Α'. Σχεδιάγραμμα, Β'. Κείμενα, Γ'. Βιβλιογραφία

Θέμα: Μετανάστες/Πρόσφυγες

Α'. Σχεδιάγραμμα

Πρόλογος

Κυρίως Θέμα

Ε1.Αιτίες που τους ξεσπιτώνουν

Ε2.Προβλήματα που αντιμετωπίζουν

Ε3.Τρόποι αντιμετώπισης

Β'. Κείμενα

Συναγερμός για το «κύμα» προσφύγων στα νησιά του Αιγαίου

Γιάννης Φώσκολος, εφ. Έθνος, 5/4/2015

Η φωτιά στη Συρία αυξάνει τις μεταναστευτικές ροές

Αντιμέτωπα με ένα «κύμα» προσφύγων βρίσκονται ήδη τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Πριν ακόμη έρθει το καλοκαίρι, εποχή κατά την οποία οι μεταναστευτικές ροές αυξάνονται, τα ελληνικά θαλάσσια σύνορα δέχονται ιδιαίτερα μεγάλη πίεση.

Παρασκευή απόγευμα στο προαναχωρησιακό κέντρο της Μόριας στη Λέσβο, μια μέρα με ροές σε ανεκτά επίπεδα.

Παρασκευή απόγευμα στο προαναχωρησιακό κέντρο της Μόριας στη Λέσβο, μια μέρα με ροές σε ανεκτά επίπεδα.

Τον Μάρτιο οι συλλήψεις μόνο του Λιμενικού ήταν πενταπλάσιες από τον ίδιο μήνα πέρυσι. Συνολικά, από Ιανουάριο μέχρι και Μάρτιο μπήκαν στην Ελλάδα διά θαλάσσης 10.445 πρόσφυγες και μετανάστες, όταν την ίδια περίοδο πέρυσι είχαν συλληφθεί από το Λιμενικό 2.863. Τη μεγαλύτερη πίεση δέχεται η Λέσβος, που κλήθηκε να διαχειριστεί το περασμένο τρίμηνο πάνω από 5.000 άτομα, με τα 3.000 να φτάνουν μόνο μέσα στον Μάρτιο (πέρυσι είχε δεχτεί περίπου 1.400 όλο το τρίμηνο).

Η τάση αυτή είχε διαφανεί ήδη από πέρυσι, καθώς οι συλλήψεις του 2014 στα θαλάσσια σύνορα (43.518) είχαν ξεπεράσει κατά 280% τα νούμερα του 2013 (11.447). Φέτος όμως τα νέα δεδομένα προειδοποιούν για ένα ιδιαίτερα θερμό καλοκαίρι, καθώς οδεύουμε για νέο ρεκόρ στις μεταναστευτικές ροές.

Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα, η κυβέρνηση επιχειρεί να διαμορφώσει ένα εθνικό σχέδιο δράσης, βελτιώνοντας τον συντονισμό των εμπλεκόμενων υπηρεσιών. Την περασμένη εβδομάδα σε διυπουργική σύσκεψη, αποφασίστηκε η δημιουργία επιτροπής με υπηρεσιακούς παράγοντες των υπουργείων Προστασίας του Πολίτη, Μεταναστευτικής Πολιτικής, Ναυτιλίας, Υγείας, Εσωτερικών όπως επίσης και στελεχών από Οργανώσεις που εμπλέκονται στις διαδικασίες.

Συναγερμός για το «κύμα» προσφύγων στα νησιά του Αιγαίου

Στόχος είναι να υπάρξει γρήγορη καταγραφή των αναγκών σε προσωπικό, μέσα, εξοπλισμό κ.λπ. και να προβλεφθούν χώροι σε σημεία εισόδου, τουλάχιστον εκεί όπου δεν υπάρχουν δομές (όπως για παράδειγμα στα Δωδεκάνησα), ώστε να ολοκληρώνονται σε ανθρώπινες συνθήκες οι διοικητικές διαδικασίες για τους νεοεισερχόμενους, χωρίς αυτό να επιβαρύνει τις τοπικές κοινωνίες. Η εξίσωση δεν είναι εύκολη, δεδομένων των αντιδράσεων που συχνά προκύπτουν στις τοπικές κοινωνίες, της έλλειψης πόρων, ανθρώπινου δυναμικού και μέσων, αλλά και της μεγάλης αύξησης των ροών, ιδιαιτέρως από τη φλεγόμενη Συρία. Κάποιοι κάνουν λόγο για τη μεγαλύτερη κρίση μετατόπισης πληθυσμού μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην Τουρκία έχουν καταγραφεί 1,7 εκατ. Σύροι πρόσφυγες, ενώ άλλο 1,2 εκατ. βρίσκονται στον Λίβανο.

«Ο πόλεμος στη Συρία δεν φαίνεται να φτάνει στο τέλος του. Οι γειτονικές χώρες δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν άλλο τους εκτοπισμένους. Η ΕΕ πρέπει να δημιουργήσει αξιόπιστα προγράμματα επανεγκατάστασης», ζήτησε από την Αθήνα ο Γιαν Γιάραμπ, περιφερειακός εκπρόσωπος για την Ευρώπη του Υπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

Οι αντοχές της Λέρου δοκιμάστηκαν το τελευταίο τρίμηνο με 1.260 πρόσφυγες να φτάνουν στο νησί. Μάλιστα, κάποιοι αναγκάστηκαν να κοιμηθούν σε αποθήκη του Λιμεναρχείου.

Οι αντοχές της Λέρου δοκιμάστηκαν το τελευταίο τρίμηνο με 1.260 πρόσφυγες να φτάνουν στο νησί. Μάλιστα, κάποιοι αναγκάστηκαν να κοιμηθούν σε αποθήκη του Λιμεναρχείου.

Πρώτοι οι Σύροι

Περισσότεροι από τους μισούς που μπαίνουν παράτυπα στη χώρα είναι Σύροι, ακολουθούν Αφγανοί και Σομαλοί, ενώ αυξάνονται σημαντικά και οι Ιρακινοί, στην πατρίδα των οποίων δρουν οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους. Οπως λέγεται από κόσμο που καλείται να τους διαχειριστεί στα νησιά, είναι άνδρες κυρίως 20-35 ετών, αλλά και οικογένειες, έγκυες γυναίκες, μικρά παιδιά, άνθρωποι με αναπηρίες ή χρόνια προβλήματα υγείας.

«Οι Σύροι μας διηγούνται ιστορίες φρίκης», μας λέει η Ματίνα Κατσιβέλη, από το Δίκτυο Αλληλεγγύης Λέρου που φροντίζει για στεγνά ρούχα, ξηρά τροφή κ.ά. Από εθελοντικές ομάδες καλύπτονται κυρίως και σε άλλα νησιά, όπως στη Χίο, οι ανάγκες σε ρούχα, παπούτσια, σεντόνια κ.ά.

Η Λέρος δέχτηκε 1.260 ανθρώπους τους τελευταίους τρεις μήνες. Κάποιοι αναγκάστηκαν να διανυκτερεύσουν στην αποθήκη του Λιμεναρχείου. Τελικά άνοιξε ένα μικρό κτίριο που είχε επιλεγεί για φιλοξενία προσφύγων, αλλά έμενε κλειστό. Τώρα κι αυτό φαίνεται μικρό. «Εμείς δεν μπορούμε πλέον μόνοι μας να αντιμετωπίσουμε τις ανάγκες», θα πει ο δήμαρχος Λέρου, Μιχάλης Κόλιας.

Εγκαταστάσεις χωρίς εξοπλισμό

Έφεραν κρεβάτια και κουβέρτες από τη Βόρεια Ελλάδα

Σε αντίθεση με τα Δωδεκάνησα τα οποία στερούνται εντελώς οργανωμένων χώρων, το Βόρειο Αιγαίο έχει κάποιες εγκαταστάσεις, κυρίως κράτησης, αλλά με λειτουργικά προβλήματα κι ελλείψεις.

Οταν η Λέσβος «συνελήφθη» εξαπίνης από την τεράστια αύξηση των ανοιξιάτικων αφίξεων, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να συσσωρεύονται και να κοιμούνται στο λιμάνι, άνοιξαν άρον άρον νέες πτέρυγες του προαναχωρησιακού κέντρου στη Μόρια, που κατασκευάστηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση ως κλειστού τύπου κέντρο κράτησης, αλλά στερούνταν εξοπλισμού (ένα τμήμα του είχε ανοίξει τον Οκτώβρη, όταν σημειώθηκε πάλι έξαρση αφίξεων). Η κατάσταση ήταν δύσκολη, δεν υπήρχαν αρκετά κρεβάτια, κουβέρτες, τα είδη υγιεινής δεν έφταναν. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές από τους Γιατρούς του Κόσμου έτρεχαν και δεν έφταναν. Την Πέμπτη ήρθαν κρεβάτια από τη Βόρεια Ελλάδα, στρώματα, κουβέρτες και κλινοσκεπάσματα.

«Με ανησυχεί πολύ η κατάσταση. Οι ρυθμοί είναι εντονότατοι και αυξάνονται συνεχώς», σχολιάζει ο δήμαρχος Λέσβου, Σπύρος Γαληνός, καλώντας την ΕΕ να αναλάβει τις ευθύνες της. Την Παρασκευή το απόγευμα υπήρχαν περίπου 400 άτομα στη Μόρια. Εκεί, όπως και στη Χίο και στη Λέρο, οι Αρχές διεκπεραιώνουν γρήγορα την καταγραφή των στοιχείων και την ταυτοποίηση και κατά κανόνα τους απελευθερώνουν με 6μηνη (τους Σύρους) ή 30ήμερη αναστολή απέλασης. Όλοι -όπως περιγράφουν οι κάτοικοι - παίρνουν το πλοίο για την Αθήνα, αναζητώντας φίλους, συγγενείς ή τις παράνομες οδούς που οδηγούν στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη.

«Διαβατήριο» για 350.000 έλληνες νεομετανάστες

Ολοένα και περισσότεροι φεύγουν αναζητώντας εργασία - Το 55% θα μετακόμιζε στο εξωτερικό αν έβρισκε δουλειά - Ακόμη και στελέχη εταιρειών σκέφτονται τη λύση της μετανάστευσης

Τσακίρη Τόνια, εφ. Το Βήμα, 3/4/2015

«Διαβατήριο» για 350.000 έλληνες νεομετανάστες

Ολοένα και περισσότεροι Έλληνες καταφεύγουν στο εξωτερικό για να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη και να βρουν εργασία, καθώς η κρίση στην Ελλάδα έχει δημιουργήσει υψηλά ποσοστά ανεργίας. Στην Ευρώπη, στην Αμερική αλλά και στην Αυστραλία προσπαθούν να εγκατασταθούν πολλοί Ελληνες οι οποίοι απολύθηκαν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας ή έχουν τελειώσει τις σπουδές τους και δεν έχουν καταφέρει να μπουν στον επαγγελματικό χώρο.

Το 2014, συνολικά 341.334 κάτοικοι της χώρας συμπλήρωσαν το ευρωπαϊκό βιογραφικό σημείωμα (Europass CV), το οποίο αποτελεί «διαβατήριο» για την ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, με την πλειονότητα αυτών να βρίσκεται στην πλέον παραγωγική ηλικία (21-35 ετών). Η Ελλάδα κατέλαβε, έτσι, την ένατη θέση, η οποία είναι ιδιαίτερα υψηλή, αν αναλογιστεί κανείς τον πληθυσμό της χώρας μας σε σύγκριση με αυτόν άλλων χωρών που προηγούνται, όπως είναι η Ιταλία, η Ισπανία, η Γερμανία και η Βρετανία. Ερευνα της ICAP δείχνει ότι και στελέχη εταιρειών στην Ελλάδα σκέφτονται τη λύση του εξωτερικού για εργασία. Στην ερώτηση της ICAP αν οι CEOs θα εξέταζαν σήμερα μια μετακίνηση στο εξωτερικό, το 47,3% απάντησε μάλλον ναι αλλά μόνο με καλύτερες προϋποθέσεις (π.χ. ανώτερη θέση, καλύτερες αποδοχές, ελκυστική χώρα), το 16,8% σίγουρα ναι και το 35,9% όχι.

Παράλληλα, σύμφωνα με την παγκόσμια έρευνα Decoding Global Talent για την εργασία στο εξωτερικό, όσον αφορά τη χώρα μας το 55% των Ελλήνων θα μετακόμιζε στο εξωτερικό για δουλειά. Η έρευνα διεξήχθη σε 189 χώρες από την εταιρεία συμβούλων The Boston Consulting Group και τη The Network, το παγκόσμιο δίκτυο στο οποίο συμμετέχουν πάνω από 50 job sites.

Σύμφωνα με αυτή την έρευνα, οι τρεις πρώτες χώρες στις οποίες θα πήγαιναν οι Ελληνες είναι οι αγγλόφωνες Βρετανία (18%) στην πρώτη θέση, οι ΗΠΑ (12%) στην τρίτη θέση και η οικονομικά σταθερή Ελβετία (13%) στη δεύτερη. Τη δεκάδα συμπληρώνουν οι Γερμανία, Γαλλία, Σουηδία, Ιταλία, Καναδάς, Κύπρος και Μεξικό.

Επίσης, ενδιαφέρον εύρημα είναι το τι κινητοποιεί τους Ελληνες στην εργασία μας. Ο καλός μισθός τοποθετείται τελευταίος στη λίστα των 10 σημαντικότερων κινήτρων. Πρώτο σε σημασία είναι η εκτίμηση για τη δουλειά μας, δεύτερο η οικονομική σταθερότητα της εταιρείας και τρίτο το πόσο ενδιαφέρουσα είναι η δουλειά μας.

Η δυνατότητα επαγγελματικής εξέλιξης, οι καλές σχέσεις με τους συναδέλφους μας και τους προϊσταμένους μας, η ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, το δημιουργικό και καινοτόμο εργασιακό περιβάλλον και η αίσθηση επαγγελματικής ασφάλειας, η οποία άλλωστε προκύπτει από μια οικονομικά σταθερή εταιρεία (το δεύτερο κίνητρο), συμπληρώνουν τα σημαντικότερα κίνητρα.

Η κυρία Ελένη Ροκά, διευθύντρια marketing του skywalker.gr, ανέφερε ότι «βάσει των αποτελεσμάτων της έρευνας, θα λέγαμε ότι η Ελλάδα ακολουθεί την παγκόσμια τάση κινητικότητας. Προκαλεί έκπληξη όμως το γεγονός ότι δεν παρουσιάζει τα υψηλά ποσοστά των αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Παράλληλα, η οικονομική κρίση μάς ώθησε στην αναθεώρηση των κινήτρων μας στη δουλειά. Γνωρίζοντας ότι δεν μπορούμε να έχουμε έναν ικανοποιητικό μισθό, επικεντρωνόμαστε σε άλλους παράγοντες που μας ικανοποιούν στην εργασία μας».

Πολιτογράφηση και πολιτισμική ενσωμάτωση των μεταναστών

Αντώνης Λιάκος, εφ. Το Βήμα, 17/1/2010

Απορρίπτοντας το μεταναστευτικό νομοσχέδιο, o πρόεδρος της ΝΔ δήλωσε ότι «το πρόβλημα των νομίμων μεταναστών στην ελληνική κοινωνία δεν είναι απλά ζήτημα πολιτογράφησής τους. Είναι και θέμα ενσωμάτωσής τους στο σώμα και στον πολιτισμό της χώρας. Των ίδιων και, κυρίως, των παιδιών τους που γεννήθηκαν εδώ...». Ο στόχος του άρθρου αυτού δεν είναι αντιρρητικός. Ο κ. Σαμαράς θέτει ένα γενικότερο ζήτημα. Τη σχέση ανάμεσα στην ιδιότητα του πολίτη και στην κοινότητα μνήμης και εμπειρίας. Ας το συζητήσουμε εξετάζοντας αυτή τη σχέση, η οποία έχει δύο κατευθύνσεις.

Κοινότητα μνήμης και κοινότητα πολιτών

Στην πρώτη, η ιδιότητα του πολίτη ή καλύτερα η κοινότητα των πολιτών απαιτεί επίσης μια κοινότητα βιωμένων ή αποκτημένων μέσω της εκπαίδευσης εμπειριών. Κάθε κοινότητα για να γίνει βιώσιμη χρειάζεται να αποκτήσει ένα ελάχιστο κοινό απόθεμα αναφορών. Αναγνώριση συμβολισμών, στοιχειώδεις κοινές γνώσεις, αποδοχή μιας βασικής δεοντολογίας, κάποιες κοινές στάσεις. Διαφορετικά πρόκειται για κοινότητες που απλώς συμβιώνουν στον ίδιο χώρο. Συμβίωση με εύθραυστη ανοχή στην καλύτερη περίπτωση, με αμοιβαία καχυποψία που μπορεί εύκολα να γίνει ανοιχτή εχθρότητα στη χειρότερη, χωρίς αλληλεγγύη σε κάθε περίπτωση. Ιστορικά, ο ρόλος των εθνικών κρατών, φορές συμμετοχικά, φορές αυταρχικά, ήταν να δημιουργήσουν από ανομοιογενή πληθυσμό ένα λαό. Ετσι δημιουργήθηκε και η σύγχρονη Ελλάδα, μέσα από μια διαδικασία που δεν έληξε τον 19ο αι., αλλά συνεχίστηκε και μετά το 1922, και στα μεταπολεμικά χρόνια. Αυτόν το ρόλο έπαιξε η συγκρότηση εθνικής ιστοριογραφίας και εθνικού αφηγήματος, η μεταβίβασή τους μέσω της εκπαίδευσης και η οργάνωση μιας ιστορικής κουλτούρας με σύμβολα, γιορτές και επετείους, μνημεία και μνημονικούς τόπους. Αλλά με τις μεταναστεύσεις της περασμένης εικοσαετίας το ζήτημα τίθεται εκ νέου. Κάθε κοινότητα και η κουλτούρα της ή ένα κοινό πολιτισμικό υπόβαθρο; Και τι μεγέθους; Εκτεταμένο και παρεμβατικό, στοιχειώδες ή ανύπαρκτο; Τα ερωτήματα αυτά είναι σωστά αλλά ελλιπή, στο βαθμό που αφορούν μόνο την κατεύθυνση που βλέπει την κοινότητα μνήμης ως προϋπόθεση της κοινότητας πολιτών. Η δεύτερη κατεύθυνση λέει ότι η ιδιότητα του πολίτη είναι απαραίτητη για να υπάρξει κοινότητα μνήμης. Και όχι μόνο η ιδιότητα του πολίτη ως πραγματικότητα, αλλά η ιδιότητα του πολίτη ως προοπτική, ως προσδοκία και επιδίωξη. Γιατί όμως είναι απαραίτητη η προοπτική τού να γίνει κανείς πολίτης προκειμένου να αποκτηθεί ένα κοινό απόθεμα ιστορικών και μνημονικών αναφορών; Πρώτο, γιατί τα κίνητρα για να γνωρίσουμε το παρελθόν και οι αντιλήψεις μας γι΄ αυτό προϋποθέτουν κάποιες προσδοκίες για το μέλλον. Αν το μέλλον είναι σκοτεινό, επισφαλές, επικίνδυνο, τότε τις εικόνες, τις αντιλήψεις και τα συναισθήματα για το παρελθόν τις κατακλύζουν αισθήματα ματαιότητας, αντίδρασης, εκδίκησης και μηδενισμού. Αν στρέφουμε τα νώτα μας στο μέλλον, βλέπουμε το παρελθόν ως περιχαράκωση της ταυτότητάς μας, με αμυντικά ανακλαστικά. Οταν όμως βλέπουμε το μέλλον ως κοινό μέλλον με κάποια αισιοδοξία, το παρελθόν μας το σκεπτόμαστε ως ανοικτό, επικοινωνήσιμο και μεταφράσιμο αφήγημα. Εξάλλου, αν ο άλλος δεν σε σέβεται και δεν υπάρχει ελπίδα να σε αναγνωρίσει ως ισότιμο, γιατί να σεβαστείς και να εκτιμήσεις την ιστορία και τον πολιτισμό του; Αν ο άλλος δεν σου αναγνωρίζει τις δικές σου εμπειρίες, αν δεν εκτιμά τη γλώσσα, την κουλτούρα σου, αν αγνοεί την ιστορία σου, τότε γιατί εσύ θα εκτιμήσεις τη δική του; Αυτά επιτάσσουν το ελάχιστο δικαιοσύνης και συμμετοχής που είναι απαραίτητα για τη συμβίωση.

Η αναγνώριση του διαφορετικού

Είναι ασφαλώς επιθυμητό όσοι ζουν σε αυτή τη χώρα, για να αποκτήσουν επικοινωνία και για να ζήσουν μια καλή ζωή, να μοιράζονται ένα ελάχιστο γλωσσικής ικανότητας, κοινών διανοητικών και συναισθηματικών αναφορών. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ιδρύσουμε θεσμούς διά βίου εκπαίδευσης ανοιχτούς, προσιτούς στους μετανάστες. Αλλά προϋποθέτει ευρύτερα μια πολιτισμική στάση που διακρίνεται από αμοιβαιότητα, αλληλοαναγνώριση, μετάφραση. Χρειάζεται η ικανότητα και η θέληση να εντάξουμε στον ιστορικό και πολιτισμικό μας ορίζοντα όχι μόνο τη δυνατότητα της ανάγνωσης και της αναγνώρισης του διαφορετικού, αλλά και να μπορούμε να μεταφράζουμε τις δικές μας εμπειρίες στους κώδικες των άλλων και τις δικές τους ιστορίες στους δικούς μας κώδικες. Εξυπακού εται χωρίς πλέγματα υπεροχής ή μειονεξίας, απαλλαγμένοι από αντιλήψεις για ανώτερους και υποδεέστερους πολιτισμούς.

Αν θέλουμε να είμαστε ταυτόχρονα ρεαλιστές και ανθρωπιστές, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους μετανάστες που θα πολιτογραφηθούν και σε όλους εμάς τους υπόλοιπους, από την άποψη της ιστορικής συνείδησης και κουλτούρας, είναι ότι γι΄ αυτούς, ακόμα κι αν γεννήθηκαν εδώ, το τραύμα τού πώς έφυγαν από τις χώρες τους, κάτω από ποιες συνθήκες ήλθαν και επιβίωσαν ή εξακολουθούν να επιβιώνουν εδώ, είναι πρόσφατο, βιωματικό, επαναλαμβανόμενο. Αντίθετα σε εμάς τα μεγάλα συλλογικά τραύματα, του εμφυλίου και της προσφυγιάς, είναι πίσω από αρκετές δεκαετίες που ζήσαμε ειρηνικά και με σχετική άνεση. Εδώ, στην πληγή, θα πρέπει να βάλουμε τα δάκτυλά μας. Οχι να στριφογυρίζουμε το μαχαίρι με δηλώσεις όπως του προέδρου της ΝΔ για εγκύους που «θα έρθουν εδώ να γεννήσουν τα παιδιά τους για να νομιμοποιηθούν». Πρόκειται για αποστροφές όχι μόνο άσχετες με τη ζοφερή πραγματικότητα τού από πού φεύγει κανείς και πώς φτάνει, αλλά που προξενούν πόνο. Εν τέλει, λυπάμαι που το γράφω, απάνθρωπες.

Τι είδους κοινωνία επιδιώκουμε

Δεν πρέπει να θεωρούμε αυτονόητο ότι τα γεγονότα της δικής μας ιστορίας και τα στοιχεία της κουλτούρας μας αποκτούν το ίδιο νόημα όταν μεταβιβάζονται σε ανθρώπους με διαφορετικό πολιτιστικό υπόβαθρο, γλωσσική και θρησκευτική παιδεία και διαφορετικά βιώματα. Αν άρουμε το αυτονόητο, θα εγκαταλείψουμε τον υπεροπτικό διδακτισμό. Ακόμη περισσότερο θα αναρωτηθούμε για τη νοηματοδότηση της ιστορίας, της εμπειρίας και του πολιτισμού μας όχι μόνο απέναντι στους ξένους που θα πολιτογραφηθούν, αλλά επίσης και ανάμεσα στις διαφορετικές ηλικιακές και κοινωνικές ομάδες που συγκροτούν την ελληνική κοινωνία, που δεν είναι καθόλου ενιαία όπως τη φαντάζεται ο επίσημος λόγος. Θα γίνουμε ενδεχομένως ικανοί να δούμε ότι το παρελθόν δεν είναι η αποστεωμένη και απολιθωμένη αποτύπωσή του στα μουσεία και στα βιβλία, αλλά μια ζωντανή κουλτούρα που πάλλεται καθώς διασταυρώνεται με τις εμπειρίες, τις σκέψεις, τις αγωνίες, τις ελπίδες του σώματος των πολιτών στο οποίο μετέχουμε, μέσα στις συγκεκριμένες πραγματικότητες που ζούμε. Οι προκλήσεις του σήμερα είναι μια ευκαιρία για σκεφτούμε πού θέλουμε να πάμε, τι είδους κοινωνία επιδιώκουμε. Να σκεφτούμε το παρελθόν με αφετηρία το μέλλον, κι όχι το μέλλον δεσμευμένοι από το παρελθόν.

Συμπερασματικά, για να δημιουργηθεί πολιτισμική κοινότητα χρειάζεται ισοπολιτεία και, κατά συνέπεια, συνείδηση πολίτη. Η συνείδηση του πολίτη και η ιστορική συνείδηση είναι χρησιμότερες από την έννοια της εθνικής ταυτότητας. Γιατί η εθνική ταυτότητα είναι παγιωμένη και κλειστή. Αντίθετα, η συνείδηση του πολίτη είναι ανοιχτή και δημιουργική και η ιστορική συνείδηση στοχαστική και ερευνητική. Το ζήτημα δεν είναι να απεμπολήσουμε την εθνική ταυτότητα, αλλά να την εντάξουμε στη συνείδηση του πολίτη, να την αναστοχαστούμε σε ένα περιβάλλον που αλλάζει και μεταβάλλεται. Να δώσουμε στα παιδιά μας τα εφόδια να ζήσουν δημιουργικά και χωρίς εσωτερικές συγκρούσεις με τη σύγχρονη, ευέλικτη και ευρύχωρη πολλαπλή ταυτότητα που εκ των πραγμάτων αποκτούν.

Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

H Δημοκρατία σε διαβούλευση;

Τάκης Καμπύλης, εφ. Καθημερινή, 10/1/2010

 

Ιθαγένεια μεταναστών: ώρα για πλήρη δικαιώματα

Νάσος Θεοδωρίδης, εφ. Ελευθεροτυπία, 8/1/2009

Η πιο σημαντική τομή που φαίνεται να κομίζουν οι νέες ρυθμίσεις για την απονομή ιθαγένειας σε μετανάστες/τριες συνίσταται στη ρήξη που επέρχεται στην «εθνική ταυτότητα» όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στο «συλλογικό φαντασιακό» των Ελλήνων επί πολλές δεκαετίες, λόγω μιας συστηματικής χειραγώγησης της κοινής γνώμης από παντελώς εσφαλμένες και επιστημονικά ατεκμηρίωτες αντιλήψεις περί «ιστορικής και πολιτισμικής συνέχειας».

Από την άποψη αυτή, η επικείμενη απώλεια της «μονοπωλιακής θέσης» του «δικαίου του αίματος» συνιστά, πράγματι, ένα θετικό πολιτισμικό σοκ για την κυρίαρχη εθνικιστική θεώρηση.

Αναμφίβολα, μια ενδελεχής μελέτη των προτεινόμενων λύσεων δείχνει ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο θετικά όσο φαίνονται εκ πρώτης όψεως. Οταν κατά τα προηγούμενα χρόνια όλες οι κυβερνήσεις έχουν φροντίσει με περισσό ζήλο όχι μόνο να κρατούν πεισματικά κλειστές τις στρόφιγγες της νομιμοποίησης αλλά και να διατηρούν αλώβητο εκείνο ακριβώς το θεσμικό πλαίσιο που διευκολύνει τη μετάβαση από τη νομιμότητα στην παρανομία (όπως π.χ. σύνδεση ανανέωσης άδειας διαμονής με αριθμό ενσήμων), τότε είναι φανερό ότι έχουν ήδη δημιουργηθεί όλοι οι αποτρεπτικοί όροι που θα εμποδίσουν πάρα πολλούς μετανάστες ενταγμένους στην ελληνική κοινωνία να επωφεληθούν από τις νέες ρυθμίσεις, αφού η απονομή ιθαγένειας των παιδιών τελεί σε συνάρτηση με το «νόμιμο καθεστώς» των γονέων. Πέρα από το γεγονός ότι το τυπικό στοιχείο της κατοχής ή μη μιας νόμιμης άδειας διαμονής -και μάλιστα επί πενταετία- δεν μπορεί να είναι καθοριστικό ως κριτήριο πραγματικής και ουσιαστικής ένταξης γονέων και τέκνων στην ελληνική κοινωνία, είναι ηλίου φαεινότερον ότι τα τέκνα «μη νόμιμων» γονέων υφίστανται μια έμμεση κύρωση για την οποία τα ίδια δεν φέρουν απολύτως καμία ευθύνη, όπως πιθανότατα δεν ευθύνονται ούτε καν οι γονείς, καθώς απουσιάζει επιδεικτικά ένα διαρκές σύστημα ανοιχτής διαδικασίας νομιμοποίησης που θα οδηγούσε σε βασική επίλυση προβλημάτων των μεταναστών/τριών, αλλά και της κοινωνίας υποδοχής (π.χ. επ' ωφελεία των εσόδων του ασφαλιστικού συστήματος). Εξάλλου, υπάρχει ήδη σαφής υπαναχώρηση σε σχέση με τις προεκλογικές δεσμεύσεις, καθώς η τριετία σχολικής φοίτησης έγινε εξαετία, αποκλειστικά και μόνο προς άμβλυνση πιθανών αντιδράσεων, ενώ το δικαίωμα ψήφου χορηγείται -κυριολεκτικά με το σταγονόμετρο- σε έναν πολύ μικρό αριθμό αλλοδαπών, ενώ θα έπρεπε να δίδεται σε όλους όσοι συμπληρώνουν την πενταετία, δίχως άλλη προϋπόθεση.

Σε ό,τι αφορά την πολιτογράφηση, αν λάβει κανείς υπόψη τις νοοτροπίες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, όπως τη γνωστή μίζερη αντίληψη εθνικής περιχαράκωσης, τότε θα μπορούσε να διατυπωθεί η άποψη ότι οι νέες διατάξεις φέρνουν έναν αέρα στοιχειώδους νεωτερικότητας μέσα σε μια έρημο απολυταρχίας (π.χ. ως προς την αιτιολογία των αποφάσεων απόρριψης). Το εάν όμως θα πρέπει ή όχι να πανηγυρίζει κανείς για το θρίαμβο του «αυτονόητου» σχετίζεται αναπόφευκτα με το βαθμό ωριμότητας των γενικότερων συνθηκών. Υποστηρίζω, δηλαδή, ότι σήμερα θα ήταν απολύτως ρεαλιστική, υπό προϋποθέσεις, μια κάμψη της αρχής της απόλυτης διακριτικής ευχέρειας και εξουσίας που διαθέτει ένα κυρίαρχο κράτος ως προς την απονομή ιθαγένειας σε αλλοδαπούς πολίτες προς όφελος της αρχής του σεβασμού και της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ιδίως εάν είναι ιδιαίτερα μεγάλη η χρονική διάρκεια κατά την οποία ένας αλλοδαπός έχει ζήσει στην Ελλάδα. Αυτό θα σήμαινε θέσπιση «δέσμιας αρμοδιότητας» της Διοίκησης για κατ' αρχήν υποχρεωτική αποδοχή, εκ μέρους της, όλων των αιτήσεων κτήσης ιθαγένειας ενηλίκων μετά την πάροδο ενός μεγάλου αριθμού ετών διαμονής στη χώρα, πλην ειδικών εξαιρέσεων.

Επί του παρόντος, ας αγωνιστούμε όλοι και όλες για να διασφαλιστεί ότι την ύστατη ώρα δεν θα υπάρξουν υπαναχωρήσεις από τα ήδη εξαγγελθέντα, αλλά και για να επιτευχθούν περισσότερες και τολμηρότερες βελτιώσεις. Παράλληλα, ας απολαύσουμε τον παροξυσμό της Δεξιάς και της Ακρας Δεξιάς.

* Ο Νάσος Θεοδωρίδης είναι διευθυντής του Κέντρου Πληροφόρησης και Τεκμηρίωσης για το Ρατσισμό «ΑΝΤΙΓΟΝΗ»

Γ'. Βιβλιογραφία