον τάφον, αν πιστεύσομεν τους αγιοταφίτας, και τους επιστρέφοντας από την Ιερουσαλήμ προσκυνητάς, φαίνεται κατέτος άλλο φως υλικόν, εκ του οποίου ανάπτουν οι προσκυνηταί τας λαμπάδας των.

Κ. Τρόπους και μέσα να φωτίζωσι το σκότος ευρήκασιν οι άνθρωποι πολλά, και η πρόοδος της φυσικής επιστήμης τούς εδίδαξε πλειότερα. Εις τα φωτισμένα της Ευρώπης έθνη σήμερον, το πλέον ασθενές παιδάριον, η πλέον χυδαία γυνή, ανάπτουν φως, εις ροπήν οφθαλμού, με τα γνωστά φωσφορικά πυρεία (briquets phosphoriques).

Φ. Τα γνωρίζω.

Κ. Με κανένα τρόπον παρόμοιον πιθανόν ότι ανάπτει τις πρώτον επάνω του αγίου τάφου την λαμπάδα του, κι έπειτ’ απ’ αυτήν οι λοιποί τας ιδικάς των.

Φ. Όχι με τούτους τους γνωστούς τρόπους, αλλ’ εξ ουρανού, λέγουν, καταβαίνει το Φως.

Κ. Εξ ουρανού ψευδοκαταίβατα φώτα, μας εφύλαξεν η ιστορία πολλά. Ενθυμάσαι βέβαια, τι λέγει ο Παυσανίας περί των ναών της Λυδίας, όπου οι ιερείς άναπταν τα ξύλα διά τας θυσίας με πυρ αόρατον.[1] Τοιούτον τι εγίνετο εις την Εγνατίαν, πόλιν ιταλικήν[2]. Τοιούτον εις την Μακεδονίαν εις το ιερόν του Διονύσου[3]. Τοιούτον ακόμη εις την νήσον Τήνον[4] και εις όχι ολίγας άλλας πόλεις της Ασίας και της Ευρώπης. Ταύτα ήσαν τα προ Χριστού. Αν θέλεις νεότερα, ανάγνωσε τον Ζώσιμον, συγγραφέα της πέμπτης μετά Χριστόν εκατονταετηρίδος.

Φ. Τον ανέγνωσα· αλλά δεν ενθυμούμαι τι λέγει.

Κ. Ιστορεί με μεγάλην ευλάβειαν (ως εθνικός) το φαινόμενον κατά την εορτήν της Αφροδίτης εις τον αέρα φως, ποτέ μεν σφαιροειδές, ποτέ δε εις σχήμα λαμπάδος, και τον άπειρον χρυσόν και άργυρον, όσον εθησαύριζαν οι Ιερείς δι’ αυτό[5].

Φ. Πού και πότε;

Κ. Σε είπα, κατά την πέμπτην εκατονταετηρίδα. Ο δε τόπος ήτον εις την Συρίαν, εις αυτό της Αφροδίτης το ιερόν, πλησίον της Ηλιουπόλεως[6]. Εις την εορτήν ταύτης της θεάς εθαυματουργείτο το θαύμα.

Φ. Αλλ’ εκείνα ήσαν μηχανουργήματα λαοπλάνων ιερέων εθνικών. Εγώ λαλώ περί χριστιανών.

Κ. Με λέγεις λοιπόν θαύμα εθνικόν ενεργούμενον από χριστιανούς, ήγουν πράγμα αδύνατον.

Φ. Δεν πιστεύεις λοιπόν τα θαύματα!

Κ. Δεν ηπίστησα ποτέ εις τα αληθινά θαύματα· αλλά βλέπεις ότι έγιναν πολλάκις, και ενδεχόμενον να γίνονται ακόμη, από μη Χριστιανούς, και ψευδοθαύματα. Τι παράδοξον, αν ευρέθησαν και μεταξύ Χριστιανών τοιούτοι θαυματουργοί.

Φ. Με βάλλεις εις δεινήν απορίαν.

(…)

Φ. Να μη πιστεύσω λοιπόν όσα λέγουν περί του αγίου φωτός;

Κ. Όχι, επειδή ουδ’ ο Χρυσόστομος το επίστευεν, ή μάλλον ουδέ το εγνώριζε· διότι, αν εις τον καιρόν του εθαυματουργείτο το άγιον φως, πώς ήτο δυνατόν να λέγει ότι δεν εγίνοντο πλέον θαύματα;

Φ. Λέγεις λοιπόν λαοπλάνους τους αγιοταφίτας.

Κ. Άπαγε! φίλε· ουδ’ εσέ συμβουλεύω να δώσεις εις αυτούς τόσον αισχρόν επίθετον. (…)

Φ. Διατί λοιπόν το υποφέρουν; διατί δεν καταλύουν τοιούτον θαυματούργημα;

Κ. Επιθυμούν, μην αμφιβάλλεις, την κατάλυσίν του, αλλ’ είναι τάχα εις την εξουσίαν των;

Φ. Δεν είναι εις την εξουσίαν των! Από τίνος λοιπόν εξουσίαν κρέμεται;

Κ. Του καιρού, της εξαπλώσεως των φώτων εις τον κοινόν λαόν. Δεν έπλασαν αυτοί το θαύμα· το ευρήκασι απ’ άλλους προ πολλού πλασμένον, και δεν τολμούν να το σαλεύσωσι.

Φ. Τίνα φοβούνται;

Κ. Αυτούς τους Άραβας ληστάς, οι οποίοι συμμερίζονται με τους αγιοταφίτας τα κέρδη του θαύματος· αυτούς (το πλέον αξιοθρήνητον) τους κατέτος τρέχοντας μωρούς προσκυνητάς του θαύματος. Ή νομίζεις εύκολον μετά μακράν και πολυχρόνιον πλάνην, να φανερώσεις εις τους πλανημένους, ότι εθαυματούργεις διά να τους πλανάς;

Η συνέχεια επί του πεντεφίου.

Επαναλαμβάνω όμως, ότι το βασικό δεν είναι αν το φως ανάβει με θαύμα ή με τον τρόπο που χρησιμοποίησε ο Βάρναλης ένα Πάσχα που ήταν σχολάρχης στην Αργαλαστή και το βάλανε στον φάκελό του (δηλ. με αναπτήρα). Το βασικό είναι να σταματήσουμε να το φέρνουμε με τιμές αρχηγού κράτους και με πολυέξοδες τελετές. Ή, επιτέλους, να καλύψει τα έξοδα η ελληνική εκκλησία -αν και κάποιοι αυτό θα το έβρισκαν ακόμα μεγαλύτερο θαύμα από την αφή του φωτός!


[1] Παυσαν. V, 27

[2] Plin.II, 107. Horat. Satyr. I, 5, &99.

[3] Αριστοτέλ. Περί θαυμαστ. ακουσμ. κεφ. 133.

[4] Αυτόθι, κεφ. 193.

[5] Ο Ζώσιμος (Ιστορ. Ι, 58) λέγει ότι το θαύμα εγένετο έως εις τον καιρόν του· «Μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων». Το Ιερόν της Αφροδίτης ταύτης, επονομαζομένης Αφακίτιδος, κατεσκάφη από τον Μέγαν Κωνσταντίνον, κατά την τετάρτην εκατονταετηρίδα.

[6] Η Ηλιούπολις είναι η σήμερον ονομαζομένη Βαλβέκα (Balbek).