Πάνος Μεϊντάνης: Ο πρόδρομος επαναστάτης

Του φιλολόγου Σπυρίδωνος Βλιώρα

(Συντομότερη εκδοχή του κειμένου που υπάρχει εδώ)

Ο Πάνος Μεϊντάνης γεννήθηκε κάποια στιγμή στη δεύτερη εικοσαετία του 17ου αιώνα στην περιοχή της Μακεδονίας, ίσως στο Ράχοβο, καθώς είχε κέντρο των επιχειρήσεών του τα πρώτα χρόνια τη Σιάπκα του Λιβαδίου Ολύμπου. Το “επώνυμό” του έχει να κάνει με τους Μεϊντάνηδες (Meidani), το σώμα ενόπλων φυλάκων που πρώτοι οι Βενετοί οργάνωσαν. Αργότερα μεϊντάνηδες ονομάστηκαν όσοι «έβγαιναν στο μεϊντάνι», οι αντάρτες δηλαδή και οι ανυπότακτοι.

Η παραλλαγή Μεγδάνης που παραδίδουν κάποιες πηγές έχει να κάνει με τη σλαβική λέξη мѐгда̄н / mègdān, που περιγράφει ανθρώπους που παλεύουν σε αυτοσχέδιους αγώνες στα τουρκοκρατούμενα Βαλκάνια, συνήθεια που ίσως είχε κι ο νεαρός Μεϊντάνης.

Γύρω στα 1661 έχουμε τη μαρτυρία πως κάποιος κλέφτης Μπάνος (μάλλον ο Πάνος Μεϊντάνης) με πεντακόσια περίπου παλικάρια δρα κάνοντας ληστρικές επιθέσεις σε μια περιοχή που εκτείνεται από το Μοναστήρι και το Σαριγκιόλ μέχρι και το Μοσχολούρι Σοφάδων Καρδίτσας, όπου και λήστεψε εμπόρους του φημισμένου πανηγυριού.

«Ενώ βρισκόμασταν στην πόλη αυτή, μια νύχτα ένας χαϊντούκος που τον έλεγαν Μπάνο με πεντακόσιους απίστους ήρθε με πυρσούς από το βουνό Σιάπκα, έσπασε χωρίς φόβο και τρόμο τις πόρτες του μπεζεστενίου και πήρε εβδομήντα χιλιάδες άσπρα σε χρήμα και άλλες τόσες σε πολύτιμα υφάσματα. Σώοι και φορτωμένοι λάφυρα και δείχνοντας τη χαρά τους με πυροβολισμούς έφυγαν σε μια πεδιάδα με πέτρες.»

Χάρτης της περιοχής. Επεξεργασία χαρτογραφικών δεδομένων: Σπυρίδων Βλιώρας

Φαίνεται πως σε όλη τη διάρκεια του εʹ Βενετοτουρκικού Πολέμου (1645–1669) ο Μεϊντάνης με το σώμα του δρα σχετικά ανενόχλητος, καθώς οι Τούρκοι επιστράτευσαν το μεγαλύτερο μέρος των στρατευμάτων του εγιαλετιού της Ρούμελης και της Ανατολίας, για να κατακτήσουν την Κρήτη.

Μετά τη λήξη του πολέμου και την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669, τα τουρκικά στρατεύματα επιστρέφουν στις βάσεις τους και ο Μεϊντάνης καταφεύγει στον ορεινό όγκο της Πίνδου και των Αγράφων· μαζί με άλλους «περιεφέροντο ὡς ἀντάρται (…) ποτὲ μὲν κατὰ ξηρὰν προσβάλλοντες τοὺς Τούρκους, ποτὲ δὲ κατὰ θάλασσαν καὶ τοὺς Βενετούς.» Οι Βενετοί τούς συνέλαβαν (πιθανόν κατά τη διάρκεια του ϛʹ Βενετοτουρκικού Πολέμου ή Πολέμου του Μοριά: 1684–1699) κι, ενώ τους μετέφεραν σιδηροδέσμιους στη Βενετία, ο Μεϊντάνης με τους συντρόφους του τους βοήθησαν στην εξόντωση πειρατών που τους επιτέθηκαν. Κι έτσι οι Βενετοί τούς απελευθέρωσαν.

«Ἐνῷ ταῦτα διεδραματίζοντο ἐν Μάνῃ, τρεῖς ἀρματολοὶ τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος, Ἀγγελῆς Σουμίλας ἢ Βλάχος ἐξ Ἰωαννίνων, Πάνος Μεϊτάνης (…) καὶ τὸ Μικρό Χορμόπουλο ἐξ Ἀγράφων, ἕνεκα τῆς πρὸς αὐτοὺς ὑπόπτου διαγωγῆς τῆς τουρκικῆς ἐξουσίας, περιεφέροντο ὡς ἀντάρται ἐν Ἀκαρνανίᾳ, ποτὲ μὲν κατὰ ξηρὰν προσβάλλοντες τοὺς Τούρκους, ποτὲ δὲ κατὰ θάλασσαν καὶ τοὺς Βενετούς. Ἡ Ἑνετικὴ Πολιτεία, διαρκούσης τῆς πολιορκίας τῆς Κρήτης, κατώρθωσεν ἵνα τοὺς συλλάβῃ, διὰ προδοσίας, κατὰ τὰ παράλια τῆς Βονίτσης. Ἐνῷ δὲ οὗτοι δέσμιοι ἐπὶ τῆς ἑνετικῆς γαλέρας ἐφέροντο εἰς Βενετίαν, ἀλγερικὴ φοῦστα, παρουσιασθεῖσα κατὰ τὰ παράλια τῆς Δαλματίας προσεκάλεσε τοὺς Ἑνετοὺς εἰς παράδοσιν. Ὁ πλοίαρχος, μετὰ μικρὸν ἀκροβολισμόν, συνῄνεσεν ἵνα παραδοθῇ καθορῶν τὸ ὑπερβάλλον τῶν πολεμίων. Οἱ αἰχμάλωτοι ἀρματολοὶ ἀκούσαντες τὸν θόρυβον ἠρώτησαν ναύτην τινὰ περὶ τῆς αἰτίας, ἀφοῦ δ’ ἔμαθον παρ’ αὐτοῦ τ’ ἀποφασισθέντα, τὸν παρεκάλεσαν ἵνα εἴπῃ εἰς τὸν πλοίαρχον, ἐὰv συνῄνῃ νὰ λύσῃ τὰ δεσμά των καὶ τοὺς δώσῃ τὰ καριοφίλια των, ἵνα πολεμήσωσι κατὰ τῶν Ἀλγερινῶν.

Ὁ πλοίαρχος συλλογιζόμενος ὅτι καὶ οὕτως καὶ ἄλλως ἤθελον ἀπολεσθῇ, καὶ γνωρίζων ἅμα τὴν μεγάλην φήμην τῶν δεσμωτῶν, παρεδέχθη τὴν αἴτησιν. Ἀφοῦ δὲ οἱ ἀρματολοὶ ἐλύθησαν καὶ ἔλαβον ἀνὰ χεῖρας τὰ προσφιλῆ των καριοφίλια, ἐπήδησαν πυροβολοῦντες καὶ ἀγρίως ἀλαλάζοντες ἐπὶ τῆς κατ’ ἐκείνην τὴν στιγμὴν προσεγγισάσης πρὸς παραλαβὴν τῶν αἰχμαλώτων φούστας. Οἱ Ἑνετοὶ ἐνθαρρυνθέντες ἀπὸ τοῦ παραδείγματος τοὺς ἀκολούθησαν, καὶ μετ’ οὐ πολὺ ἐκ τῶν Ἀργερινῶν οἱ μὲν ἐφονεύθησαν οἱ δὲ ᾐχμαλωτίσθησαν. Οἱ νικηταὶ δέσαντες ὄπισθεν τὴν ἀλγερινὴν φοῦσταν εἰσῆλθον ἐν θριάμβῳ εἰς Βενετίαν. Ὁ πλοίαρχος ἐκτιμῶν τὸ μέγεθος τῆς προσφερθείσης ὑπηρεσίας, ἀνέφερε μετὰ μεγίστων ἐπαίνων τὸ γεγονὸς εἰς τὴν Ἑνετικήν Πολιτείαν, ἥτις ἀντήμειψε γενναίως τοὺς τρεῖς ἀρματολούς, παραχωρήσασα αὐτοῖς βαθμοὺς καὶ γαίας.»

Πλοίο του τύπου Φούστα

Ο Μεϊντάνης λοιπόν, που ήταν «κλέφτης ή αρματολός του μεγάλου αρματολικιού της Δυτικής Μακεδονίας, της Θεσσαλίας, του Ασπροποτάμου, ο Σουμίλας, αρματολός της Ηπείρου και το Μικρό Χορμόπουλο, αρματολός των Αγράφων (…) έδωσαν πίστη στις υποσχέσεις των Βενετών και συμπαρατάχθηκαν με το μέρος τους, για να απελευθερωθεί το γένος.» Ο Βενετός Φραντσέσκο Μοροζίνι τούς χρησιμοποίησε στον πόλεμο της Βενετίας εναντίον των Οθωμανών, υποκινώντας και τοπικές επαναστάσεις των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων, ιδίως κατά το έτος 1687.

Στα 1689, οι Τούρκοι, πιεζόμενοι από τον συνεχιζόμενο πόλεμο με τους Βενετούς, αλλά και από τον αντάρτη Μεϊντάνη, ο οποίος καταδίωκε τους «Ὀθωμανοὺς ἀπὸ ὅλας τὰς ὀρεινὰς ἐπαρχίας τοῦ δυτικοῦ μέρους τῆς Θετταλίας καὶ τῆς Μακεδονίας (πέριξ Καστοριᾶς, Βοδενῶν, Βεροίας, Σερβίων, Ἐλασσῶνος, Τρικάλων Θετταλίας) μέχρι τοῦ Πίνδου ὄρους, κατατροπώσας αὐτοὺς εἰς διαφόρους μάχας, ἀφοῦ διὰ πολὺν καιρὸν πολεμοῦντες αὐτὸν, δὲν ἐδυνήθησαν νὰ τὸν καταστρέψουν, οὔτε αὐτὸν οὔτε τοὺς ὀπαδούς του, διὰ νὰ ἡσυχάσῃ, —κατὰ τὴν ἰδέαν τῶν Τούρκων, «ὅταν τὸ σκυλὶ γαυγίζει, ρίξε του ἕνα κομμάτι ψωμί»—, (μεσολαβούντων τῶν προεστώτων χριστιανῶν) μεταχειρισθέντες τὰς ὑποσχέσεις μὲ τὴν πανουργίαν ἢ χάριν τῆς ἡσυχίας τῶν κατοίκων χριστιανῶν τῶν ἐπαρχιῶν (…) ὑποσχεθέντες νὰ συμμερισθῇ τὴν ἐξουσίαν των εἰς τὰ ὀρεινὰ μέρη, ἄρχισεν νὰ πίπτῃ εἰς συμβιβασμούς.»

Έτσι, ο Μεϊντάνης από Κλέφτης χρίσθηκε από τους Τούρκους Αρματολός στον Νομό Τρικάλων (μάλλον και στις περιοχές Καλαμπάκας, Κόζιακα, Χασίων, Ασπροποτάμου κ.λπ.) με τη συμφωνία να συλλέγει τους φόρους για τους Οθωμανούς, αλλά αυτοί οι τελευταίοι να μην εισέρχονται οπλισμένοι στις περιοχές ευθύνης του. Μάλιστα η όλη διαδικασία έγινε με εντυπωσιακό και τελετουργικό τρόπο: Εισήλθε με πομπή στα Τρίκαλα, την έδρα του βεζίρη, έλαβε το επίσημο χαρτί του διορισμού του ως αρματολού, φόρεσε το σχετικό πανωφόρι που δήλωνε την εξουσία του και επέστρεψε στην έδρα του στον Ασπροπόταμο χωρίς να τον πειράξει κανένας!

«Εἰσελθὼν μετὰ πομπῆς εἰς τὰ Τρίκαλα, ἔδραν τοῦ βεζίρη, νὰ προσφέρῃ τὴν ὑπακοήν του, καὶ ὑποδεξιωθεὶς ἔλαβεν καὶ τοὺς μουρασελέδες τῶν διαφόρων ἐπαρχιῶν (διπλώματα) ἀπὸ τὸν κατὴν καὶ τὸ ἔνδυμα, ἐπανωφόρι τῆς τιμῆς (καπότον), διὰ τῶν ὁποίων ἐκυρώνετο ἡ ἐξουσία του, ἐξελθὼν ἔπειτα μετὰ πομπῆς καὶ ἐπιστρέψας εἰς τὰς ἐπαρχίας ὡς ἀνὴρ ἔνδοξος.»

«Για πολλά χρόνια ο Μεϊντάνης κυβέρνησε το Αρματολίκι του στο Ασπροπόταμο ανενόχλητα, αλλά αργότερα, για να αποφεύγει τις παγίδες των αντίζηλών του προεστώτων, καθώς και τις συστηματικές καταδρομές των Τούρκων, «οἵτινες δὲν ὑπέφερον νὰ ἀκούγουν ὡπλισμένο Ἕλληνα», γύριζε στα χωριά του Αρματολικιού του μόνο την άνοιξη και το καλοκαίρι, ενώ τον χειμώνα κρυβόταν στα πλέον απότομα μέρη και όρη, χωρίς να ξέρουν το καταφύγιό του ούτε οι στενότεροί του φίλοι, από το φόβο της προδοσίας. Το χειμερινό άσυλο του Μεϊντάνη ήταν τα χωριά του Ασπροπόταμου Μουτσιάρα και Βλαχογαρδίκι.»

Λίγα χρόνια όμως αργότερα, ο μπεηλέρμπεης στο εγιαλέτι της Ρούμελης Τοπάλ Οσμάν (Topal Osman Paşa) έλαβε την εντολή να αφαιρέσει το αρματολίκι από τον Μεϊντάνη: «εἰς τοὺς χιλίους ἐξακοσίους ἐνήντα πέντε χρόνους ἔβγαλαν τὸν Μιτάνη ἀπὸ τὸ ἀρματολίκι καὶ τὸ πῆρεν ὁ Ἀλιμάνης εἰς τὲς ὀκτὼ τοῦ Σεπτεμβρίου», όπως διαβάζουμε σε σχετική ενθύμηση.

Ο Μεϊντάνης συνέχισε να δρα στον ορεινό όγκο του Νομού Τρικάλων κι ευρύτερα ως Κλέφτης. Το τέλος του Βενετοτουρκικού πολέμου και η ειρήνη του Κάρλοβιτς το 1699 τον βρήκαν στο Γαρδίκι του Ασπροποτάμου.

Εκεί τον αιχμαλώτισαν ζωντανό οι Τούρκοι τον Μάρτιο του 1700 και τον σκότωσαν τελικά στη Θεσσαλονίκη. «Ἔτους ͵αψʹ (1700)· ἐγίνηκε χειμὼν φοβερός· καὶ ἔπεσε χιόνι πολὺ (…) ἕως ὅπου ἐβγῆκε ὁ Μάρτης (…) Καὶ τὸν αὐτὸν μῆνα ἐτζάκωσαν καὶ τὸν ταλαίπωρον τὸν Μεϊδάνον καὶ τὸν ἐχάλασαν. Εἰς χωρίον Γαρδίκι τὸν ἔπιασαν καὶ εἰς Θεσσαλονίκην τὸν ἐχάλασαν.»

Χάρτης της περιοχής. Επεξεργασία χαρτογραφικών δεδομένων: Σπυρίδων Βλιώρας

Δυστυχώς, στην εξόντωση του Μεϊντάνη συνέβαλαν και οι πρόκριτοι των Τρικάλων: «Δὲν ἐνθυμεῖτο ὁ Νικόλαος Στορνάρης νὰ μᾶς εἰπῇ λεπτομερῶς τὰς αἰτίας αἵτινες ἐπαρακίνησαν τοὺς προκρίτους χριστιανοὺς Τρικάλων νὰ συνεργήσουν μὲ τοὺς Ὀθωμανοὺς εἰς τὴν καταστροφὴν τούτου.»

Οι Τούρκοι «προετοιμάσαντες ἕως τρεῖς χιλιάδας στράτευμα Τουρκαλβανούς, μυστικά, εἰς τὰ Τρίκαλα, τὴν νύκτα ἐκστρατεύσαντες οὗτοι καὶ ὁδηγούμενοι ἀπὸ τοὺς κατοίκους μὲ δάδας ἀναμμένας εἰς τὰς χεῖρας, οἱ μὲν χωρικοὶ ἀνοίγοντες μὲ τὰ φτυάρια τὰς χιόνας τῶν στενωπῶν, χωρίων Δραμιζίου, Κόρμπου, διάσελον Βετερνίκου, Πίρας δέσις, γέφυραν Μουτζιάρας, οἱ δὲ Ὀθωμανοὶ παρακολουθοῦντες· διαβάντες καὶ τὰ στενὰ Γαρδικιοῦ καὶ διευθυνόμενοι πρὸς τὸ χωρίον, φανερωθέντες τὸ πρωὶ καθ’ ἣν ὥραν ὁ ἥρωας, διὰ τὸ ἐπίσημον τῶν ἑορτῶν, ἐπήγαινεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν νὰ λειτουργηθῇ· ἄμα ἰδὼν τούτους ἔξαφνα, ἀποσυρθεὶς καὶ κλεισθεὶς ἐντὸς τῆς οἰκίας του, περικυκλώσαντές τον ἀμέσως οἱ ἐχθροί, καὶ ἐπιπεσόντες νὰ τὸν προσβάλουν, μετὰ τριῶν ἢ τεσσάρων ὡρῶν πόλεμον, παρατηρῶν τὸ πλῆθος τῶν ἐχθρῶν καὶ ὅτι εὑρεθεὶς μὲ μόνον 15–20 ἄνδρας δὲν ἠδύνατο νὰ διαφύγῃ τὸν κίνδυνον —προτιμήσαντες νὰ ἀποθάνουν καὶ αὐτὸς καὶ οἱ περὶ αὐτοῦ ἐντίμως· ὁρμήσαντες ξιφήρεις κατεπάνω τῶν ἐχθρῶν, πυροβολούμενοι δέ— φονευθεὶς καὶ αὐτὸς καὶ οἱ λοιποὶ ἐπὶ τῆς ἐξόδου καὶ ὁρμῆς, καὶ πεσόντες ἄπνοοι ἔγιναν θῦμα τῆς βαρβάρου πανουργίας καὶ πολιτικῆς.»

Ο 17ος αιώνας που ζει ο Μεϊντάνης ξεκίνησε με μια σειρά εξεγέρσεων σε Θεσσαλία, Άγραφα και Ήπειρο και ολοκληρώθηκε με τη θανάτωση του Πάνου Μεϊντάνη. Η δράση και οι ενέργειές του στάθηκαν οδηγός στους Κλέφτες και Αρματολούς που ακολούθησαν κατά τον 18ο και 19ο αιώνα και ενέπνευσαν τα επόμενα επαναστατικά κινήματα, μέχρι και το 1821.

Η δράση του επίσης ενέπνευσε και τον αποβιώσαντα πλέον σκηνοθέτη Δήμο Θέο, ο οποίος γύρισε την ταινία «Καπετάν Μεϊντάνος: Η εικόνα ενός μυθικού οπλαρχηγού», η οποία ευχής έργο θα ήταν να προβληθεί και στην πόλη μας, αφού αναζητηθεί από τον Κινηματογραφικό Σύλλογο Καλαμπάκας στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος ή στην ΕΡΤ