Α'. Σχεδιάγραμμα, Β'. Κείμενα, Γ'. Βιβλιογραφία

Θέμα: Παραδοση

Α'. Σχεδιάγραμμα

✍Θέμα:Ο Δήμος σας διοργανώνει μια εκδήλωση με θέμα την παράδοση. Ως εκπρόσωπος της μαθητικής σας κοινότητας αναλάβατε τη σύνταξη ενός κειμένου που θα εκφωνηθεί στην εκδήλωση. Σ’ αυτό να αναφέρετε τις αιτίες για τις οποίες πολλοί νέοι σήμερα έχουν απομακρυνθεί από την παράδοση και να προτείνετε τρόπους επανασύνδεσής τους με αυτήν (500-600 λέξεις) (Πανελλήνιες εξετάσεις Ημερησίων 2008)

Πρόλογος

Κυρίως Θέμα

Ε1. Αιτίες απομάκρυνσης από την παράδοση

Ε2. Τόποι επανασύνδεσης με την παράδοση

Επίλογος

 

✍Θέμα: «...μα ντρεπόμαστε για τα καλά μας, κι όχι για τα κακά! Η απλότητα που έχουμε από φυσικό μας μας φαίνεται φτωχή, η ευαισθησία μας μας φαίνεται πως βλάφτει την αξιοπρέπειά μας, η σεμνότητά μας μας φαίνεται πως μας δείχνει ασυγχρόνιστους, καθυστερημένους...». [Φώτης Κόντογλου, Οι νεωτερισμοί και οι ελληνική παράδοση, εφ. Ελευθερία, 5 / 9 / 1948 (= Ευλογημένο καταφύγιο, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 41991, σελ. 147)]

Ορισμοί

Πρόλογος

Ατομική ταυτότητα: Είναι η συνείδηση της ιδιαιτερότητας ενός ατόμου από τον ίδιο του τον εαυτό. Η επίγνωση ότι αποτελεί κανείς μια ατομικότητα ανεπανάληπτη, μια ξεχωριστή οντότητα. Ο άνθρωπος γνωρίζει τον εαυτό του μέσα από τον άλλο άνθρωπο, αποκτά συνείδηση του «εγώ» μέσα από το «εσύ», από την αντιπαράθεσή του μέσα από άλλες ξεχωριστές προσωπικότητες. (Αργύρης Ματακιάς, Λεξικό Εννοιών, εκδ. Πελεκάνος, Αθήνα - Θεσσαλονίκη, σελ. 579)

• Ατομική ταυτότητα→εθνική ταυτότητα

Κυρίως Θέμα

Ε1. Ορισμός

Εθνική ταυτότητα: Ο όρος δηλώνει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός έθνους που το διαφοροποιούν από τα άλλα. Η ταυτότητα ενός έθνους καθορίζεται από την παράδοσή του, την πολιτισμική του κληρονομιά, τις προσδοκίες και τις επιδιώξεις του για το μέλλον.

Κοινωνική και Εθνική ταυτότητα: Η εμφάνιση ενός υποκειμένου «εμείς», η συνειδητοποίηση του ατόμου ότι ανήκει σε μια κοινότητα οικογένειας, γένους, φυλής, έθνους, θρησκείας ή σχολική, τοπική, επαγγελματική, ταξική, κομματική... Η συνειδητοποίηση αυτή προϋποθέτει μια διάκριση από ένα ορισμένο ή αόριστο «αυτοί» που προηγείται από το «εμείς» και προς το οποίο η ανάγκη συσπείρωσης οδηγεί στον τονισμό των διαφορών. Με την αναζήτηση και παγίωση των ιδιαιτεροτήτων όπως κοινή καταγωγή, γλώσσα, θρησκεία, θεσμοί, παραδόσεις, χαρακτηριστικά λαών... σφυρηλατήθηκε η εθνική ταυτότητα.

Παράδοση: Παράδοση είναι στην αυστηρή έννοιά της ένας ουδέτερος όρος που χρησιμοποιείται, για να δηλώσει τη «μετάβαση», συνήθως προφορική, με την οποία μεταφέρονται από τη μια γενιά στην άλλη τρόποι δραστηριότητας ή γούστα ή δοξασίες και έτσι διαιωνίζονται... είναι το «όχημα» μέσω του οποίου κάθε παιδί μαθαίνει κάτι από τα ήθη και τα έθιμα και από το απόθεμα των συσσωρευμένων γνώσεων καθώς και από τις προκαταλήψεις των προπατόρων... Ο όρος παράδοση εφαρμόζεται επίσης σε ορισμένα στοιχεία της κουλτούρας, που μεταβιβάζεται μ’ αυτόν τον τρόπο - αλλά όχι σ’ όλα τα στοιχεία... και χρησιμεύει στην τόνωση της ομαδικής συνειδητότητας και συνοχής.

Μεταβατική §

• παράδοση= παρελθόν / ταυτότητα= παρόν

• Η παράδοση συμβάλλει τα μέγιστα στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας, η οποία όμως διαμορφώνεται και από τις σύγχρονες εξωτερικές επιρροές και προσλήψεις.

Ε1β. Ταυτότητα Έλληνα

Τα στοιχεία που στοιχειοθετούν την ταυτότητα του Έλληνα ανθολογούνται από τις χαρακτηριστικότερες ιστορικές του στιγμές καθώς και από σύγχρονή του επικοινωνία με τους γείτονες και τους εν γένει πολιτισμούς. Ειδικότερα η ταυτότητα του Έλληνα προσδιορίζεται από:

Οι σύγχρονες εξωτερικές προσλήψεις δεν έχουν αφομοιωθεί ακόμα και προκαλούν σύγχυση → αλλοπρόσαλλη και πολυδιάστατη η νεοελληνική ταυτότητα.

<Εκατέρωθεν Επιδράσεις>

Νίκος Καζαντζάκης (= Γιαβρής Άρης, Η οργάνωση του λόγου, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1990, τ. Β’, σελ. 227 - 228)

Τι πήρε από τον πατέρα του, τι απ’ τη μάνα του ο διγενής Νεοέλληνας; Ψάχνουμε να βρούμε τη νέα ψυχή μας στα δημοτικά τραγούδια, στους χορούς, στα κεντήματα, στη μουσική, στην αρχιτεκτονική του ελληνικού σπιτιού, στις συνήθειες, στις γιορτές, στις παροιμίες, στις πρόληψες, στη γλώσσα μας. και βλέπουμε τα δύο ρέματα, το ντόπιο ελληνικό και το ανατολίτικο, πότε να τρέχουν παράλληλα χωρίς να σμίγουν, πότε να σμίγουν και να παλεύουν λυσσασμένα. και σπάνια ακόμη να έχουν φτάσει σε οργανική ένωση. Ο Νεοέλληνας αγαπάει τη ζωή, φοβάται το θάνατο, αγαπάει την πατρίδα και συνάμα είναι παθολογικά ατομικιστής, κολακεύει σα Βυζαντινός τον ανώτερο, τυραννεί σαν αγάς τον κατώτερο και συνάμα μπορεί να σκοτωθεί για το φιλότιμο. Είναι έξυπνος κι άβαθος, χωρίς μεταφυσική αγωνία, και συνάμα, όταν αρχίσει να τραγουδάει, μια πίκρα παγκόσμια πετιέται από τ’ ανατολίτικα σωθικά του, σπάζει την κρούστα της ελληνικής λογικής και ανεβαίνει από τα σπλάχνα του, όλο μυστήριο και σκοτάδι, η Ανατολή.

Για ένα δυτικό έθνος το πρόβλημα του πολιτισμού δεν είναι τόσο δύσκολο και πολύπλοκο όσο για μας. Προσαρμοσμένοι φυσικά στον ντόπιο τους δυτικό πολιτισμό μάχουνται μονάχα να τον προχωρήσουν και να του δώσουν, όσο μπορούν, δικές τους εθνικές αποχρώσεις. Μας εμείς βρισκόμαστε ανάμεσα Ανατολής και Δύσης. Προνομιούχα λεν είναι η θέση της Ελλάδας μα και συνάμα επικίντυνο πολύ γεωγραφικό και ψυχικό σημείο του κόσμου. Μέσα μας υπάρχουν βαθιές δυνάμεις εχθρικές στο ρυθμό της Δύσης. Έχουμε, για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε, να συμφιλιώσουμε μέσα μας τρομερούς δαιμόνους. Ποιο είναι λοιπόν το χρέος μας;

Εγώ έτσι μονάχα μπορώ χοντρικά να το διατυπώσω: Η Ανατολή με τις μεγάλες πολλές λαχτάρες της, με την άμεσή της επαφή με τη μυστηριώδη ουσία του κόσμου, θα αποτελεί πάντα για τον Έλληνα το ζεστό, σκοτεινό, πλούσιο Υποσυνείδητο. Αποστολή του είχε πάντα ο ελληνικός νους να το φωτίσει, να το οργανώσει και να το κάνει συνειδητό. Όταν το κατόρθωσε, δημιούργησε αυτό που λέμε ελληνικό θάμα. Η Ανατολή είναι το άμορφο, ο ελληνικός νους ήταν πάντα η δύναμη που ένα αγαπούσε κι επιδίωκε πάνω από όλα: τη μορφή. Να δώσουμε μορφή στο άμορφο, να κάνουμε λόγο την ανατολίτικη κραυγή, αυτό είναι το χρέος μας. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε μήτε την Ανατολή μήτε τη Δύση. είναι μέσα μας βαθιά και οι δυο αντίδρομες δυνάμεις και δεν ξεκολνούν. Είμαστε υποχρεωμένοι ή να φτάσουμε στο λαμπικάρισμα της Ανατολής σε Δύση, να πετύχουμε δηλαδή μια δυσκολότατη σύνθεση, ή να χαροπαλεύουμε δούλοι.

Ε2. Λόγοι διαφύλαξης ταυτότητας(=εθνισμόςεθνικισμός)

Μεταβατική §: Όμως...

...παράλληλα είναι απαραίτητη η επικοινωνία των λαών και η αμφίδρομη δημιουργική αφομοίωση ξένων στοιχείων στην εθνική μας ταυτότητα. Ο άκριτος θαυμασμός και ακόμα χειρότερα η άκριτη παραδοχή είναι βλαπτικότατα. αλλά και η απομόνωση και στείρα καταδίκη κάθε τι «ξενικού» είναι καταδικαστέα.

Ε3. Στάση απέναντι στην παράδοση

Εάν δεν έχουμε υπόψη μας κάποια σχετική μελέτη που να δείχνει πώς αντιμετωπίζει η πλειοψηφία των Ελλήνων την παράδοσή τους, τότε μπορούμε να παραθέσουμε τις παρακάτω τρεις απόψεις και να εκφράσουμε τη γνώμη μας στηριγμένη σε προσωπικές παρατηρήσεις κι εκτιμήσεις...

Τρόποι αντιμετώπισης της παράδοσης

α’) Κριτική στάση

β’) Ανεπιφύλακτη παραδοχή (κριτικής στάσης)

Η ανεπιφύλακτη και χωρίς ασφαλιστικές δικλείδες και όρους παραδοχή της παράδοσης μπορεί να γίνει τροχοπέδη στην εξέλιξη και την πρόοδο. ακόμα χειρότερα μπορεί να προκαλέσει νωθρότητα και οκνηρία οδηγώντας έτσι σε κοινωνική και εθνική νάρκωση.

γ’) Απόρριψη (κριτικής στάσης)

Επίλογος

Συμπέρασμα: Με τον όρο παράδοση δε νοείται ο συντηρητισμός και η οπισθοδρόμηση, η προσκόλληση στο παρελθόν και η άρνηση του δημιουργικού παρόντος. Αντίθετα, νοείται πως η αξιοποίηση του παρελθόντος είναι δυνατό να γίνει αφετηρία για ένα δημιουργικό παρόν και μέλλον...

Οφείλουμε να σεβόμαστε τον πολιτισμό της Δύσης

Ναι, γιατί:

Όχι, γιατί: (επιφυλακτική στάση)

Καλά διατήρησης Παράδοσης

Αρνητικά Παράδοσης

§§ για διατήρηση εθνικής μουσικής παράδοσης

Β'. Κείμενα

Ελληνική Παράδοση

Νόρα Σκουτέρη - Διδασκάλου, περ. Φιλόλογος, τ. 17, 1979 (= Κιτσάκης Αθανάσιος, Η Σύγχρονη Κοινωνία, σελ. 258 - 259)

Να ξεφύγουμε από τη διάσταση εκείνη της «στροφής (ή επιστροφής) στις ρίζες μας», που δίνουν τα ερασιτεχνικά φιλμάκια της τηλεόρασης, τη διάσταση εκείνη που μετατρέπει την υλική και πνευματική παραγωγή των γενεών που έζησαν πριν από μας σε διακόσμηση μικροαστικών ή μεγαλοαστικών σαλονιών, σε φιλολογικές ρητορείες, σε θέματα μαθητικών εκθέσεων και πρόχειρων διαλέξεων και όχι σε αντικείμενο της ιστορίας.

Η διαίσθηση και ο ερασιτεχνισμός σίγουρα δεν μπορούν να μας βοηθήσουν να διατυπώσουμε καν το πρόβλημα. Αυτή βέβαια η διαπίστωση ισχύει μόνο αν δεχτούμε ότι ο πολιτισμός (ο λαϊκός, ο παραδοσιακός, αυτό που τόσο εύκολα ονομάζουμε «παράδοση») δεν είναι ένα πράγμα που διασώζουμε για να το στήσουμε στο σπίτι ή στο μουσείο αλλά η βιωμένη πραγματικότητα μιας ομάδας ατόμων. Η πραγματικότητα όμως ενταγμένη στο χώρο και στο χρόνο, που σημαίνει μία ή πολλές πραγματικότητες που τις αντιμετωπίζει για να τις γνωρίσει η ιστορία (ή η λαογραφία) ως ιστορική προσέγγιση του παραδοσιακού πολιτισμού και της παραδοσιακής κοινωνίας.

Ανάμεσα στον άχρονο αρχαϊσμό (που υποδεικνύει η κίνηση του «για να βρούμε τις ρίζες μας») και το ρομαντικό μύθο της «παλιάς καλής εποχής» (που ...«ας τη σώσουμε για να διατηρήσουμε την ανθρωπιά μας») είμαστε καταδικασμένοι να κάνουμε τις επιλογές μας ανάμεσα στον πρωτογονισμό και το γραφικό τουρισμό.

Είναι ανάγκη λοιπόν να ξεφύγουμε επιτέλους από τη διατύπωση του προβλήματος μέσα στα απροσδιόριστα και ασαφή όρια της «παράδοσης» και να το θέσουμε (να το θέσουμε όμως) εκεί που πραγματικά ανήκει, στην ιστορία. Να αφήσουμε κατά μέρος τις προχειρότητες και να δώσουμε στην ίδια την παράδοση την αληθινή της θέση στην ιστορία, που δε σημαίνει απλά και μόνο να της δώσουμε μια θέση στην ιστορία. Σημαίνει και κάτι περισσότερο: να μην παγιδευτούμε μέσα στην ιστορία από την ίδια την ιστορία. Χωρίς στόχο και χωρίς μέθοδο προσέγγισης η απόπειρα χάνει αυτόματα τη δυνατότητα να δει (= να γνωρίσει) την παράδοση. Επενδυμένη (η απόπειρα) με τη λεπτή επίστρωση ενός «επιστημονικού» λεξιλογίου, αφήνει να διαφαίνεται η νοσταλγία για την ομορφιά ενός κόσμου που σβήνει και που εμείς - τάχα - την ξέρουμε και μπορούμε και πρέπει να τη δείξουμε στη νέα γενιά.

Όμως για ποιον ακριβώς κόσμο πρόκειται; Γιατί σίγουρα δεν είναι αρκετό να ορίζεται το αντικείμενο των αναζητήσεών μας -εδώ η ελληνική παράδοση- μέσα από την ευαισθησία των σύγχρονων Νεοελλήνων. Γιατί πρέπει να υπάρχει μια στάση απέναντι στο παρελθόν που θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε το κάθε φαινόμενο και το κάθε γεγονός ενταγμένο όπως ήταν στο σύνολο όπου ανήκε και να αντιληφθούμε - αν είναι δυνατόν - το νόημα και τη σημασία που είχε για το παρελθόν. Αυτός είναι ο λόγος που κάνει αναγκαίο τον προσανατολισμό μας στην ιστορική έρευνα· γιατί ακριβώς τα κοινωνικά φαινόμενα είναι ιστορικά φαινόμενα· και τόσο ο παραδοσιακός πολιτισμός, όσο και το ιδεολόγημα «παράδοση», είναι κι αυτά ιστορικά φαινόμενα.

Ο παραδοσιακός τρόπος ζωής συγκροτήθηκε και - γιατί όχι; - συγκροτείται στον ελληνικό χώρο περνώντας από μια σειρά μετασχηματισμούς· γνώρισε και γνωρίζει χωροχρονικές παραλλαγές και άρα μπορεί να προσδιορισθεί καθοριστικά τόσο στο χώρο όσο και στο χρόνο. Ας τον ονομάζει λοιπόν καθένας όπως θέλει -λαϊκό πολιτισμό, παραδοσιακό πολιτισμό, παραδοσιακή κοινωνία, παράδοση, λαό, αγροτικό χώρο, χωριάτικο πολιτισμό και ό,τι άλλο- φτάνει να τον ορίζει. Και αυτό είναι ένα θέμα που πάνω του πρέπει να σκύψουμε με αιδώ και περίσκεψη, ίσως περισσότερη απ’ αυτή που ήθελε ο ποιητής.

Η Νεοελληνική φυσιογνωμία

Κώστας Τσιρόπουλος (= Γιαβρής Άρης, ό.π., σελ. 229 - 231)

Η φυλή μας διαθέτει μιαν εκπληκτική προσαρμοστικότητα, επιβεβαιωμένη από την ως τώρα πορεία της μέσα στον κόσμο. Αλλά συχνά αυτή η προσαρμοστικότητα εκτροχιάζεται και το Έθνος παρουσιάζει μιαν οργιαστική διάθεση μιμητισμού, όπως αναντίρρητα συμβαίνει στις μέρες που περνούμε σήμερα. Ενώ έχουμε μια ραχοκοκαλιά γερή, την παράδοσή μας, ένα μεγάλο ηθικό ανάστημα, είμαστε πρακτικά ρευστοί, έτοιμοι να πάρουμε το σχήμα που θα μας ειπούν, το σχήμα ζωής που θα φέρει ο συρμός, τις συνήθειες και τις αντιλήψεις που καλώς ή κακώς καλλιεργούνται στα ανήλιαγα θερμοκήπια του εξωτερικού. Αυτή η τρομερή ενδημική αρρώστια του μιμητισμού υποδηλώνει πως το έθνος δε ζει με αρχές, δεν έχει σταθερά, αμετακίνητα κριτήρια ζωής και πορείας, πως λησμόνησε τη φυσιογνωμία του, απεμπόλησε την αυθεντικότητά του και πως αντί να δέχεται εσωτερικές επιταγές, υποκύπτει σε εξωτερικές επιδράσεις.

Ποια είναι όμως η νεοελληνική εθνική φυσιογνωμία που μπορεί, νομίζω, να γίνει το αρχέτυπο της κοινής ευρωπαϊκής ζωής; Ποια τα στοιχεία που τη συναπαρτίζουν;

Από το βαθύ σκότος της δουλείας εβγήκε στο μεγάλο φως του Εικοσιένα μια νέα εθνική φυσιογνωμία, η Νεοελληνική. Μουσκεμένη στο αίμα και στο δάκρυ αλλά υπερήφανη και ηθικά ωραία. Στο Εικοσιένα στηρίζεται η νέα Ελλάδα, από τα σπλάχνα του βγήκε η γλώσσα της, η λογοτεχνία της, το νέο της ήθος, όλα. Κι έμοιαζε η πατρίδα την ώρα εκείνη σαν ένα πρόσωπο βυθισμένο τετρακόσια χρόνια σε μαύρα, σκοτεινά νερά, που αναδύεται ξάφνου με ένα χαρωπό στεναγμό ελευθερίας, κάτω από τον ήλιο της ζωής. Το μεγάλο της πάθος είναι η Ελευθερία.

Η Ελευθερία για τον Έλληνα δεν ήταν αυτό μονάχα που καθορίζουν τα διάφορα συνταγματικά κείμενα: το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι, η ελευθερία της γνώμης, το απαραβίαστο του οικογενειακού ασύλου κ.λπ. Η Ελευθερία στο Εικοσιένα απέκτησε ένα νόημα μεταφυσικό, θα έλεγα. Η παρουσία της άνοιγε την πόρτα της ζωής, η στέρησή της ήταν μια μεγάλη, τρομερή Ύβρις για τον άνθρωπο, όμοια ή και κρισιμότερη από την Ύβριν του θανάτου των αρχαίων προγόνων, ήταν ένας διαρκής καθημερινός θάνατος, η δεινή προσβολή του ανθρώπου και του Θεού που έπλασε τον άνθρωπο.

Πουθενά νομίζω στην ευρωπαϊκή ιστορία δεν έχουμε το φαινόμενο αυτού του συγκλονιστικού ξεσηκώματος γυναικών και παιδιών που η εποποιία του Εικοσιένα μάς παρουσιάζει. Και η λαχτάρα αυτής της Ελευθερίας άφησε τα ιερά της ίχνη στο δημοτικό μας τραγούδι, στα κείμενα των αγωνιστών, στα βιβλία των Ελλήνων που λαχτάρησαν ν’ αναστήσουν τη μεγάλη περιπέτεια της φυλής μας, του Βλαχογιάννη, του Πρεβελάκη, του Πετσάλη, στην αθάνατη ποίηση του Σολωμού, του Κάλβου.

Ένα άλλο νεοελληνικό πάθος είναι το πάθος της Δικαιοσύνης. Η δικαιοσύνη είναι άλλοτε δύναμη αυθύπαρκτη, ιερή και αναπόφευκτη στη ζωή του έθνους, άλλοτε ένα προσωπικό πάθος, ένα χρέος, ένα μεράκι. «Τον έφαγε το δίκαιο», λέει ο λαός. Η ελευθερία συνάπτεται πάντα με τη δικαιοσύνη. Χωρίς αυτή, η πραγμάτωση της δικαιοσύνης στον κόσμο είναι για το Έλληνα αδιανόητη...

Ένα ακόμη μοναδικό χαρακτηριστικό της νεοελληνικής φυσιογνωμίας μας είναι η Λεβεντιά. Δεν πρόκειται για την αποκοτιά που είναι συχνά ζωώδης εκδήλωση. Πρόκειται για μια στάση του ανθρώπου που φανερώνει την ακμή της ψυχής του, την αρχοντιά του, την περηφάνια του είδους του... Η λεβεντιά πηγάζει από μια βαθιά αυτογνωσία και από μια συνείδηση της θέσης, της αξίας και του ρόλου του ανθρώπου μέσα στον κόσμο του Θεού. Ο λεβέντης τέλος δεν είναι ο ξιπασμένος. Είναι ο κεχαριτωμένος, ο βαθιά ανθρώπινος, ο άνθρωπος με τη μετρημένη ταπεινοσύνη... που στέκεται με γενναιοφροσύνη μέσα στη ζωή...

Υπάρχει ακόμα το φιλότιμο... Φαίνεται πως στη νεοελληνική ψυχή εμφανίζεται μια περιοχή υπερευαίσθητη που αναδίδει τους ερεθισμούς με έντονη ευγένεια και αρχοντιά, που μυρώνει τη ζωή με μιαν υψηλής ποιότητας ανθρωπιά. Η έκφραση του ελληνικού φιλότιμου είναι η έκφραση μύχιου ανθρωπισμού και ηθικής υπερηφάνειας, καλοσύνης και φιλαλληλίας. Κάποτε όμως γίνεται η πηγή ενός δριμύτατου πόνου, που οδηγεί σε άγριες και απεγνωσμένες ενέργειες. Όταν το φιλότιμο προσβάλλεται, μοιάζει, για τη νεοελληνική συνείδηση, σα να καταρρακώνεται, να προσβάλλεται, να προδίδεται όλη η αξία και η ευγένεια του ανθρώπου.

Έμεινε τελευταίο το ουσιωδέστερο, το πλέον έντονο και κρίσιμο χαρακτηριστικό της νεοελληνικής μας φυσιογνωμίας: η Ορθοδοξία. Δεν μπορούμε σήμερα ούτε να φανταστούμε νεοελληνικός έθνος χωρίς Ορθοδοξία και νεοελληνικό βίωμα που δε μετέχει στη ζωή, που δεν αποδίδει το σφυγμό της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Μέσα από τον ωραίο και αρμονικό κόσμο του Ελληνισμού απουσίαζε Ορθοδοξία ουρανός, η ελπίδα της αιωνιότητας, η σωτηρία της ψυχής με τη συνέργια των επουράνιων δυνάμεων.

Ήρθε όμως Ορθοδοξία Χριστιανισμός και αποθέωσε τον Ελληνισμό, τον συμπλήρωσε και μεταμόρφωσε τον ηθικό άνθρωπο της ελληνικής φιλοσοφίας σε πολίτη του ουρανού. Ο Ελληνισμός πήρε έτσι άλλη κατεύθυνση: από την εγκοσμιότητα προσανατολίστηκε μόνιμα προς την ουράνια πολιτεία, η περηφάνια έγινε αξιοπρέπεια, η αριστοκρατικότητά του πνευματική, αιώνια αρχοντιά. Ο Χριστιανισμός αποκρίθηκε στον πλατωνικό καημό και στην απογοήτευση για σωτηρία που θα προέρχονταν εκ του κόσμου τούτου, όπως διατυπώθηκε στην περίφημη σωκρατική απολογία...

Παράδοση και αλλοτρίωση

π. Γ.Δ. Μεταλληνός, Παράδοση και αλλοτρίωση, εκδ. Δόμος, Αθήνα 21989, σελ. 224-225

Γιατί η αλλοτρίωση στα πλαίσια του κοινωνικού μας βίου φαίνεται σχεδόν οριστική. Σ’ αυτό συμβάλλει φυσικά και η προϊούσα εξασθένηση των κριτηρίων. Οι Ρωμηοί της Τουρκοκρατίας μπορούσαν να διακρίνουν σαφώς μεταξύ Ρωμηοσύνης - Τουρκιάς - Φραγκιάς. Από το 1821 μαθαίνει το Έθνος να βλέπει την ταύτιση με τη Φραγκιά ως εκπολιτισμό και σωτηρία. Διδάσκεται να θεωρεί το πέρασμα από τη λαϊκή χειροτεχνία στα βιομηχανοποιημένα προϊόντα, από τα αριστουργήματα της λαϊκής αρχιτεκτονικής στα τερατουργήματα της σύγχρονης πολεοδομίας και από τη βυζαντινή εικόνα στην αναγεννησιακή αισθαντικότητα σαν απόδειξη πολιτιστικής προόδου, υποτιμώντας όμως την παράδοσή του, η οποία, και όταν εξυμνείται, αντιμετωπίζεται ως φολκλορικό είδος και όχι ως έκφραση ενός τρόπου ζωής που διασώζει την αυθεντικότητα του ανθρώπινου προσώπου. Ο νεότερος ελληνισμός διαμορφώθηκε κατά τέτοιο τρόπο, που να συνθέτει μιαν απρόσωπη καταναλωτική κοινωνία, ανάλογα με το κοινωνικό είδωλο το οποίο νομικά κατοχυρωμένο προσφέρεται στο λαό με την παιδεία και τα διάφορα μέσα ενημερώσεως, όπως ακόμα και με την πολύμορφη επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο. Το τελευταίο ενισχύεται από την πολιτική εξουσία με τις αδιάκοπες αναπροσαρμογές της νομοθεσίας κατά τα ευρωπαϊκά ή αμερικάνικα πρότυπα.

Καλαμπάκα, ιϚ’-β’-αϠϰε’

Θέμα: «...μα ντρεπόμαστε για τα καλά μας, κι όχι για τα κακά! Η απλότητα που έχουμε από φυσικό μας μας φαίνεται φτωχή, η ευαισθησία μας μας φαίνεται πως βλάφτει την αξιοπρέπειά μας, η σεμνότητά μας μας φαίνεται πως μας δείχνει ασυγχρόνιστους, καθυστερημένους...».

Ε1α. Πρόλογος: Γενική διαπίστωση→αδυναμία αυτοπροσδιορισμού ελληνικής εθνικής ταυτότητας...

Από την εποχή της ίδρυσης του ελληνικού κράτους μετά την επανάσταση του 1821 ο ελληνικός λαός δεν έπαψε να αισθάνεται μειονεκτικά απέναντι στους άλλους «φωτισμένους» και προοδευμένους λαούς της Ευρώπης. Και αυτό ως ένα βαθμό είναι φυσικό, καθώς μέχρι σήμερα ακόμα δεν έχει πετύχει να αυτοπροσδιοριστεί, να βρει ποιος είναι, «πού πατά και πού πηγαίνει», που λέει κι ο ποιητής. Ο προσδιορισμός της εθνικής μας ταυτότητας προβάλλει σαν ένα από τα πιο επιτακτικά ζητούμενα των ημερών μας, έργο ζωής πραγματικά για το έθνος μας.

Αναλογική τοποθέτηση

Κάθε άνθρωπος σήμερα διαθέτει ένα «δελτίο ταυτότητας», έχει δηλαδή κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όνομα, σωματική διάπλαση, συνήθειες κ.λπ. που τον ξεχωρίζουν από τους άλλους ανθρώπους και τον καθιστούν μοναδικό. Αναλογικά λοιπόν και κάθε έθνος χαρακτηρίζεται από κάποια ιδιαίτερα γνωρίσματα που το ξεχωρίζουν από τα άλλα. Το ελληνικό έθνος συγκεκριμένα έχει ένα αξιοθαύμαστο όσο και σπάνιο προνόμιο, που βαραίνει μερικές φορές επικίνδυνα στους ώμους του: Τη μακραίωνη ιστορία του.

Ε1β. Αναφορά ιστορικών στοιχείων που διαμορφώνουν την ελληνική εθνική ταυτότητα.

Στο διάβα της μακράς αυτής πορείας του δέχτηκε ποικίλες επιδράσεις από πολλές μεριές και είχε την ευκαιρία μέσα στο αδυσώπητο χωνευτήρι του χρόνου να διαμορφώσει σιγά - σιγά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μεταδίδοντάς τα στους επιγόνους. Σημαντικές στιγμές της ιστορίας του αφήνουν τα αποτυπώματά τους ως σήμερα ευδιάκριτα: η κλασική αρχαιότητα με τα αξιάγαστα «μέτρια» επιτεύγματά της, πρότυπα για όλον τον κόσμο, οι μετακλασικοί χρόνοι με την κοσμοπολίτικη διάθεσή τους. Το Βυζάντιο και η καίρια σύζευξη Ορθοδοξίας και Ελληνισμού, η Τουρκοκρατία με τα ανατολίτικα προσανάμματά της. Τέλος το Εικοσιένα με τη ζωογόνο πνοή του και ο σύντομος βίος της Νεότερης Ελλάδας.

Ε1γ. Σύγχρονες επιδράσεις→σημερινές εκφάνσεις εθνικής ιδιαιτερότητας...

Όλα αυτά καθώς και οι σύγχρονες και συγχρονικές σε κάθε εποχή συγκοινωνούσες επιδράσεις μεταξύ διαφορετικών λαών και πολιτισμών αρδεύουν με τα νάματά τους την ταυτότητα του σημερινού νεοέλληνα σε κάθε της έκφανση: γλώσσα και θρησκεία, ήθη και έθιμα, πολιτισμικές δημιουργίες και αντιλήψεις, μνήμες και προσδοκίες. Εκτός όμως από το δυσβάστακτο προνόμιο της συνεχούς ιστορικής πορείας 3500 ετών ο νεοέλληνας κατέχει και το προνόμιο της γεωγραφικής του θέσης. Ανέκαθεν σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών ευρωπαϊκών, ασιατικών και αφρικανικών, η θέση της Ελλάδας τής παρέχει ποικιλία επιδράσεων από Ανατολή και Δύση, από Βορρά και Νότο.

Μεταβατική §

Μέσα σ’ όλη αυτή την πανσπερμία επιδράσεων, πολιτισμών, συνηθειών και αντιλήψεων, το ελληνικό έθνος καλείται να βρει το δρόμο του, να ορίσει τον εαυτό του, να αναδειχτεί αυτόνομο και μοναδικό, να ανασυντάξει τις δυνάμεις του και να συνεχίσει την πορεία του προς το μέλλον. Η παρούσα όμως φάση της ιστορίας συλλαμβάνει τον Έλληνα να ψάχνεται αγωνιωδώς, να μην μπορεί να κατασταλάξει και να αναπαυτεί. Ο προσδιορισμός της ταυτότητάς του είναι γι’ αυτόν το άμεσο ζητούμενο.

Ε2. Λόγοι διαφύλαξης εθνικής ταυτότητας...

Οι τεράστιοι κίνδυνοι που παραμονεύουν σήμερα ένα έθνος, ιδίως μια μικρή σχετικά πληθυσμιακή εθνότητα, όπως τους Έλληνες, κάνουν την ανάγκη προσδιορισμού και διατήρησης της ιδιαίτερης εθνικής μας ταυτότητας επιτακτική. Γιατί μόνο έτσι θα επιτευχθεί η εθνική ενότητα και συνοχή, η τόνωση της εθνικής υπερηφάνειας και η δυνατότητα εθνικής συσπείρωσης. Κατά συνέπεια, μόνον έτσι μπορούν να παρασχεθούν σταθερότερα εχέγγυα εδαφικής ακεραιότητας και εθνικής ανεξαρτησίας.

Η επίτευξη και ανάδειξη της εθνικής ιδιαιτερότητας, εκτός των παραπάνω, θα συμβάλει και στην προβολή και επίρρωση της ελληνικής οντότητας στο εξωτερικό και κατ’ επέκταση η «φωνή» της Ελλάδας προς τα έξω θα αποκτήσει κύρος και πειθώ. Η χώρα μας θα μπορεί να διεκδικεί και να απαιτεί το σεβασμό απ’ όλους, καθώς το σύνολο των πολιτών της, συσπειρωμένο κι ενωμένο, θα μάχεται για τα δίκια του και τα δίκια του ανθρώπου εν γένει.

Αφετέρου, όλοι γνωρίζουμε πως οι δυτικοί πολιτισμοί και τρόποι ζωής, που τείνουν να κυριαρχήσουν παγκοσμίως, απειλούν να μας αφομοιώσουν, να μας καταπιούν, να μας εξαφανίσουν από προσώπου γης. Ο πολιτισμικός συγκρητισμός τρίζει τα δόντια του απειλητικός.

Η απειλή αυτή γίνεται ακόμα εναργέστερη, αν σκεφτούμε ότι η ιδιαίτερη εθνική ταυτότητα καθώς και η παραδοσιακή κληρονομιά είναι η μοναδική προίκα, το μοναδικό κεφάλαιο της Ελλάδας. Ούτε βιομηχανίες έχει ούτε σωστή δημόσια διοίκηση ούτε επικοινωνίες αναπτυγμένες ή συγκοινωνίες ικανοποιητικές ούτε από τη διαφαινόμενη πληροφοριακή επανάσταση έχουμε πάρει μυρουδιά. Τα μόνα μας εφόδια είναι τα παραδοσιακά. Σ’ αυτά οφείλουμε να στηριχτούμε, να εφορμήσουμε προς τα μπρος και να κατακτήσουμε ό,τι καλύτερο στον υλικό, πνευματικό και ηθικό τομέα. Άλλωστε, η αδιάκοπη και μακρόχρονη ιστορία και παράδοσή μας επιτάσσουν να τηρήσουμε απαρέγκλιτα τη στάση και πορεία μας αυτή.

Η Ελλάδα κομίζει πρόταση ζωής στηριγμένη στην παράδοση και την ταυτότητά της...

Ε3: Στάση Νεοελλήνων, χρήζει ριζικής αναθεωρήσεως...

Εδώ βέβαια προβάλλει ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας μας. Οι Έλληνες, πόσο έχουμε κατανοήσει τη σημασία της παράδοσής μας, πόσο τη γνωρίζουμε, πόσο τη μελετούμε, πώς της φερόμαστε; Δε θα μπορούσε κανείς να διαφωνήσει πως η κατάσταση στον τομέα αυτό είναι ζοφερή και τραγική. Υπερηφανευόμαστε ασύστολα, κομπάζουμε, για τους θαυμαστούς προγόνους μας, θεωρούμε αυτονόητο ότι όλοι οι υπόλοιποι οφείλουν να μας σέβονται και να μας υπακούν σε όσα δίκαια ή και άδικα τις περισσότερες φορές προβάλλουμε και αξιώνουμε.

Εκδηλώνουμε μια άγονη προγονοπληξία, μια κούφια τυπολατρία και μια ανόητη εμμονή στα ξεπερασμένα, ιδίως τα νεκρά στοιχεία. Το πρόσφατο παράδειγμα του θορύβου που ξέσπασε γύρω από την ανακάλυψη ή όχι του τάφου του Μ. Αλεξάνδρου αποδεικνύει του λόγου το αληθές· αντί να ζητήσουμε να ενημερωθούμε για τη ζωή, το έργο, τη σημασία του φαινομένου «Μ. Αλέξανδρος» μέσα στην ιστορία, ψάχνουμε τάφους και ζητούμε απ’ αυτούς να ρίξουν αυτοδικαίως πάνω μας λίγη από τη δόξα που υποκρύπτουν.

Ενίοτε, μέσα στην άγνοιά μας, απορρίπτουμε μετά βδελυγμίας ό,τι το παραδοσιακό, δείχνουμε πόσο αλλοτριωμένοι είμαστε ατομικά αλλά και σε εθνικό επίπεδο, ασελγούμε σε βάρος της ιστορίας και του τόπου μας, σε βάρος όλων αυτών, των προγόνων μας, που και το αίμα τους έχυσαν ακόμα για να μπορούμε εμείς να ζούμε ελεύθεροι. Οδηγούμαστε τελικά σε στείρους εθνικισμούς, σε επιζήμιες σοβινιστικές εξάρσεις, σε κακότροπους λαϊκισμούς, σε υπερβολικές ανοησίες.

Προβαίνουμε και δικαίως! σε έντονες διαμαρτυρίες, όταν για παράδειγμα αμφισβητείται η ελληνικότητα της Μακεδονίας, ενώ έχουμε μαύρα μεσάνυχτα από την ιστορία της και την Ιστορία εν γένει. Φαινόμαστε τελικά αγνώμονες και επιλήσμονες του χρέους μας. Διατελούμε σε πλήρη σύγχυση ως προς την ταυτότητά μας και, σε πείσμα όσων λίγων επιμένουν να μας φωνάζουν για να μας ξυπνήσουν, τυρβάζουμε περί πολλών και «σπουδαίων» ασχέτων θεμάτων.

Το χρέος μας όμως είναι προδιαγεγραμμένο και αυτονόητο. Προσέγγιση στις ρίζες μας με σεβασμό, ουσιαστική μελέτη και εμβάθυνση του οικείου παρελθόντος, γνωστική και σίγουρη πορεία προς το μέλλον στηριγμένη στα καλά από τα κληροδοτήματα του παρελθόντος. Το τρίπτυχο αυτό μπορεί να αποδειχτεί σωτήριο και η δυναμική προοπτική που ανοίγεται για τον ελληνισμό στη συνέχεια φαίνεται ελκυστικότατη. Οι Έλληνες έχουμε όλα τα εφόδια να προοδέψουμε πολύ και να ευτυχήσουμε, αρκεί να μη χάσουμε τον ομφάλιο λώρο μας και να μελετήσουμε προσεχτικά τις επόμενες κινήσεις μας.

Γ'. Βιβλιογραφία-Παραπομπές