Α'. Σχεδιάγραμμα, Β'. Κείμενα, Γ'. Βιβλιογραφία

Θέμα: Ιδανικά

Α'. Σχεδιάγραμμα

Θέμα: Πολλοί ισχυρίζονται πως αρκετά από τα δεινά που κατατρύχουν το σημερινό άνθρωπο οφείλονται στην έλλειψη ιδανικών και στην απουσία στόχων από τη ζωή του. Υποστηρίζουν μάλιστα πως η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο και πως η πορεία αυτή δύσκολα μπορεί να αποδειχτεί αναστρέψιμη.

Πρόλογος

  1. Βαθμός ισχύος των δεδομένων (ανάπλαση)
  2. Ιδανικό (<ιδανικός<δανός <δεν): Υψηλός σκοπός πνευματικού ή ηθικού χαρακτήρα/(Συνών.) ιδεώδες/σκοπός, επιδίωξη που απαιτεί επίμονη προσπάθεια για να πραγματοποιηθεί. • Είναι δημιούργημα του ανθρώπινου νου που χαρακτηρίζεται για την αρτιότητα και την πληρότητα και αποτελεί το στόχο της δράσης του ανθρώπου. • Το πρότυπο που προβάλλει ο άνθρωπος στη συνείδησή του και επιδιώκει με κάθε τρόπο να το πραγματώσει.
  3. Αξία: • η αποτίμηση πράγματος σε χρήμα/χρησιμότητα ή σπουδαιότητα/(οικον.) χρηματόγραφο/(φιλοσοφ.) ο εκτιμητικός κανόνας βάσει του οποίου κρίνεται η ανθρώπινη δραστηριότητα γενικά. • Το σύνολο των ιδιοτήτων που εκφράζουν τη σπουδαιότητα ενός αγαθού, προσώπου, πράγματος • Στην οικονομία: Ανταλλακτική αξία-Αξία χρήσης. • Στη φιλοσοφία: Αξία ονομάζεται καθετί που μας ικανοποιεί, που μας είναι επιθυμητό.

Κυρίως Θέμα

Ε1. Αιτίες έλλειψης ιδανικών

Ε2. Κατάδειξη ιδανικών/προτύπων/αξιών/στόχων

Ε3. Αξία ιδανικών/προτύπων/αξιών/στόχων

Ε4. Συνέπειες απουσίας ιδανικών (≠Ε3)

Ε5. Τρόποι αντιμετώπισης

Επίλογος

Β'. Κείμενα

ΙΘΑΚΗ

Κ. Π. Καβάφης, Ποιήματα, 1897-1933, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1984, (επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης)

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,

να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος,

γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.

Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,

τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι, 5

τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,

αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή

συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.

Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,

τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις, 10

αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,

αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος.

Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι

που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά 15

θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·

να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,

και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,

σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ εβένους,

και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής, 20

όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·

σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,

να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου να ‘χεις την Ιθάκη.

Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου. 25

Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.

Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·

και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,

πλούσιος με όσα κέρδισες στο δρόμο,

μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη. 30

Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.

Χωρίς αυτήν δε θα ‘βγαινες στον δρόμο.

Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.

Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα, 35

ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.

[1911]

Ελεύθεροι κατακτημένοι

Αλκίνοος Ιωαννίδης, www.alkinoos.gr, 24/3/2013

Δεν θα πω για τους άλλους. Λίγο με ενδιαφέρει η ποιότητα και η στάση τους σε τέτοιες στιγμές. Ούτε και περίμενα καλύτερη αντιμετώπιση. Όσο και να τους βρίσω, χαϊδεύω τα αυτιά μας και τίποτα δεν αλλάζει. Θα πω για εμάς, και συγχωρήστε με:

Έρχεται η μέρα που η μάσκα τραβιέται βίαια. Η μέρα που το αληθινό μας πρόσωπο φανερώνεται, θέλουμε-δεν θέλουμε, αφτιασίδωτο και τρομακτικά αληθινό. Πρέπει να το κοιτάξουμε, είναι θέμα ζωής και θανάτου. Πρέπει να το ρωτήσουμε, να μας πει ποιοι είμαστε. Γιατί μόνο αυτό γνωρίζει.

Γυρνάμε απότομα, για να αντικρίσουμε μια τρύπα στον καθρέφτη. Πού απουσιάζει το πρόσωπό μας; Το ξεχάσαμε σε μικρά, ταπεινά, εγκαταλελειμμένα σπίτια, στη σκόνη χαμηλών, πλίνθινων ερειπίων, στους τάφους αγράμματων, ακατέργαστα σοφών παππούδων. Εκεί αφήσαμε θαμμένες τις αληθινές καλημέρες, τη συγκίνηση των στίχων, την αλληλεγγύη των ανθρώπων και ό,τι πολύτιμο δεν μετριέται σε χρήμα. Έκτοτε, προχωρήσαμε στον «σύγχρονο κόσμο» απρόσωποι, γυμνοί, παλεύοντας να κρατήσουμε το νήμα της ύπαρξής μας άκοπο, μέσα σε εποχές δύσκολες, μέσα σε ένα τοπίο που δεν μας μοιάζει.

Γίναμε αρχοντοχωριάτες, επενδύοντας στα χειρότερα χαρακτηριστικά των δύο συνθετικών της λέξης. «Έχω γάμο», λέγαμε και στεκόμασταν καλοντυμένοι σε γκαζόν ξενοδοχείων, με φακελάκια στα χέρια, χωρίς αληθινή, από καρδιάς ευχή. «Και οι γάμοι μας, τα δροσερά στεφάνια και τα δάχτυλα, γίνουνται αινίγματα ανεξήγητα για την ψυχή μας». Ούτε αινίγματα, ούτε τίποτε. Όλα απαντημένα, όλα πεζά. Μεγάλα και άδεια. Απομείναμε αναίσθητοι μπροστά στο ιερό, ζώντας ένα γυαλιστερό, αντιαισθητικό, άχαρο, ανέραστο, ανίερο, ξοδεμένο παρόν. Χωρίς μνήμη, χωρίς όνειρο, διαζευγμένοι από το είναι μας.

Τα καλύτερα παιδιά μας τα πουλήσαμε. Τα αφήσαμε να σπαταλούν τη ζωή τους σε λογιστικά βιβλία, σε γραφεία εταιρειών, σε άψυχους λογαριασμούς. Τα κάναμε σκλάβους με τίτλους διευθυντικού στελέχους. Τα ταΐσαμε χρήματα, τα σπουδάσαμε χρήματα, τα μάθαμε να σκέφτονται χρήματα, να υπηρετούν χρήματα, να ονειρεύονται χρήματα, να παντρεύονται χρήματα, να γεννάνε χρήματα, να είναι χρήματα. Μιλούν άπταιστα τα χειρότερα Αγγλικά (αυτά της δουλειάς) και άθλια τα καλύτερα Ελληνικά (τα Κυπριακά). Όταν τα χρήματα λείψουν, από πού θα κρατηθούν; (…)

Πέρασε ο καιρός, αλλάξαμε. Ξεχάσαμε. Χωριστήκαμε σε κόμματα και τα ψηφίσαμε τυφλά, διχαστήκαμε με τρόπο αταίριαστο στην ιστορία και την παράδοσή μας. Σε μια σταλιά τόπο, λέγαμε «οι άλλοι». Πήραμε τα χειρότερα χαρακτηριστικά της Ελλάδας και τα κάναμε αξιώματα.

Να πάει στο καλό τέτοιος εαυτός, να μην ξανάρθει. Καθόλου μην τον κλάψουμε, καθόλου μη μας λείψει. Στον αγύριστο!

Πέρασαν χρόνια. Το κορίτσι από τις Φιλιππίνες έκλαιγε κρυφά στο κρεβάτι του για το παιδί και τη μάνα που άφησε για να σερβίρει καφέ τον κύριο Πάμπο, που έγινε σερ, για να σιδερώνει τα ακριβά βρακιά της κυρίας Αντρούλλας, που έγινε μάνταμ. Η κοπέλα θα γυρίσει φτωχή στο Μπάγκιο Σίτι ή στη Μανίλα. Θα αγκαλιάσει τη μάνα της, θα φιλήσει το παιδί της. Εμείς, πού επιστρέφουμε;

(…) Η κοινωνία μας, αυτή η διαλυμένη, πιέζοντας ασταμάτητα την όποια επίσημη πολιτική ηγεσία, αλλά και πέρα απ’ αυτήν, θα αναπτύξει μηχανισμούς στήριξης των ανέργων, θα φροντίσει τα παιδιά της. Όχι από ελεημοσύνη. Από αλληλεγγύη. Και με τη γνώση πως, αν ο διπλανός δεν ζει καλά, κανείς δεν ζει καλά. (…)

Θα τα καταφέρουμε, το ξέρουμε καλά! Γιατί, τελικά, δεν φοβόμαστε τίποτε. Γιατί, τελικά, το μόνο που φοβόμαστε, είναι το υποχρεωτικό κοίταγμα στον καθρέφτη. Το μόνο που μας φοβίζει, είναι το μόνο που πραγματικά έχουμε: το αληθινό μας πρόσωπο. Ας το ξεθάψουμε, ας το θυμηθούμε, ας το κοιτάξουμε. Ενώ όλοι, φίλοι και εχθροί, μας αγριοκοιτάζουν, ενώ η μάσκα μας πέφτει νεκρή, αυτό θα μας χαμογελάσει.

Προσιτό μου ίνδαλμα

Εύη Ελευθεριάδου-Αμαλία Νεγρεπόντη, εφ. Τα Νέα, 12/8/1997

Τα πρότυπα των νέων είναι σήμερα πρόσωπα της οικογένειας ή της διπλανής πόρτας

Τώρα θέλω να γίνω εγώ «ξεχωριστή» στη ζωή μου

Φωτεινή Μακρή. Ναι, ο Μόρισον συνεχίζει να μου αρέσει. Δεν είναι, όμως, πλέον ίνδαλμά μου

Τσε Γκεβάρα, Μπιτλς, Τζιμ Μόρισον, Μέριλιν Μονρόε. Ήταν τα ινδάλματα που σημάδεψαν πολλές γενιές νέων. Τους μιμήθηκαν, τους ζήλεψαν, τους έκαναν αφίσες, τους λάτρεψαν. Σήμερα όμως οι νέοι δεν παθιάζονται με αυτούς που αποκαλούν «δημόσια πρόσωπα». Τα ινδάλματα του παρελθόντος έχουν αντικατασταθεί από πρότυπα του οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος των παιδιών. ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ να τους αρέσουν τραγουδιστές και ηθοποιοί, αλλά τη θέση των πολιτικών έχουν καταλάβει οι αθλητές. Σε κανέναν όμως δεν έχουν «τυφλή» εμπιστοσύνη. «Δεν έχω ινδάλματα ­ με την έννοια των ινδαλμάτων από τον δημόσιο βίο» λέει η 16χρονη Γεωργία Σωτηροπούλου, μαθήτρια της Α' Λυκείου, «έχω πρότυπα. Αυτοί οι άνθρωποι είναι συνήθως καθηγητές μου, φίλοι, γνωστοί, ακόμη και γονείς». Και συνεχίζει: «παλιότερα ίσως να είχα ινδάλματα. Αλλά τώρα πια δεν τα ακολουθώ».

Ο Νίκος Χριστοδούλου, μαθητής και αυτός της Α' Λυκείου, «συμπαθεί» ως τραγουδιστή τον Μαζωνάκη, «αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι και ίνδαλμά μου. Ούτε και το συγκρότημα Metallica, που μου αρέσει πολύ, αποτελεί πρότυπο για μένα» προσθέτει. Και συνεχίζει: «μου αρέσει η μουσική τους, μου αρέσουν ως τύποι. Μου αρέσουν και ορισμένα από αυτά που πιστεύουνε. Αλλά ποτέ δεν θα ακολουθούσα τα βήματά τους». Ανάλογα είναι και τα συμπεράσματα μεγάλης έρευνας που έγινε πριν από δύο χρόνια στη Θεσσαλονίκη, από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) και την τοπική Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. «Σε αντίθεση με τις προηγούμενες δεκαετίες τα παιδιά σήμερα δεν έχουν συγκεκριμένα ινδάλματα. Οι λόγοι είναι πολλοί» λέει η κ. Αφροδίτη Τεπέρογλου, κοινωνιολόγος και υπεύθυνη της έρευνας. Και εξηγεί: «Είναι τόσο πολλά πια τα ερεθίσματα που δέχεται ένα παιδί σήμερα, βομβαρδισμό γνώσεων και εικόνων, που δεν προλαβαίνει να τα συγκρατήσει και να τα μιμηθεί.

Στην εποχή μας δίνουν οι νέοι μεγάλη αξία στην οικογένειά τους. Είναι χαρακτηριστικό πως η γενιά αυτή έχει πολύ καλύτερες σχέσεις με τους γονείς της απ' ό,τι οι προηγούμενες. Οι φίλοι παίζουν, επίσης, σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της προσωπικότητας ενός νέου και συχνά αντικαθιστούν ξένα πρότυπα».

Ο 16χρονος Νίκος Πολυχρονίου αναλύει ακόμη μιαν άποψη: «Η ίδια η ζωή και οι εμπειρίες που μας δίνονται είναι αυτές που μας επηρεάζουν. Οι καταστάσεις που βιώνουμε είναι που παίζουν καθοριστικό ρόλο και όχι οι άνθρωποι που είναι γνωστοί, δημόσια πρόσωπα. Δεν τους ξέρουμε ούτε μας ξέρουν, για να μας επηρεάσουν». Και προσθέτει ότι αιτία ίσως είναι και η μεγάλη ανάπτυξη της τεχνολογίας. «Σήμερα ­ λέει ­ τις αφίσες αντικαθιστούν, ολοένα και περισσότερο, τα κομπιούτερ, οι τηλεοράσεις στις κρεβατοκάμαρες και τα βιντεογκέιμς».

Όμως ο συμμαθητής του Νίκος Χριστοδούλου διαφωνεί: «Εγώ πιστεύω ότι τη σημερινή εποχή κοιτάμε περισσότερο τον εαυτό μας και την ιδιωτική μας ζωή, παρά τα δημόσια πράγματα, αυτά που συμβαίνουν στην υπόλοιπη κοινωνία. Ίσως και γι' αυτό δεν μας συγκινούν και τόσο τα ινδάλματα που αυτή η κοινωνία προβάλλει».

Πάντως ακόμη και σήμερα τα περισσότερα ονόματα που αναφέρουν τα παιδιά προέρχονται από τον χώρο της μουσικής. Αυτό είναι αναμενόμενο καθώς, όπως φάνηκε και από την έρευνα του ΕΚΚΕ, η μουσική είναι πρωταρχικό στοιχείο του ελεύθερου χρόνου τους, απασχολώντας τους πολύ περισσότερο απ' όσο ο κινηματογράφος και τα βιβλία. Ακολουθεί ο χώρος του αθλητισμού, που έχει ανέβει σε δημοτικότητα τα τελευταία χρόνια, χάρη στην προβολή από τα ΜΜΕ, στις επιτυχίες, στη δόξα και στο χρήμα.

Οι νέοι σήμερα δεν παθιάζονται με αυτούς που αποκαλούν «δημόσια πρόσωπα». Τα ινδάλματά τους είναι πολύ πιο κοντά. Δίπλα τους...

«Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ του με γοήτευε. Η ελευθερία έκφρασής του. Και η τελείως διαφορετική σκοπιά με την οποία έβλεπε τα πράγματα», λέει η 17χρονη μαθήτρια της Γ' Λυκείου, Φωτεινή Μακρή. Και καταλήγει: «Γι' αυτό ήταν πρότυπό μου ο (γνωστός τραγουδιστής, μουσικοσυνθέτης και στιχουργός) Τζιμ Μόρισον. Αλλά πριν από τρία χρόνια. Όχι πια».

Η Φωτεινή, που φέτος έδωσε Πανελλήνιες Εξετάσεις στη Γ' Δέσμη, χαμογελάει τώρα που σκέπτεται το προηγούμενο «πάθος» που έτρεφε προς τον καλλιτέχνη. Συνεχίζει, «φυσικά, και τώρα ο Μόρισον μου αρέσει πολύ ως μουσικός. Και οι στίχοι και η μουσική του με αγγίζουν ιδιαίτερα. Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο μουσικό. Αλλά δεν είναι το ίνδαλμά μου πια. Δεν θέλω να τον μιμηθώ, ούτε θα ήθελα να ακολουθήσω τα βήματά του. Ίσως να ήταν παλιότερα το πρότυπό μου, γιατί ένιωθα και ήμουν πολύ πιο περιορισμένη απ' όσο είμαι σήμερα».

Η μορφή του Τζιμ Μόρισον σε δεκάδες διαφορετικές στάσεις κοσμεί τους τοίχους του δωματίου της Φωτεινής, που το μοιράζεται με την αδελφή της, Δήμητρα. Μονάχα μία καλαίσθητη αφίσα με ένα δελφίνι σπάει το μωσαϊκό εικόνων του μουσικού. «Έχω υιοθετήσει κάποια στοιχεία της συμπεριφοράς και της εμφάνισης του Μόρισον», λέει η Φωτεινή, «αλλά τα στοιχεία αυτά τα έχω επιλέξει συνειδητά. Και τα έχω προσαρμόσει τόσο στον εαυτό μου ­ τον χαρακτήρα μου ­ όσο και στο περιβάλλον στο οποίο ζω και κινούμαι».

Η κοπέλα σταματάει να μιλάει. Σκέπτεται λίγο, και καταλήγει: «Ναι, o Μόρισον συνεχίζει να μου αρέσει. Δεν είναι όμως πλέον ίνδαλμά μου. Ούτε τον μιμούμαι.

Αυτό που τον έκανε ίνδαλμα στα μάτια μου, είναι το ότι ήταν ξεχωριστός. Σήμερα, αυτό που θα 'θελα, αυτό που θέλω να προσπαθήσω, είναι να κάνω εγώ η ίδια κάτι ξεχωριστό. Να γίνω εγώ "ξεχωριστή", στη ζωή μου».

Γ'. Βιβλιογραφία