Α'. Σχεδιάγραμμα, Β'. Κείμενα, Γ'. Βιβλιογραφία

Θέμα: Αστυφιλία

Α'. Σχεδιάγραμμα

...

Β'. Κείμενα

Οι κάτοικοι εγκαταλείπουν την ύπαιθρο

Εφημερίδα Καθημερινή, 17/9/2006

Το 2007 οι περισσότεροι στη Γη θα ζουν στα αστικά κέντρα

Το 2007, για πρώτη φορά στην Ιστορία, οι κάτοικοι των πόλεων –σε όλο τον πλανήτη– θα είναι περισσότεροι από εκείνους που ζουν στην ύπαιθρο. Το 1900 οι κάτοικοι των πόλεων σε όλο τον κόσμο δεν ξεπερνούσαν τα 150 εκατομμύρια. Το 2000 έφτασαν τα 2,9 δισεκατομμύρια, 19 φορές περισσότερο. Το 1900 υπήρχε μόλις μία χούφτα από πόλεις με πληθυσμό ενός εκατομμυρίου και πλέον.

Σήμερα 408 πόλεις έχουν πάνω από ένα εκατομμύριο κατοίκους. Μάλιστα υπάρχουν και 20 μεγαλουπόλεις με πληθυσμό άνω των 10 εκατομμυρίων. Το Τόκιο των 35 εκατομμυρίων φτάνει σε πληθυσμό τον Καναδά. Τα 19 εκατομμύρια κατοίκων της Πόλης του Μεξικού είναι σχεδόν όσοι και οι κάτοικοι της Αυστραλίας. Νέα Υόρκη, Σάο Πάολο, Μουμπάι (πρώην Βομβάη), Δελχί, Καλκούτα, Μπουένος Αϊρες και Σαγκάη ακολουθούν από κοντά.

Σωρεία προβλημάτων

Οι πόλεις χρειάζονται συγκέντρωση μεγάλων ποσοτήτων τροφής, νερού, ενέργειας και υλικών που η Φύση δεν μπορεί να εξασφαλίσει εύκολα. Η συγκέντρωση αυτών των ποσοτήτων και στη συνέχεια η διαχείρισή τους, αφού πρώτα έχουν διασκορπιστεί ως απορρίμματα, λύματα και ρύποι στην ατμόσφαιρα και στα ύδατα αποτελεί πια μια μεγάλη πρόκληση για όλους τους δήμαρχους και τους υπεύθυνους των πόλεων.

Οι περισσότερες από τις μεγάλες πόλεις δεν είναι και ο πιο υγιεινός τόπος για να ζεις. Η ατμόσφαιρά τους είναι μολυσμένη. Κυριαρχούμενες από τα αυτοκίνητα και αποτρέποντας το ποδήλατο και το περπάτημα, οι πόλεις δεν ωθούν τους ανθρώπους στην αναγκαία άσκηση, δημιουργώντας μια ανισορροπία μεταξύ των θερμίδων που λαμβάνουν οι κάτοικοί τους μέσω της διατροφής και εκείνων που «καίνε». Το αποτέλεσμα είναι ότι η παχυσαρκία λαμβάνει χαρακτηριστικά επιδημίας στις πόλεις και γενικά στις βιομηχανικές χώρες.

Η ανάπτυξη των σύγχρονων πόλεων είναι δεμένη με την πρόοδο των συγκοινωνιών, αρχικά των πλοίων και των τρένων. Ηταν όμως οι μηχανές εσωτερικής καύσης των αυτοκινήτων, με το φτηνό πετρέλαιο, που αύξησε την κινητικότητα των ανθρώπων και τροφοδότησε το φαινόμενο της ανάπτυξης των πόλεων κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα.

Οι πρώτες πόλεις κάλυπταν τις ανάγκες τους σε τροφή και νερό από την ύπαιθρο που τις περιέβαλε. Οι σημερινές όμως πόλεις εξαρτώνται από πολύ μακρινές πηγές, ακόμα και για την κάλυψη βασικών αναγκών. Το Λος Αντζελες, για παράδειγμα, παίρνει μεγάλο μέρος του νερού που χρειάζεται από τον ποταμό Κολοράντο, περίπου 970 χιλιόμετρα μακριά.

Ο αλματωδώς αυξανόμενος πληθυσμός της Πόλης του Μεξικού, που ζει σε υψόμετρο 3.000 μέτρων, εξαρτάται τώρα από ένα ακριβό σύστημα αντλιοστασίων. Ένα σύστημα που μεταφέρει νερό από 150 χιλιόμετρα μακριά και το «ανεβάζει» τουλάχιστον χίλια μέτρα ύψος, για να ενισχύσει τις ανεπαρκείς ποσότητες νερού. Οι αρχές του Πεκίνου σχεδιάζουν να μεταφέρουν νερό από τον ποταμό Γιαντζί, που βρίσκεται 1.500 χιλιόμετρα απόσταση. Αν και το Τόκιο καταφέρνει ακόμα να προμηθεύεται το ρύζι του από τα υπεραποδοτικά χωράφια των αγροτών της Ιαπωνίας, που απολαμβάνουν υψηλή προστασία από την κυβέρνηση της χώρας, εισάγει το στάρι του από τους μεγάλους σιτοβολώνες της Βόρειας Αμερικής και της Αυστραλίας. Όσο για το καλαμπόκι, αυτό έρχεται στη μεγαλύτερη πόλη του κόσμου, κυρίως από τις μεσοδυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ. Φορτία σόγιας ξεκινούν για το Τόκιο από τις ΗΠΑ και τη Βραζιλία.

Το πετρέλαιο που χρειάζεται για τη μεταφορά όλων αυτών των εφοδίων προς και από τις πόλεις, συχνά έρχεται από πολύ μακρινές πετρελαιοπηγές. Οι ανερχόμενες τιμές του πετρελαίου θα επηρεάσουν τη ζωή στις πόλεις και πολύ περισσότερο τη διαβίωση στα προάστιά τους που εξαπλώνονται.

Αλλάζουν οι ισορροπίες

Είναι ευρέως παραδεκτό ότι η αστικοποίηση θα αναπτυχθεί. Αλλά αυτό δεν είναι πια απαραίτητο. Η ανάπτυξη των πόλεων αρχίζει να περιορίζεται. Σε ένα κόσμο όπου το νερό, η γη και η ενέργεια θα είναι ολοένα και πιο δύσκολο να βρεθούν, η αξία της κάθε πηγής μπορεί να αυξηθεί σημαντικά, τροποποιώντας τις ισορροπίες των εμπορικών ανταλλαγών μεταξύ πόλης και υπαίθρου. Από το ξεκίνημα της βιομηχανικής επανάστασης οι όροι του εμπορίου ωφελούσαν τις πόλεις, επειδή είχαν στον έλεγχό τους το κεφάλαιο και τη βιομηχανία, τις τότε σπάνιες πηγές. Αλλά εάν η γη και το νερό αναδειχθούν στις σπανιότερες πηγές του μέλλοντος, μπορεί η ύπαιθρος που τις ελέγχει να αποκτήσει το πάνω χέρι.

«Ισχυρή Ελλάδα»: νόημα ζωής

Ευτύχης Μπιτσάκης, εφ. Τα Νέα, 22/1/2004

Ο μεταβολισμός ανθρώπου - φύσης μεταλλάχθηκε στην πορεία της ιστορίας

Προεκλογική περίοδος. Παρακολουθούμε ένα εξοργιστικό θέατρο, τα δύο αστικά κόμματα να αλληλοκατηγορούνται, να χρησιμοποιούν έννοιες χωρίς νόημα (νέα Ελλάδα, ισχυρή Ελλάδα, νέο ξεκίνημα, νέα εποχή...), να δίνουν αόριστες υποσχέσεις και στο βάθος όλης αυτής της κούφιας αντιπαράθεσης να υπάρχει μία και μοναδική επιδίωξη: η εξουσία. Παρά τις προτροπές του Πλάτωνα, οι πολιτικοί δεν έγιναν φιλόσοφοι! Θα περίμενε ωστόσο κανείς να νοιάζονται για την πραγματική ζωή των Ελλήνων.

Ο άνθρωπος είναι ζώον βιολογικό και ταυτόχρονα γενετικά κοινωνικό. H ανθρώπινη φύση του διαμορφώθηκε στην πορεία της βιολογικής εξέλιξης και της κοινωνικής ζωής και η ιστορικά καθορισμένη ουσία του προσδιορίζεται από το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων και της προσωπικής συμμετοχής στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Το άτομο δεν υπάρχει παρά ως μέρος του κοινωνικού συνόλου. Αλλά το κάθε άτομο είναι μια ανεπανάληπτη οντότητα.

Ο μεταβολισμός ανθρώπου - φύσης μεταλλάχθηκε στην πορεία της ιστορίας. Με τη θυελλώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας στην υπηρεσία του κεφαλαίου, ο μεταβολισμός αυτός έχει διαταραχθεί. Και δεν είναι μόνον η διαδικασία εξάντλησης των φυσικών αποθεμάτων και η μόλυνση του φυσικού και του αστικού περιβάλλοντος. H ερήμωση της υπαίθρου και η δημιουργία των σύγχρονων μεγαλουπόλεων διατάραξαν τη φυσιολογική (και ώς έναν βαθμό ιστορικά καθορισμένη) σχέση του ανθρώπου - βιολογικού οργανισμού με τη φύση. Ο πληθυσμός τής υπαίθρου μειώνεται συνεχώς, ενώ αντίστοιχα διογκώνονται οι πόλεις. H διαδικασία αυτή ήταν ιδιαίτερα καταστροφική για τη μεταπολεμική Ελλάδα, που έχει το θλιβερό προνόμιο, το παγκόσμιο ρεκόρ, περίπου ο μισός πληθυσμός της να έχει συσσωρευθεί στην περιοχή της πρωτεύουσας. Ποια είναι λοιπόν - από αυτήν την άποψη - η εικόνα της σημερινής Ελλάδας;

Τα ορεινά και τα ημιορεινά χωριά, τόποι παραγωγικοί και δημιουργοί πολιτισμού, ρήμαξαν. Μένουν οι γέροι, τελευταία δείγματα μιας ζωής που χάθηκε οριστικά, να έχουν ως μοναδική «πνευματική τροφή» και μορφές επικοινωνίας την αποχαυνωτική τηλεόραση. Ως προς τα πεδινά και τα εύφορα χωριά: σ' αυτά κυριαρχεί πλέον η εμπορευματοποιημένη γεωργική παραγωγή με όλες τις γνωστές αβεβαιότητες και τους κινδύνους που συνεπάγεται η καπιταλιστική αγορά. Ενταγμένοι σε ένα νέο σύνολο ανταγωνιστικών σχέσεων, οι αγρότες βρίσκουν καταφύγιο στην τηλεόραση, στο καφενείο και στα... σκυλάδικα!

Και οι άνθρωποι των πόλεων; Ποιοι άνθρωποι; H νεόπλουτη τάξη της γκλαμουριάς, της σπατάλης, της επίδειξης, της κενότητας και της ανοησίας; Αυτοί ζουν «ευτυχισμένοι» εν αγνοία της αλλοτριωμένης τους ζωής. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι η ζωή της συντριπτικής πλειοψηφίας.

Ποια είναι λοιπόν η ποιότητα, το περιεχόμενο και το νόημα ζωής του μισθωτού, του ιδιωτικού ή του δημόσιου τομέα, αλλά και του μικροεπιχειρηματία που αγωνίζεται να επιβιώσει; Ο μισθωτός πουλάει στο κράτος ή στον ιδιώτη την εργατική του δύναμη, που έχει εκπέσει στην κατηγορία του εμπορεύματος. Αποξενώνεται συνεπώς από την εργατική του δύναμη και από το προϊόν της εργασίας του, το οποίο δεν του ανήκει, δεν το ελέγχει και το οποίο - κατά τον Μαρξ - στέκεται απέναντί του σαν μια δύναμη ξένη και ακατανόητη. Ο εργάτης όσο περισσότερο εργάζεται, όσο περισσότερο παράγει, τόσο λιγότερο «είναι»: τόσο περισσότερο εκκενώνεται από την ουσιαστική, βιολογική και πνευματική του ύπαρξη. Ειδικά ο υψηλός καταμερισμός εργασίας φθείρει το σώμα, το νευρικό σύστημα και το πνεύμα του σύγχρονου προλετάριου. Και ο ιδιωτικός ή δημόσιος υπάλληλος στον γιγαντωμένο σήμερα τομέα των «υπηρεσιών»; Και αυτός φθείρεται σε μια εργασία χωρίς νόημα. Σε έναν κόσμο τον οποίον ούτε κατανοεί ούτε ελέγχει. Και μετά το τέλος της εργάσιμης ημέρας, και οι μεν και οι δε θα καταφύγουν στο διαμέρισμα - θήκη και στην τηλεόραση, καθ' ότι ο πολιτισμός (θέατρο, κινηματογράφος, μουσική, βιβλία) είναι πλέον απρόσιτος για τους πολλούς, σε μια χώρα με κόστος ζωής ευρωπαϊκό και μισθούς Τουρκίας!

Τσακίσαμε λοιπόν τη «ραχοκοκαλιά» του έθνους: την αγροτιά! Και τα παιδιά, το «μέλλον του έθνους» κατά τους πολιτικούς μας; Τα παιδιά των σημερινών μεγαλουπόλεων έχουν αποκοπεί από τη φυσιολογική σχέση με τη φύση - το «ανόργανο σώμα» τους. Ζουν στο διαμέρισμα - θήκη, πηγαίνουν στο σχολείο - φυλακή, όταν μεγαλώσουν τρέχουν στα «φροντιστήρια» (αν το επιτρέπει ο οικογενειακός προϋπολογισμός) ή αναζητούν κάποια θέση εργασίας. Τι δεξιότητα λοιπόν θα αναπτύξει το παιδί του διαμερίσματος, έγκλειστο, χωρίς γειτονιά, με τα πλαστικά παιχνίδια και τα «κομπιούτερ»; Πώς θα γνωρίσει τα ζώα, τα φυτά, θα απολαύσει τη φύση, θα αναπτύξει τις σωματικές του δεξιότητες και θα οξύνει τις αισθήσεις του; Οι κήνσορες της νεολαίας οικτίρουν τα σημερινά παιδιά που, κατ' αυτούς, είναι μαλθακά, οκνηρά και εγωιστικά. Στον βαθμό που ισχύουν αυτές οι «διαπιστώσεις», τίθεται το ερώτημα: σε τι κόσμο ζουν τα παιδιά μας; Και ποιος ευθύνεται γι' αυτόν τον κόσμο; Τι αισιοδοξία και τι δημιουργικότητα να έχει το παιδί του διαμερίσματος και για ποια ιδανικά να αγωνιστεί όταν το κεφάλι τού ψαριού βρωμάει;

Σκιαγράφησα την κυρίαρχη τάση της ελληνικής - καπιταλιστικής κοινωνίας, με την υποβάθμιση της ποιότητας της ζωής (ουκ επ' άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος) και την κενότητα της καθημερινής ζωής. Την τάση εκκένωσης της ιστορικά καθορισμένης ουσίας του ανθρώπου, γενικότερα, στις σημερινές κοινωνίες της εκμετάλλευσης, του ανταγωνισμού και της παρακμής. Αλλά η ιστορία δεν τελείωσε και συνεχίζει να κινείται με την πάλη των αντιθέσεων.

Γ'. Βιβλιογραφία

...