Α'. Σχεδιάγραμμα, Β'. Κείμενα, Γ'. Βιβλιογραφία

Θέμα: Φτώχεια

Συναφή θέματα:

Α) Σχεδιάγραμμα

✍Θέμα: Συχνά ενημερωνόμαστε για ανθρώπους σ’ όλο τον κόσμο που ζουν κάτω από τα όρια φτώχειας, για ανθρώπους που δεν έχουν όχι μόνο τα απαραίτητα για μια ποιοτική ζωή αλλά ούτε καν τα μέσα για την επιβίωση.

Πρόλογος

 

Κυρίως Θέμα

Ε1α. Προβλήματα

Ε1β. Αιτίες

Ε2α. Αισθήματα

Ε2β. Προσπάθειες επίλυσης

Επίλογος

Β) Κείμενα

Το 17% όλου του φαγητού στη Γη πετιέται στα σκουπίδια χωρίς να καταναλωθεί

https://www.capital.gr, 04/03/2021

Μισό εκατομμύριο παιδιά στην Ελλάδα ζουν σε φτωχές οικογένειες

Εφημερίδα Το Βήμα, 29/3/2017

Έκθεση της UNICEF για «Τα παιδιά της κρίσης»

Η έντονη και παρατεταμένη ύφεση και οι πολιτικές λιτότητας έχουν πλήξει ιδιαίτερα τις οικογένειες με παιδιά, στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα αυτά να αντιμετωπίζουν πλέον σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας και αποστέρησης σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής της UNICEF.

Η έκθεση «Η Κατάσταση των Παιδιών στην Ελλάδα 2017 - Τα παιδιά της κρίσης» που συντάχθηκε για λογαριασμό της UNICEF, παρουσιάστηκε σήμερα, Τετάρτη, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με αφορμή τον ετήσιο Ραδιομαραθώνιο που θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 6 Απριλίου από την Ελληνική Ραδιοφωνία με την υποστήριξη δεκάδων ραδιοσταθμών σε όλη τη χώρα με θέμα «Για κάθε παιδί που πεινάει - δίπλα μας ή μακριά μας».

Η έκθεση αποτυπώνει το επίπεδο διαβίωσης και ευημερίας των παιδιών στην Ελλάδα χρησιμοποιώντας εναλλακτικούς δείκτες μέτρησης της φτώχειας, της αποστέρησης και του κοινωνικού αποκλεισμού, και αξιοποιώντας τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα εμπειρικά δεδομένα (ερευνών της ΕΛΣΤΑΤ και της EUROSTAT).

Η έντονη και παρατεταμένη ύφεση και οι πολιτικές λιτότητας (με μείωση των δαπανών για κοινωνική προστασία) έχουν πλήξει ιδιαίτερα τις οικογένειες με παιδιά. Ως αποτέλεσμα τα παιδιά αντιμετωπίζουν πλέον σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας και αποστέρησης σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό. Το φαινόμενο έχει ιδιαίτερη σημασία επειδή η φτώχεια κατά την παιδική ηλικία (ιδιαίτερα κρίσιμη στην εξέλιξη του ατόμου) οδηγεί στη συσσώρευση μειονεκτημάτων και τείνει να εγκλωβίζει τα άτομα σε παγίδες φτώχειας κατά την διάρκεια του κύκλου ζωής, συμβάλλοντας παράλληλα στη διαγενεακή αναπαραγωγή των φαινομένων της ανισότητας και της αποστέρησης.

Με βάση τον ευρέως χρησιμοποιούμενο ορισμό της σχετικής φτώχειας (Eurostat) σύμφωνα με τον οποίο το όριο φτώχειας ορίζεται στο 60% του αντίστοιχου διαμέσου ισοδύναμου εισοδήματος των ατόμων της χώρας, τα παιδιά στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν σαφώς υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας από ότι οι ενήλικες.

Ο κίνδυνος σχετικής φτώχειας των παιδιών από 23% το 2009 αυξάνει σε 28,8% το 2012 και στη συνέχεια μειώνεται ελαφρά στο 26,6% το 2014. Αυτό σημαίνει ότι μισό εκατομμύριο παιδιά στη χώρα ζουν σε φτωχές οικογένειες. Η γραμμή όμως σχετικής φτώχειας δεν είναι ο πλέον κατάλληλος δείκτης για να αποτυπώσει τις αλλαγές στο επίπεδο διαβίωσης τόσο του γενικού πληθυσμού της χώρας όσο και των παιδιών κατά την περίοδο της κρίσης και της εφαρμογής των πολιτικών λιτότητας. Αυτό γιατί μετά το 2009 έχουμε δραματική μείωση των εισοδημάτων στην χώρα, γεγονός που επιφέρει ανάλογες μεταβολές και στο εκάστοτε όριο σχετικής φτώχειας που υπολογίζεται ως ποσοστό του διαμέσου ισοδύναμου εισοδήματος της χώρας σε κάθε έτος. Ως αποτέλεσμα την περίοδο αυτή το όριο φτώχειας από 598 ευρώ/μήνα που ήταν το 2009 μειώνεται σε μόλις 376 ευρώ/μήνα το 2014. Με άλλα λόγια το όριο φτώχειας μειώθηκε κατά 37% γεγονός που αντανακλά την αντίστοιχη μείωση που υπέστησαν την ίδια περίοδο τα μεσαία εισοδήματα στη χώρα.

Καταλληλότερος δείκτης για την αποτύπωση της επιδείνωσης των συνθηκών διαβίωσης των παιδιών είναι αυτός που υπολογίζεται με βάση ένα διαχρονικά σταθερό όριο φτώχειας, όπως το όριο φτώχειας του 2007, σταθμίζοντας τα εισοδήματα ως προς τις διαφορές στην αγοραστική τους δύναμη. Με βάση το όριο φτώχειας του 2007 (έρευνα 2008) το ποσοστό παιδικής φτώχειας από 22,6% το 2008 μειώνεται στο 20,7% το 2009. Στη συνέχεια όμως αυξάνει με δραματικά γρήγορους ρυθμούς και ανέρχεται στο 55,1% το 2014 (στοιχεία της έρευνας του 2015). Αυτό σημαίνει ότι το 2014 το 55,1% των παιδιών της χώρας είχε συνθήκες διαβίωσης αντίστοιχες με αυτές που είχε το 20,7% των παιδιών το 2009. Οι αριθμοί αυτοί καταδεικνύουν τις καταστροφικές επιπτώσεις της κρίσης στο επίπεδο διαβίωσης των νοικοκυριών με παιδιά στη χώρα.

Ο δείκτης υλικής αποστέρησης αποτυπώνει μια εξίσου δραματική εικόνα για την κατάσταση των παιδιών στην Ελλάδα. Ο δείκτης αυτός μετρά την αδυναμία των νοικοκυριών να ικανοποιήσουν συγκριμένες βασικές ανάγκες (αγαθά και υπηρεσίες) που θεωρούνται κρίσιμες για την ευημερία και το επίπεδο διαβίωσης των ατόμων, όπως πληρωμή πάγιων λογαριασμών, κάλυψη έκτακτων οικονομικών αναγκών, κατάλληλη διατροφή, επαρκή θέρμανση, 1 εβδομάδα διακοπές και πρόσβαση σε συγκεκριμένα διαρκή καταναλωτικά αγαθά. Ένα παιδί βιώνει αποστέρηση αν ζει σε νοικοκυριό που αδυνατεί να ικανοποιήσει τουλάχιστον 3 από τις 9 επιλεγμένες βασικές ανάγκες. Σε ακραία αποστέρηση είναι τα νοικοκυριά που αδυνατούν να ικανοποιήσουν 4 από τις 9 αυτές ανάγκες.

Το 2015 σχεδόν ένα στα δύο παιδιά στην Ελλάδα ζούσαν σε συνθήκες υλικής αποστέρησης. Με ποσοστό 45% η Ελλάδα με μεγάλη διαφορά είναι η χώρα όπου τα παιδιά αντιμετωπίζουν την υψηλότερη υλική αποστέρηση μεταξύ των 14 παλαιοτέρων χωρών-μελών της ΕΕ. Το ποσοστό αυτό είναι σχεδόν διπλάσιο από αυτό που παρουσιάζει η αμέσως επόμενη σε υλική αποστέρηση χώρα της ΕΕ-14 (Ιταλία). Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι σκανδιναβικές χώρες και η Ολλανδία εμφανίζουν μονοψήφια ποσοστά στο πεδίο αυτό. Αντίστοιχα υψηλό (22%) είναι και το ποσοστό των παιδιών στη χώρα που ζουν σε συνθήκες ακραίας αποστέρησης. Το ποσοστό αυτό είναι επίσης διπλάσιο του αντίστοιχου που εμφανίζει η χώρα με την αμέσως χειρότερη επίδοση (Ιταλία). Χώρες όπως οι σκανδιναβικές, η Ολλανδία, η Γερμανία και η Αυστρία εμφανίζουν κίνδυνο ακραίας αποστέρησης μικρότερο του 5%. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν την δραματική κατάσταση στην οποία διαβιώνει μεγάλο μερίδιο των οικογενειών με παιδιά στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα καταδεικνύουν την αδυναμία του συστήματος κοινωνικής προστασίας της χώρας στο πεδίο αυτό.

Η δυσμενής κατάσταση των παιδιών στην Ελλάδα επιβεβαιώνεται και από το ποσοστό των παιδιών που ζουν σε συνθήκες «φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού», που αποτελεί και δείκτη-ορόσημο της Στρατηγικής 2020 της ΕΕ. Την περίοδο της κρίσης και της εφαρμογής των πολιτικών λιτότητας στην Ελλάδα, επιδεινώνεται σημαντικά το ποσοστό των παιδιών που ζουν σε συνθήκες «φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού». Επιπρόσθετα την περίοδο αυτή διαφοροποιείται σημαντικά ο κίνδυνος «φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού» που αντιμετωπίζουν τα παιδιά στην Ελλάδα από τον αντίστοιχο μέσο όρο του συνόλου της ΕΕ-27.

Τα εμπειρικά στοιχεία καταδεικνύουν την δραματική επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των παιδιών στην Ελλάδα. Την περίοδο της κρίσης πλήττεται περισσότερο η ευημερία των οικογενειών με παιδιά σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό της χώρας. Η βίωση της φτώχειας κατά την παιδική ηλικία οδηγεί σε συσσώρευση μειονεκτημάτων που θα επηρεάσουν αρνητικά τα μελλοντικά τους επιτεύγματα κατά την ενήλικη ζωή, συμβάλλοντάς έτσι την αναπαραγωγή της φτώχειας και των ανισοτήτων. Το γεγονός αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις και στην οικονομία της χώρας μέσω της επίδρασης στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του εργατικού της δυναμικού.

Η επιδείνωση της φτώχειας και της αποστέρησης κάνει επιτακτική την ανάγκη σχεδιασμού και εφαρμογής κατάλληλων πολιτικών για την υποστήριξή και ενίσχυση των οικογενειών με παιδιά. Η συρρίκνωση των δαπανών για κοινωνική προστασία αποδυναμώνουν περεταίρω το ήδη ασθενές σύστημα κοινωνικής προστασίας της χώρας ως προς την αντιμετώπιση της φτώχειας και αποστέρησης των παιδιών. Κρίνεται ιδιαίτερα επιτακτική η ενίσχυση και μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής προστασίας προκειμένου να αναχαιτιστεί η τάση επιδείνωσης της φτώχειας και αποστέρησης που επηρεάζει δυσανάλογα τα παιδιά. Στο πλαίσιο αυτό η υποστήριξη των οικογενειών με παιδιά θα πρέπει να αναδειχθεί ως βασική προτεραιότητα στην ατζέντα της κυβερνητικής πολιτικής.

Η στήριξη των οικογενειών με παιδιά θα πρέπει να βασιστεί σε δημόσιες πολιτικές μέσω ενός κατάλληλου μίγματος παροχών (σε είδος και χρήμα) και ρυθμίσεων (λόγου χάρη γονικές άδειες ή διευκολύνσεις για την εναρμόνιση εργασιακού και οικογενειακού βίου). Η στήριξη των παιδιών από τα πρώιμα παιδικά χρόνια και σε όλη την παιδική ηλικία αναμένεται να έχει σημαντικό κοινωνικοοικονομικό όφελος και την αποφυγή δαπανηρών παρεμβάσεων στο μέλλον. Επιπρόσθετα μέσω της υψηλής τιμής των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών που έχουν οι σχετικές δαπάνες για κοινωνική προστασία, μπορεί να έχουν καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της οικονομικής μεγέθυνσης ως οργανικό κομμάτι της μακροοικονομικής πολικής.

Ραδιομαραθώνιος UNICEF

Την Πέμπτη 6 Απριλίου, διοργανώνεται ο μεγάλος ετήσιος Ραδιομαραθώνιος της UNICEF με τη στήριξη και συνεργασία της Ελληνικής Ραδιοφωνίας η οποία συμμετέχει με όλα τα προγράμματά της και την υποστήριξη των μεγάλων ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών με κεντρικό θέμα «Για κάθε παιδί που πεινάει δίπλα μας ή μακριά μας», για τα 22 εκατομμύρια παιδιά έχουν αφεθεί στην τύχη τους πεινασμένα, άρρωστα, ξεριζωμένα και εκτός σχολείου και στη βορειοανατολική Νιγηρία, τη Σομαλία, το Νότιο Σουδάν και την Υεμένη και περισσότερα από 1 εκατομμύριο παιδιά κινδυνεύουν άμεσα από τον υποσιτισμό.

Κατά τη διάρκεια του ολοήμερου Ραδιομαραθώνιου από την Ελληνική Ραδιοφωνία με τη συμμετοχή πολλών ιδιωτικών και δημοτικών ραδιοσταθμών, θα υπάρξουν κοινές ζώνες εκπομπής, 9-10 και 10-12 το πρωί, 12-1 το μεσημέρι και 4-5 και 6-7 το απόγευμα. Δεκάδες ακόμα ραδιοσταθμοί σε όλη τη χώρα θα αφιερώσουν μέρος ή όλο το πρόγραμμά τους στο σκοπό του Ραδιομαραθώνιου.

ΙΝΕ ΓΣΕΕ: Στο 29,6% η πραγματική ανεργία, αύξηση φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού

Εφημερίδα των Συντακτών, 23/3/2017

Δείτε αναλυτικά την Έκθεση

Σημαντικά συμπεράσματα για την πορεία της ανεργίας, την εξάπλωση της φτώχειας και τις οικονομικές ανισότητες στον πληθυσμό της χώρας, περιλαμβάνει η ετήσια έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ με τίτλο «Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση»

Όπως αναφέρεται από τους συγγραφείς της, στην έκθεση αποτυπώνεται η εύθραυστη κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνίας: το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην Ε.Ε., η μακροχρόνια ανεργία ξεπερνά το 70% του συνόλου της ανεργίας, η ποιότητα των θέσεων εργασίας υποβαθμίζεται, οι άτυπες και μη ηθελημένες μορφές μερικής απασχόλησης αυξάνονται, η αδήλωτη εργασία αφαιρεί πολύτιμους πόρους από το δημοσιονομικό και το ασφαλιστικό σύστημα.

Μεταξύ άλλων στην έκθεση περιλαμβάνονται τα εξής στοιχεία και συμπεράσματα:

→Η ασκούμενη πολιτική δημοσιονομικής λιτότητας έχει φτάσει σε ακραία όρια τόσο ως προς τη μείωση των κοινωνικών δαπανών όσο και ως προς την υπερφορολόγηση. Η συνέχιση της ίδιας πολιτικής θα υπονομεύσει περαιτέρω τις βασικές δημοσιονομικές λειτουργίες, τη φερεγγυότητα του δημόσιου τομέα και τη βιωσιμότητα του χρέους.

→Η ένταση της δημοσιονομικής λιτότητας τα αμέσως επόμενα χρόνια, κατά τα οποία η οικονομία καλείται να πετύχει πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, θα επηρεάσει αρνητικά τη φοροδοτική ικανότητα των νοικοκυριών, τη δυνατότητα κάλυψης των δανειακών τους υποχρεώσεων και την κατανάλωση. Αυτό θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την επιδείνωση του προβλήματος φερεγγυότητας του τραπεζικού τομέα, αν δεν ενεργοποιηθούν αντισταθμιστικές δυνάμεις, και της επεκτατικής προοπτικής του πραγματικού τομέα της οικονομίας.

→Παρατηρείται ένας μικρού μεγέθους και αργός μετασχηματισμός της σύνθεσης των επενδύσεων με τον κύριο όγκο να προέρχεται από επιχειρήσεις σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο, που προερχόταν από τα νοικοκυριά. Οι επιχειρήσεις έχουν υποστεί απώλεια κεφαλαιακού αποθέματος ύψους 33,9 δισ. ευρώ στο διάστημα β΄ τρίμηνο 2009-β΄ τρίμηνο 2016, ενώ για το σύνολο της οικονομίας το αντίστοιχο μέγεθος υπερβαίνει τα 76 δισ. ευρώ.

→Τα μεγέθη της απασχόλησης και της ανεργίας κατά το 2016 συνεχίζουν με τον ίδιο ρυθμό την τάση οριακής βελτίωσης που ξεκίνησε το 2014 και συνεχίστηκε και το 2015... Αυτό που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως «πραγματικό» ποσοστό ανεργίας φτάνει το 29,6%.

→Η μακροχρόνια ανεργία συνεχίζει να κινείται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 70%... O συνδυασμός υψηλής ανεργίας, και ειδικά της υψηλότατης μακροχρόνιας ανεργίας, με τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις για την κάλυψη των ανέργων οδηγεί σε εντεινόμενη εργασιακή ανασφάλεια, χαμηλή εισοδηματική ποιότητα και αύξηση της έντασης εργασίας.

→Τα δεδομένα καθιστούν την περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων... απολύτως αναποτελεσματική, καθώς θα οδηγούσε σε παραπέρα κατακερματισμό και συνεπακόλουθη αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ των διαφορετικών ομάδων των εργαζομένων, γεγονός που θα είχε αρνητική επίπτωση και στην εξέλιξη της παραγωγικότητας της εργασίας.

→Σε σχέση με το επίπεδο του μέσου μισθού στον ιδιωτικό τομέα παρατηρούμε από την επεξεργασία των στοιχείων της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού (β΄ τρίμηνο του 2016) την εξής κατανομή των καθαρών μηνιαίων αποδοχών και του ποσοστού των μισθωτών, που αμείβονται αντίστοιχα: κάτω των 800 ευρώ ποσοστό 51,6% (15,2% μέχρι 499 ευρώ, 23,6% μεταξύ 500-699 ευρώ και 12,8% μεταξύ 700-800 ευρώ), μεταξύ 800-999 ευρώ ποσοστό 17,3% και άνω των 1.000 ευρώ ποσοστό 17,8% (11,1% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 6,7% άνω των 1.300 ευρώ). Αντίστοιχα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα: κάτω των 800 ευρώ ποσοστό 11% (3,1% έως 499 ευρώ, 3,5% μεταξύ 500-699 ευρώ και 4,4% μεταξύ 700-799 ευρώ), μεταξύ 800-999 ευρώ ποσοστό 23,6% και άνω των 1.000 ευρώ ποσοστό 54,4% (38,5% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 15,7% άνω των 1.300 ευρώ).

→Οι προσλήψεις με πλήρη απασχόληση έχουν υποχωρήσει από 79% το 2009 σε 45,3% το 2016. Παράλληλα, ενώ το 2009 οι προσλήψεις με ευέλικτες μορφές εργασίας αντιστοιχούσαν στο 21% του συνόλου των προσλήψεων, το 2016 αντιστοιχούν στο 54,7%.

→Η περίοδος 2010-2015 συνοδεύτηκε από ιδιαίτερα αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις, όπως εκφράζονται από τους σχετικούς δείκτες φτώχειας και ανισότητας. Ο δείκτης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού αυξήθηκε από 27,7% το 2010 σε 35,7% το 2015. Όπως ήταν αναμενόμενο, το μεγαλύτερο ποσοστό εντοπίζεται στους ανέργους, το οποίο αυξήθηκε την περίοδο 2010-2015 κατά 14,3%.

⇒ Το γεγονός ότι οι συνταξιούχοι αποτελούν μια από τις πολυπληθέστερες κοινωνικές ομάδες συνέβαλε σημαντικά στη συγκράτηση του συνολικού ποσοστού φτώχειας.

→Το ποσοστό των εργαζομένων στο όριο της φτώχειας που έχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου είναι περίπου τριπλάσιο από εκείνο των εργαζομένων με συμβάσεις αορίστου χρόνου. Τα ευρήματα αυτά καθιστούν προφανές πως οι σταθερές σχέσεις απασχόλησης όχι μόνο περιορίζουν την αβεβαιότητα των εργαζομένων ως προς το εργασιακό μέλλον τους, αλλά ταυτόχρονα εξασφαλίζουν και ένα σαφώς καλύτερο βιοτικό επίπεδο... Η σύναψη συμβάσεων αορίστου χρόνου θωρακίζει τους εργαζομένους από τη γενικότερη τάση επιδείνωσης των όρων διαβίωσης και φτωχοποίησής τους.

→Η κρίση στην Ελλάδα έπληξε περισσότερο τα χαμηλότερα τμήματα της εισοδηματικής κατανομής. Όξυνση της ανισότητας παρατηρείται σε όλες τις κοινωνικοοικονομικές ομάδες του πληθυσμού, με εξαίρεση τους δημόσιους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους.

→Ιδιαίτερα ανησυχητική κρίνεται η εκρηκτική αύξηση της ανισότητας μεταξύ των ανέργων, η οποία αποδίδεται στη μείωση του αριθμού των δικαιούχων επιδόματος ανεργίας σε συνδυασμό με την εκτόξευση της μακροχρόνιας ανεργίας. Η ανισότητα στη χώρα μας θα ήταν οξύτερη χωρίς τις κοινωνικές μεταβιβάσεις και ειδικά τις συντάξεις.

Έκρηξη φτώχειας προκάλεσε η λιτότητα

Παπαδής Κώστας, εφ. Το Βήμα, 12/3/2017

Κατάρρευση απασχόλησης-εισοδημάτων καταγράφει η έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ

Άνεργοι έξω από γραφεία του ΟΑΕΔ. Ο συνδυασμός υψηλής ανεργίας και υψηλότατης μακροχρόνιας ανεργίας, με την έλλειψη στοιχειώδους προστασίας των ανέργων, οδηγεί σε εντεινόμενη εργασιακή ανασφάλεια, χαμηλή εισοδηματική ποιότητα και αύξηση της έντασης εργασίας

Κατάρρευση της απασχόλησης, έκρηξη της φτώχειας, ακραία λιτότητα και συρρίκνωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος κατά 25% στην οκταετία της ύφεσης (2008-2016) διαπιστώνει η ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, τα βασικά συμπεράσματα της οποίας παρουσιάζει «Το Βήμα της Κυριακής».

Η έκθεση την οποία θα παρουσιάσουν τις επόμενες ημέρες η διοίκηση της ΓΣΕΕ, ο πρόεδρός της Γιάννης Παναγόπουλος και το Ινστιτούτο Εργασίας διαπιστώνει ότι η ασκούμενη πολιτική λιτότητας έχει φτάσει στα ακραία όριά της, υπονομεύοντας τις βασικές δημοσιονομικές λειτουργίες, και εκτιμά ότι «είναι μικρή η πιθανότητα εξόδου της χώρας για δανεισμό στις αγορές» και άρα η έξοδος από την κρίση.

Επιδείνωση

Θεωρεί ότι «η κατάσταση θα επιδεινωθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια, καθώς η οικονομία καλείται να πετύχει πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, γεγονός που θα επηρεάσει αρνητικά τη φοροδοτική ικανότητα των νοικοκυριών, τη δυνατότητα κάλυψης των δανειακών τους υποχρεώσεων και την κατανάλωση».

Η έκθεση αποτυπώνει τη δραματική κατάσταση της αγοράς εργασίας, με την παραβατικότητα και την αλόγιστη χρήση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης να κυριαρχούν. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 68,9% των εργαζομένων με μερική απασχόληση εργάζεται με αυτή τη μορφή εργασίας επειδή δεν μπορούσε να βρει πλήρη απασχόληση.

Η μακροχρόνια ανεργία συνεχίζει να κινείται πάνω από 70%, ενώ ο συνδυασμός υψηλής ανεργίας και υψηλότατης μακροχρόνιας ανεργίας, με την έλλειψη στοιχειώδους προστασίας των ανέργων, οδηγεί σε εντεινόμενη εργασιακή ανασφάλεια, χαμηλή εισοδηματική ποιότητα και αύξηση της έντασης εργασίας.

Η έκθεση διαπιστώνει επίσης ιδιαίτερα αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις κατά την περίοδο 2010-2015 αναλύοντας τους δείκτες φτώχειας και ανισότητας σε συνάρτηση με τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Ενδεικτικό αυτού είναι το στοιχείο σύμφωνα με το οποίο το ποσοστό των εργαζομένων που βρίσκονται στο όριο της φτώχειας και έχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου είναι περίπου τριπλάσιο από εκείνο των εργαζομένων με συμβάσεις αορίστου χρόνου.

Απόκλιση με ΕΕ

«Τα ευρήματα αυτά», τονίζεται στην έκθεση, «καθιστούν προφανές πως οι σταθερές σχέσεις απασχόλησης όχι μόνο περιορίζουν την αβεβαιότητα των εργαζομένων ως προς το εργασιακό μέλλον τους αλλά ταυτόχρονα εξασφαλίζουν και ένα σαφώς καλύτερο βιοτικό επίπεδο».

Τέλος, το κατά κεφαλήν πραγματικό ΑΕΠ της χώρας συρρικνώθηκε την περίοδο 2008-2016 κατά 24,8% και πλέον διαμορφώνεται στις 17.000 ευρώ. Η εξέλιξη αυτή συνέβαλε στη διεύρυνση της πραγματικής απόκλισης της ελληνικής οικονομίας από αυτήν της Ευρωπαϊκή Ενωσης-28, όπου το μέσο κατά κεφαλήν πραγματικό ΑΕΠ το 2016 ήταν υψηλότερο κατά 57,6% του αντίστοιχου της Ελλάδας, έναντι απόκλισης 15,9% το 2008.

Αρνητικές νέες αποταμιεύσεις

Η έκθεση του ΙΝΕ καταγράφει μια σημαντική απόκλιση της κατανάλωσης, σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα, από το 2012. Τα νοικοκυριά, στο σύνολό τους, εμφανίζονται να έχουν αρνητικές νέες αποταμιεύσεις. Οι τάσεις αυτές - σημειώνει το ΙΝΕ - επηρεάζουν αρνητικά τη φερεγγυότητα του τραπεζικού συστήματος και προκαλούν εμπλοκή στον ρόλο του στο σύστημα πληρωμών και χρηματοδότησης της οικονομίας. «Ως προς το ζήτημα αυτό η ένταξη της οικονομίας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα είχε σταθεροποιητική επίδραση στο τραπεζικό σύστημα, ωστόσο χρονικά περιορισμένη» εκτιμά το Ινστιτούτο.

Επίσης στην έκθεση σημειώνεται πως παρατηρείται ένας μικρού μεγέθους και αργός μετασχηματισμός της σύνθεσης των επενδύσεων, με τον κύριο όγκο να προέρχεται από επιχειρήσεις, σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο που προερχόταν από τα νοικοκυριά.

ΕΛΣΤΑΤ: Ένα στα τέσσερα νοικοκυριά ζουν στο όριο της φτώχειας

Εφ. Το Βήμα, 29/11/2013

914.873 οικογένειες διαβιούν με εισόδημα κάτω από 1.000 ευρώ τον μήνα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία

ΕΛΣΤΑΤ: Ενα στα τέσσερα νοικοκυριά ζουν στο όριο της φτώχειας

«Το 2012 τo 23,1% του συνολικού πληθυσμού της Χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας όταν το όριο φτώχειας ορίζεται στο 60% του μέσου ετήσιου διαθέσιμου εισόδηματος των νοικοκυριών που έχει υποχωρήσει σε 17.977 ευρώ». Με άλλα λόγια ένα στα τέσσερα νοικοκυριά που αντιστοιχούν σε 914.873 οικογένειες, ζούσαν με ετήσιο εισόδημα κάτω των 11.986 ευρώ ή των 1.000 ευρώ το μήνα. Αυτό προκύπτει από την έρευνα εισοδημάτων και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών για το 2012 που έχει ως βάση τα εισοδήματα του προηγούμενου έτους.

Όπως ανακοινώθηκε από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) τα αποτελέσματα της δειγματοληπτικής Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών διαβίωσης δείχνουν μεταξύ άλλων τα εξής: Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.708 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 11.986 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.

Το έτος 2012, τo 23,1% του συνολικού πληθυσμού της Χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας όταν το όριο φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου εισοδήματος του νοικοκυριού. Το μέσο ετήσιο ατομικό ισοδύναμο εισόδημα ανέρχεται σε 10.676 ευρώ και το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της Xώρας σε 17.977 ευρώ. Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 914.873 και τα μέλη τους σε 2.535.700.

Βασικές διαπιστώσεις

Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 26,9% και είναι υψηλότερος κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών ανέρχεται σε 17,2% και είναι μειωμένος κατά 6,4 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2013. Ο πληθυσμός που διαβιεί σε νοικοκυριά που δεν εργάζεται κανένα μέλος ή εργάζεται λιγότερο από 3 μήνες, συνολικά, το έτος, ανέρχεται σε 1.010.900 άτομα ή σε 16,1% του πληθυσμού ηλικίας 18- 59 ετών, ενώ το προηγούμενο έτος (2011) ανερχόταν σε 837.300 άτομα. Το ποσοστό του πληθυσμού που απειλείται από τη φτώχεια ως προς το σύνολο του πληθυσμού για κάθε μία από τις παρακάτω ομάδες είναι:

Ο πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται σε 3.795.100 άτομα ή σε 34,6% του συνόλου του πληθυσμού (το έτος 2011 ήταν 3.403.300 άτομα).

Πόλεμος στη φτώχεια

Ban Ki-Moon*, εφ. Τα Νέα, 5/4/2013

Ένα ταξίδι χιλίων χιλιομέτρων ξεκινά με ένα μόνο βήμα. Από αυτή την εβδομάδα αρχίζουμε να μετράμε χίλιες ημέρες με προορισμό ένα καινούργιο μέλλον. Στις 5 Απριλίου ο κόσμος θα ζήσει την πιο σημαντική στιγμή στην ιστορία της μεγαλύτερης και πιο επιτυχημένης προσπάθειας για την καταπολέμηση της φτώχειας. Θα απέχουμε χίλιες ημέρες από την ημερομηνία-στόχο για την επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας.

Οι 8 αυτοί συγκεκριμένοι στόχοι τέθηκαν το 2000, όταν ο μεγαλύτερος στην ιστορία αριθμός ηγετών συναντήθηκαν στα Ηνωμένα Έθνη και συμφώνησαν στη μείωση κατά το ήμισυ της ακραίας πείνας και φτώχειας, στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και των ασθενειών, στην αντιμετώπιση του προβλήματος του ακατάλληλου νερού και της ανεπαρκούς υγιεινής, στην επίτευξη της καθολικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και στο άνοιγμα των ευκαιριών για τα κορίτσια και τις γυναίκες.

Δεν ήταν ωστόσο η πρώτη φορά που οι ηγέτες έδιναν υψηλές υποσχέσεις. Οι κυνικοί περίμεναν να  εγκαταλειφθούν οι  Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας, θεωρώντας τους υπερβολικά φιλόδοξους. Συνέβη το αντίθετο. Οι Στόχοι βοήθησαν να τεθούν παγκόσμιες και εθνικές προτεραιότητες, να υπάρξει κινητοποίηση και να επιτευχθούν εντυπωσιακά αποτελέσματα.  

Τα τελευταία 12 χρόνια, 600 εκατ. άνθρωποι ξέφυγαν από την ακραία φτώχεια. Πρόκειται για μείωση της ακραίας φτώχειας κατά 50%. Ο μεγαλύτερος ποτέ αριθμός παιδιών πηγαίνουν στο δημοτικό σχολείο, ενώ πρώτη φορά ο αριθμός των κοριτσιών και των αγοριών που πηγαίνουν σχολείο είναι ίδιος. Η μητρική και παιδική θνησιμότητα έχουν μειωθεί. Οι στοχευμένες επενδύσεις για την καταπολέμηση της ελονοσίας, του HIV/AIDS και της φυματίωσης έχουν σώσει εκατομμύρια ζωές. Τα τελευταία 6 χρόνια στην Αφρική, οι θάνατοι που σχετίζονται με το AIDS έχουν μειωθεί κατά το ένα τρίτο.

Υπάρχουν ασφαλώς στόχοι για τους οποίους χρειάζεται να πάμε καλύτερα. Πάρα πολλές γυναίκες εξακολουθούν να πεθαίνουν πάνω στη γέννα, όταν υπάρχουν τα μέσα για να σωθούν. Πάρα πολλές κοινότητες συνεχίζουν να στερούνται βασικές εγκαταστάσεις υγιεινής, καθιστώντας το ακατάλληλο νερό θανάσιμη απειλή. Σε πολλά μέρη του κόσμου οι ανισότητες μεταξύ πλουσίων και φτωχών αυξάνονται. Πάρα πολλοί εξακολουθούν να μένουν πίσω.

Για να επιταχύνουμε τη δράση, η διεθνής κοινότητα πρέπει να κάνει τέσσερα βήματα.

Πρέπει, πρώτον, να κλιμακώσουμε τις επιτυχίες μέσα από στρατηγικές και στοχευμένες επενδύσεις που έχουν πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, ενισχύοντας όλους τους υπόλοιπους τομείς. Χρειαζόμαστε ένα εκατομμύριο νοσηλευτικό προσωπικό στην Αφρική για τις απομακρυσμένες περιοχές, αλλά και για να βάλουν ένα τέλος στον θάνατο των μητέρων και των παιδιών από εύκολα αποτρέψιμες ή θεραπεύσιμες ασθένειες. Είναι απαραίτητη επίσης η αύξηση των επενδύσεων στις εγκαταστάσεις υγιεινής και η καθολική πρόσβαση στις υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγείας, συμπεριλαμβανομένης της επείγουσας μαιευτικής φροντίδας. Σημαντικές είναι ακόμη οι επαρκείς προμήθειες για την αντιμετώπιση του ιού HIV και της ελονοσίας.

Η διασφάλιση της ίσης πρόσβασης των γυναικών και των κοριτσιών στην εκπαίδευση, στην υγεία, στη διατροφή και στις οικονομικές ευκαιρίες αποτελεί μία από τις πιο ισχυρές κινητήριες δυνάμεις προόδου για όλους τους Στόχους.

Δεύτερον, πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας στις φτωχότερες και πιο ευάλωτες χώρες, όπου ζουν περίπου 1,5 δισ. άνθρωποι. Οι χώρες αυτές συχνά μαστίζονται από την πείνα, τις συγκρούσεις, την κακή διακυβέρνηση και τη μεγάλης κλίμακας εγκληματική βία, με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται, παρά τις προσπάθειες, να σημειώσουν πρόοδο. Πολλές δεν έχουν επιτύχει ούτε έναν Αναπτυξιακό Στόχο της Χιλιετίας. Επενδύοντας σε περιοχές όπως το Σαχέλ, το Κέρας της Αφρικής και η Κεντρική Ασία, μπορούμε να προωθήσουμε έναν ενάρετο κύκλο οικονομικής ανάπτυξης, ανθρώπινης ασφάλειας και οικοδόμησης της ειρήνης.

Τρίτον, πρέπει να τηρήσουμε τις οικονομικές υποσχέσεις μας. Οι προϋπολογισμοί δεν μπορεί να γίνονται ισορροπημένοι στις πλάτες των φτωχότερων και πιο ευάλωτων. Είναι ηθικά απαράδεκτο και δεν βοηθά ούτε τους δωρητές ούτε τους παραλήπτες. Παρά τους χαλεπούς καιρούς, πολλές χώρες έδωσαν το παράδειγμα τηρώντας τις δεσμεύσεις τους. Νέοι δωρητές από τις αναδυόμενες οικονομίες έκαναν ένα βήμα μπροστά. Πρέπει να χειροκροτήσουμε τις προσπάθειες αυτές και να ενθαρρύνουμε ακόμα περισσότερες.

Τέταρτον, οι χίλιες ημέρες πρέπει να γίνουν μια έκκληση για δράση σε παγκόσμια κλίμακα. Πρέπει να αξιοποιήσουμε πλήρως τη δύναμη της τεχνολογίας και των κοινωνικών μέσων -δυνατότητες που δεν ήταν διαθέσιμες στην αρχή του αιώνα, όταν τέθηκαν οι στόχοι.

 Οι Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας έχουν αποδείξει ότι οι στοχευμένοι παγκόσμιοι αναπτυξιακοί στόχοι μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Μπορούν να κινητοποιήσουν, να ενώσουν και να εμπνεύσουν. Μπορούν να πυροδοτήσουν καινοτομίες και να αλλάξουν τον κόσμο.

Η επιτυχία για τις επόμενες χίλιες ημέρες δεν θα βελτιώσει απλώς τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά θα δώσει ώθηση και στα σχέδια και τις προκλήσεις για βιώσιμη ανάπτυξη και μετά το 2015.  

Δεν θα τα πετύχουμε όλα. Αν όμως στρέψουμε το βλέμμα μας στους επόμενους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης, θα μπορέσουμε να εμπνευστούμε, γνωρίζοντας ότι οι Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας πως ότι με την κατάλληλη πολιτική θέληση, ο τερματισμός της ακραίας φτώχειας είναι στο χέρι μας.

* Ο Μπαν Κι Μουν είναι Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ

Eurostat: Η φτώχεια χτυπά την πόρτα του 25% των κατοίκων της ΕΕ

Εφημερίδα Το Βήμα, 3/12/2012

Βουλγαρία (49%), Ρουμανία, Λετονία (40%) και Ελλάδα (31%) στην κορυφή

Συσσίτιο για απόρους στη Βουδαπέστη

Περί το ένα τέταρτο του πληθυσμού της ΕΕ, 120 εκατομμύρια άνθρωποι, τελούσαν υπό την απειλή της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού το 2011, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat. Το 24,2% του πληθυσμού των «27» της ΕΕ, 119,6 εκατομμύρια άνθρωποι, ήταν αντιμέτωποι με την απειλή αυτή τον περασμένο χρόνο ( έναντι 23,4% το 2010) εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.

Τα υψηλότερα εμφανίζονται στη Βουλγαρία (49%), την Ρουμανία και τη Λετονία (40%), καθώς και στην Ελλάδα (31%, έναντι 27,7% το 2010). Τα μικρότερα ποσοστά κατεγράφησαν στην Τσεχία (15%), στη Σουηδία και την Ολλανδία (16%), καθώς και στην Αυστρία και το Λουξεμβούργο (17%). Τα ποσοστά παραμένουν σταθερά για το 2010 και το 2011 για τη Γερμανία και τη Γαλλία, στο 19,9% και το 19,3% αντίστοιχα.

Όσοι ανήκουν στην κατηγορία αυτή αντιμετωπίζουν τουλάχιστον μία από τις τρεις μορφές αποκλεισμού: κίνδυνο φτώχειας μετά τις κοινωνικές εισφορές, σοβαρή έλλειψη υλικών αγαθών (αδυναμία πληρωμής λογαριασμών, θέρμανσης, κατανάλωσης πρωτεϊνών), πολύ χαμηλή απασχόληση (νοικοκυριά όπου οι ενήλικες χρησιμοποίησαν λιγότερο από το 20% του δυναμικού τους για εργασία).

Στο σύνολο της ΕΕ, το 17% του πληθυσμού απειλείται με υποβιβασμό του επιπέδου ζωής του κάτω από το όριο της φτώχειας, το 9% βρίσκεται σε κατάσταση σοβαρής υλικής ένδειας και το 10% ζει σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας.

Τα στατιστικά αυτά στοιχεία δημοσιεύονται τη στιγμή που διάσταση απόψεων επικρατεί μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών για τις δαπάνες της ευρωπαϊκής επισιτιστικής βοήθειας που προβλέπονται στον προϋπολογισμό 2014-2020 της ΕΕ. Το πρόγραμμα αυτό αμφισβητείται από πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία, η Σουηδία και η Βρετανία, που θεωρούν ότι η βοήθεια σε τρόφιμα για τα φτωχότερα στρώματα πρέπει να παραμείνει υπό την ευθύνη του κάθε κράτους.

Στα 19 εκατομμύρια έφτασαν οι πεινασμένοι στην Ευρώπη

Εφημερίδα Το Βήμα, 14/2/2012

Τόσους υπολόγισε τους εξαρτημένους από τον επισιτισμό ο αρμόδιος επίτροπος

Στα 19 εκατομμύρια έφτασαν οι πεινασμένοι στην Ευρώπη

Σε 19 εκατομμύρια ανέρχονται πλέον οι Ευρωπαίοι που εξαρτώνται από επισιτιστική βοήθεια και ο αριθμός τους αυξάνεται συνεχώς παραδέχτηκε ο αρμόδιος κοινοτικός επίτροπος Ντάτσιαν Τσιόλος ενώπιον του Ευρωκοινοβουλίου.

Κατά τη διάρκεια συζήτησης για τη συνέχιση του προγράμματος επισιτιστικής βοήθειας προς τα εκατομμύρια των απόρων πολιτών της ΕΕ ο επίτροπος επισήμανε ότι 19.000.000 άνθρωποι πεινάνε στην Ευρώπη και περιμένουν βοήθεια για να ζήσουν. Ακόμη πάνω από 40.000.000 φτωχοί κινδυνεύουν να βρεθούν σύντομα στην ίδια κατάσταση.

Ο επίτροπος αποδέχτηκε την τριετή καθυστέρηση που υπήρξε στις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ευρωκοινοβουλίου και Επιτροπής για την έγκριση της χορήγησης επισιτιστικής βοήθειας στους Ευρωπαίους απόρους. Η Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου θα κληθεί να ψηφίσει την Τετάρτη υπέρ της χορήγησης αυτού του προγράμματος επισιτιστικής βοήθειας προς τους απόρους, που θα διαρκέσει μέχρι και το 2013 και θα έχει ανώτατο ετήσιο προϋπολογισμό τα 500 εκατομμύρια ευρώ.

Ωστόσο, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια την Τρίτη, οι ευρωβουλευτές επισήμαναν ότι το ζητούμενο είναι να μην καταργηθεί αυτό το πρόγραμμα μετά το τέλος του 2013 και να συνεχιστεί και για τα επόμενα χρόνια, αφού όπως υπογράμμισαν όλα δείχνουν ότι ο αριθμός των απόρων και των ανθρώπων που θα στερούνται την τροφή στο μέλλον θα αυξάνεται. Ο εκπρόσωπος του Λαϊκού Κόμματος τάχθηκε υπέρ της εξεύρεσης μιας συμβιβαστικής λύσης για την συνέχιση του προγράμματος, ενώ ο εκπρόσωπος των Σοσιαλιστών-Δημοκρατών υποστήριξε ότι τα προγράμματα επισιτιστικής βοήθειας προς τους απόρους θα πρέπει να συνεχιστούν όσο υπάρχει φτώχεια στην Ευρώπη. Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες υποστήριξαν τέλος ότι δεν πρέπει η Ευρώπη να επιβάλλει μόνο προγράμματα λιτότητας αλλά να υποχρεωθεί να βοηθήσει τους άπορους.

Η εξουσία της φτώχειας

Βάσω Αρτινοπούλου*, εφ. Τα Νέα, 31/1/2011

Η οικονοµική κρίση συνδέεται µε την αύξηση των αυτοκτονιών

Ήδη από το 1882 ο ιταλός νευροψυχίατρος Ενρίκο Μορσέλι είχε αναγνωρίσει ότι οι δύσκολες οικονοµικές συνθήκες συµβάλλουν στην αύξησητων αυτοκτονιών στον γενικό πληθυσµό. Ο κλασικός κοινωνιολόγος Ε. Ντιρκχάιµ στη µελέτη του µε θέµα την αυτοκτονία το1897 ερµήνευσε την αύξηση των αυτοκτονιών όχι απλά µε τη φτώχεια, αλλά µε τις διαταραχές της κοινωνικής τάξης και της κοινωνικής ισορροπίας. ∆ιαπίστωσε ότι, κατά τη διάρκεια της οικονοµικής κρίσης, συγκεκριµένα άτοµα διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για αυτοκτονία, λόγω της αιφνίδιας επιδείνωσης της κοινωνικής θέσης και των δυσχερειών στο να γεφυρωθεί το χάσµα µεταξύ των προσδοκιών/απαιτήσεωνκαι της ικανότητας να τις πραγµατοποιήσουν, ειδικά όταν η κοινωνία αποτυγχάνει να βοηθήσει αυτά τα άτοµα να προσαρµοστούν. Οι υποθέσεις του Ντιρκχάιµ για την ανοµική αυτοκτονία δεν ήταν εύκολο θεωρητικά και µεθοδολογικά ούτε να επαληθευθούν ούτε και να διαψευστούν απόλυτα, στον βαθµό που οι κοινωνικοί, οικονοµικοί, πολιτισµικοί παράγοντες δεν µπορούν να διαχωρισθούν απότη σύνθετη και πολύπλοκη ατοµική πράξη-δράση.

Με αφορµή τόσο την αποτελεσµατική παρέµβαση της Υπηρεσίας ∆ίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήµατος στην πρόληψη 61 περιστατικών απόπειρας αυτοκτονίας από το ∆ιαδίκτυο όσο και τη δηµοσιοποίηση της δραµατικής αύξησης των τηλεφωνηµάτων από υποψήφιους αυτόχειρες που αναζητούσαν βοήθεια και ψυχολογική στήριξη από ειδικούς καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς που πέρασε, επανερχόµαστε στην αρχική προβληµατική του Ντιρκχάιµ. Οι έρευνες για την αυτοκτονία διεξάγονται περισσότερο από επιδηµιολόγους, ψυχιάτρους και ειδικούς στις δηµόσιες πολιτικές για την υγεία και λιγότερο από κοινωνιολόγους και εγκληµατολόγους, παρότι η «αυτοκτονολογία» προβάλλεται ολοένα και περισσότερο ως ξεχωριστός επιστηµονικός κλάδος.

Ιδιαίτερο ερευνητικό ενδιαφέρον παρουσιάζεται κατά τη δεκαετία του ‘90,όταν παρατηρείται ραγδαία αύξηση των αυτοκτονιών σε χώρες που χαρακτηρίζονται από έντονες οικονοµικές, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές. Συγκεκριµένα, στο πλαίσιο της ασιατικής κρίσης 1997-1998, ερευνήθηκε η υπόθεση της επίδρασης της οικονοµικής κρίσης στην αύξηση των περιστατικών αυτοκτονιών σε Ιαπωνία, Χονγκ-Κονγκ, Ταϊβάν, Κορέα, Σιγκαπούρη, Ταϊλάνδη, όπου υπήρχε οργανωµένο σύστηµα καταγραφής και τεκµηρίωσης. Τα πορίσµατα των ερευνών δείχνουν θετική σχέση µεταξύ της ανεργίας και της αιφνίδιας υποβάθµισης της κοινωνικής θέσης (status) µε την αύξηση των αποπειρών και των τετελεσµένων αυτοκτονιών.

Στην Ευρώπη, οιέρευνες επίσης τεκµηριώνουν αύξηση αυτώντων κρουσµάτων στη Ρωσία και τη Λιθουανία στο πλαίσιο των µεταβατικών κοινωνικοοικονοµικών συνθηκών από την κατάρρευση των κοµµουνιστικών καθεστώτων.Στο Ηνωµένο Βασίλειο οι έρευνες επικεντρώνονται σε µια πιο συνθετική προσέγγιση, εστιάζοντας στην κρίσιµη επίδραση της ανεργίας στην ψυχική υγεία και κατ’ επέκταση στην αυτοκτονία. Τα πορίσµατα δείχνουν ότι τα άτοµα µε κλονισµένη ψυχική υγεία έχουν περισσότερες πιθανότητες να χάσουν τις δουλειές τους, ότι ακόµα κι αν δεν υπάρχει προηγούµενο ιστορικό ψυχικής ασθένειας, οι άνεργοι διατρέχουν κατά 70% υψηλότερο κίνδυνο για απόπειρες αυτοκτονίας, και τέλος ότι η ανεργία έχει θετική σχέση µε την κατάθλιψη και την ιδέα της αυτοκτονίας.

Είναι φανερό ότι οι προσεγγίσεις και οι ερµηνείες είναι ποικίλες: από αυστηρά εξατοµικευµένες ψυχιατρικές προσεγγίσεις έως κοινωνιολογικές και πολιτισµικές. Εξάλλου, δεν µπορούµε ποτέ να µάθουµε την «αλήθεια» και τους λόγους του αυτόχειρα. Ούτε επίσης να «προφητεύσουµε» παρόµοιες συµπεριφορές. Μπορούµε όµως να διαπιστώσουµε τις τάσεις, τις ευρύτερες επιρροές στην ψυχική υγεία των πληττοµένων από την οικονοµική κρίση, και τους ισχυρούς συσχετισµούς στα διάφορα επίπεδα της κρίσης – από την οικονοµία στην κοινωνία και τον πολιτισµό και το αντίστροφο.

Να ευαισθητοποιηθούµε στις κρυφές και οριακές καταστάσεις της κρίσης και της φτώχειας. Να εστιάσουµε στην πρόληψη παρόµοιων καταστάσεων καιτην προστασία της ψυχικήςυγείας του πληθυσµού, ώστε να µην αποτελέσουµε το ερευνητικό δείγµα µελλοντικών δηµοσιεύσεων, που θα συσχετίζουν την κρίση της Ελλάδας µε την αύξηση των αυτοκτονιών. Παραφράζοντας τον τίτλο του βιβλίου του Μπάρι Κόµονερ, «Η φτώχεια της εξουσίας» (Barry Commoner, The Poverty of Power: Energy andthe Economic Crisis. New York: Alfred A.Knopf, 1976), θα λέγαµε «Η εξουσίατης φτώχειας» στιςανθρώπινες ζωές και όχι µόνο…

* Η Βάσω Αρτινοπούλου είναι αντιπρύτανης του Παντείου Πανεπιστηµίου

Η φτώχεια βλάπτει την υγεία

Μαρία Λίλα, εφ. Τα Νέα, 16/8/2010

Το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα είναι ανάλογο με το εισόδημα...

«Δεν φτάνεις εύκολα μέχρι τον γιατρό του ΙΚΑ», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Νίκος Σαντοριναίος. Πρόσφατα ο πατέρας του αντιμετώπισε σοβαρό πρόβλημα υγείας και ο ίδιος, όπως λέει, βρέθηκε αντιμέτωπος με «την αδιαφορία, τις καθυστερήσεις και τα φακελάκια». «Ο πατέρας μου είχε καρκίνο στο νεφρό και περίμενε δύο και τρεις μήνες για να δει γιατρό. Αυτή είναι η μοίρα των ασφαλισμένων του ΙΚΑ».

Τα εμπόδια που συνάντησε ο κ. Σαντοριναίος φαίνεται ότι είναι ο κανόνας για τους μη προνομιούχους Ελληνες. Σειρά ερευνών επιβεβαιώνουν ότι η ποιότητα της υγείας και της περίθαλψης επηρεάζεται καθοριστικά από την εισοδηματική και την κοινωνική κατάσταση του καθενός. «Η σχέση της οικονομίας με την υγεία είναι πολλαπλά τεκμηριωμένη. Η φτώχεια γεννά την αρρώστια, ενώ ο πλούτος προστατεύει και προάγει την υγεία», σημειώνει ο αναπληρωτής καθηγητής της Ιατρικής κ. Γιάννης Τούντας. «Σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχει σαφής αντιστοιχία ανάμεσα στην οικονομία κάθε χώρας και στην υγεία του πληθυσμού της. Μέχρι και τα 2/3 των διαφορών που παρουσιάζουν οι δείκτες υγείας από πληθυσμό σε πληθυσμό οφείλονται σε οικονομικούς λόγους. Η αύξηση του εισοδήματος οδηγεί σε βελτίωση της υγείας, μιας και παρέχει τη δυνατότητα για καλύτερη κατοικία, για πιο ασφαλές και υγιεινό περιβάλλον, για επαρκή διατροφή, καθώς και για πολλούς άλλους κοινωνικούς και υλικούς παράγοντες που σχετίζονται με την υγεία. Υψηλότερο εισόδημα σημαίνει επίσης περισσότερους πόρους για πρόληψη, περίθαλψη και άλλες κοινωνικές υπηρεσίες».

Η χώρα μας από τη δεύτερη θέση στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 1991 ως προς το προσδόκιμο ζωής, κατρακύλησε στην 11η θέση το 2004. Οι κύριες αιτίες θανάτου στον ελληνικό πληθυσμό, με φθίνουσα σειρά, είναι τα νοσήματα του κυκλοφορικού συστήματος, ο καρκίνος, οι παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος και οι εξωτερικές αιτίες που προκα λούν τραύματα και δηλητηριάσεις. Το 2004, το 48% των θανάτων στην Ελλάδα οφειλόταν σε νοσήματα του κυκλοφορικού συστήματος, ενώ οι καρκίνοι ήταν υπεύθυνοι για το 25% των θανάτων, με τις υπόλοιπες αιτίες να ακολουθούν με αρκετά μικρότερα ποσοστά.

«Το ΕΣΥ έκλεισε την ψαλίδα μεταξύ πλουσίων και φτωχών στη δευτεροβάθμια, δηλαδή τη νοσοκομειακή, περίθαλψη αλλά η κοινωνική ανισότητα αντικατοπτρίζεται κυρίως στην πρωτοβάθμια βαθμίδα υγείας. Την πρόληψη, τη διάγνωση και τη φαρμακευτική αγωγή», τονίζει ο κ. Τούντας.

Οι χρόνιες νόσοι

Χρόνιες παθήσεις αντιμετωπίζει στην Ελλάδα το 24,8% των ανθρώπων που δηλώνουν φτωχοί έναντι 16,2% αυτών που δηλώνουν «μη φτωχοί». Σύμφωνα με τα αποτελέσματα δύο ερευνών του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών, οι φτωχοί, όχι μόνο δεν κάνουν χρήση των προληπτικών υπηρεσιών Υγείας αλλά καταφεύγουν στα νοσοκομεία όταν η κατάστασή τους είναι ήδη επιβαρημένη. Γι΄ αυτό παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά ημερών παραμονής σε νοσοκομεία και ποσοστά θανάτων εντός νοσοκομείων. Οι έρευνες με τίτλο «Κοινωνικές ανισότητες στην Υγεία και τις υπηρεσίες Υγείας στην Ελλάδα» (Μ. Χρυσάκης, Κ. Σουλιώτης) και «Φτώχεια και αποστέρηση στην Υγεία» (Μ. Χρυσάκης, Ε. Φαγιαδάκη, Ο. Παπαλιού, Η. Σιάτης) επισημαίνουν την ελλιπή χρήση των υπηρεσιών υγείας από συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες, που παράλληλα χαρακτηρίζονται από υψηλό κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού, όπως οι μετανάστες, οι ηλικιωμένοι με πρόβλημα μετακίνησης, τα άτομα με αναπηρία και οι χρόνια πάσχοντες. Στα άτομα που ανήκουν σ΄ αυτές τις ομάδες, η ασθένεια έχει σαρωτικές συνέπειες. Επιδρά αρνητικά στο εισόδημα και στην ικανότητα προς εργασία, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος αποστέρησης που συντηρεί και αναπαράγει τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό.

Η ΤΑΣΗ

Από την 2η θέση στην Ε.Ε. ως προς το προσδόκιμο ζωής η Ελλάδα υποχώρησε στην 11η

Αντί να πάνε στον γιατρό, τρέχουν στον φαρμακοποιό...

ΤΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ χαμηλότερου εισοδήματος εμφανίζονται να πληρώνουν κατά κεφαλήν μεγαλύτερα ποσά απ΄ ό,τι τα νοικοκυριά μεσαίων εισοδημάτων (125,62% τα φτωχά νοικοκυριά και 84,54% τα μεσαία) για φάρμακα. Οπως σχολιάζουν οι κ.κ. Χρυσάκης και Σουλιώτης, «η κατάσταση σχετίζεται έως έναν βαθμό με την ελλιπή ασφαλιστική κάλυψη των φτωχότερων στρωμάτων του πληθυσμού, που αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα προβλήματα αποκλεισμού από τις υπηρεσίες του κοινωνικού κράτους. Από την άλλη πλευρά, η περιορισμένη δυνατότητα που έχουν τα εν λόγω νοικοκυριά να προσφύγουν στις δημόσιες και κυρίως ιδιωτικές υπηρεσίες περίθαλψης έχουν ως αποτέλεσμα να οδηγούνται στην "εύκολη" λύση του φαρμακείου, όπου χωρίς επιπλέον κόστος μπορούν να προμηθεύονται το μεγαλύτερο μέρος των φαρμάκων που έχουν ανάγκη».

«Είναι πασιφανές και γνωστό καθώς λέει και ο κόσμος: όπου φτωχός και η μοίρα του», υποστηρίζει η φαρμακοποιός κ. Ζωή Μπανάβα. «Τώρα με την κρίση έρχονται άνεργοι και συνταξιούχοι που δεν μπορούν να πληρώσουν τη συμμετοχή τους στα φάρμακα.

Τι θα γίνουν αυτοί οι άνθρωποι όταν τα Ταμεία τους καθυστερούν 6 και 7 μήνες να πληρώσουν; Δεν μπορούν να βασίζουν την υγεία τους στην ελεημοσύνη και δεν έχουν τα χρήματα τις περισσότερες φορές για να επισκεφτούν κάποιον γιατρό όταν αντιμετωπίσουν πρόβλημα. Αν τηλεφωνήσουν στο ΙΚΑ, θα πρέπει να περιμένουν τουλάχιστον δύο μήνες για να δουν κάποιον γιατρό!».

«Ερχονται οι συνταξιούχοι από τα ξημερώματα και κάθονται στην ουρά», λέει ο κ. Αρης Ξενόπουλος που περιμένει στο ΙΚΑ της Πλατείας Θεάτρου στο κέντρο της Αθήνας.

Έξω από το κτίριο μία πινακίδα προειδοποιεί τους ασφαλισμένους να μην έρχονται φορώντας κοσμήματα επειδή οι κλοπές είναι καθημερινές.

Η δαπάνη

Όπως σημειώνεται στην έρευνα των Μ. Χρυσάκη και Κ. Σουλιώτη, η μέση μηνιαία δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών για την αγορά υπηρεσιών Υγείας την τελευταία εικοσαετία αυξάνεται συνεχώς. Είναι χαρακτηριστικό ότι από 61,98 ευρώ το 1981-82 (σε σταθερές τιμές), έφτασε τα 94,58 ευρώ το 1998-99 (αύξηση 50%). Σήμερα, περίπου το 50% του συνόλου των δαπανών για την Υγεία είναι ιδιωτικές. Οπως διαπιστώνεται, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που δαπανούν οι Ελληνες για αγορά υπηρεσιών και αγαθών Υγείας αφορά ιδιωτικές δαπάνες για υπηρεσίες ιατρών κάθε ειδικότητας εκτός νοσοκομείου (68,97% επί της συνολικής μέσης κατά κεφαλήν ιδιωτικής δαπάνης για Υγεία).

Τη μερίδα του λέοντος απορροφούν οι ιδιωτικές δαπάνες για την οδοντιατρική περίθαλψη (38,65%) και ακολουθούν οι δαπάνες για υπηρεσίες άλλων ιατρών (23,73%). Σημαντικά είναι τα ποσά που δαπανώνται για αγορά φαρμάκων (18,66% της συνολικής μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης για αγορά υπηρεσιών και αγαθών Υγείας).

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διαφοροποιήσεις των δαπανών Υγείας ανά εισοδηματικό κλιμάκιο, ανάλογα με το είδος των αγορών υπηρεσιών και αγαθών Υγείας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η υψηλότερη εισοδηματική κλίμακα δαπανά 171 φορές περισσότερα χρήματα για οδοντιατρικές υπηρεσίες συγκριτικά με τη χαμηλότερη (οι φτωχότεροι δαπανούν για οδοντιατρικές υπηρεσίες 2,51% της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης και οι ευπορότεροι το 430,43% πάνω από τον μέσο όρο). Για ιδιωτική νοσοκομειακή περίθαλψη, οι πλουσιότεροι δαπανούν 75 φορές περισσότερα χρήματα από τους πένητες (οι φτωχότεροι δαπανούν 5,74% και οι πλουσιότεροι 429,41% της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης.) Στις δαπάνες για φάρμακα, οι πλούσιοι δαπανούν όσα περίπου και οι φτωχοί (125,62% της μέσης καταναλωτικής δαπάνης οι φτωχότεροι και 153,61% οι πλουσιότεροι).

Κοινωνικό χάσμα και στην ενημέρωση

«Η ΥΓΕΙΑ είναι σαφώς θέμα μόρφωσης και παιδείας και αυτά τα διαθέτουν κυρίως τα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα», υποστηρίζει ο βιοχημικός- κυτταρολόγος κ. Τόνι Σπύρος.

«Δεν είναι μόνο το εισόδημα αλλά και ο τρόπος ζωής. Η άσκηση και σωστή διατροφή είναι πολυτέλεια για τα φτωχότερα στρώματα». Τα άτομα με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο δηλώνουν σε μεγαλύτερα ποσοστά πολύ κακή και κακή υγεία. Αυτό συμβαίνει διότι τα άτομα με υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης έχουν καλύτερη πληροφόρηση και κατ΄ επέκταση καλύτερη πρόσβαση στις υπηρεσίες Υγείας. Επίσης, υιοθετούν πιο υγιεινό τρόπο ζωής, διότι έχουν μεγαλύτερη συναίσθηση των κινδύνων. Αξιοσημείωση διαφορά εμφανίζεται στην αδυναμία επίσκεψης των φτωχών σε ειδικό γιατρό εξαιτίας δυσκολίας πρόσβασης. Αυτό αποδίδεται κυρίως στην υπερσυγκέντρωση των ειδικών γιατρών στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Σύμφωνα με στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, τα ποσοστά γιατρών στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη είναι πολύ υψηλότερα από τις υπόλοιπες περιφέρειες της χώρας (61,9 ειδικοί γιατροί/ 10.000 κατοίκους στην Αθήνα και 58,6 στη Θεσσαλονίκη, έναντι 39,3 για το σύνολο της χώρας). Παράλληλα, σύμφωνα με την έρευνα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, διαπιστώνεται ότι τα άτομα με μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα μικρότερο των 440 ευρώ εμφανίζουν συχνότητα εισαγωγής σε νοσοκομείο τουλάχιστον μία φορά τον τελευταίο μήνα σε ποσοστό 9,4%. Αντιθέτως, όσο αυξάνεται το εισόδημα τόσο μειώνεται η συχνότητα εισαγωγής σε νοσοκομείο και σταθεροποιείται στο 4%, περίπου, για εισοδήματα άνω των 880 ευρώ μηνιαίως.

Κατά συνέπεια, το χαμηλό εισόδημα σχετίζεται άμεσα με χαμηλά επίπεδα υγείας και περιορισμένες δυνατότητες χρήσης υπηρεσιών Υγείας που συνεπάγονται αυξημένο κόστος για τον χρήστη. Αντιθέτως, η χρήση των δημόσιων υπηρεσιών Υγείας και των υποκατάστατών τους (π.χ. φαρμακεία) δεν φαίνεται να προσδιορίζεται άμεσα από το ύψος του εισοδήματος των ατόμων αλλά από την κατάσταση της υγείας τους.

Η φτώχεια της Ευρώπης

Βάσω Αρτινοπούλου*, εφ. Τα Νέα, 7/1/2010

Το 17% των πολιτών της δεν διαθέτει πόρους ούτε για τα βασικά

Το 2010 ανακηρύχθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως έτος κατά της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Η απόφαση αυτή προέκυψε από συγκεκριμένες διαδικασίες και ολοκληρωμένες αναφορές, όπως π.χ. η συζήτηση που έγινε από τον Μάρτιο του 2009 στο Συμβούλιο των Υπουργών Απασχόλησης επί της Κοινής Αναφοράς για την Κοινωνική Προστασία και τον Κοινωνικό Αποκλεισμό (Joint Report on Social Ρrotection and Social Ιnclusion), καθώς και στο Εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Στην παρούσα συγκυρία και υπό την επίδραση της οικονομικής κρίσης, τρεις ήταν οι κύριες κατηγορίες των λόγων που αιτιολογούν την απόφαση της ενασχόλησης της Ευρώπης για μια ακόμα φορά με τη φτώχεια και τον αποκλεισμό:

Πρώτον, οι διαπιστώσεις ότι η οικονομική κρίση αποτελεί παράγοντα υψηλού κινδύνου για την ψυχική υγεία (ατομικό/οικογενειακό επίπεδο), την εγκληματικότητα και τον κοινωνικό ιστό. Ήδη από τον περασμένο Απρίλιο συζητήθηκε στις Βρυξέλλες η «Μείωση του ψυχοκοινωνικού αντίκτυπου της χρηματοοικονομικής κρίσης». Εκεί επισημάνθηκε η συμπτωματολογία των προβλημάτων ψυχικής υγείας που συνδέονται με την οικονομική κρίση στον χώρο των σχολείων, της εργασίας, της κοινωνικής και οικονομικής ζωής και αναδείχθηκαν οι βασικές ευρωπαϊκές προτεραιότητες, όπως και η συμβολή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και σχετικών μη κυβερνητικών οργανώσεων για την πρόληψη των ψυχικών διαταραχών, της κατάθλιψης και των αυτοκτονιών. Παρουσιάστηκαν στοιχεία για ραγδαία αύξηση των περιπτώσεων άγχους, κρίσεων πανικού, ψυχοσωματικών διαταραχών ή αυτοκτονιών, άμεσα ή έμμεσα συσχετιζόμενων με την απώλεια θέσεων εργασίας, την οικονομική αβεβαιότητα και την αδυναμία εκπλήρωσης οικονομικών υποχρεώσεων.

Δεύτερον, η διεύρυνση της έννοιας και της προσέγγισης της φτώχειας και του αποκλεισμού. Αν και η φτώχεια της Ευρώπης δεν είναι τόσο σοβαρή όσο στις αναπτυσσόμενες χώρες, ωστόσο θεωρείται (ή πρέπει να θεωρείται) ως απαράδεκτη κατάσταση, επειδή συσχετίζεται άρρηκτα με την κοινωνική αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική ένταξη. Χαρακτηριστικά αναφέρεται σε ευρωπαϊκό θεσμικό κείμενο ότι «η φτώχεια και ο αποκλεισμός ενός ατόμου ισοδυναμεί με τη φτώχεια της κοινωνίας στο σύνολό της». Αν και η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια από τις πλουσιότερες περιοχές του κόσμου, ωστόσο το 17% των πολιτών της διαθέτει περιορισμένους πόρους που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά στις βασικές τους ανάγκες. Η κοινωνική αλληλεγγύη αναδεικνύεται ως ευρωπαϊκή αξία που πρέπει να ενεργοποιήσει κάθε Ευρωπαίο πολίτη σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, ώστε να καταπολεμηθεί το στίγμα και οι στερεοτυπικές αντιλήψεις για τη φτώχεια και τον αποκλεισμό. Η ενίσχυση των κοινωνικών πολιτικών προς αυτή την κατεύθυνση θεωρείται ουσιαστική, γιατί συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και της κοινωνικής ευημερίας. Οι κοινωνικές πολιτικές επιδρούν θετικά στην οικονομική κρίση και δείχνουν έναν από τους δρόμους της ανάκαμψης.

Τρίτον, οι στάσεις των Ευρωπαίων πολιτών, όπως καταγράφηκαν από την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που διεξήχθη τον περασμένο Ιούνιο. Οι Ευρωπαίοι εκτιμούν σε ποσοστό 89% ότι η φτώχεια έχει αυξηθεί στη χώρα τους τα τελευταία τρία χρόνια. Ανεργία, χαμηλοί μισθοί και ημερομίσθια, υψηλό κόστος στέγασης, έλλειψη κατάρτισης, δεξιοτήτων και εκπαίδευσης, συνιστούν τους κύριους λόγους που επικαλούνται οι Ευρωπαίοι πολίτες για τη φτώχεια και τον αποκλεισμό. Το ένα τρίτο των πολιτών δυσκολεύεται να πάρει δάνειο με υποθήκη και περισσότεροι από τους μισούς είναι δύσκολο να πάρουν πιστωτική κάρτα. Εννέα στους δέκα περιμένουν άμεσα μέτρα από τις εθνικές τους κυβερνήσεις, ενώ τουλάχιστον οι μισοί εκτιμούν ότι άμεσα υπεύθυνες για τη φτώχεια είναι οι εθνικές τους κυβερνήσεις. Βέβαια, τα τρία τέταρτα των Ευρωπαίων πολιτών εκτιμούν ότι η Ε.Ε. μπορεί να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην καταπολέμηση της φτώχειας.

Πολλά μπορεί κανείς να σχολιάσει: από την απόσταση μεταξύ ρητορικού ευρωπαϊκού λόγου και εφαρμοσμένων αποτελεσματικών πολιτικών, έως τις υπαγορευμένες δημοσιονομικές πολιτικές για την αύξηση της φορολογίας και της φοροφοβίας (sic) τουλάχιστον στην περίπτωση της χώρας μας. Από το συλλογικό άγχος των Ελλήνων πολιτών έως τα εξατομικευμένα δράματα αποκλεισμένων ατόμων και των οικογενειών τους...

Το 2010 απέκτησε ευρωπαϊκή ταυτότητα, ας δούμε στο τέλος του τον απολογισμό.

* Η Βάσω Αρτινοπούλου είναι αν. καθηγήτρια, αντιπρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου

Η κατάσταση έχει περάσει προ πολλού το κατώφλι της κρίσης

Λήδα Παπαδοπούλου, εφ. Ελευθεροτυπία, 24/5/2008

Στις αρχές Μαρτίου, ο επικεφαλής των επιστημονικών συμβούλων της βρετανικής κυβέρνησης, καθηγητής Τζον Μπέντινγκτον, προειδοποιούσε ότι η κρίση των τροφίμων θα πλήξει τον κόσμο πολύ νωρίτερα από τις κλιματικές αλλαγές. Ενα μήνα μετά, ο ΟΗΕ έστελνε σήμα συναγερμού: η κατακόρυφη άνοδος στις τιμές των τροφίμων απειλεί την πολιτική σταθερότητα παγκοσμίως. Μέσα σε μερικές εβδομάδες οι λαϊκές διαμαρτυρίες και οι ταραχές πήραν τη μορφή τσουνάμι που σαρώνει τον πλανήτη.

Το πρόβλημα βεβαίως δεν εμφανίστηκε ξαφνικά και υπήρχε πολύ πριν το φωτίσουν τα μέσα ενημέρωσης. Τώρα όμως οι κατά τόπους ελλείψεις, που γίνονται περισσότερες και συχνότερες, σκιαγραφούν με σαφήνεια ένα παγκόσμιο φαινόμενο και η κατάσταση έχει περάσει προ πολλού το κατώφλι της κρίσης. Αρκεί μια παράθεση αριθμών: σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας (Π.Τ.) και του ΟΗΕ, μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο η τιμή του σιταριού έχει αυξηθεί κατά 130%, της σόγιας 87%, ενώ του ρυζιού 75% σε μόλις ένα τρίμηνο. Ο μέσος όρος αύξησης των τιμών στα βασικά διατροφικά προϊόντα την τελευταία τριετία τοποθετείται στο 83%. Τα παγκόσμια αποθέματα σιτηρών επαρκούν για να καλύψουν κάπου 12 εβδομάδες, γεγονός που προμηνύει ακόμη μεγαλύτερες ελλείψεις. Κι όλα αυτά μαζί μεταφράζονται σε μία μόνο λέξη: πείνα. Και η πείνα φέρνει απελπισία. Και οργή.

Η οργή είναι πια απτή από τη μια άκρη του κόσμου στην άλλη. Μπανγκλαντές, Ινδονησία, Βιετνάμ, Υεμένη, Αίγυπτος, Μαυριτανία, Ακτή Ελεφαντοστού, Μοζαμβίκη, Σενεγάλη, Καμερούν, Ουζμπεκιστάν, Βολιβία, Μεξικό, Αϊτή έζησαν το τελευταίο διάστημα από μαζικές απεργίες και διαδηλώσεις μέχρι βίαιες συγκρούσεις κι αναταραχές. Στο Καμερούν σκοτώθηκαν τον Φεβρουάριο 40 άνθρωποι, ενώ στην Αϊτή οι ταραχές της πείνας είχαν αποτέλεσμα τον θάνατο τουλάχιστον 5 ανθρώπων και την ανατροπή του πρωθυπουργού. «Το βασικό ανθρώπινο ένστικτο», λέει ο Αρίφ Χουσέιν, αναλυτής επισιτιστικής ασφάλειας στο Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ (WFP), «είναι αυτό της επιβίωσης και οι άνθρωποι θα κάνουν οτιδήποτε για να επιβιώσουν. Κι όταν είσαι πεινασμένος, θυμώνεις ευκολότερα». Εάν οι τιμές συνεχίσουν να ανεβαίνουν, όλο και περισσότεροι δεν θα μπορούν να πληρώσουν τα βασικά τρόφιμα που χρειάζονται για να μείνουν ζωντανοί και είναι αναπόφευκτο να κατεβούν στο δρόμους. Θα ξεσπάσουν περισσότερες ταραχές, κυβερνήσεις θα κλονιστούν και εκατομμύρια άνθρωποι μπορεί να χάσουν τη ζωή τους.

Από τις 36 χώρες που περιλαμβάνονται στη λίστα του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) ως εξαρτώμενες κατά κύριο λόγο από την εξωτερική βοήθεια για την επιβίωσή τους, οι 21 βρίσκονται στην Αφρική, οι 10 στην Ασία και οι 5 στη Ν. Αμερική. Στη λίστα προστέθηκε προσφάτως ως μερικώς εξαρτώμενη και η Μολδαβία. Ο συνολικός πληθυσμός τους ανέρχεται σήμερα σε 1,1 δισ. κατοίκους κι αναμένεται να φτάσει το 1,5 δισ. ώς το 2025 και τα 2 δισ. ώς το 2050. Κατά την Π.Τ., τουλάχιστον 33 χώρες κινδυνεύουν αυτή τη στιγμή από πολιτική αποσταθεροποίηση και εσωτερική σύγκρουση εξαιτίας της ακρίβειας των τροφίμων. Η έλλειψη δεν γίνεται πλέον αισθητή μόνο στους πολύ φτωχούς, αλλά διαβρώνει το εισόδημα της εργατικής και μεσαίας τάξης υποθάλποντας τη λαϊκή δυσφορία και ασκώντας νέες πιέσεις στις εύθραυστες κυβερνήσεις. Η άνιση κατανομή των διατροφικών αγαθών και οι διαμάχες για τον έλεγχο των συρρικνούμενων φυσικών πόρων αποτελούν για τις κυβερνήσεις μείζονα πολιτική και κοινωνική πρόκληση που κινδυνεύει να εξελιχθεί σε γενικευμένη κρίση καθώς οι κλιματικές αλλαγές θα προχωρούν και ο πληθυσμός της Γης θα αυξάνεται από 6,7 δισ. σε 9,2 δισ. μέχρι το 2050.

Καλώντας τις πλούσιες χώρες να προσφέρουν στο Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα 500 εκατ. δολάρια επιπλέον ως επείγουσα βοήθεια, ο πρόεδρος της Π.Τ. Ρόμπερτ Ζέλικ έδωσε το στίγμα των επιπτώσεων της τρέχουσας κρίσης: Δεν μιλάμε μόνο για τα γεύματα που χάνονται σήμερα, δεν μιλάμε μόνο για την εντεινόμενη κοινωνική αναταραχή αλλά για μια γενικότερη οπισθοδρόμηση στη φυσική και πνευματική ανάπτυξη της επόμενης γενιάς. Η μάχη για την καταπολέμηση της παγκόσμιας φτώχειας έχει ήδη αρχίσει να χάνει κατακτημένο έδαφος.

(Πηγές: www.un.org, www.guardian.co.uk, www.nytimes.com, www.sundayherald.com, www.nationalpost.com)

Το υψηλότερο κόστος το πληρώνουν οι φτωχότεροι

Κατερίνα Τζαβάρα, εφ. Ελευθεροτυπία, 24/5/2008

Η κλασική εικόνα της φτώχειας έχει ανάγκη από υγρά παιδικά μάτια, πρησμένες κοιλίτσες και απόγνωση εξαθλίωσης σε χώρες του λεγόμενου μη αναπτυγμένου κόσμου, αλλά το σημερινό της πρόσωπο αλλάζει και χαμογελά πικρά στο περιθώριο ακόμη και αναπτυγμένων χωρών, στην κάθε γωνιά που θα πετύχει μη προνομιούχους πολίτες, θύματα μιας αστικής κοινωνικοποίησης χωρίς πραγματικά ερείσματα ανάπτυξης. Ενα «σιωπηλό τσουνάμι», όπως χαρακτηριστικά είπε η επικεφαλής του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος του ΟΗΕ, Ζοζέτ Σιράν, που απειλεί να παρασύρει στην πείνα 100 εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο.

Συνήθως οι κρίσεις τροφίμων είναι ξεκάθαρες και απολύτως εντοπισμένες σε συγκεκριμένες περιοχές. Σχεδόν αποκλειστικά συνδέονται με πολέμους ή διαμάχες και το υψηλότερο κόστος το πληρώνουν οι φτωχότεροι. Αυτή η νέα κρίση όμως είναι διαφορετική. Συμβαίνει ταυτόχρονα σε δεκάδες χώρες και επηρεάζει ανθρώπους που δεν πλήττονται συχνά από κρίσεις. «Για τους πολίτες της μεσαίας τάξης», εξήγησε η κυρία Σιράν, «σημαίνει ότι δεν θα έχουν υγειονομική περίθαλψη. Για κείνους που έχουν εισόδημα 2 δολάρια την ημέρα σημαίνει ότι θα κόψουν το κρέας και θα σταματήσουν τα παιδιά τους από το σχολείο. Για κείνους με το 1 δολάριο, σημαίνει ότι θα κόψουν το κρέας, τα λαχανικά και θα τρώνε μόνο δημητριακά και για όσους έχουν εισόδημα κάτω των 50 σεντς σημαίνει την απόλυτη καταστροφή».

Το νέο πρόσωπο της πείνας αφορά εκατομμύρια ανθρώπους που δεν λιμοκτονούσαν πριν από έξι μήνες, τόνισε η αξιωματούχος των Ηνωμένων Εθνών, ομολογώντας πως η υπηρεσία της αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη κρίση στη 45χρονη ιστορία της. Στο πλαίσιο διεθνούς διάσκεψης για την κρίση των τροφίμων, που έγινε στο Λονδίνο, η Ζοζέτ Σιράν είπε χαρακτηριστικά ότι «μεγάλο μέρος του πλανήτη συνειδητοποιεί σιγά σιγά ότι δεν θα βρίσκει αυτομάτως γεμάτα ράφια» και παραδέχτηκε ότι οι σοβαρές ελλείψεις σε τρόφιμα, σε συνδυασμό με την άνοδο της τιμής του πετρελαίου, υποχρέωσαν τον ΟΗΕ να περικόψει τα γεύματα λιμοκτονούντων παιδιών στην Κένυα, την Καμπότζη και το Τατζικιστάν. Μάλιστα η κρίση έχει προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε, όπως ομολόγησε, ακόμη κι αν οι πλούσιες χώρες χορηγήσουν αμέσως επιδοτήσεις για την αγορά ρυζιού, σιτηρών και δημητριακών, περίπου 20 εκατομμύρια παιδιά θα λάβουν μειωμένες μερίδες το επόμενο διάστημα.

Ομως όπως κι αν επιλέξει να το χαρακτηρίσει κανείς, το σίγουρο είναι ότι το σαρωτικό κύμα των φουσκωμένων τιμών των τροφίμων περνάει από ολόκληρο τον κόσμο, χωρίς ιδιαίτερες διακρίσεις μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών, ξεσηκώνοντας ταραχές, ταρακουνώντας κυβερνήσεις και δημιουργώντας μια παγκόσμια ανισορροπία. Για πρώτη φορά στη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών διαμαρτυρίες για την κρίση των τροφίμων ξεσπούν ταυτόχρονα σε διάφορες γωνιές του πλανήτη.

Η αύξηση της τιμής των τροφίμων έχει προκαλέσει κρίση σε 36 χώρες, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ. Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα κάνει περικοπές στα γεύματα που χορηγούσε σε 73 εκατομμύρια ανθρώπους σε 78 χώρες. Η απειλή του υποσιτισμού σε μαζική κλίμακα είναι ορατή.

Ο αντίκτυπος φαίνεται και στις πλούσιες χώρες. Η αύξηση της τιμής των σιτηρών προκάλεσε μεγάλη αύξηση της τιμής των ζυμαρικών και του ψωμιού στην Ιταλία, όπου οργανώσεις καταναλωτών αντέδρασαν με διαμαρτυρίες. Στην Ιαπωνία αυξήθηκε κατακόρυφα η τιμή του miso, ενός μίγματος ρυζιού και κριθαριού ευρείας κατανάλωσης. Στη Γαλλία και την Αυστραλία γίνονται έρευνες για τις συνθήκες αύξησης των τιμών και ασκούνται ισχυρές πιέσεις σε παραγωγούς και προμηθευτές να συγκρατήσουν κατά το δυνατόν την άνοδό τους.

Κυβερνήσεις διαπραγματεύονται συμφωνίες ανταλλαγής, καθώς οι τιμές αγροτικών αγαθών έχουν φτάσει σε ύψη-ρεκόρ. Ουκρανία και Λιβύη βρίσκονται κοντά στην επίτευξη συμφωνίας για τα σιτηρά. Αίγυπτος και Συρία υπέγραψαν ήδη συμφωνία ανταλλαγής ρυζιού-σιτηρών. Φιλιππίνες και Βιετνάμ δεν κατάφεραν να τα βρουν σε ανάλογη προσπάθεια.

Κάτι που επίσης αξίζει να επισημανθεί είναι ότι η μεγάλη κρίση των τροφίμων είναι σύμπτωμα ενός πολύ ευρύτερου προβλήματος. Η θεαματική άνοδος των τιμών σε βασικά είδη έβαλε τέλος σε μια περίοδο τριάντα χρόνων, στη διάρκεια των οποίων οι τιμές ήταν χαμηλές. «Η εποχή των φθηνών τροφίμων είναι παρελθόν», προφήτευσε ο γενικός γραμματέας της Ασιατικής Τράπεζας Ανάπτυξης, Ρατζάτ Ναγκ, και κάλεσε ταυτόχρονα τις κυβερνήσεις της Ταϊλάνδης, της Ινδίας και του Βιετνάμ να άρουν τους περιορισμούς στις εξαγωγές ρυζιού. Δεν είναι τυχαίο που σε πρόσφατη διάσκεψη στο Βερολίνο, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν, εξέφρασε την αγωνία του για ένα πιθανό πισωγύρισμα στη μάχη κατά της φτώχειας και για μια μεγάλη απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια.

(Πηγές: Economist, Time, www.washingtonpost.com)

Οι νεόπτωχοι της διπλανής πόρτας

Γιάννης Ελαφρός, εφ. Καθημερινή, 6/1/2008

Μια νέα κοινωνική τάξη διαμορφώνεται από ιδιωτικούς υπαλλήλους, συμβασιούχους, γυναίκες, συνταξιούχους και ανέργους

Αν στις βιτρίνες καθρεφτίζεται ο νέος πλούτος που παράγεται και συγκεντρώνεται στη χώρα, πίσω απ’ αυτές (ή και διστακτικά στεκάμενη εμπρός τους) απλώνεται η νέα φτώχεια. Εκατοντάδες χιλιάδες νέοι άνθρωποι, ακούσιοι «ταξιδευτές» της εργασιακής περιπλάνησης, κάποιοι ακόμα και με πτυχία τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, άλλοι που έφυγαν από το χωριό, εργαζόμενοι που έχασαν τη δουλειά τους σε ώριμη ηλικία, γυναίκες, μέλη μονογονεϊκών ή πολύτεκνων οικογενειών και πολλοί συνταξιούχοι, που αναζητούν μάταια τα «περήφανα γηρατειά», απαρτίζουν τη στρατιά των νέων φτωχών.

Σύμφωνα με τους επίσημους υπολογισμούς, οι φτωχοί στην Ελλάδα είναι γύρω στο 20% του πληθυσμού, αν και με βάση τη δυνατότητα (καλύτερα την αδυναμία) κάλυψης βασικών σύγχρονων αναγκών είναι πολύ περισσότεροι. Μεταξύ αυτού του 20%, αλλά και όσων τείνουν να περιπέσουν σε κατάσταση φτώχειας, όλο και περισσότερο συναντάμε νέες κοινωνικές κατηγορίες, τους νεόπτωχους. Δεν πρόκειται για την παραδοσιακή εικόνα της φτώχειας: κάποιες περιθωριακές ομάδες των πόλεων ή οι ξεχασμένοι της υπαίθρου. Σήμερα η φτώχεια απειλεί ακόμα κι εκείνους που κατείχαν το πάλαι ποτέ βασικό αντίδοτο εναντίον της: μια θέση εργασίας. Σφίγγει στην αποκρουστική αγκαλιά της εργαζόμενους, κυρίως μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα και των ελαστικών εργασιακών σχέσεων. «Η συμμετοχή στην απασχόληση δεν είναι πάντοτε η επαρκής συνθήκη για την αποφυγή της φτώχειας, θέτοντας έτσι το σημαντικό ζήτημα της “φτώχειας εντός της εργασίας” και των “εργαζόμενων φτωχών”», υπογραμμίζει ο κ. Ηλίας Κικίλιας, ερευνητής του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών. «Οι οικογένειες με έναν εργαζόμενο, οι χαμηλές αποδοχές, ως αποτέλεσμα είτε θέσεων εργασίας κακής ποιότητας είτε και διαστημάτων επαναλαμβανόμενης ανεργίας, η αδυναμία εξεύρεσης πλήρους απασχόλησης, είναι μερικές από τις συνιστώσες του φαινομένου “φτώχειας εντός της εργασίας”», συμπληρώνει.

Ακόμη, η ανάπτυξη της νέας φτώχειας συνδέεται με τη διάλυση του παραδοσιακού προτύπου της οικογενειακής στήριξης, αλλά και της οικογενειακής επιχείρησης. «Παλιότερα, μεγάλο κομμάτι της απασχόλησης κατευθυνόταν σε μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις της πόλης ή της υπαίθρου. Μετά τη δεκαετία του ’90 οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν να επιβιώσουν όλο και πιο δύσκολα, με αποτέλεσμα οι νέοι να στρέφονται απευθείας στη μισθωτή εργασία», σημειώνει ο κ. Κικίλιας. «Ομως το όποιο κοινωνικό κράτος στην Ελλάδα δεν είναι προσανατολισμένο σε μια κοινωνία της μισθωτής εργασίας, με αποτέλεσμα να είναι τελείως αναποτελεσματικό. Για παράδειγμα, ενώ οι δημόσιες κοινωνικές δαπάνες στην Ελλάδα είναι 27%, περίπου όσο και στην Ε.Ε., μειώνουν τη φτώχεια μόλις κατά 3%, όταν στην Ε.Ε. τη μειώνουν κατά 9%», σχολιάζει ο ερευνητής του ΕΚΚΕ.

Την κρίση της μικρής επιχείρησης φωτίζουν τα στοιχεία: Το 81% όσων μπήκαν στη δουλειά το 2006 κατευθύνθηκαν στη μισθωτή εργασία. Αλλά με τι όρους; Σχεδόν ο ένας στους δύο (46%) των νέων μισθωτών εντάχθηκε με τη μορφή της προσωρινής απασχόλησης, η οποία στο Δημόσιο έφτασε το 66%.

Μια τρίτη μεγάλη αιτία για την εμφάνιση της νέας φτώχειας είναι η ραγδαία εγκατάλειψη του αγροτικού επαγγέλματος και της υπαίθρου, με αποτέλεσμα τη συγκέντρωση της εναπομείνασας νεολαίας της υπαίθρου στα αστικά κέντρα. Η σύγχρονη φτώχεια εμφανίζεται κυρίως σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, όπου το κόστος ζωής είναι υψηλότερο, με αποτέλεσμα να αποδεικνύονται ακόμα πιο ανεπαρκείς οι αμοιβές των νεόπτωχων.

Δύσκολοι καιροί για νέους

Καταρχήν νέοι άνθρωποι, ηλικίας 16 - 24 ετών, όπου τα ποσοστά της επίσημης φτώχειας υπερβαίνουν τον μέσο όρο και φτάνουν το 23%. Δυστυχώς δεν πρόκειται για μια περίοδο προσωρινή, όπως λίγο πολύ συνέβαινε παλιότερα, αλλά αποκτά στοιχεία σταθερότητας, λόγω της καθήλωσης των μισθών και της επέκτασης των νέων μορφών εργασιακών σχέσεων (προσωρινής, μερικής, με σύμβαση, με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών). Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΣΥΕ), για το β΄ τρίμηνο του 2006, το 41% των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα έχει μηνιαίες καθαρές αποδοχές χαμηλότερες των 750 ευρώ, ενώ το 77% χαμηλότερες των 1.000 ευρώ. Για όσους εργάζονται με συμβάσεις προσωρινής απασχόλησης, το 61,8% βρίσκεται κάτω των 750 και το 89% κάτω των 1.000 ευρώ. Στη μερική απασχόληση τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα: δύο στους τρεις έχουν καθαρό μηνιαίο εισόδημα που δεν υπερβαίνει τα 500 ευρώ. Η μεγάλη πλειονότητα (8 σους 10) είναι γυναίκες! Και δεν μιλάμε για τη «μαύρη εργασία» και την υπερεκμετάλλευση των μεταναστών.

Με 850 ευρώ

Οταν το επίσημο όριο φτώχειας (το οποίο θεωρείται εξαιρετικά χαμηλό), βρίσκεται στα 850 ευρώ τον μήνα (καθαρά και επί 14 μισθούς) για μια τετραμελή οικογένεια, είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι οικογένειες με ένα εργαζόμενο ή με μερική απασχόληση, πέφτουν σε κατάσταση απόλυτης φτώχειας. «Το ένα στα τρία νοικοκυριά στα οποία εργάζεται μόνο ένας ενήλικος, βρίσκεται κάτω από το όριο φτώχειας», λέει ο κ. Κικίλιας. «Παλιότερα ένας εργαζόμενος έθρεφε μια οικογένεια, τώρα δεν μπορεί να συντηρήσει ούτε τον εαυτό του», τονίζει ο οικονομολόγος κ. Δημήτρης Καζάκης.

Οι νέοι εργαζόμενοι μπαίνουν στην παραγωγή με υπεραναπτυγμένες τις νέες μορφές εργασίας, άτυπες και πιο ελαστικές, οι οποίες δημιουργούν αυξημένες ανισότητες μεταξύ των εργαζομένων, τόσο ως προς την αμοιβή όσο και προς την κοινωνική ασφάλιση, σημείωσε η η κ. Αλίκη Γιωτοπούλου - Μαραγκοπούλου, παρουσιάζοντας πρόσφατη έρευνα του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Αξιοσημείωτο είναι το εύρημα της ΕΣΥΕ ότι το 43% όσων απασχολούνται με μερική απασχόληση στην Ελλάδα δεν το επιθυμεί (στην Ε.Ε. των 15, το 17%).

Απειλή

Η φτώχεια σήμερα πλήττει και τις πιο τρυφερές ηλικίες, τα παιδιά. Το 19% των ατόμων κάτω των 16 ετών βρίσκεται επίσημα σε κατάσταση φτώχειας. Οι οικογένειες με παιδιά αντιμετωπίζουν πιο έντονα την απειλή της φτώχειας (20,4%). Οι οικογένειες με τρία ή περισσότερα παιδιά είναι φτωχές σε ποσοστό 31,8% (πολύ πάνω από τον μέσο όρο), άρα καμιά ουσιαστική βοήθεια δεν δίνεται στις οικογένειες αυτές, παρά την «ανησυχία» για την υπογεννητικότητα.

Τεράστιο και αυξανόμενο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι μονογονεϊκές οικογένειες (37,6% σε φτώχεια το 2004, 40,7% το 2005), μια κατάσταση που πληθαίνει στην εποχή μας.

Οι ηλικιωμένοι

Οι συνταξιούχοι και οι ηλικιωμένοι είναι ίσως η πιο μεγάλη κατηγορία φτωχών, με ποσοστό 28%. Θα πείτε, δεν είναι κάτι καινούργιο. Η διαφορά στις μέρες μας είναι ότι δεν πρόκειται κυρίως για ηλικιωμένους που ζουν στο χωριό (και όπου ακόμα και με χαμηλά εισοδήματα μπορεί να υπάρξει ένα ανεκτό επίπεδο διαβίωσης), αλλά για μάζες συνταξιούχων που κατοικούν στις πόλεις. Το απαράδεκτα χαμηλό ύψος των συντάξεων, σε συνδυασμό με τη χαλάρωση των οικογενειακών δεσμών αλληλοβοήθειας, έχουν επιδεινώσει σημαντικά τη θέση της τρίτης ηλικίας.

Πνιγμένοι σε δάνεια, κάρτες

Η νέα φτώχεια είναι πλέον φανερή στην καθημερινότητα. Η ανάπτυξη μιας αγοράς για νεόπτωχους (φτηνά σούπερ μάρκετ, μαγαζιά ευκαιρίας, αλυσίδες ρούχων για νεανικό κοινό χωρίς γερό πορτοφόλι), η επιστροφή της αγοράς μεταχειρισμένων (που για πολλά χρόνια είχε ατονήσει), η νέα άνθhση καταστημάτων επιδιορθώσεων αποτελούν ίχνη του νέου φαινομένου.

Αλλά η πιο χαρακτηριστική εικόνα είναι η νέα γενιά των «καρτοκυνηγών», όλων αυτών που ζουν με δανεικό πλαστικό χρήμα, ακροβατώντας επιδέξια στις «ευκαιρίες» - παγίδες της μεταφοράς χρεών από κάρτα σε κάρτα και από δάνειο σε δάνειο, μέχρι να βουλιάξουν ανεπανόρθωτα στην κινούμενη άμμο της «δανεικής γενιάς». Τα χρέη των νοικοκυριών σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια το πρώτο τετράμηνο του 2007 ανήλθαν σε 91,4 δισ. ευρώ. Από τα 2.000.000 νοικοκυριά που έχουν δανειοδοτηθεί, τα 170.000 αδυνατούν να πληρώσουν τις δόσεις τους, καθυστερώντας πληρωμές για πάνω από τρεις μήνες. Από τον Μάιο 2006 έως τον Μάιο 2007 τέσσερα στα δέκα ευρώ που δανείστηκαν τα νοικοκυριά από τις τράπεζες πήγαν για κάλυψη οφειλών παλιότερων δανείων!

Συνολικά, η νέα φτώχεια βιώνεται από όλη την κοινωνία και όχι μόνο από αυτούς που βρίσκονται στις δαγκάνες της. Το 60% των Ελλήνων φοβούνται ότι μπορούν να πέσουν σε κατάσταση φτώχειας τα επόμενα χρόνια, εξαιτίας ενός απρόβλεπτου τυχαίου γεγονότος, σύμφωνα με μεγάλη πρόσφατη έρευνα της Κάπα Research. Το αποτέλεσμα είναι να αυξάνεται το άγχος των εργαζομένων και να πιέζονται για υποβάθμιση της ποιότητας της εργασίας τους.

Με πόσα ζει ένας φτωχός;

Ποια άτομα όμως εντάσσονται στην κατηγορία του «φτωχού»; Δύο μέθοδοι ακολουθούνται σήμερα. Η πρώτη, που έχει υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση και υλοποιείται και στις επίσημες ελληνικές στατιστικές, θεωρεί φτωχούς όσους δαπανούν λιγότερα από το 60% της μέσης κατά άτομο κατανάλωσης στη χώρα. Με βάση αυτήν την εκτίμηση, στην Ελλάδα έχει διαμορφωθεί το όριο των 850 ευρώ για τετραμελή οικογένεια (καθαρά εισοδήματα επί 14 μισθούς), όριο που οδηγεί το 20% περίπου των Ελλήνων κάτω από το όριο φτώχειας!

Η δεύτερη μέθοδος συγκρίνει τις αποδοχές και τις δαπάνες των νοικοκυριών με ένα σύνολο δαπανών ου μπορούν να καλύψουν τις βασικές ανάγκες ενός νοικοκυριού. Η διαμόρφωση αυτού του «πλαφόν» είναι σε κάθε περίπτωση ζητούμενο και αποτέλεσμα μιας επιστημονικής επεξεργασίας ανά έτος. Η μέθοδος αυτή δίνει πιο πραγματικά αποτελέσματα, αφού η φτώχεια δεν διαμορφώνεται σε σχέση με κάποιον άλλον, αλλά σε σχέση με την ικανοποίηση των αναγκών.

«Σήμερα μια τριμελής οικογένεια σε αστικό κέντρο χρειάζεται για να καλύψει με επάρκεια τις βασικές της ανάγκες το ποσό των 1.600 ευρώ. Σε ημιαστική περιοχή το ποσό αυτό πέφτει στα 1.300 ευρώ. Κάθε παιδί δημιουργεί επιβάρυνση περίπου 300 ευρώ», τονίζει ο οικονομολόγος και συγγραφέας Δημήτρης Καζάκης. «Αυτό προκύπτει από την επεξεργασία των οικογενειακών προϋπολογισμών, από την ΕΣΥΕ. Τα δύο τρίτα των οικογενειών δεν μπορούν να καλύψουν αυτές τις ανάγκες», τονίζει.

Σύμφωνα με τους ίδιους τους φτωχούς, απαντώντας σε σχετική έρευνα του 2005, το ελάχιστο μηνιαίο καθαρό εισόδημα, το οποίο απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών ενός νοικοκυριού, ήταν 1.339 ευρώ τον μήνα (ας σημειωθεί ότι οι μη φτωχοί χρειάζονταν 2.099 ευρώ). «Αν το στατιστικό όριο φτώχειας αντιστοιχούσε στα παραπάνω ποσά, τα ποσοστά φτώχειας θα προσέγγιζαν το 50%!», σχολιάζει ο κ. Κικίλιας. Σε κάθε περίπτωση είναι πολύ μεγαλύτερα από το 20% της επίσημης στατιστικής.

Ήρωες της καθημερινότητας

Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κάποιος για τη φτώχεια του, καθώς η φτώχεια στην εποχή μας είναι ντροπή, ένδειξη ενοχής, παρά το γεγονός ότι διαδίδεται όλο και περισσότερο. Γι’ αυτό και οι μαρτυρίες δόθηκαν υπό το πέπλο της ανωνυμίας.

Ελένη, 29 ετών. «Δεν έχω πει στους γονείς μου πόσο λίγα λεφτά παίρνω από τη δουλειά μου», μας λέει η Ελένη. «Εχω να πάω σε συναυλία τρία χρόνια, θέατρο και μουσικά μαγαζιά είναι απαγορευμένα για μένα και τους φίλους μου, ενώ ακόμα και σινεμαδάκι δεν επιτρέπεται πιο συχνά από μια φορά στο δίμηνο»! Μπορεί ένα κορίτσι να ζει, το 2007 στην Αθήνα, σε τόσο ακραίες συνθήκες στέρησης; Και όμως, η Ελένη ήρθε στην Αθήνα από την Αρτα σε ηλικία 20 ετών, γιατί εκεί δεν υπήρχαν δουλειές. Τέλειωσε ένα δημόσιο ΙΕΚ και έπιασε δουλειά σε μια εταιρεία που επενοικιάζει εργαζόμενους σε τηλεφωνικά κέντρα. «Μετά από εφτά χρόνια δουλειά παίρνω 690 ευρώ. Πέρυσι έπαιρνα 620. Τα έξοδα για νοίκι, κοινόχρηστα, πάγιους λογαριασμούς, κινητό τηλέφωνο και κάρτα διαδρομών πλησιάζουν τα 520 ευρώ. Τι να κάνεις με τα υπόλοιπα;» Η Ελένη δεν βγαίνει σχεδόν καθόλου έξω. «Η διασκέδασή μας είναι οι επισκέψεις σε σπίτια φίλων». Δεν βλέπει φως στην άκρη του τούνελ...

Δέσποινα, 45 ετών. Εξασκεί με θαυμαστή μέχρι στιγμής ακρίβεια το άθλημα της «σκυταλοδρομίας χρεών από κάρτα σε κάρτα». Περνάει ώρες ολόκληρες στη μελέτη των προσφορών των τραπεζών για τη «μεταφορά βαρών» και έχει ένα ημερολόγιο με τις κρίσιμες ημερομηνίες πληρωμής σημαδεμένες με κόκκινο. Δυναμική γυναίκα, μπήκε στον στίβο της επιχειρηματικής ανέλιξης και τα έδωσε όλα για τη διαφημιστική εταιρεία στην οποία δούλευε. Κάποια στιγμή αποφάσισε να παντρευτεί και να κάνει παιδί. Επρόκειτο για επιλογή μη ανεκτή. «Δέχθηκα να φύγω, συναινετικά, γιατί πίστευα στις ικανότητές μου και ότι θα βρω αλλού δουλειά». Δυστυχώς, στον ιδιωτικό τομέα είναι δύσκολο να βρεις δουλειά μετά τα 40. Λίγο αργότερα χώρισε κιόλας. «Το να μεγαλώνεις ένα παιδί μόνη σου και μάλιστα με παρτ τάιμ δουλειά, είναι πάρα πολύ δύσκολο», μας λέει. Τη ρωτούμε τι βοήθεια παίρνει από το κράτος. Γελάει πικρά: «Απολύτως καμία. Τα βγάζω πέρα μόνη μου. Προσπαθώ να μη λείψει τίποτα από το παιδί, έχοντας περιορίσει τα δικά μου έξοδα στο μηδέν. Πριν από μερικά χρόνια νόμιζα ότι η φτώχεια είναι κάτι τόσο μακρινό».

Μπαρμπα-Γιώργος, συνταξιούχος του ΙΚΑ. Έχει σύνταξη μόλις 500 ευρώ. Έχοντας το δικό του σπιτάκι, αλλά έχοντας χάσει την κυρά Αργυρώ, θα μπορούσε να τα φέρει βόλτα, έστω δύσκολα. «Αυτό που με στενοχωρεί είναι ότι το παιδί μου είναι άνεργο (ο γιος του μπαρμπα – Γιώργου δούλευε αποθηκάριος σε εταιρεία που «μετακόμισε»), η νύφη μου δουλεύει σε σούπερ μάρκετ και παίρνει μόλις 750 ευρώ, με αποτέλεσμα να πρέπει να τους βοηθάω. Όχι μόνο δεν μου δίνουν, αλλά προσφέρω εγώ. Αλλά δεν θέλουν χρήματα, καταλαβαίνεις. Τι κάνω; Ψωνίζω ό,τι μπορώ για το εγγονάκι μου, μαγειρεύω στο σπίτι και τους δίνω φαγητό».

Νεόπτωχοι

Ηλίας Γεωργάκης, εφ. Τα Νέα, 27/12/2007

Η ΑΝΙΣΟΚΑΤΑΝΟΜΗ του εισοδήματος και η άνιση φορολογική επιβάρυνση εις βάρος των μισθωτών και των συνταξιούχων έχουν καταστεί το σοβαρότερο διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας. Όπως αποδεικνύεται από την ανάλυση των στοιχείων του κρατικού προϋπολογισμού του 2008, το αντικειμενικά φτωχότερο τμήμα του πληθυσμού (μισθωτοί και συνταξιούχοι) χρηματοδοτεί, κατά κύριο λόγο, μέσω του φορολογικού συστήματος και του κρατικού προϋπολογισμού, τα πλουσιότερα τμήματα του πληθυσμού και τη δημοσιονομική λειτουργία της ελληνικής οικονομίας.

Χαρακτηριστικό είναι το στοιχείο ότι ο νέος προϋπολογισμός επιβάλλει θεαματική αύξηση εσόδων από φόρους (άμεσους και έμμεσους): κατά 12,9 %, δηλαδή 6,2 δισ. ευρώ!Σήμερα, περίπου ένα εκατομμύριο νοικοκυριά επιβιώνουν με μηνιαίο εισόδημα κάτω από 1.000 ευρώ όταν για να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες απαιτούνται τα διπλάσια. Σχεδόν δύο εκατομμύρια οικονομικά ενεργά άτομα δεν καλύπτουν το όριο μιας ελάχιστης αξιοπρεπούς διαβίωσης. Στα τέσσερα τελευταία χρόνια σημειώθηκε αύξηση της άμεσης φορολογίας στα εισοδήματα φυσικών προσώπων κατά τρία δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ αντίθετα ο φόρος εισοδήματος για τα νομικά πρόσωπα, τις επιχειρήσεις παρέμεινε σταθερός. Ακόμη και τα ψίχουλα- αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις η κυβέρνηση τα παίρνει πίσω μέσω της φορολογίας, την αύξηση των τιμών των καυσίμων και τον πληθωρισμό. Οι απώλειες στα πραγματικά εισοδήματα τη διετία 2007-2008 κυμαίνονται κατά μέσον όσο στα 670 ευρώ. Παράλληλα ο υπερδανεισμός και οι κατασχέσεις (λόγω αδυναμίας εξόφλησης οφειλών) έχουν φέρει σε απόγνωση εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες. Στο ποσό ρεκόρ των 207,2 δισ. ευρώ ανήλθαν οι οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς τις τράπεζες στο τέλος Οκτωβρίου, ποσό που αντιστοιχεί στο 90,3% του αναθεωρημένου ΑΕΠ!

Παράλληλα η ανεργία (κυρίως στους νέους) διογκώνεται, ενώ η γενιά των 700 ευρώ και η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων κυριαρχούν σήμερα στην αγορά εργασίας. Οι νέοι βρίσκονται στο περιθώριο και έχουν πλέον αντιληφθεί ότι θα μεγαλώσουν με ανασφάλεια και οικονομική εξαθλίωση. Η ζωή μας πλέον είναι συνυφασμένη με την ανεξέλεγκτη ακρίβεια, τη σκληρή λιτότητα και την ανασφάλεια. Μέσα μας όλοι πιστεύουμε ότι έρχονται χειρότερες μέρες. Και γύρω μας δημιουργείται η νέα τάξη φτωχών. Οι νεόπτωχοι. Θύματα της οικονομικής κυβερνητικής πολιτικής.

Έντεκα χιλιάδες σκιές στη λαμπερή Αθήνα

Έλληνες και αλλοδαποί, γυναίκες και άντρες, άνεργοι ή οικονομικά κατεστραμμένοι, αποφυλακισμένοι και χρήστες ναρκωτικών – όλοι άστεγοι

Γιάννης Ελαφρός, εφ. Καθημερινή, 29/1/2006

«Δεν θέλουμε ελεημοσύνη! Μια δουλειά θέλουμε και μέχρι τότε μια κάρτα απόρου, για να μπορούμε να κάνουμε μερικά πράγματα χωρίς να μας εξευτελίζουν. Να μπαίνουμε στο λεωφορείο και να αγοράζουμε εφημερίδα», μας λέει ο Κώστας, άστεγος χρόνια, που έχει την «καβάντζα» του στο Σαράφειο.

«Όποιος θέλει να βρει ένα πιάτο φαΐ στην Αθήνα βρίσκει. Αλλά εμείς θέλουμε δουλειά». O Mισέλ είναι Γάλλος, αλλά ζει 22 χρόνια στην Ελλάδα. «Δεν είμαστε πρεζόνια», συμπληρώνει. Στο πρόχειρο κατάλυμά του, στην Kλαυθμώνος, φυλάει τα εργαλεία του. O Mισέλ κάνει μεροκάματα, σηκώνει μεγάλες διαφημιστικές πινακίδες, αλλά δεν φτάνουν τα χρήματα για σπίτι.

«Δεν θέλω να δακρύσω μπροστά σας. Αλλά χρειάζομαι βοήθεια». Ο Χάρης τσακώθηκε με τη γυναίκα του, πέρασε από τη φυλακή και τώρα προσπαθεί να ξανασταθεί στα πόδια του κάνοντας μεροκάματα, αφού ξέρει την τέχνη του μπογιατζή.

Οδοιπορικό στην Αθήνα, στη νύχτα των αστέγων, ένα από τα βράδια που προηγήθηκαν του χιονιά. Εκεί συναντήσαμε τις σκιές της πόλης. Παράξενες σκιές, που φαίνονται κυρίως τη νύχτα. Το πρωί χάνονται μέσα στη βουή του πλήθους, στις μαγικές βιτρίνες του απαστράπτοντος εκσυγχρονισμού και σε μια κυβερνητική εικόνα που θέλει να πιστεύει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα αστέγων στην Αθήνα. Κι όμως, όσο κι αν τους έκρυψαν «κάτω από το χαλί» πριν και κατά τη διάρκεια των Oλυμπιακών Aγώνων, οι άστεγοι εξακολουθούν να «μένουν» στη δική μας πόλη...

«Οι άστεγοι αυξάνονται διαρκώς. Δεν πρόκειται μόνο για αλλοδαπούς, αλλά και για Ελληνες που δεν τα καταφέρνουν», λέει στην «K» ο αντιδήμαρχος του Δήμου Αθηναίων και πρόεδρος του Ιδρύματος Αστέγων κ. Ελευθέριος Σκιαδάς. «Το πρόβλημα των αστέγων τώρα αρχίζει να εμφανίζεται στην Aθήνα. Προσπαθούμε να δράσουμε προληπτικά».

Oι άστεγοι και όσοι ζουν σε προσωρινά καταφύγια στην Aθήνα υπολογίζονται περίπου σε 11.000 (3.000 Ελληνες και 8.000 αλλοδαποί) από το Eυρωπαϊκό Παρατηρητήριο για την Ελλειψη Στέγης, που παραδέχεται όμως ότι υπάρχει έλλειψη αξιόπιστων επίσημων στοιχείων. Για την κ. Διαμαντούλα Βλαντώνη, κοινωνιολόγο εργαζόμενη στις υπηρεσίες στήριξης αστέγων της μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Κλίμακα», «η έλλειψη κρατικών ερευνών δεν είναι τυχαία, καθώς για τις κυβερνητικές υπηρεσίες δεν υφίσταται ουσιαστικό πρόβλημα». Κι όμως, η κατάσταση είναι δραματική. «Το 60% των αστέγων, από τους οποίους πήραμε συνεντεύξεις στο πλαίσιο δικής μας έρευνας, απαντά ότι έχει φάει από σκουπίδια, χωματερές και το δρόμο», μας λέει η κ. Βλαντώνη. «Ενα μικρό, αλλά όχι αμελητέο, ποσοστό μας απάντησε ότι είναι ικανό να κάνει μια αξιόποινη πράξη ή να αυτοτραυματιστεί για να περάσει ένα βράδυ στο κρατητήριο ή στο νοσοκομείο», συμπληρώνει.

Ποιοι είναι άστεγοι

Αστεγοι όμως δεν είναι μόνον όσοι είναι στο δρόμο. Οπως τονίζει η κ. Αρτεμις Καλαβάνου, κοινωνιολόγος από το Eλληνικό Δίκτυο για το Δικαίωμα στη Στέγη και στην Kατοικία ««άστεγος» σημαίνει να μην έχεις πρόσβαση σε αξιοπρεπή και ασφαλή στέγαση. Υπάρχουν άνθρωποι που μένουν σε καταλύματα που δεν έχουν ηλεκτρικό, ζεστό νερό, θέρμανση, τουαλέτα, μετανάστες που μένουν δέκα σε ένα δυάρι, κόσμος που μένει σε εγκαταλελειμμένα σπίτια, άλλοι που φιλοξενούνται σε άσχημες συνθήκες από συγγενείς ή προσωρινά σε ξενώνες».

Ποιοι όμως καταλήγουν στο δρόμο; Ενα πολύ μεγάλο ποσοστό προέρχεται από τα ψυχιατρικά ιδρύματα, αφού τους δίνουν εξιτήριο χωρίς καμία πρόνοια για τη συνέχεια. Πολλοί είναι αποφυλακισμένοι, απόκληροι χρήστες ναρκωτικών, ενώ πληθαίνουν τα άμεσα θύματα του «κοινωνικού πολέμου» της οικονομικής ανάπτυξης: κατεστραμμένοι από δάνεια και κάρτες, απολυμένοι λίγο πριν από τη συνταξιοδότηση, χαμηλοσυνταξιούχοι. Οι γυναίκες πληρώνουν βαρύ τίμημα. Πολλές κακοποιημένες από τους άνδρες τους, άλλες μοναχές τους με τα παιδιά...

Όσο κι αν μοιάζει άλμα στο κενό, το πέρασμα από την κανονική στέγη στο δρόμο δεν είναι και τόσο απίθανο. Παρά το γεγονός ότι η Eλλάδα έχει πολύ μεγάλο ποσοστό ιδιοκατοίκησης (74%) και η οικογένεια προφυλάσσει από τα χειρότερα, οι σύγχρονες κοινωνικές καταστάσεις διαρρηγνύουν επώδυνα τα προστατευτικά δίχτυα.

Κράτος και Δήμοι

Απέναντι σε αυτή την αυξανόμενη απειλή η ελληνική πολιτεία και οι υπόλοιποι φορείς μάλλον χρησιμοποιούν ασπιρίνες για τη... γρίπη των φτωχών. Δομές αποκατάστασης και επανένταξης, αντιμετώπισης των ειδικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν (π.χ. χρήστες ναρκωτικών, πάσχοντες από κατάθλιψη), παραμένουν ζητούμενο.

Όπως και η υλοποίηση της υποχρέωσης του Δημοσίου να καλύψει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στη στέγη. Σήμερα στην Ελλάδα δεν υπάρχει ο θεσμός της κοινωνικής κατοικίας (που ευδοκιμεί σε πολλές χώρες της Eυρώπης), που θα κατασκευάζεται με έξοδα του κράτους ή των δήμων και στις οποίες θα στεγάζονται άνθρωποι που έχουν ανάγκη. «Xρειάζεται άμεσα νομοθετική παρέμβαση για τη θέσπιση της κοινωνικής κατοικίας, για επιδότηση τέτοιων κατασκευών ή για τη δέσμευση ορισμένων διαμερισμάτων από τις καινούργιες που γίνονται», λέει ο κ. Σπύρος Ψύχας, από την μη κυβερνητική οργάνωση Αρσις. «Και στην Αθήνα υπάρχουν πολλά εγκαταλελειμμένα κτίρια, που θα μπορούσαν να μετατραπούν σε κοινωνική κατοικία», λέει η κ. Kαλαβάνου.

Οι πιο φτωχοί της Ευρώπης

Κώστας Μοσχονάς, εφ. Ελευθεροτυπία, 19/1/2006

Μπορεί η φτώχεια να φέρνει τη στέρηση, αλλά η στέρηση δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι κάποιος είναι φτωχός. Στην Ελλάδα, όμως, τα έχουμε και τα δύο. Είμαστε πρώτοι σε ποσοστό πληθυσμού που πλήττεται από τη φτώχεια και δεύτεροι σε στερήσεις βασικών ανέσεων της εποχής μας, τουλάχιστον με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα.

Όπως προκύπτει, λοιπόν, από τα κοινοτικά στοιχεία, ένας στους πέντε Έλληνες βρίσκεται στα πρόθυρα της φτώχειας. Τα νοικοκυριά στη χώρα μας των οποίων τα εισοδήματα δεν υπερβαίνουν το 60% του μέσου εθνικού όρου εισοδημάτων αντιστοιχούν στο 21% του πληθυσμού. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη των «25», παρέα με τη Σλοβακία και την Ιρλανδία. Δεύτερη είναι η Πορτογαλία με ποσοστό 20% και τρίτη η Ιταλία με 19%.

Από πλευράς στοιχειωδών ανέσεων, ένας στους τρεις Έλληνες τις στερείται. Συγκεκριμένα, μόνο το 38% του πληθυσμού έχει τη δυνατότητα να πάει μία εβδομάδα διακοπές σε ξενοδοχείο κάθε χρόνο, να πληρώσει το ενοίκιο του σπιτιού ή τη δόση του δανείου χωρίς καθυστερήσεις, να μπορεί να έχει ως γεύμα κάθε δύο ημέρες κοτόπουλο, κρέας ή ψάρι και να έχει επαρκή θέρμανση στο σπίτι του. Πρόκειται για το χαμηλότερο ποσοστό με εξαίρεση την Πορτογαλία. Το 26% του ελληνικού πληθυσμού δεν μπορεί να καλύψει οικονομικά τουλάχιστον μία από τις προαναφερθείσες «ανέσεις», το 21% έχει τη δυνατότητα να καλύψει δύο και το 9% τρεις.

Επίσης, το 12% των Ελλήνων αδυνατεί να αγοράσει αυτοκίνητο, δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό μετά την Πορτογαλία (17%). Όσον αφορά «ανέσεις» που έχουν σχέση με την κατοικία (έλλειψη υγρασίας, ηλιοφάνειας, εσωτερικής τουαλέτας...), το 27% δηλώνει ότι τις στερείται. Το αντίστοιχο ποσοστό των Πορτογάλων είναι 39%.

Από την άλλη πλευρά, άλλο φτωχός στη Σουηδία ή στη Δανία και άλλο στην Ελλάδα. Στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά το 20% αντιμετωπίζει επίσης το φάσμα των στερήσεων, ενώ στη χώρα μας το ποσοστό φτάνει στο 60%...

«Πρωταθλητές» και στη φτώχεια

Ηλίας Γεωργάκης, εφ. Τα Νέα, 27/9/2005

Ένας στους πέντε Έλληνες (21%) ζει κάτω από το όριο

Πρωταθλητές και στη φτώχεια αποδεικνύονται οι Έλληνες. Μετά την πρωτιά στην ανεργία, τους χαμηλούς μισθούς, τον πληθωρισμό και το δημοσιονομικό έλλειμμα, και στη φτώχεια η χώρα μας κατατάσσεται -όπως και η Πορτογαλία -σταθερά στις χαμηλότερες θέσεις.

H Ελλάδα και η Πορτογαλία, μεταξύ των χωρών της E.E., εμφανίζουν υψηλά ποσοστά φτωχών αφού το 21% των Ελλήνων -περίπου 2,2 εκατομμύρια άτομα -ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατίθενται στην έκδοση του Ινστιτούτου Κοινωνικής Πολιτικής (ΙΝΚΠΟ) του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών -με τον τίτλο «Κοινωνικό πορτρέτο της Ελλάδας 2003-2004» -η οποία παρουσιάστηκε χθες:

* Οι «εργαζόμενοι φτωχοί» είναι 640.000 άτομα. Το όριο της φτώχειας ενός μονομελούς νοικοκυριού αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα 4.800 ευρώ, ενώ για ένα τετραμελές νοικοκυριό ανέρχεται σε 10.800 ευρώ (τιμές 2002). H φτώχεια βέβαια σχετίζεται άμεσα με την ανεργία, καθώς όσοι εργάζονται είναι «λιγότερο» φτωχοί (μόνο 15,7% των εργαζομένων εμφανίζεται ως φτωχό), ενώ στους ανέργους το ποσοστό σχεδόν διπλασιάζεται 28,10%. Ευπαθείς κατηγορίες είναι οι συνταξιούχοι (26,30% φτωχοί), αλλά και οι ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών (28,10%) και τα πολυμελή νοικοκυριά (από 5-7 και άνω μέλη, σε ποσοστά από 25%-55%).

* Το 2001 το 19,6% του πληθυσμού της Ελλάδας είχε εισόδημα μικρότερο του 60% του συνολικού διαμέσου, ισοδύναμου, εισοδήματος.

* Σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα πληρωμής ικανοποιητικής θέρμανσης στην κατοικία, το 40% των «φτωχών» νοικοκυριών δηλώνει ότι δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί, σε αντίθεση με τα «μη φτωχά» όπου το ποσοστό είναι μόνο 14%.

* Σχετικά με τη δυνατότητα αντιμετώπισης έκτακτων αλλά αναγκαίων δαπανών, το 66% των φτωχών απαντά αρνητικά, σε αντίθεση με τους «μη φτωχούς» όπου το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 19,6%.

* Τα «φτωχά» νοικοκυριά στη συντριπτική τους πλειονότητα (79,3%) δεν προβαίνουν στη σύναψη δανείων (π.χ. για αγορά αυτοκινήτου, οικοσκευής, διακοπών, τοκετού). H αντίστοιχη αναλογία των «μη φτωχών» είναι σαφώς μικρότερη (43,4%).

Διευρύνονται οι ανισότητες ΠΡΙΝ από 20 χρόνια, το ακαδημαϊκό έτος 1984-1985 οι πρωτοετείς φοιτήτριες κατάγονταν σε ποσοστό 56,55% από οικογένειες όπου ο πατέρας ασκούσε μη χειρωνακτικό επάγγελμα, σε ποσοστό 22,95% από οικογένειες όπου ο πατέρας ήταν εργατοτεχνίτης, σε ποσοστό 13,77% από οικογένειες με πατέρα αγρότη και σε ποσοστό μόλις 0,21% από οικογένειες με πατέρα άνεργο. H κατάσταση το 1999-2000 όχι μόνο δεν έχει βελτιωθεί, αλλά οι ανισότητες έχουν διευρυνθεί, καθώς το 62,73% των πρωτοετών φοιτητριών προέρχεται από οικογένειες με πατέρα μη χειρωνάκτη, το 24,75% από οικογένειες με πατέρα εργατοτεχνίτη, το 5,88% από οικογένειες με πατέρα αγρότη και το 1,01% από οικογένειες με πατέρα άνεργο.

H Eλλάδα πρώτη στη φτώχεια του συνόλου του πληθυσμού στην E.E.-15

Mανόλης Γ. Δρεττάκης, εφ. Καθημερινή, 7/8/2005

Mε βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Στατιστικής Yπηρεσίας της Eυρωπαϊκής Eνωσης (E.E.) –της Eurostat– η Eλλάδα μαζί με την Iρλανδία κατείχε το 2003 την πρώτη θέση ανάμεσα στα κράτη-παλαιά μέλη της E.E. (E.E.-15) στη φτώχεια του συνολικού πληθυσμού μετά τις κοινωνικές παροχές. Mε βάση τα ίδια στοιχεία την τελευταία (την καλύτερη) θέση κατείχε η Δανία (ο σχετικός δείκτης είναι το ποσοστό του πληθυσμού που έχει κατά κεφαλήν εισόδημα μετά τις κοινωνικές παροχές μικρότερο από το 60% του μέσου κατά κεφαλήν εισοδήματος σε καθεμιά χώρα).

H Eurostat, εκτός από τα στοιχεία για τον συνολικό πληθυσμό, έδωσε στα τέλη Aπριλίου και τα ποσοστά φτώχειας κατά φύλο για τους απασχολουμένους, τους ανέργους και τους συνταξιούχους το έτος 2001. Στο παρόν άρθρο εξετάζουμε τα ποσοστά αυτά για τα κράτη-μέλη και την E.E.-15 ως σύνολο για τους άνδρες και γυναίκες μαζί, προκειμένου να εντοπίσουμε σε ποιες από τις τρεις αυτές ομάδες οφείλεται η «πρωτιά» της χώρας μας στη φτώχεια. Στα σχετικά σχόλιά μας θα αναφερθούμε και στις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες, δεδομένου ότι ο χώρος του άρθρου αυτού δεν επιτρέπει την παράθεση όλων των σχετικών στοιχείων.

Tα στοιχεία της Eurostat

Στον πίνακα που ακολουθεί δίνονται τα ποσοστά φτώχειας στους απασχολουμένους (1η στήλη), στους ανέργους (2η στήλη) και στους συνταξιούχους (3η στήλη) στα κράτη-μέλη και στην E.E.-15 ώς σύνολο το έτος 2001.

Aπό τον πίνακα αυτόν φαίνεται ότι ανάμεσα στα κράτη-μέλη της E.E.-15 το έτος 2001:

- Στους απασχολουμένους η Eλλάδα είχε το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας και η Δανία το χαμηλότερο. Σε εννιά κράτη-μέλη και στην E.E.-15 ως σύνολο το ποσοστό αυτό ήταν υψηλότερο στους άνδρες απ’ ό,τι στις γυναίκες, σε τρία ίσο και σε τρία χαμηλότερο. H Eλλάδα είχε το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας στους άνδρες και στις γυναίκες χωριστά (στις γυναίκες ελαφρά υψηλότερο απ’ ό,τι στους άνδρες).

- Στους ανέργους η Iρλανδία είχε το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας και η Σουηδία το χαμηλότερο (η Eλλάδα κατείχε την πέμπτη θέση). Σε 12 κράτη-μέλη το ποσοστό αυτό ήταν υψηλότερο στους άνδρες απ’ ό,τι στις γυναίκες και σε δύο χαμηλότερο (δεν υπάρχουν στοιχεία κατά φύλο για το Λουξεμβούργο). Tο υψηλότερο ποσοστό στους άνδρες είχε η Iρλανδία και το χαμηλότερο η Oλλανδία, ενώ στις γυναίκες το υψηλότερο ποσοστό είχε η Iταλία και το χαμηλότερο η Σουηδία (η Eλλάδα κατείχε την έκτη θέση στους άνδρες και την τέταρτη στις γυναίκες).

- Στους συνταξιούχους η Iρλανδία είχε το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας και η Oλλανδία το χαμηλότερο (η Eλλάδα κατείχε τη δεύτερη θέση). Σε 12 κράτη-μέλη το ποσοστό φτώχειας ήταν χαμηλότερο στους άνδρες απ’ ό,τι στις γυναίκες και σε τέσσερα χαμηλότερο. Στους άνδρες και γυναίκες χωριστά την πρώτη θέση κατείχε η Iρλανδία και τη δεύτερη η Eλλάδα.

Aπό τη σύγκριση των τριών στηλών του πίνακα φαίνονται τα ποσοστά φτώχειας:

- Tων ανέργων ήταν πολύ πιο υψηλά από εκείνα των απασχολουμένων σε όλα τα κράτη-μέλη και στην E.E.-15 ως σύνολο. H μεγαλύτερη διαφορά στα ποσοστά ανέργων-απασχολουμένων υπήρχε στην Iρλανδία και η μικρότερη στη Σουηδία (η Eλλάδα βρισκόταν στην όγδοη θέση).

- Tων συνταξιούχων ήταν πιο υψηλά από εκείνα των απασχολουμένων σε 13 από τα 15 κράτη-μέλη (εξαίρεση αποτελούν το Λουξεμβούργο, στο οποίο τα ποσοστά ήταν ίσα, και η Oλλανδία, στην οποία τα ποσοστά φτώχειας ήταν υψηλότερα στους απασχολουμένους απ’ ό,τι στους συνταξιούχους. Aνάμεσα στα 13 κράτη η μεγαλύτερη διαφορά υπήρχε στην Iρλανδία και η μικρότερη στην Iταλία (η Eλλάδα βρισκόταν στην τρίτη θέση).

- Tων ανέργων ήταν πιο υψηλά από εκείνα των συνταξιούχων σε 14 από τα 15 κράτη-μέλη (εξαίρεση αποτελεί η Δανία, στην οποία τα ποσοστά ήταν ίσα). Aνάμεσα στα 14 κράτη η μεγαλύτερη διαφορά στα ποσοστά ανέργων-συνταξιούχων υπήρχε στο Λουξεμβούργο και η μικρότερη στη Φινλανδία (η Eλλάδα βρισκόταν στην 11η θέση).

H πρώτη θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της E.E.-15, την οποία κατείχε η χώρα μας (μαζί με την Iρλανδία) το 2003 στη φτώχεια του συνολικού πληθυσμού μετά τις κοινωνικές παροχές, εξηγείται από το γεγονός ότι –όπως φάνηκε από τα όσα προαναφέρθηκαν– κατείχε το 2001 την πρώτη θέση στο ποσοστό φτώχειας στους απασχολουμένους, δηλαδή στην πολυπληθέστερη ομάδα του πληθυσμού, και τη δεύτερη θέση στους συνταξιούχους, την αμέσως επόμενη.

Oι αιτίες

Tο πολύ υψηλό ποσοστό φτώχειας στη χώρα μας οφείλεται στο ότι:

α) H μεγάλη πλειονότητα των απασχολουμένων έχει πολύ χαμηλούς μισθούς και ημερομίσθια, καθώς και στο ότι ένα σημαντικό ποσοστό των εργαζομένων είναι αλλοδαποί, οι οποίοι δεν έχουν πλήρη απασχόληση και τα ημερομίσθια πολλών από αυτούς είναι πολύ χαμηλά.

β) H ακόμη μεγαλύτερη πλειονότητα των συνταξιούχων (κυρίως του OΓA και η μεγάλη πλειονότητα των συνταξιούχων του IKA) έχει πάρα πολύ χαμηλές συντάξεις, και κυρίως στο ότι:

γ) Oι κοινωνικές παροχές (στους ανέργους, στους χαμηλοσυνταξιούχους, στους πολύτεκνους, στα άτομα με ειδικές ανάγκες κ.λπ.) είναι ελάχιστες και ανεπαρκείς. Aπόδειξη το γεγονός ότι το 2001, με βάση τα στοιχεία της Eurostat, η Eλλάδα κατείχε την όγδοη θέση στη φτώχεια πριν από τις κοινωνικές παροχές, ενώ μετά τις γλίσχρες κοινωνικές παροχές «ανέβαινε» στη δεύτερη θέση. Aντίθετα, χώρες που κατείχαν ορισμένες από τις πρώτες θέσεις στη φτώχεια πριν από τις κοινωνικές παροχές, βελτίωναν τη θέση τους έπειτα από αυτές και καταλάμβαναν μια από τις τελευταίες (τις καλύτερες). Tο πιο ακραίο παράδειγμα είναι εκείνο της Δανίας, η οποία το 2001 βρισκόταν στη δεύτερη θέση στη φτώχεια πριν από τις κοινωνικές παροχές, ενώ –χάρη στις γενναιόδωρες κοινωνικές παροχές της– καταλάμβανε, όπως προαναφέρθηκε, την τελευταία (την καλύτερη) θέση έπειτα από αυτές.

Γενναία μέτρα

Tα υψηλά ποσοστά φτώχειας είναι ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα της χώρας μας, του οποίου τη σημασία, δυστυχώς, δεν την έχουμε, ως κοινωνία, συνειδητοποιήσει πλήρως και οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις δεν το έχουν τοποθετήσει ανάμεσα στις προτεραιότητές τους. Oι δυσμενείς, όμως, κοινωνικές, οικονομικές κ.λπ. επιπτώσεις του προβλήματος αυτού είναι πολλές και ορατές. Mια από αυτές είναι το γεγονός ότι η φτώχεια είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες στους οποίους οφείλεται η υπογεννητικότητα στη χώρα μας.

H ριζική αντιμετώπιση της φτώχειας στη χώρα μας απαιτεί πολύπλευρους χειρισμούς, που πρέπει να στηριχθούν σε μια αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη της οικονομίας τα επόμενα χρόνια με ρυθμούς τουλάχιστον διπλάσιους εκείνους της E.E.-15 ως συνόλου. Xάρη σε μια τέτοια ανάπτυξη θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και μείωση της ανεργίας, καθώς και βελτίωση των αποδοχών των εργαζομένων. Mια τέτοια ανάπτυξη, σε συνδυασμό με μια σωστή δημοσιονομική πολιτική, θα δώσει τη δυνατότητα ουσιαστικής βελτίωσης και των συντάξεων. Παράλληλα, θα πρέπει να ληφθούν όλα τα αναγκαία (νομοθετικά, διοικητικά κ.λπ.) μέτρα (π.χ. καθιέρωση νέων κοινωνικών παροχών, αύξηση των σημερινών κ.λπ. με ανάλογες προβλέψεις στον κρατικό προϋπολογισμό για τη χρηματοδότησή τους). Mόνο με τον συνδυασμό των παραπάνω μέτρων θα πάψει η χώρα μας να έχει τη θλιβερή «πρωτιά» στην E.E.-15 στη φτώχεια μετά τις κοινωνικές παροχές.

Πιο πολλή φτώχεια στον πλανήτη Γη

Μιχάλης Μητσός, εφ. Τα Νέα, 10/9/2005

Πώς ακριβώς πρέπει να μετριέται η φτώχεια; Τι νόημα έχει να θεωρούμε φτωχό κάποιον που ζει με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα και όχι κάποιον που ζει με ενάμισι δολάριο την ημέρα; Είναι ένα από τα ερωτήματα που απασχολούν τους ακαδημαϊκούς την ώρα που οι παγκόσμιοι ηγέτες ετοιμάζονται, μετ' εμποδίων και καβγάδων, για τη σύνοδο του ΟΗΕ που θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη εβδομάδα στη Νέα Υόρκη.

«Το θεμελιώδες ερώτημα», λέει ο Καναδός φιλόσοφος Τζον Ράλστον Σολ στο «Τέλος της Παγκοσμιοποίησης», το βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα, «είναι αν παρόμοιες στατιστικές θεωρήσεις, όπως το όριο του ενός δολαρίου την ημέρα, αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα μέσα στην οποία ζουν οι πραγματικοί άνθρωποι. Στο κάτω-κάτω, ένας άνθρωπος που ζει με τρία δολάρια την ημέρα σε μια φτωχογειτονιά του Λάγος που ανθεί η βία, μπορεί να τα βγάζει πέρα πολύ πιο δύσκολα από κάποιον που ζει με ένα δολάριο την ημέρα σε μια ήρεμη φτωχογειτονιά όπως το Κλονγκ Τόι της Μπανγκόκ».

Ένας από τους οκτώ Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας, που έθεσε ο ΟΗΕ το 2000, είναι να μειωθεί στο ήμισυ έως το 2015 ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, ο αριθμός αυτός μειώθηκε από 1,5 δισεκατομμύριο το 1981 σε 1,1 δισεκατομμύριο το 2001 - τάση που αντανακλά κατά κύριο λόγο την οικονομική άνοδο της Κίνας και της Ινδίας. Στην ίδια έκθεση όμως, η Παγκόσμια Τράπεζα προσθέτει πως ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν με λιγότερο από δύο δολάρια την ημέρα αυξήθηκε από 2,4 δισεκατομμύρια το 1981 στα 2,7 δισεκατομμύρια το 2001. «Οι 1,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι στο ενδιάμεσο, ανάμεσα στα όρια του ενός και των δύο δολαρίων, εξακολουθούν να είναι πολύ φτωχοί και παραμένουν ευάλωτοι», αναφέρει. Αν λοιπόν δεχθούμε ως «όριο της φτώχειας» τα δύο αντί για το ένα δολάριο την ημέρα, όπως άλλωστε επιθυμούν πολλοί αναλυτές, τότε πρέπει παράλληλα να δεχθούμε πως η παγκόσμια φτώχεια αυξάνεται: στην πραγματικότητα, σε έκθεση που δημοσίευσε την Τετάρτη το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα του ΟΗΕ εκτίμησε πως αν συνεχιστεί η παρούσα τάση, τότε έως το 2015 θα ζουν με δύο δολάρια την ημέρα 1,7 δισεκατομμύρια περισσότεροι άνθρωποι.

Πάντως ένα πράγμα είναι βέβαιο: σε ό,τι αφορά την Αφρική, ο φιλόδοξος στόχος του ΟΗΕ με ορίζοντα το 2015 είναι ήδη καταδικασμένος. Από 164 εκατομμύρια που ήταν το 1981, ο αριθμός των Αφρικανών που ζουν σε συνθήκες ακραίας ένδειας έφθασε το 2001 τα 313 εκατομμύρια. Και αυτό, όπως και να μετρήσει κανείς τη φτώχεια, δεν μπορεί παρά να είναι δυσοίωνο.

LINK: http://diastaseis.blogspot.com

2.000.000 Έλληνες κάτω από το όριο της φτώχειας

Κώστας Τσουπαρόπουλος, εφ. Ελευθεροτυπία, 13/10/2004

Ο χάρτης της κοινωνικής ανισότητας στην Ελλάδα του 21ου αιώνα δίνεται με την έρευνα για τη φτώχεια, τον αποκλεισμό και τις κοινωνικές ανισότητες.

Την παρουσίασαν από κοινού χθες η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία και το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, στην αίθουσα συνεδρίων της ΕΣΗΕΑ, με παρόντα έναν μόνο βουλευτή εκ των 300, τον Γιάννη Δραγασάκη (ΣΥΝ). Ο χάρτης αυτός συμπληρώνεται με άλλη έρευνα που δείχνει ότι στελέχη μεγάλων επιχειρήσεων στην Ελλάδα εισπράττουν ετησίως 700.000 ευρώ ως αμοιβή. Κατά την έρευνα της ΕΣΥΕ και του ΕΚΚΕ, 2 εκατ. Ελληνες ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, που είναι 4.800 ευρώ το χρόνο.

Στοιχεία του 2002

Τα στοιχεία της έρευνας για τη φτώχεια παρουσίασαν χθες ο γεν. γραμματέας της ΕΣΥΕ Μ. Κοντοπυράκης, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής Πολιτικής του ΕΚΚΕ, καθηγητής Ι. Σακέλλης, και οι ερευνητές της ΕΣΥΕ Γ. Ντούρος και Ειρήνη Σαράντη.

Συνταρακτικό και επίκαιρο στοιχείο της έρευνας (η οποία, μάλιστα, αναφέρεται σε εισοδήματα του 2002) είναι ότι το 40% των φτωχών «νοικοκυριών» δηλώνει ότι δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις δαπάνες για ικανοποιητική θέρμανση της κατοικίας του, σε αντίθεση με τα «μη φτωχά» όπου το ποσοστό που δεν μπορεί να ανταποκριθεί είναι μόνο 14%.

Η φτώχεια θέλει τηλεόραση

Από την άλλη πλευρά, είναι πασιφανές ότι όσο περισσότερο ανεπτυγμένη είναι η οικονομία τόσο καλύτερο είναι το επίπεδο «ευημερίας» ακόμη και για τα «φτωχά» νοικοκυρά. Ετσι, στην Ελλάδα το 45,76% των «φτωχών» νοικοκυριών διαθέτει Ι.Χ. επιβατικό ή Ι.Χ. φορτηγό αυτοκίνητο (το 65% του συνόλου το διαθέτει επίσης). Επίσης το σύνολο σχεδόν των «φτωχών» νοικοκυριών (95%) διαθέτει έγχρωμη τηλεόραση και σταθερό ή κινητό τηλέφωνο.

Στοιχείο που δείχνει τη μεγάλη κοινωνική ανισότητα είναι ότι το υψηλότερο εισοδηματικό κλιμάκιο του πληθυσμού έχει το 26,87% του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ το χαμηλότερο (φτωχότερο) κλιμάκιο έχει μόλις το 1,67% του εισοδήματος.

Τα άλλα ευρήματα της έρευνας είναι:

* Το όριο φτώχειας για νοικοκυριό με δύο ενήλικες και δύο παιδιά αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα 10.080 ευρώ (σε τιμές 2002). Το ίδιο όριο για μονομελές νοικοκυριό αντιστοιχεί σε ετήσιο εισόδημα 4.800 ευρώ.

* Μόλις το 15,7% από το συνολικό πληθυσμό απασχολουμένων εμφανίζεται ως φτωχό.

Θύματα άνεργοι, συνταξιούχοι

* Η αντίστοιχη αναλογία στην κατηγορία των ανέργων υπολογίζεται σε 28,10%. Ανάμεσα στις ομάδες υψηλού κινδύνου φτώχειας, συμπεριλαμβάνεται και η περίπτωση των συνταξιούχων (26,30%) και κυρίως των ηλικιωμένων άνω των 65 ετών (28,10%).

Το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης φαίνεται να αποτελεί ένα δίχτυ προστασίας.

* Στο σύνολο των φτωχών νοικοκυριών οι περιπτώσεις των υπευθύνων με μεταπτυχιακό τίτλο ή διδακτορικό καλύπτει μόλις το 0,20% της συνολικής φτώχειας.

* Αντιθέτως, μεταξύ των νοικοκυριών με υπεύθυνο ο οποίος δεν πήγε καθόλου σχολείο, περισσότερο βάρος εμφανίζεται στην κατηγορία των φτωχών με αναλογία 6,70% (από το σύνολο των φτωχών), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην κατηγορία των μη φτωχών είναι μόλις 1,60%.

Φτωχοί οι πολύτεκνοι

Ιδιαίτερα ευπαθή φαίνεται να είναι και τα πολυμελή νοικοκυριά:

* Με 5 μέλη (ποσοστό φτώχειας 25,40%)

* Με 6 μέλη (ποσοστό φτώχειας 36,6%)

* Με 7 και άνω μέλη (ποσοστό φτώχειας 55,2%).

Από τα στοιχεία της έρευνας υπολογίζεται και μια σειρά από μη οικονομικούς δείκτες αποστέρησης, στοιχεία αποκλεισμού από το κοινωνικό κράτος (χρήση κοινωνικών υπηρεσιών):

* Μεγάλη αναλογία φτωχών (22,06%) φαίνεται να αντιμετωπίζει οικονομική δυσκολία απόκτησης διαρκών καταναλωτικών αγαθών, όπως π.χ. Ι.Χ. επιβατικό ή Ι.Χ. φορτηγό

* Η αντίστοιχη δυσκολία εμφανίζεται στο 12,57% των μη φτωχών νοικοκυριών.

* Αντιθέτως, δεν φαίνεται να υπάρχουν δυσκολίες απόκτησης τηλεφώνου ή έγχρωμης τηλεόρασης και στις δύο ομάδες (φτωχοί - μη φτωχοί).

Δεν αντέχουμε τα... έκτακτα

Ένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικό είναι η υψηλή αναλογία φτωχών νοικοκυριών (79,3%) τα οποία δεν επιλέγουν τη λήψη δανείου για την απόκτηση αγαθών, καθώς η αντίστοιχη αναλογία στην περίπτωση των μη φτωχών είναι 43,40%. Ακόμη φαίνεται ότι οι φτωχοί σε μεγαλύτερη αναλογία (66,4%) από ό,τι οι μη φτωχοί (42%) δηλώνουν αδυναμία αντιμετώπισης έκτακτων αλλά αναγκαίων δαπανών.

Με εξαίρεση το νοσοκομείο ή το Κέντρο Υγείας όπου έγινε χρήση από το 51,55% των φτωχών και το 41,78% των μη φτωχών, δεν γίνεται άλλη ουσιαστική χρήση κοινωνικών υπηρεσιών. Ως κύριος λόγος μη χρήσης υπηρεσιών προβάλλεται η υπερβολική γραφειοκρατία τόσο στην περίπτωση των μη φτωχών (26,50%) όσο και στην περίπτωση των φτωχών (20,84%) και η έλλειψη πληροφόρησης.

Μεγάλο ποσοστό φτωχών νοικοκυριών δηλώνει ότι αντιμετωπίζει τις συνήθεις ανάγκες με μεγάλη δυσκολία (32,86%) ή με δυσκολία (37,06%), όταν μόνο το 13,57% από το σύνολο των μη φτωχών δηλώνει για τον ίδιο λόγο ότι αντιμετωπίζει μεγάλη δυσκολία ή δυσκολία (28,67%).

Η παροχή κοινωνικής βοήθειας από το κράτος αφορά αναλογία 2,7% των μη φτωχών και 3,25% των φτωχών. Αντιθέτως οι οικονομικές μεταβιβάσεις από άλλα νοικοκυριά εμφανίζονται σε αναλογία 9,82% στους μη φτωχούς και σχετικά υψηλότερη στους φτωχούς (12,18%).

Η φτώχεια απειλεί 1 στους 5 Έλληνες

Μπάμπης Μιχάλης, εφ. Ελευθεροτυπία, 18/12/2003

Παρά το γεγονός ότι η φτώχεια μειώθηκε στην Ελλάδα κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες από το 1995, στα τέλη του 2001 ένας στους πέντε Ελληνες ζούσε με αυτήν την απειλή.

Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της κοινής έκθεσης για την κοινωνική ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η χώρα μας κάνει σοβαρή προσπάθεια για την επέκταση και τη βελτίωση του κοινωνικού συστήματος προστασίας τα τελευταία χρόνια. Κάτι το οποίο αντανακλάται από την αύξηση των δαπανών για κοινωνική πρόνοια ως ποσοστό του ΑΕΠ από 22,9% το 1991 σε 26,4% το 2000.

Ωστόσο στα τέλη του 2001 το ύψος της φτώχειας (20%) παρέμενε πολύ υψηλότερα από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (15%) και ήταν το τρίτο υψηλότερο επίπεδο μεταξύ των 15 χωρών μετά τις Ιρλανδία (21%) και Πορτογαλία (20%). Τα στοιχεία της έκθεσης για το 2001 αποκαλύπτουν ότι η επίδραση των συντάξεων και των άλλων κοινωνικών παροχών στη μείωση του κινδύνου φτώχειας ήταν καθοριστική για το 19% του πληθυσμού. Χωρίς αυτές, ο κίνδυνος της φτώχειας θα είχε αυξηθεί στο 39% του πληθυσμού. Ωστόσο η επίδραση αυτή είναι πολύ μικρότερη από το μέσο όρο επίδρασης των αντίστοιχων παροχών στην Ε.Ε. (24%). Επιπλέον, η επίδραση κοινωνικών παροχών άλλων εκτός των συντάξεων στη μείωση του κινδύνου της φτώχειας ήταν μόνο 3% στην Ελλάδα, έναντι του μέσου όρου 9% στην Ε.Ε.

Η Επιτροπή αναμένει ότι οι υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης των τελευταίων ετών στην Ελλάδα σε συνδυασμό με την αύξηση των δαπανών για κοινωνική πολιτική όπως και η συνεχιζόμενη δημιουργία θέσεων εργασίας θα δημιουργήσει ένα καλύτερο περιβάλλον για την αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.

Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης

Τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό 2001-2003 βρίσκονται σε εφαρμογή, όμως το επίπεδο επιτυχίας τους δεν έχει διαπιστωθεί ακόμη. Οι πρώτες ενδείξεις είναι πάντως ότι η αποτελεσματικότητά τους βελτιώνεται. Το Σχέδιο Δράσης 2003-2005, που αποτελεί μέρος της στρατηγικής σύγκλισης της Ελλάδας με την Ε.Ε., στηρίζεται σε α) γενικές πολιτικές, ειδικά στο χώρο της οικονομικής ανάπτυξης και των διαρθρωτικών αλλαγών προκειμένου να διατηρηθεί η αύξηση των κοινωνικών δαπανών και αναδιανομής, β) ειδικές πολιτικές για την αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Παρεμβάσεις προτείνονται στην ύπαιθρο, τους ηλικιωμένους, το χώρο πρόσβασης στην απασχόληση και την ποιότητα της διαχείρισης.

Αυτά τα μέτρα αντανακλούν τη συνέχεια της προσπάθειας για την ενίσχυση του κοινωνικού συστήματος προστασίας, διαπιστώνει η Επιτροπή. Η Κομισιόν προειδοποιεί όλες τις χώρες ότι η αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού εξακολουθεί να αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα για την Ε.Ε. σήμερα. Τονίζει ότι 55 εκατ. Ευρωπαίοι και ένα στα πέντε παιδιά κινδυνεύουν σήμερα από τη φτώχεια.

H ευημερία... της φτώχειας

Χρήστος Κάτσικας, εφ. Τα Νέα, 8/1/2004

Στην τελική διακήρυξη του «Γύρου της Ουρουγουάης» που υπογράφηκε στο Μαρακές πριν από δέκα ακριβώς χρόνια και που επικύρωνε τους καινούργιους κανόνες του παγκοσμίου εμπορίου (στην καλούμενη «εποχή της παγκοσμιοποίησης»), οι υπογράφοντες χαιρέτιζαν την αρχή μιας «νέας εποχής οικονομικής συνεργασίας... ένα αποτέλεσμα ιστορικό... που θα ενδυναμώσει την παγκόσμια οικονομία και θα συμβάλει σε μιαν αύξηση των συναλλαγών, των επενδύσεων, της απασχόλησης και του πλούτου σε όλο τον κόσμο».

Μόλις δέκα χρόνια μετά, σήμερα, απανωτές εκθέσεις διεθνών οργανισμών έρχονται με τραγικό τρόπο να διαψεύσουν την παραπάνω πρόβλεψη. Σύμφωνα με την Έκθεση του ΟΗΕ, τα τελευταία 4 χρόνια οι 200 πλουσιότεροι του κόσμου έχουν αποκτήσει περιουσίες αξίας περίπου 1.000 δισ. δολαρίων, ενώ 1,3 δισ. άνθρωποι ζουν με λιγότερο από 1 δολάριο την ημέρα.

Η απόκλιση γίνεται ακόμη πιο φανερή αν σκεφτεί κανείς ότι το άθροισμα της περιουσίας των 3 πλουσιοτέρων ανθρώπων της γης ­ του Μπιλ Γκέιτς, του σουλτάνου του Μπρουνέι και του κατόχου των σούπερ μάρκετ Robert Walton ­ είναι μεγαλύτερο απ' τα εισοδήματα συνολικά 600 εκατομμυρίων κατοίκων των 43 φτωχότερων χωρών του πλανήτη.

H Έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Καταναλωτών που δόθηκε στη δημοσιότητα δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Χαρακτηριστική είναι η ακόλουθη παράγραφος: «Κάτω από συνθήκες φτώχειας ζουν 1,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο. Γι' αυτούς το να πιουν ένα ποτήρι νερό που δεν είναι μολυσμένο, να φάνε περισσότερο από ένα γεύμα την ημέρα, να χρησιμοποιήσουν το λεωφορείο για να διανύσουν μια μικρή απόσταση στην πόλη τους και να έχουν στη διάθεσή τους βασικά αγαθά και υπηρεσίες αποτελούν περισσότερο πολυτέλεια παρά κάτι το συνηθισμένο και κοινό»...

Δραματική είναι η κατάσταση σε πολλές περιοχές της Ασίας, αρχίζοντας απ' την Ινδία όπου οι φτωχοί ενώ ήταν 300 εκατομμύρια στα τέλη της δεκαετίας του '80 αυξήθηκαν σε 350 εκατομμύρια το 2001. Στην Αφρική συνεχίζεται η πτώση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, δείκτης βέβαιης αύξησης της δυστυχίας και της πείνας. Μεγαλώνουν οι ανισότητες στη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική και στην πιο μαύρη δυστυχία είναι καταδικασμένοι οι λαοί της Ανατολικής Ευρώπης, των οποίων οι οικονομίες στραγγαλίστηκαν από τις «μεταρρυθμίσεις» της άγριας απελευθέρωσης που επιβλήθηκε από την Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

H φτώχεια δεν είναι μόνο χαρακτηριστικό του Τρίτου Κόσμου. Εξαθλίωση, περιθωριοποίηση, αποκλεισμός από κάθε μηχανισμό παραγωγής ή κατανομής πόρων και υπηρεσιών και εξοστρακισμός συγκροτούν μόνιμα έξω από τα «όρια» της «επίσημης» κοινωνίας έναν «τέταρτο κόσμο», έναν «αντίκοσμο», ο οποίος, καθώς βιώνει το έσχατο στάδιο του αποκλεισμού, δεν παρουσιάζεται ούτε καν στις στατιστικές...

Το ποσοστό των Ευρωπαίων που ζουν κάτω από το κατώφλι της φτώχειας αυξήθηκε τα τελευταία 20 χρόνια κατά 40%. Τα 38 εκατομμύρια φτωχών το 1975 έγιναν 44 το 1985 και αγγίζουν τα 60 σήμερα. Πίσω από τη βιτρίνα των δισ. δολαρίων ή ευρώ που ήδη έχουν ξοδευτεί για να στολιστούν οι πόλεις των πλουσίων χωρών, λίγα μέτρα πιο πέρα από τα εκθαμβωτικά φώτα και τις ευχές για «χρόνια πολλά, χαρούμενα και ευτυχισμένα», ο αριθμός των αστέγων έχει πάρει τραγικές διαστάσεις. Μόνο στις ΗΠΑ, την αυγή της νέας χρονιάς πάνω από 100.000 άστεγοι αναμένεται να ξαγρυπνήσουν στους δρόμους, κάτω από γέφυρες ή μέσα σε χαρτόκουτες.

Ακόμη και η τεχνολογία είναι παράγοντας που συμβάλλει στο να τονίσει την αντίθεση ανάμεσα στις φτωχές και πλούσιες χώρες αρχίζοντας απ' το Internet. Το 88% όσων επικοινωνούν online ζουν στις βιομηχανοποιημένες χώρες που φιλοξενούν μόλις το 5% της ανθρωπότητας. Ακόμη για να συνδεθεί κάποιος στο Internet χρειάζεται πριν απ' όλα να έχει τηλέφωνο, ένα αγαθό ακόμη πολύ σπάνιο για πολλά μέρη του κόσμου. Τα στοιχεία της Έκθεσης της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών στο σημείο αυτό είναι εντυπωσιακά: H τηλεπικοινωνιακή πυκνότητα, δηλαδή ο αριθμός των γραμμών ανά 100 κατοίκους, διαμορφώνεται σε ένα εύρος από 0,1 στην Καμπότζη έως 99 στο Μονακό. Σχεδόν 800 εκατ. άνθρωποι σε 43 χώρες έχουν τηλεπικοινωνιακή πυκνότητα κάτω του 1, που θεωρείται ο χαμηλότερος αριθμός ο οποίος αντιπροσωπεύει στοιχειώδη πρόσβαση σε τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Στα οικονομικά σύνορα προστίθενται και τα πολιτιστικά. Πράγματι, ακόμη κι εκεί που υπάρχουν τηλέφωνα, υπάρχει το ανυπέρβλητο φράγμα του αναλφαβητισμού. Ακόμη το Internet είναι στ' αγγλικά, γλώσσα που υιοθετείται από το 80% των συνδεδεμένων στο δίκτυο, αλλά γνωστή στον κόσμο μόνο από έναν στους 10 ανθρώπους.

Παγκόσμια Ημέρα κατά της Φτώχειας

Λίνα Γιάνναρου, εφ. Καθημερινή, 17/10/2002

Εβδομήντα πέντε εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρωπαϊκή Ένωση ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, αριθμός που αναμένεται να μεγαλώσει με την ένταξη στην Ε.Ε. και άλλων κρατών. Την ίδια στιγμή, στη χώρα μας, σε συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού ζουν σχεδόν ένας στους πέντε ανθρώπους. Όπως τόνισαν σε χθεσινή συνέντευξη Τύπου τα μέλη του Ελληνικού Δικτύου για την Καταπολέμηση της Φτώχειας, με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα κατά της Φτώχειας, οι μεταβολές που έχουν σημειωθεί στη χώρα μας την τελευταία δεκαετία προς την κατεύθυνση της καταπολέμησης του φαινομένου είναι ελάχιστες: το 1993 το ποσοστό της φτώχειας στην Ελλάδα ήταν 23%, ενώ σήμερα είναι 22%.

Δέσμευση

Το 2001, η Ελλάδα –όπως είχε δεσμευθεί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Νίκαιας το 2000– εκπόνησε Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Κοινωνική Ενσωμάτωση, το οποίο καλύπτει τη διετία 2001-2003. Βασικοί στόχοι του Εθνικού Σχεδίου Δράσης είναι η ένταξη ανέργων στην αγορά εργασίας, η βελτίωση του εισοδήματος, η πρόσβαση όλων στα κοινωνικά αγαθά και δικαιώματα και η προσπάθεια να αποφευχθεί η μακροχρόνια φτώχεια και ο κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού. Σύμφωνα με τους εκπροσώπους του Δικτύου για την Καταπολέμηση της Φτώχειας, τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης, τα οποία δεν έχουν ακόμα αρχίσει να υλοποιούνται, εμφανίζουν μια σειρά από αδυναμίες.

Οι πιο σημαντικές από αυτές είναι ότι η πολιτική είναι επικεντρωμένη στα επιδόματα και όχι στα μέτρα πρόληψης και ότι από το Εθνικό Σχέδιο Δράσης απουσιάζει ολοκληρωτικά το θέμα των αστέγων. Ακόμα, τα μέτρα δεν συνοδεύονται σε όλες τις περιπτώσεις από επιστημονικά στοιχεία για τη φτώχεια στην Ελλάδα, ενώ όπου χρησιμοποιούνται τα στοιχεία αυτά προέρχονται από την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών του 1988-1989.

Ελλείψεις

Τέλος, μεγάλο μέρος των εξαγγελθέντων αυτών μέτρων έχουν σχεδιαστεί να υλοποιηθούν από την τοπική αυτοδιοίκηση, όπου όμως υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό. Μεγάλο ερώτημα φυσικά για τους εκπροσώπους του Δικτύου για την Καταπολέμηση της Φτώχειας αποτελεί και η εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων για την υλοποίηση των μέτρων για την κοινωνική ενσωμάτωση.

Η φτώχεια στον πλανήτη σε αριθμούς

Με λιγότερο από 1 δολάριο ζουν σήμερα 1,2 δισ. άνθρωποι στον κόσμο, ενώ το 45% του πληθυσμού της γης ζει με λιγότερο από δύο δολάρια την ημέρα.

17 εκατομμύρια παιδιά στην Ε.Ε. ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Η περιουσία των τριών πλουσιότερων ανθρώπων της Γης ξεπερνάει το ΑΕΠ των 43 φτωχότερων χωρών με 600 εκατ. κατοίκους. Το πλουσιότερο 5% του κόσμου έχει εισόδημα 114 φορές μεγαλύτερο από αυτό του φτωχότερου 5%.

Για να μειωθεί το ποσοστό της παγκόσμιας φτώχειας στο μισό χρειάζεται να δαπανηθούν 40 δισ. δολάρια το χρόνο έως το 2015. Το ποσό είναι μικρότερο από αυτό που ξοδεύουν οι Ευρωπαίοι για τσιγάρα...

Η πείνα σκοτώνει 6 εκατ. παιδιά το χρόνο

Εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 16/10/2002 (Παγκόσμια Ημέρα Επισιτισμού)

Έξι εκατομμύρια παιδιά κάτω των πέντε ετών πεθαίνουν κάθε χρόνο από πείνα, ενώ η πρόοδος της διεθνούς κοινότητας στην καταπολέμηση του φαινομένου είναι σχεδόν μηδενική. Το ανησυχητικό αυτό συμπέρασμα προκύπτει από την έκθεση του Οργανισμού Γεωργίας και Τροφίμων του ΟΗΕ (FAO) που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα με την ευκαιρία της σημερινής Παγκόσμιας Ημέρας Επισιτισμού.

Ο γενικός διευθυντής του FAO, Ζακ Ντιούφ, υπενθύμισε χθες τη δέσμευση του 1996 για μείωση κατά 50% των ανθρώπων που πεινάνε, μέχρι το 2015. Οι άνθρωποι αυτοί εξακολουθούν σήμερα να φτάνουν τα 840 εκατομμύρια, 799 εκ των οποίων ζουν σε αναπτυσσόμενες χώρες. «Εάν συνεχίσουμε σε αυτό το ρυθμό, θα πετύχουμε το στόχο μας το 2150, με πάνω από 100 χρόνια καθυστέρηση, κι αυτό είναι απλώς απαράδεκτο... Για να πετύχουμε το στόχο που έχουμε ορίσει, ο αριθμός των υποσιτιζόμενων ανθρώπων πρέπει να μειώνεται κατά 24 εκατομμύρια το χρόνο από σήμερα μέχρι το 2015», τόνισε ο κ. Ντιούφ. Ο ρυθμός αυτός είναι σχεδόν 10 φορές ταχύτερος από αυτόν με τον οποίο μειώθηκε η πείνα από το 1992 έως το 2000, γεγονός που αποδεικνύει τη δυσκολία του εγχειρήματος. Η πρόταση του FAO είναι επιπρόσθετες δημόσιες επενδύσεις ύψους 24 δισ. δολαρίων το χρόνο. Όπως επισήμανε ο διευθυντής του Οργανισμού στη Βόρεια Αμερική, Τσαρλς Ρίμενσναΐντερ, δυστυχώς οι πληγείσες χώρες κάνουν τις λιγότερες δυνατές επενδύσεις στον τομέα της γεωργίας, ενώ οι δωρεές των αναπτυγμένων χωρών έχουν μειωθεί δραματικά.

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, περίπου 30 χώρες βρίσκονται σήμερα σε κατάσταση έκτακτης επισιτιστικής ανάγκης και 67 εκατομμύρια άνθρωποι χρήζουν επείγουσας βοήθειας. Στη δεινότερη θέση βρίσκονται οι χώρες της Κεντρικής Αφρικής, και ιδίως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό που μαστίζεται από χρόνια εμφύλια διαμάχη. Χθες οι αρμόδιοι του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος του ΟΗΕ δήλωσαν ότι ο πολλαπλασιασμός των κρίσεων στον κόσμο ξεπερνά τις δυνατότητες των οργανώσεων και προειδοποίησαν για τις σοβαρές συνέπειες της σύγκρουσης στην Ακτή Ελεφαντοστού.

Ένας κόσμος για... 225 ανθρώπους

Εφ. Αυγή, 10/9/1998

Την ύπαρξη των τεράστιων ανισοτήτων μεταξύ αναπτυγμένου και μη κόσμου, αλλά και του διευρυνόμενου χάσματος μέσα στις λεγόμενες δυτικές κοινωνίες, επιβεβαιώνει, με τον πιο αδιάψευστο τρόπο, αυτόν των αριθμών, η Έκθεση του ΟΗΕ για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα.

Η παρουσίασή του στην Ελλάδα έγινε από τη Μίρκα Γόντικα, υπεύθυνη προγραμμάτων του Κέντρου Πληροφοριών του διεθνούς οργανισμού, και τον Χ. Κουρή, πρόεδρο του ΙΝΚΑ, ενώ στο ακροατήριο βρίσκονταν, μεταξύ άλλων, ο υποψήφιος δήμαρχος Βύρωνα Π. Τριγάζης, τα μέλη της Π.Γ. και της ΚΠΕ του ΣΥΝ Φωτεινή Σιάνου και Σούλα Παναρέτου αντιστοίχως. Επίσης ο Μ. Μοδινός και η γραμματέας Κατανάλωσης του υπουργείου Ανάπτυξης Χριστίνα Παπανικολάου.

Αναλυτικά "νέες εκτιμήσεις δείχνουν ότι η συνολική περιουσία των225 πιο πλούσιων ανθρώπων του πλανήτη είναι πάνω από 1τρισεκατομμύριο δολάρια ΗΠΑ, που ισούται με το ετήσιο εισόδημα του47% των φτωχότερων ανθρώπων του κόσμου (2,5 δισεκατομμύρια).

Το τεράστιο μέγεθος της περιουσίας των πάμπλουτων είναι μια ασύλληπτη αντίθεση με τα χαμηλά εισοδήματα στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Δύο αντίθετοι κόσμοι

Όπως αναφέρει η έκθεση, "ανάμεσα στους 4,4 δισεκατομμύρια κατοίκους των υπό ανάπτυξη χωρών, σχεδόν τα τρία πέμπτα ζουν σε κοινότητες χωρίς βασική υγιεινή. Σχεδόν το ένα τρίτο είναι χωρίς πόσιμο νερό. Το ένα τέταρτο δεν έχει επαρκή στέγη. Το ένα πέμπτο δεν έχει καμία πρόσβαση σε εκσυγχρονισμένες υγειονομικές υπηρεσίες. Το ένα πέμπτο των παιδιών δεν φτάνουν πάνω από την Πέμπτη τάξη του δημοτικού. Ένα παρόμοιο ποσοστό υποσιτίζεται. Για τους περισσότερους φτωχούς του κόσμου η μετακίνηση για τις καθημερινές εργασίες, όπως είναι και η συλλογή νερού ή καυσίμων, γίνεται με τα πόδια". Την ίδια στιγμή, "το πλουσιότερο ένα πέμπτο των ανθρώπων στον κόσμο:

Ποιοι πληρώνουν την ανισότητα

Η έκθεση του ΟΗΕ δεν "μασάει τα λόγια της" για τις επιπτώσεις που η ανισότητα επιφέρει σε πλούσιους και φτωχούς του πλανήτη. Έτσι: "Οι φτωχοί άνθρωποι και οι φτωχές χώρες πληρώνουν το τίμημα της υπερκατανάλωσης, καθώς:

Η πρωτοτυπία της φετινής έκθεσης

Το καινούργιο στοιχείο που εισάγει η φετινή έκθεση, υπογράμμισε η Μίρκα Γόντικα, είναι ο Δείκτης Ανθρώπινης Φτώχειας για τις βιομηχανοποιημένες χώρες (ΗΡΙ-2), που, εκτός από το παραδοσιακό μέτρο του εισοδήματος, συνυπολογίζει τα ποσοστά του πληθυσμού με αναμενόμενο μέσο όρο ζωής τα 60 χρόνια, τον πραγματικό αναλφαβητισμό, αυτούς που κερδίζουν λιγότερο από το μισό του μέσου προσωπικού εισοδήματος και που είναι άνεργοι για 12 μήνες ή περισσότερο. "Ο δείκτης μετράει τον βαθμό στέρησης και του αποκλεισμού των φτωχών από την πρόοδο της χώρας", λέει ο Sakiko Fukuda-Parr, διευθυντής του γραφείου της Έκθεσης για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη. "Η φτώχεια δεν είναι μόνο το χαμηλό εισόδημα, αλλά και ο αποκλεισμός από ευκαιρίες για συμμετοχή και συμβολή στη ζωή της κοινωνίας".

Αναλυτικά, στα στοιχεία της έκθεσης διαπιστώνει κανείς ότι "η πρωτιά μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, τόσο σε υλικό πλούτο όσο και σε ανθρώπινη στέρηση, είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, με το δεύτερο κατά κεφαλήν εισόδημα και σχεδόν 16,5% του πληθυσμού να ζει στη φτώχεια, σύμφωνα με τον Δείκτη Ανθρώπινης Φτώχειας. Τώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες απολαμβάνουν μιας εύρωστης οικονομίας και χαμηλής ανεργίας, αλλά το ένα πέμπτο του πληθυσμού είναι ουσιαστικώς αναλφάβητο και το 13% του πληθυσμού δεν αναμένεται να περάσει τα 60 -ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό άλλων χωρών όπως η Ολλανδία και η Σουηδία. Δεύτερη και τρίτη μετά τις ΗΠΑ μεταξύ των 17 βιομηχανοποιημένων χωρών είναι η Ιρλανδία, με 15,2% του πληθυσμού να ζει στη φτώχεια και το Ηνωμένο Βασίλειο με 15%".

Επίσης η έκθεση βρίσκει ότι η ανεργία μεταξύ των νέων σε μερικές χώρες του ΟΟΣΑ έχει φτάσει σε πρωτοφανή ύψη, περιλαμβανομένου32% των νέων γυναικών και 22% των νέων ανδρών στη Γαλλία, 39%και 30% των νέων γυναικών και ανδρών αντιστοίχως στην Ιταλία και 49% και 36% στην Ισπανία.

Στη συζήτηση που ακολούθησε η Φωτεινή Σιάνου χαρακτήρισε" πολύτιμη" την έκθεση, αλλά και "κλωτσιά στη συνείδηση" όπως και για "πρόκληση συγκέντρωσης πλούτου". Σε άλλο σημείο της παρέμβασής της τόνισε ότι "κανείς δεν δικαιούται να σιωπά μπροστά στις απίστευτα υψηλές στρατιωτικές δαπάνες", ενώ εξήρε, τέλος, το έργο που επιτελεί το ελληνικό γραφείο του ΟΗΕ.

Της Ευρώπης οι αποκλεισμένοι

Δ. Μητρόπουλος, εφ. Το Βήμα, 16/11/1997

Ο εφιάλτης του κοινωνικού περιθωρίου: από την κοινωνία των 2/3 στην κοινωνία του 1/3. Πληθαίνει η στρατιά των «εκτός των τειχών» στις χώρες της Δύσης. «Οι άστεγοι είναι οι άνθρωποι επάνω στους οποίους πατάς βγαίνοντας από την Όπερα». Χρειάστηκε ο κυνισμός ενός βρετανού αριστοκράτη για να περιγραφεί με ακρίβεια η κατάσταση πραγμάτων στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες ή στις «κοινωνίες των 2/3», όπως πλέον αποκαλούνται. Άστεγοι και άνεργοι, ανύπαντρες μητέρες και ηλικιωμένοι, αλκοολικοί και ναρκομανείς είναι τα πρόσωπα του «υπο προλεταριάτου» («underclass» για τους ξένους αναλυτές) δηλαδή μια τάξη υπό και εκτός του ταξικού συστήματος. Τους συναντά κανείς στους δρόμους του Λονδίνου και του Τόκιο, δύο μητροπόλεων της ÷ρηματοοικονομίας ή της Νέας Υόρκης και της Βέρνης, δύο πόλεων που μοιράζονται το θλιβερό προνόμιο της επανεμφάνισης της φυματίωσης, σιγά σιγά δε και της Αθήνας. Άλλωστε, οι εν Ελλάδι άστεγοι αριθμούν ήδη αισίως 15.000 άτομα.

Τρία χρόνια πριν από την τρίτη χιλιετία, ο προβληματισμός γύρω από την «κοινωνία των 2/3» είναι έντονος και προκαλεί έναν ζωηρό δημόσιο διάλογο. Πώς φτάσαμε από την ύφεση στη φτώχεια και από εκεί στην προσωπική απαθλίωση και στον κοινωνικό αποκλεισμό; Ποιες οι συνέπειες και τι μέλλει γενέ-σθαι τον 21ο αιώνα; Ένα πρόσφατο διεθνές συνέδριο στο Πάντειο Πανεπιστήμιο προσπάθησε να δώσει απαντήσεις, ενώ το πρόβλημα είχε ιχνογραφήσει προηγουμένως και η συλλογή μελετών του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών «Διαστάσεις του Κοινωνικού Αποκλεισμού στην Ελλάδα», για λογαρια-σμό του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, που κυκλοφόρησε σε δίτομη έκδοση το 1996.

Η ειρωνεία είναι ότι οι συζητήσεις των ακαδημαϊκών διδασκάλων στα απαστράπτοντα καινούργια κτίρια του Παντείου έγιναν ερήμην του 1/3, των κοινωνικά αποκλεισμένων δηλαδή• οι τελευταίοι απο-τελούν τους, κατ' ανάγκην παθητικούς, αποδέκτες των κοινωνικών μέτρων της κυβέρνησης.

Κανένας δεν ανέμενε μια τέτοια εξέλιξη. Το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου είχε εγκαινιάσει τη λεγόμενη «ένδοξη τριακονταετία». Ως φοίνικας που αναγεννάται μέσα από τις στάχτες του, η Ευρώπη γνώρισε επί τρεις δεκαετίες αξιοσημείωτη ανάπτυξη, η οποία συνδυάστηκε με εργασιακές κατακτήσεις και τη θεμελίωση του κοινωνικού κράτους. Εν τούτοις, η ουτοπία της «κοινωνίας της αφθονίας» σύντομα εξατμίστηκε. Όπως εύγλωττα σημείωνε η επίκουρη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Αλεξάνδρα Κορωναίου στην εισήγησή της στο πρόσφατο συνέδριο του Παντείου, «η Ιστορία σπανίως ακολουθεί τις επιθυμίες των ανθρώπων. Από το 1973, ημερομηνία σταθμό με τη γνωστή πρώτη πετρελαϊκή κρίση, η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει και στις αρχές της δεκαετίας του '80 η πεποίθηση για μια συνεχή οικονομική ανάπτυξη αποδεικνύεται ψευδαίσθηση».

Η Δύση βρέθηκε ενώπιον δημοσίου χρέους, ελλειμμάτων στον äημοσιο οικονομικό τομέα και στο εμπορικό ισοζύγιο, ενώπιον ύφεσης και ανεργίας, υπό τη μόνιμη απειλή του φάσματος του πληθωρισμού. Μια άλλη εισηγήτρια του προαναφερθέντος συνεδρίου, η επίκουρος καθηγήτρια του ΕΜΠ Σοφία Αντω-νοπούλου, αναλύει συνοπτικά τις δύο στρατηγικές μεταξύ των οποίων εκλήθησαν να επιλέξουν οι δυτικές κυβερνήσεις. Τα οικονομικά επιτελεία της Γηραιάς Ηπείρου και των Ηνωμένων Πολιτειών μπορούσαν να επιδιώξουν οικονομική ανάκαμψη και μείωση της ανεργίας ή σταθερότητα τιμών και ισχυροποίηση του νομίσματος. «Τα δύο αυτά ζεύγη στόχων αποκλείουν το ένα το άλλο». Πιο συγκεκριμένα: «μια πολιτική οικονομικής ανάκαμψης και μείωσης της ανεργίας οφείλει να συμβιώσει με τον πληθωρισμό», ενώ «μια πολιτική χαμηλού πληθωρισμού και ισχυρού νομίσματος είναι υποχρεωμένη να συμβιώσει με την ύφεση και την ανεργία». Στη σκιά της περιλάλητης «παγκοσμιοποίησης» και κάτω από τη διαρκή απειλή του «ζεστού» χρηματιστηριακού κεφαλαίου, που λειτουργεί «χωρίς πατρίδα και νόμο» και αλλάζει διαρκώς σύνορα, οι δυτικές κυβερνήσεις προτίμησαν τη δεύτερη λύση αναλαμβάνοντας το ανθρώπινο κόστος.

Το 1973 η ανεργία στις αναπτυγμένες χώρες ήταν της τάξεως του 3% 4%. Σήμερα το ποσοστό των ανέργων είναι 10%-12% κατά μέσον όρο στις ευρωπαϊκές χώρες, αποτελώντας «το υπ' αριθμόν ένα πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Ο αριθμός των ανέργων στη Δύση υπερβαίνει τα 35 εκατομμύρια• μάλιστα η στατιστική δεν προκαλεί αισιοδοξία, καθώς είναι αυξητική: το 1990 οι άνεργοι ήταν 25 εκα-τομμύρια. «Το μεγάλο πρόβλημα της Ευρώπης είναι η αδυναμία της να δημιουργήσει νέες θέσεις εργα-σίας», σημείωνε πικρόχολα ο βρετανικός «Economist». Δεν είναι όμως μόνο η Ευρώπη των ανέργων αλ-λά και η Ευρώπη των φτωχών, που υπερβαίνουν τα 55 εκατομμύρια. Αντιστοίχως, μεγαλώνει και το χά-σμα της παγκόσμιας ανισότητας: το 20% του πληθυσμού της Γης κατέχει σήμερα το 83% του παγκόσμιου εισοδήματος. Η σχέση εισοδήματος μεταξύ του 20% των πλουσιότερων και του 20% των φτωχότερων κατοίκων του πλανήτη ήταν το 1960 30 προς 1: το 1994 η ίδια σχέση ήταν 78 προς 1.

Χρονικό μιας πτώσης

Η ώρα είναι οκτώ και μισή το πρωί στο Λονδίνο. Η μέρα μόλις αρχίζει και οι κάτοικοι της βρετανικής πρωτεύουσας περιμένουν πειθήνια στην ουρά να πάρουν το λεωφορείο. Τα καταστήματα δεν έχουν α-νοίξει ακόμη: στις εισόδους τους οι άστεγοι στριφογυρίζουν μέσα στα λερά παπλώματά τους. Καθένας έχει τη δική του θέση• παλαιότερα η εφημερίδα «Independent» είχε δημοσιεύσει μια κάτοψη του Óτραντ, μιας από τις κεντρικές λεωφόρους του Λονδίνου, όπου σημειωνόταν το πρόχειρο κατάλυμα κάθε αστέγου.

Πώς καταλήγει κανείς άστεγος, πώς βρίσκεται «υπό και εκτός» της κοινωνίας; Ο κοινωνικός απο-κλεισμός, επισημαίνει η Αλεξάνδρα Κορωναίου, έχει τρεις διαστάσεις: οικονομική (το ζήτημα της ερ-γασιακής απασχόλησης)• κοινωνική (η ένταξη του ατόμου σε μικρές πρωτογενείς ομάδες, όπως η οικο-γένεια, οι φίλοι, η γειτονιά)• συμβολική (συνδρομή σε κοινές αξίες και παραστάσεις). Είναι η αναίρεση και των τριών αυτών διαστάσεων που οδηγεί έναν άνθρωπο «στο δρόμο». Η διαδικασία έχει κωδικοποι-ηθεί από τους ερευνητές: «Στην αρχή της πορείας ανακαλύπτουμε ένα γεγονός τομή στη ζωή του ατόμου (απόλυση, θάνατος προσφιλούς προσώπου, ασθένεια, ατύχημα), το οποίο το άτομο αδυνατεί να χειριστεί υλικά και ψυχολογικά. Συχνά οι τομές πολλαπλασιάζονται και η συγκυρία κάποιων γεγονότων, τα οποία δεν είναι πάντα ανεξάρτητα το ένα από το άλλο (π.χ. ανεργία και διαζύγιο), επιταχύνει την απώλεια των κοινωνικών θέσεων που κατείχε το άτομο», το οποίο χάνει τον αυτοέλεγχο και την αυτοεκτίμησή του μέσα σε μια οδυνηρή κοινωνική και ψυχική πραγματικότητα. Κοντολογίς, όπως επισημαίνει εύστοχα ένας άλλος εισηγητής του συνεδρίου του Παντείου, ο Γιώργος Λιοäάκης, «το φαινόμενο του κοινωνικού αποκλεισμού παρουσιάζεται ευρύτερο από το φαινόμενο της φτώχειας». Ανεργία, αλκοολισμός, διάλυση της οικογένειας ένας κόσμος θρυμματισμένος.

Η «Ρώμη χωρίς πολίτες»

Η κοινωνία των 2/3 μπορεί γλαφυρά να περιγραφεί ως «μια Ρώμη δίχως ρωμαίους πολίτες», όπως έ-δειξαν στην εισήγησή τους στο Πάντειο οι Νίκος Κοταρίäης και Νίκος Óιäέρης. «Εντός των τειχών οι πατρίκιοι (άρχουσα τάξη, κοσμοκράτειρα, αδιάφορη για την ιδιότητα του ρωμαίου πολίτη) και οι υπάλ-ληλοί τους (προλετάριοι πληβείοι, οι οποίοι όμως δεν έχουν τη δομική και αναφαίρετη υπόσταση του ρωμαίου πολίτη, εφόσον κάθε στιγμή μπορούν να βρεθούν «εκτός των τειχών» ως «νεόπτωχοι»). Εκτός των τειχών αποκλεισμένοι λούμπεν προλετάριοι και δούλοι, που είναι άχρηστοι οικονομικά (η εργασία τους έχει μηδενική αξία), αλλά πολύτιμοι πολιτικά, εφόσον η διαρκής απειλή αυτής της εφεδρικής στρα-τιάς όχι απλώς ανέργων, αλλά γενικότερα κοινωνικού και ανθρώπινου υλικού, καθηλώνει και τους υ-παλλήλους (εργαζόμενους) και αυτούς τους ίδιους σε μια διαρκή ομηρία».

Πράγματι, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η κοινωνία των 2/3 δεν είναι παροδικό φαινόμενο ή φάση. Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο λέκτορας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Γιώργος Πλειός σε σχετική μελέτη του που είναι εις γνώσιν του «Βήματος», ο κοινωνικός αποκλεισμός δεν συνιστά απλώς «οπι-σθοδρόμηση για μεγάλο αριθμό πολιτών και κοινωνικών ομάδων, αλλά αποτελεί δομικό στοιχείο των σύγχρονων οικονομικών σχέσεων»• κοινώς, η κοινωνία των 2/3 είναι ο κόσμος στον οποίο θα ζήσουμε στην καλύτερη περίπτωση. Ιδιαίτερα πρέπει να επισημανθεί το γεγονός ότι το «κατρακύλισμα» εκτός τειχών συνεπάγεται συνήθως πολιτική απάθεια ή, στην περίπτωση των αστέγων, ακόμη και έκπτωση από πολιτικά ή και ατομικά δικαιώματα. Το 1/3 βρίσκεται «εκτός παιχνιδιού». Ακόμη χειρότερα: το 1/3, όπως επισημαίνει ο κ. Μεταξόπουλος, μένει χωρίς πολιτικό εκφραστή, καθώς τόσο η Κεντροδεξιά όσο και η Κεντροαριστερά συγκλίνουν προς το «ζωτικό» (κατά τον Μπιλ Κλίντον των Νέων Δημοκρατικών) ή το «ριζοσπαστικό» (κατά τον Τόνι Μπλερ των Νέων Εργατικών) κέντρο όπου βρίσκονται οι ψήφοι.

Βαδίζει άραγε η Δύση ολοταχώς προς το αμερικανικό μοντέλο, προς εκλογές με συμμετοχή κατώτερη του 50% των ψηφοφόρων; Ο κ. Μεταξόπουλος εκτιμά ότι «δεν υπάρχει πολιτικό υποκείμενο συγκατατι-θέμενο να ασχοληθεί με το ζήτημα του τι θα γίνει το κοινωνικά αποκλειόμενο 1/3», στο οποίο έχουν στρέψει την πλάτη και οι προαναφερθέντες «υπάλληλοι» που προτιμούν να ελπίζουν ότι θα αναρριχηθούν προς την κορυφή. Με δεδομένη την αποδιάρθρωση του εργατικού κινήματος, οι κοινωνικά αποκλεισμένοι αποτελούν δυνάμει «πελάτες» για την Ακροδεξιά, τάση που είναι εμφανής στη Γαλλία και στην Αυστρία. Λοιπές δυνατότητες αντίδρασης δεν υπάρχουν, εκτός από σποραδικές εξεγέρσεις, χωρίς όμως ιδεολογικό περιεχόμενο, όπως οι ταραχές στο Λος Άντζελες το 1992, όταν οι φοίνικες του Μπελ Αιρ παραδόθηκαν στις φλόγες. Το καίριο ερώτημα είναι αν η Κεντροαριστερά θα γυρίσει την πλάτη στο 1/3: οι επιτελείς του κ. Μπλερ δήλωναν στο G7 του Ντένβερ ότι «η `underclass' έχει κόστος» και ο ίδιος ο Τόνι έχει τη φιλοδοξία να ηγηθεί της «οικοδόμησης μιας κοινωνίας». Στη Γαλλία η άνοδος των σοσιαλιστών του Λιονέλ Æοσπέν στην εξουσία τον Ιούνιο δείχνει ότι το εκλογικό σώμα δεν είναι «ασυνείδητο, ήσυχο και ευτυχές», αλλά φαίνεται να συνειδητοποιεί ότι μπορεί αύριο να μοιράζεται την τύχη του 1/3.

Η ελληνική ιδιαιτερότητα

Οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν ότι στην Ελλάδα η παραπάνω πτώση δεν είναι εξίσου απότομη όσο στο εξωτερικό. Ο πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου Αιμίλιος Μεταξόπουλος επισημαίνει δύο παράγοντες που απαλύνουν κάπως τον κοινωνικό αποκλεισμό στη χώρα μας και καθιστούν την ελληνική περίπτωση ιδιόμορφη: η παραοικονομία αμβλύνει την ανεργία (που είναι της τάξεως του 10%), δίνοντας «μαύρες» λύσεις στο πρόβλημα της απασχόλησης· η οικογένεια, που δεν έχει υποστεί (ακόμη τουλάχιστον) στην Ελλάδα αποσύνθεση ανάλογη με τις χώρες της Δύσης, λειτουργεί ως προστατευτικό δίχτυ που συγκρατεί τα άτομα στις «κακές στιγμές». Ένας στους έξι Ευρωπαίους ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Στην Ελλάδα οι φτωχοί αριθμούν 2,5 εκατομμύρια ένας, δηλαδή, στους τέσσερις. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η χώρα μας έρχεται δεύτερη σε ποσοστό φτωχών νοικοκυριών (24%) μετά την Πορτογαλία (29%). Το υψηλό αυτό ποσοστό, επισημάνθηκε στο συνέδριο του Παντείου, «παρουσιάζεται παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα το όριο της φτώχειας (το μισό του μέσου εθνικού εισοδήματος) είναι ιδιαίτερα χαμηλό: 325 μονάδες αγοραστικής δύναμης (67.940 δρχ. μηνιαίως). Αν εφαρμοζόταν ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (489 μονάδες) οι έλληνες φτωχοί θα ήταν πολύ περισσότεροι».

Οι μαζικές απολύσεις δεν είναι φαινόμενο που έχει γνωρίσει η χώρα μας• οι απολύσεις λόγω ανα-διάρθρωσης των επιχειρήσεων αγγίζουν μόλις το 8%. Την περασμένη εβδομάδα, τα πρωτοσέλιδα των αμερικανικών εφημερίδων βοούσαν μετά την απόφαση της Kodak, που κάποτε ήταν γνωστή ως «ο με-γάλος κίτρινος πατέρας», να απολύσει 10.000 εργαζομένους, ώστε να γίνει ανταγωνιστικότερη έναντι του μεγάλου αντιπάλου της στη διεθνή φωτογραφική αγορά, της ιαπωνικής Fuji. Παρ' όλα αυτά, η απο-βιομηχάνιση δεν είναι χωρίς συνέπειες στην Ελλάδα, όπου η ανεργία μαστίζει τις λεγόμενες «ζώνες βιο-μηχανικής παρακμής»: Μαντούδι (75%), Λαύριο (50%), Σύρος (30%), Πάτρα (25%), Θεσσαλονίκη (17%).

Η ελληνική οικονομία και κοινωνία, επισημαίνει ο Γιώργος Λιοäάκης του Πολυτεχνείου Κρήτης, «και ιδιαίτερα τα φτωχότερα και υποταγμένα στρώματα και τάξεις, δέχονται τις ανταγωνιστικές και γενικότερες πιέσεις που προκύπτουν από την αναπτυξιακή πόλωση μέσα στα πλαίσια της παγκόσμιας οικονομίας. Η πίεση αυτή εντείνεται ακόμη περισσότερο από την τάση ολοκλήρωσης μέσα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ελεύθερη ροή εμπορευμάτων και κεφαλαίου μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση επιτείνει την τάση ανισομερούς ανάπτυξης του καπιταλισμού μεταξύ των χωρών - μελών της Κοινότητας ή μεταξύ των διαφόρων περιφερειών ακόμη και της ίδιας χώρας. Επιπρόσθετα, η Συνθήκη του Μάαστρι÷τ και η πορεία προς τη Νομισματική Ένωση δημιουργούν σοβαρές αντιαναπτυξιακές τάσεις για τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες».

Όλα αυτά σε μια χώρα όπου το κοινωνικό κράτος «οικοδομήθηκε άναρχα» ως «προϊόν συνεχών συμ-βιβασμών με ομάδες πίεσης ή περιστασιακής αντιμετώπισης κρίσεων», με αποτέλεσμα ένα «εντυπωσιακό μωσαϊκό ρυθμίσεων». Σε ποιον ανήκουν οι παραπάνω παρατηρήσεις; Μα στον νυν πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη («Ανάπτυξη και εκσυγχρονισμός της ελληνικής κοινωνίας», εκδόσεις Γνώση, 1989).

Η σφαγή της μεσαίας τάξης

Μεσημέρι στη Μαδρίτη. Ένα από τα παραδοσιακά καφενεία κοντά στην πλατεία της Αγίας Άννας είναι ακόμη άδειο. Μια μελαχρινή κοπέλα στο σερβίρισμα και ένας ξανθός νεαρός πίσω από το μπαρ εξυ-πηρετούν τους λιγοστούς πελάτες. Τις επόμενες δύο ώρες τα σαράντα περίπου τραπέζια θα γεμίσουν και η ίδια κοπέλα, κατακόκκινη και καταϊδρωμένη, πηγαινοέρχεται προσπαθώντας να ανταποκριθεί. Η Ισπανία του Αèνάρ βαδίζει ολοταχώς για τη Νομισματική Ένωση με ανεργία της τάξεως του 23%· θέσεις σερβιτόρων προφανώς υπάρχουν. Οι Ισπανοί φαίνεται να ακολουθούν το πρότυπο των Ηνωμένων Πολι-τειών που αντιπαρήλθαν τον σκόπελο της ανεργίας, απελευθερώνοντας την αγορά εργασίας προς τα κάτω και προχωρώντας συγχρόνως στην περιστολή του κοινωνικού κράτους. Δουλειές υπάρχουν στα McDonald's ή στα εστιατόρια για μερικά δολάρια την ώρα· «επαγγέλματα» που εξασφαλίζουν την επι-βίωση, αλλά δεν παρέχουν καμία ελπίδα ανόδου στη μισθολογική κλίμακα.

Εν τω μεταξύ ο συσχετισμός μεταξύ εκπαίδευσης και απασχόλησης γίνεται όλο και πιο ασθενικός και το «μάθε παιδί μου γράμματα» των παλαιότερων τείνει να γίνει φράση χωρίς νόημα στον σύγχρονο με-ταβιομηχανικό κόσμο. Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών, επισημαίνει ο Γ. Πλειός, «διαιρεί το εργατικό δυναμικό σε δύο διακριτά τμήματα, από την άποψη των γνώσεων και της ειδίκευσης. Από τη μια, απαιτεί ένα σχετικά ολιγάριθμο τμήμα υψηλά εκπαιδευμένων και καταρτισμένων εργαζομένων, με νέες γνώσεις και πολυειäίκευση· από την άλλη πλευρά δημιουργεί ένα εργατικό δυναμικό στο οποίο δεν είναι απαραίτητη η ειδίκευση». Πολλές φορές δεν είναι απαραίτητο ούτε ένα μέσο επίπεδο εκπαίδευσης «στη Γαλλία το 39% των θέσεων εργασίας δεν απαιτεί σχεδόν καμία εκπαίδευση». Πλησιέστερα στα δικά μας, αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα «τις περισσότερες δυσκολίες εύρεσης εργασίας έχουν οι απόφοιτοι του λυκείου», δηλαδή όσοι έχουν επίπεδο μέσης εκπαίδευσης, καθώς και οι πτυχιούχοι ανώτερων τεχνι-κών και επαγγελματικών σχολών.

Στην πραγματικότητα η Ελλάδα παρουσιάζει εικόνα όχι πολύ διαφορετική από τις δυτικές χώρες. Όπως επισημαίνουν οι Μαρία Κεσετæοποýλου και Νίκος Μποýæας στη συλλογή του ΕΚΚΕ, «χαμηλότερη ανεργία εμφανίζεται στα άτομα με στοιχειώδη εκπαίδευση και κάτω, καθώς και σε άτομα με μεταπτυχια-κές και ανώτατες σπουδές». Κοντολογίς, οι γενιές Χ και Υ (όσοι είναι γεννημένοι από το 1965 ως το 1990) θα γνωρίσουν μια εξόχως πολωμένη κοινωνία εργασίας: στην κορυφή οι μάνατζερς, στον πάτο οι υπάλληλοι των φαστφουντάδικων και ανάμεσά τους τίποτε! Η πραγματικότητα αυτή, απόρροια της μετάβασης σε μια οικονομία υπηρεσιών που αξιοποιεί τις δυνατότητες της πληροφορικής, επαναφέρει στο προσκήνιο τη συζήτηση για την επερχόμενη «σφαγή της μεσαίας τάξης». Και αυτό γιατί, όπως εκτιμούν πολλοί αναλυτές, η κοινωνία των 2/3 δεν αποκρυσταλλώνει μια περίοδο κρίσης αλλά είναι μια δυναμική κατάσταση, ένα μεταβατικό στάδιο προς την κοινωνία του 1/3. Το 1/3 αυτό θα συγκροτείται, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, από τους προνομιούχους της εκπαίδευσης και, δεδομένου ότι «τα γράμματα πάνε στα γράμματα», η συντριπτική πλειονότητα αυτών θα προέρχεται από τα ανώτερα στρώματα, αναπαράγοντας ή μάλλον επιτείνοντας τις υπάρχουσες ανισότητες. Για τους υπόλοιπους, το «όραμα» μιας θέσης διευθυντή καταστήματος σε ταχυφαγείο ή το φάσμα της ανεργίας.

Ένας άνθρωπος πεθαίνει από πείνα

Άρης Φακίνος*, εφ. Τα Νέα, 10/12/1997

Ήταν άνεργος και άστεγος. Και τον βρήκαν νεκρό σ’ ένα χέρσο χωράφι, σε κάποιο παρισινό προάστιο. Νεκρό από ασιτία. Τώρα, σήμερα, το 1997, εκατόν τριάντα πέντε χρόνια μετά τη δημοσίευση των «Αθλίων» του Ουγκώ, άλλα τόσα από την εποχή που ο Ζολά αποκαλούσε την κοινωνία του καιρού του «άσπλαχνη ζούγκλα». Θάνατος από πείνα μόλις λίγα χιλιόμετρα από την «Πόλη του Φωτός», όπου, την ίδια σχεδόν στιγμή, οι πρόεδροι και οι πρωθυπουργοί της Ε.Ε. χαμογελούσαν μπροστά στους φωτογραφικούς φακούς και τις κάμερες. Θάνατος από πείνα και κοινωνική εγκατάλειψη δύο ώρες δρόμο με το τρένο από τις Βρυξέλλες, όπου άλλοι παχυλά αμειβόμενοι παραχωρούσαν συνέντευξη Τύπου για το «Εύρω», μιλούσαν για συγκλίσεις και μααστρι÷τικά «κριτήρια», θεμελίωναν την ευρωπαϊκή «ευτυχία» για τα επόμενα χρόνια.

Θάνατος από πείνα, ο πρώτος της φετινής σοδειάς. Γιατί θ’ ακολουθήσουν κι άλλοι, όπως κάθε χρόνο, όταν αγριεύει ο χειμώνας και σφίγγουν τα κρύα στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όταν στήνονται ουρές ατέλειωτες για τ’ «ανθρωπιστικά» συσσίτια, όταν τα μεγάλα καταστήματα μοιράζουν άδεια χαρτοκιβώτια για τους άστεγους, όταν οι αρμόδιοι δίνουν διαταγή να παραμένουν ανοιχτοί οι υπόγειοι σταθμοί των τρένων για να κατεβαίνουν και να ζεσταίνουν λίγο το κοκαλάκι τους οι δυστυχισμένοι, οι άνεργοι, οι παραπεταμένοι.

«Από τότε που βρέθηκε η συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο», έλεγαν οι παλιοί. Σήμερα θα τροποποιούσα κάπως την παροιμία: «Από τότε που βρέθηκε ο ανθρωπισμός, χάθηκε η δικαιοσύνη». Αυτή, βλέπεις, δεν μοιράζεται από κανένα, σε καμιά ουρά, δεν μπαίνει σε καραβάνα ή σε ντενεκάκι όπως η ζεστή σούπα, δεν διανέμεται από τα μεγάλα καταστήματα μαζί με τα χαρτοκούτια, δεν απονέμεται με τεχνοκρατικούς φετφάδες, δεν ξέρει από «συγκλίσεις» και «κριτήρια». Αυτή καταχτιέται. Όπως καταχτήθηκε πάντα στην Ιστορία.

Κανένα καθεστώς, κανένα πολιτικό σύστημα, καμιά παγκοσμιότητα, μικρή ή μεγάλη, γενική ή μερική, δεν κατάφεραν μέχρι σήμερα να ξεφύγουν από την πραγματικότητα, ν’ αγνοήσουν για πολύ καιρό την οργή του πεινασμένου, το συνεχώς αυξανόμενο μίσος του παραπεταμένου, την απελπισία του άνεργου και του άστεγου. Αργά ή γρήγορα έρχεται η στιγμή που τα λόγια δεν ωφελούν, που τα χαρτιά δεν μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν την απτή κατάντια, που τα χαμόγελα στη φωτογραφία ή μπροστά στην κάμερα δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τα σφιγμένα δόντια.

Ένας άνθρωπος πεθαίνει από πείνα. Σε λίγο θα ‘χει ξεχαστεί. Όχι όμως από εκείνους που περιμένουν τη δική τους σειρά.

*συγγραφέας και παραγωγός στη Γαλλική Ραδιοφωνία

Γ) Βιβλιογραφία