Αρχική σελίδα → Ιστορία → Αρχαία ελληνική ιστορία

Πώς γεννήθηκε η γλώσσα

Σταμάτης Ν. Αλαχιώτης*, εφ. Το Βήμα, 30/11/2003

Ο άνθρωπος απέκτησε με ξαφνική ή βαθμιαία διαδικασία την ικανότητα της γλωσσικής επικοινωνίας; H διαμάχη μεταξύ των επιστημόνων καλά κρατεί και είναι ενδιαφέρουσες οι αντιπαρατιθέμενες απόψεις περί γενετικής προελεύσεως της γλώσσας έναντι της πολιτιστικής επιρροής, θέσεις οι οποίες συντηρούν τη γενικότερη διαμάχη για τη σημασία των έμφυτων και των επίκτητων χαρακτηριστικών

H γλωσσική σύγχυση που κορυφώθηκε στη «Βαβέλ», πέραν του γνωστού θρησκευτικού μηνύματος που αντανακλά, σηματοδοτεί μια πανάρχαιη αλλά ταυτόχρονα και διαχρονική πραγματικότητα που αφορά τη βασική σημασία της γλώσσας στην επικοινωνιακή συμπεριφορά του ανθρώπου και στη συνακόλουθη διαμόρφωση του πολιτισμού του. H γλωσσική ικανότητα βέβαια υπό τη στενή έννοια δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο του ανθρώπου. H ανθρώπινη ομιλία όμως χαρακτηρίζει μόνο το είδος μας, όπως το χαρακτηρίζει και ο εγκέφαλός του. H αύξηση του όγκου του εγκεφάλου του ανθρώπου παρουσιάζει έναν επιταχυνόμενο ρυθμό μέσα στο γένος των ανθρωποειδών. Μερικοί ερευνητές μάλιστα υποστηρίζουν ότι η μεγέθυνση αυτή χαρακτηρίζεται από δύο κύριες φάσεις: η πρώτη τοποθετείται πριν από περίπου 1,5-2 εκατομμύρια χρόνια και η άλλη στο τελευταίο μισό εκατομμύριο χρόνια. Την άποψη αυτή σχετίζουν με την ανάπτυξη μιας αρχικής πρωτόγονης ικανότητας σύνταξης που εμφανίστηκε κατά τη μετάβαση των Αυστραλοπιθήκων και του Homo habilis προς τον Homo erectus και αργότερα μιας περισσότερο επεξεργασμένης σύνταξης κατά την προέλευση του Homo sapiens.

H υποστηριζόμενη διακεκομμένη αυτή συσχέτιση που αφορά τόσο την εξέλιξη του όγκου του εγκεφάλου όσο και την προέλευση της γλωσσικής ικανότητας χρησιμοποιείται και ως υπόθεση εργασίας για να προσεγγιστεί το ερώτημα αν η εμφάνιση της γλώσσας ήταν μια ξαφνική ή βαθμιαία διαδικασία. Παρ' όλο που η αντιπαράθεση αυτή δεν έχει λήξει, είναι ενδιαφέρουσες και ορισμένες αντιπαρατιθέμενες απόψεις περί γενετικής προέλευσης της γλώσσας έναντι της πολιτιστικής επιρροής· απόψεις που διατηρούν τη γνωστή γενικότερη αντιπαράθεση ως προς τη σημασία της φύσης και της μάθησης.

Υπέρ της απότομης εμφάνισης της γλώσσας χρησιμοποιείται από τον γενετιστή Lewontin το επιχείρημα ότι όλες οι γλώσσες της εποχής μας (ακόμη και πρωτόγονων φυλών) είναι σύνθετα συστήματα. Στην ίδια επιχειρηματολογία μερικοί φαντάζονται ότι η προέλευσή μας προέκυψε ως ένα ξαφνικό γεγονός, όταν κάποιος πρόγονος πέρασε το κατώφλι της ανθρωπότητας. Και στο ίδιο πνεύμα υποστηρίζουν ότι οι σύγχρονες ικανότητες της ομιλίας εμφανίστηκαν ξαφνικά στους προϊστορικούς χρόνους. Μια τέτοια όμως άποψη θα ήταν ισχυρή μόνο αν συνοδευόταν και από άλλες περιπτώσεις ριζικής αναδιοργάνωσης της βιολογίας και της συμπεριφοράς του ανθρώπου.

Προβάλλοντας όμως την ιστορική γλωσσική παράμετρο στο εξελικτικό παρελθόν, οι ειδικοί γλωσσολόγοι αναγνωρίζουν εξελικτικές τάσεις που αντανακλούν μια αλληλουχία προς πιο σύνθετα γλωσσικά συστήματα. Σχετικές μελέτες αναφέρονται στη διατήρηση πανάρχαιων γλωσσικών ήχων, πλαταγισμάτων της γλώσσας, σε φυλές της Αφρικής που ενσωματώθηκαν στο λεξιλόγιό τους. Τη συνήθεια αυτή πιθανότατα κληρονόμησαν από κοινό πρόγονο (40.000 χρόνια πριν) ο οποίος μιλούσε κάποια πανάρχαιη «πρωτογλώσσα».

Αν όμως η γλώσσα χαρακτηρίζεται από βαθμιαία εξέλιξη, τότε ένα άλλο βασανιστικό ερώτημα αφορά το πότε προήλθε. Και ενώ οι βιολόγοι έχουν στη διάθεσή τους ποικίλα γενετικά και παλαιοντολογικά ευρήματα για να ιχνοθετήσουν την εξέλιξη του ανθρώπου, οι γλωσσολόγοι έχουν ένα τεράστιο κενό. Το κενό αυτό φιλοξενεί πειράματα σε πιθήκους λ.χ. και σε άλλα είδη, όπως τα πτηνά, σε μια προσπάθεια αποκωδικοποίησης της εξέλιξης της γλωσσικής ικανότητας. Μια ας πούμε φειδωλή άποψη για τη διαφορά της γλωσσικής ικανότητας μεταξύ ανθρώπων και πιθήκων, οι οποίοι διαχωρίστηκαν πριν από πέντε περίπου εκατομμύρια χρόνια, προέρχεται από διαφορές στη διαδικασία της πληροφορίας, στην ικανότητα, στη μνήμη και στον εθελούσιο έλεγχο πάνω στον φωνητικό μηχανισμό παρά στην απουσία ενδογενών γλωσσικών δομών.

H πιθανή ύπαρξη περιοχών του λόγου στον εγκέφαλο του Homo habilis υποστηρίζει την άποψη ότι στα μισά της εξέλιξης, από τους πιθηκοειδείς προγόνους μας ως τον Homo sapiens, αναπτύχθηκαν και μερικά βιολογικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την ομιλία και ισχυροποιούν την πιθανότητα να ήταν η έναρθρη ομιλία, σε κάποια αρχική μορφή, στις ικανότητες του Homo habilis. Τελευταία υποστηρίζεται επίσης ότι το κανάλι που μεταφέρει το νεύρο το οποίο ελέγχει την κίνηση του οργάνου της γλώσσας θεωρείται μεγαλύτερο στους ανθρώπους του Νεάντερταλ και στους αρχαϊκούς Homo sapiens σε σχέση με τους πιθήκους, τους Αυστραλοπιθήκους και τον Homo habilis. H επιμήκυνση του εν λόγω νεύρου πρέπει να συνέβη πριν από 300.000 χρόνια με βάση τη χρονολόγηση σχετικών απολιθωμάτων οστών. Επειδή η επιμήκυνση αυτή μπορεί να συσχετισθεί και με τη λειτουργία της ομιλίας, συμπεραίνεται ότι μια τέτοια ικανότητα που μοιάζει με αυτήν του ανθρώπου εξελίχθηκε πολύ νωρίτερα από ό,τι υποστηρίζεται με αρχαιολογικά ευρήματα τα οποία βασίστηκαν στην έναρξη της συμβολικής σκέψης.

Μια άλλη σοβαρή ανατομική αλλαγή που σχετίζεται με την προέλευση της γλώσσας αφορά το μέγεθος του θωρακικού καναλιού από το οποίο περνούν τα νεύρα που ελέγχουν τη συστολή των μυών του θώρακα, με επίπτωση στην κατάλληλη ρύθμιση της αναπνοής, απαραίτητη για την ομιλία. Και στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι υπάρχει διαφορά ως προς την έκταση της κάλυψης της θωρακικής περιοχής με τα εν λόγω νεύρα, με τον Homo sapiens και τον Νεάντερνταλ να έχουν αυξημένη κάλυψη σε αντίθεση με τον Homo erectus και τους παλαιότερους προγόνους. Εκτιμάται ότι η αλλαγή αυτή πρέπει να έγινε μεταξύ 1.600.000 και 100.000 χρόνια πριν, ενισχύοντας τον έλεγχο της αναπνοής που συμπαρέσυρε την εξέλιξη της γλώσσας.

Για την παρακολούθηση της εξέλιξης των ανθρωποειδών σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα στις γλωσσικές του ικανότητες, αναφέρουμε παρενθετικά και συνοπτικά στο σημείο αυτό τη γενική εξελικτική αλληλουχία των «κυρίαρχων» ειδών: Australopithecus afarensis (3,5 εκατ. χρόνια πριν) Australopithecus africanus (3 εκατ. χρόνια πριν), Homo habilis (2,2 εκατ. χρόνια πριν· θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο βήμα εξέλιξης από τη ζωώδη στην ανθρώπινη κατάσταση), Homo erectus (1,6 εκατ. χρόνια πριν), Homo sapiens neanderthalensis (πάνω από 130 χιλ. χρόνια πριν· έζησε ως 30 χιλ. χρόνια πριν) και Homo sapiens sapiens (ο σύγχρονος άνθρωπος, 35-40 χιλ. χρόνια πριν). Στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε βέβαια για την παράθεση στοιχείων και απόψεων.

Το εξελικτικό αυτό οδοιπορικό που έφερε τον άνθρωπο να θαυμάζεται για τη μοναδική επικοινωνιακή του συμπεριφορά με την κατάκτηση της μοναδικής γλωσσικής του ικανότητας, τη ρητορική του δεινότητα και την υπερδύναμη που βγαίνει από τον λόγο, τον καθιστά ταυτόχρονα και υπεύθυνο γα τη μοναδική αυτή ισχύ του. Το ομηρικό ρηθέν «τέκνον εμόν ποίον σε έπος φύγεν έρκος οδόντων;» (τι σου ξέφυγε τέκνο μου από το διάφραγμα των δοντιών σου;) δραματοποιεί αυτό που πολλές φορές ξεφεύγει από το προσβλητικό μας οπλοστάσιο, τη «διγλωσσία», την αμετροέπεια και την ύβριν - «θανατηφόρες» βόμβες - που δεν συνάδουν με τις δυνατότητες του εκλεπτυσμένου εγκεφάλου μας. Και τούτο διότι ο χειρισμός της γλώσσας απαιτεί ισχυρά «εργαλεία» που μόνο η παιδεία τα διαθέτει. Ποιος μπορεί να έχει αντίρρηση;

* καθηγητής Γενετικής, πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών)