Αρχική σελίδα → Ιστορία → Αρχαία ελληνική ιστορία

Μεσοποταμία: Ένας πολιτισμός στο έλεος των «έξυπνων» βομβών

Χαρά Κιοσσέ, εφ. Το Βήμα, 30/3/2003.

Εκεί που απλώνεται σήμερα το θέατρο του πολέμου οι Σουμέριοι πραγματοποίησαν μια πολιτιστική επανάσταση η οποία άλλαξε την όψη του κόσμου. Ανάμεσα στον Τίγρη και στον Εφράτη δημιουργήθηκαν οι πρώτες πόλεις, γεννήθηκε η γραφή και εφευρέθηκε ο τροχός. Και η Βαγδάτη ήταν το σπουδαιότερο κέντρο του αραβικού κόσμου




Η χρυσή κεφαλή γενειοφόρου ταύρου που βρέθηκε προσαρμοσμένη σε άρπα μεγάλης τέχνης από το βασιλικό νεκροταφείο της Ουρ (3η χιλιετία π.Χ.)


Στις όχθες του Τίγρη το 762 μ.Χ. ο χαλίφης Αλ Μανσούρ έκτισε τη Βαγδάτη. Παλαιότερα το όνομά της ήταν Μαντινάτ αλ Σαλάμ, που σημαίνει πόλη της ειρήνης ή πόλη της σωτηρίας, ονομασία όχι και τόσο προφητική. Αλλά και το όνομα Βαγδάτη, που σημαίνει δώρο Θεού, πάλι μοιάζει να μην είναι πολύ επιτυχές. Παρ' όλα αυτά στη Βαγδάτη τον 8ο αιώνα, κατά τη μεγάλη άνθηση των Αββασιδών, ιδρύθηκε το πρώτο αραβικό πανεπιστήμιο καθώς και η μεγαλύτερη αραβική σχολή μεταφραστών όπου μεταφράστηκαν και πολλά ελληνικά χειρόγραφα.

Την εποχή της ακμής της η Βαγδάτη υπήρξε το σημαντικότερο κέντρο του αραβικού κόσμου με δύο εκατομμύρια κατοίκους. Ανάμεσά τους ήταν πολλοί σοφοί αστρονόμοι, αρχιτέκτονες γιατροί, λόγιοι και μηχανικοί. Ταυτόχρονα ήταν ένα πανίσχυρο εμπορικό κέντρο όπου συγκεντρώνονταν του κόσμου τα αγαθά από την Ευρώπη, τις Ινδίες και την Αραβία. Τώρα η πόλη της σωτηρίας περιμένει την ανθρωπιστική βοήθεια.

Οι Σουμέριοι

Πολύ παλαιότερα, στη Μεσοποταμία, όπως ονόμασαν οι Ελληνες την όμορφη γη που βρίσκεται ανάμεσα στον Ευφράτη και στον Τίγρη, οι Σουμέριοι έκτισαν τις πρώτες πόλεις και δημιούργησαν έναν πολιτισμό που άλλαξε την όψη του κόσμου. Ηταν οι πρώτοι που δημιούργησαν πολιτισμό. Το νερό, το κλίμα και η εύφορη γη βοήθησαν τους Σουμερίους στη μετάβαση από το κυνήγι στην καλλιέργεια της γης και η εύκολη πρόσβασή τους στα δύο ποτάμια τούς οδήγησε στην αρδευόμενη καλλιέργεια. Μετά ακολούθησε η δημιουργία των πόλεων και η οργάνωση της ζωής σε πόλεις-κράτη. Εδώ γεννήθηκε η γραφή και εφευρέθηκε ο τροχός. Κατά την 4η και 3η χιλιετία π.Χ. σε πολλές μεγαλουπόλεις της Σουμερίας ο πληθυσμός έφθανε τις 500.000 κατοίκους. Ακόμη σήμερα πολλές από αυτές τις πόλεις είναι θαμμένες κάτω από τους αμμόλοφους στην έρημο του Ιράκ. Η παλαιότερη από τις πόλεις-κράτη ήταν η Ουρούκ, η οποία το 2700 π.Χ. γνωρίζουμε ότι περιελάμβανε 76 χωριά.




Χρυσό ξίφος με λαβή από λαζούρι από το νεκροταφείο της Ουρ


Μια άλλη ήταν η Ουρ, η πόλη του θεού της Σελήνης, στο Νότιο Ιράκ, όχι μακριά από τα σύνορα Ιράκ - Κουβέιτ. Βρίσκεται περίπου 350 χιλιόμετρα νότια της Βαγδάτης και στην Αγία Γραφή αναφέρεται ως πατρίδα του Αβραάμ. Εκεί το 1927 ο βρετανός αρχαιολόγος Γούλεϊ ανέσκαψε βασιλικό νεκροταφείο με περίπου 2.000 τάφους, φέρνοντας στο φως αμύθητους θησαυρούς σε χρυσάφι και έργα τέχνης. Στους τάφους βρέθηκαν πολλά μουσικά όργανα και ένα από ωραιότερα, που χρονολογείται από το 2450 π.Χ., είναι ένα είδος άρπας που φυλάσσεται στο Μουσείο της Βαγδάτης. Είναι διακοσμημένη με πολύτιμους λίθους και στο ένα άκρο της δεσπόζει η χρυσή κεφαλή ενός γενειοφόρου ταύρου τα γένια του οποίου είναι σκαλισμένα σε λαζούρι (λάπις λάζουλι). Βρέθηκαν χρυσά κράνη πολεμιστών, εκ των οποίων ένα ζυγίζει πάνω από κιλό και επίσης από εκεί προέρχεται το πολύ γνωστό και αριστουργηματικό διάδημα της βασίλισσας Σουμπάτ, πλεγμένο με χρυσά άνθη, φύλλα και πολύτιμους λίθους. Τα ευρήματα ήταν συνταρακτικά. Βρέθηκαν οι άμαξες που μετέφεραν τους νεκρούς, οι σκελετοί των υποζυγίων, τα οποία ήταν όνοι καθώς το άλογο δεν είχε ακόμη εξημερωθεί, και οι σκελετοί των στρατιωτών και των θεραπαινίδων που συνόδευαν τον νεκρό ηγεμόνα. Από τη στάση των σκελετών οι αρχαιολόγοι συμπέραναν ότι εδώ διαδραματίστηκε ομαδική αυτοκτονία με δηλητήριο.




Η ανασκαφή αποκάλυψε έναν φτερωτό δράκο στη Νιμρούντ το 1949


Η ανασκαφή στην Ουρ έδειξε ότι η ζωή ήταν πολύ ανεπτυγμένη κατά την 4η και 3η χιλιετία π.Χ. Οι πόλεις των Σουμερίων προστατεύονταν από τείχη και ένα ζιγκουράτ υψωνόταν στο κέντρο τους. Ηταν οι βαθμιδωτοί πύργοι με τον ναό της πολιούχου θεότητας που χρησίμευαν επίσης και σαν αστρονομικά παρατηρητήρια. Το ζιγκουράτ της Ουρ είναι ένα από τα επιβλητικότερα που έχουν βρεθεί στο Ιράκ. Τρεις σκάλες με 100 βαθμίδες η καθεμία οδηγούσαν στην κορυφή του ζιγκουράτ της Ουρ. Στον γύρω χώρο υπήρχαν δωμάτια των ιερέων, αποθηκευτικοί χώροι, ναοί και σε μια αυλή βρέθηκε βιβλιοθήκη με 4.000 πήλινες πινακίδες με σφηνοειδή γραφή.

Στην Ουρ της Σουμερίας βρέθηκαν οι αρχαιότεροι γραπτοί νόμοι (21ος αι. π.Χ.) και λειτουργούσε ένα δικαστικό σύστημα με εκλεγμένους γέροντες για δικαστές και μάρτυρες που κατέθεταν ενόρκως. Από την άλλη πλευρά σκηνές σκαλισμένες στην πέτρα μάς δείχνουν ότι οι Σουμέριοι ήταν αδίστακτοι πολεμιστές χωρίς καμία διάθεση συμβιβασμού ή και ελέους. Παρ' όλα αυτά, η πόλη της Ουρ καταστράφηκε γύρω στο 1950 π.Χ. Την ξαναβρίσκουμε όμως αργότερα στους Ελληνιστικούς χρόνους, όταν γνώρισε εκ νέου μια περίοδο ευημερίας ως πόλη των Σελευκιδών. Οι σχέσεις του πληθυσμού με τους Ελληνες ήταν άριστες και ο λαός εξελληνίστηκε.

Οι ανασκαφές

Τον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα οι ανασκαφές στις αρχαίες πόλεις του Ιράκ ήταν μια ρομαντική περιπέτεια, με αρκετό αποικιοκρατικό αλάτι. Τα ευρήματα διεμοιράζοντο ανάμεσα στους ξένους ανασκαφείς και στο κράτος ύστερα από συμφωνία. Ηταν και η περίοδος κατά την οποία γέμισαν με θησαυρούς της Μεσοποταμίας όλα τα μουσεία του κόσμου. Ο Μαξ Μαλόουαν, ο αρχαιολόγος σύζυγος της Αγκαθα Κρίστι, ο οποίος επί πολλά χρόνια διενεργούσε ανασκαφές στο Ιράκ, γράφει στα Απομνημονεύματά του για την Ουρ. «Εφθασα στην Ουρ μια σκοτεινή νύκτα του Οκτωβρίου 1925 με μεγάλες προσδοκίες. Σύντροφοί μου ήταν ο Λέοναρντ Γούλεϊ (σ.σ.: ήταν ο επικεφαλής της αρχαιολογικής αποστολής) και ο Α. Σ. Ουίτμπορν, ένας αρχιτέκτονας ο οποίος όπως κι εγώ συμμετείχε για πρώτη φορά στην αποστολή. Το ταξίδι από τη Βαγδάτη ήταν μια δωδεκάωρη διαδρομή μέσα από έρημο και στέπες με ένα ευρύχωρο, ινδικού τύπου τρένο, σε αναπαυτικά βαγόνια που είχαν γίνει για ευχάριστα και νωχελικά ταξίδια, παρ' όλο που μερικές φορές ήταν γεμάτα σφήκες. Στον Σταθμό της Ουρ, δύο μίλια δυτικά από εκεί που βρίσκονται τα ερείπια, μας περίμενε ένα παλιό αυτοκίνητο (...)».

Πέντε χρόνια αργότερα, το 1930, η Αγκαθα Κρίστι επισκέφθηκε την Ουρ όπου έμελλε να γνωρίσει τον Μαλόουαν και, παρά τη μεγάλη διαφορά ηλικίας (εκείνη ήταν 15 χρόνια μεγαλύτερή του), η συνάντηση κατέληξε σε έναν ευτυχισμένο γάμο που κράτησε κάπου 50 χρόνια. Η Αγκαθα Κρίστι ήταν πάντα δίπλα στον άντρα της όχι μόνο στην Ουρ αλλά και στις μεγάλες ανασκαφές του που ακολούθησαν, στη Νιπούρ και στη Νινευή στη χώρα των Ασσυρίων που βρίσκεται βορειότερα της Βαγδάτης. Εμαθε και φωτογράφιζε και αρχειοθετούσε τις φωτογραφίες των ευρημάτων της ανασκαφής ενώ παράλληλα έγραψε και μερικά από τα πιο επιτυχημένα βιβλία της μεταξύ των οποίων το περίφημο «Φόνος στο Οριεντ Εξπρές». Το Ιράκ της Αγκαθα Κρίστι όμως δεν είναι παρά ένα μικρό ευτυχισμένο διάλειμμα στη μακρόχρονη ιστορία μιας χώρας που έχει το προνόμιο να καυχάται ότι εκεί γεννήθηκε ο πολιτισμός του κόσμου τούτου.

Σταματήσαμε περισσότερο στην Ουρ των Σουμερίων, γιατί ο πολιτισμός που βρέθηκε εδώ θάμπωσε τον κόσμο και επίσης γιατί εδώ πρώτοι οι Σουμέριοι έκαναν το μεγάλο άλμα στον πολιτισμό. Τους ακολούθησαν άλλοι λαοί και άλλοι πολιτισμοί. Η Ουρ καταστράφηκε στις αρχές της 2ης χιλιετίας αλλά η παρακμή της είχε αρχίσει νωρίτερα, όταν η εξαντλητική άρδευση και η εντατική καλλιέργεια μείωσαν τη γονιμότητα του εδάφους και κατά συνέπεια και την παραγωγή.

Τότε ήρθαν οι Ελαμίτες από τα ανατολικά και οι νομάδες Αμορίτες από τα δυτικά και εγκαταστάθηκαν στο στενότερο κομμάτι γης ανάμεσα στα δύο ποτάμια, όπου ίδρυσαν μια δική τους δυναστεία στη Βαβυλώνα, που ήταν ως τότε ένα ασήμαντο πόλισμα στις όχθες του Ευφράτη, 90 χιλιόμετρα νότια της Βαγδάτης. Η άνοδος στον θρόνο και η μακρόχρονη βασιλεία του Χαμουραμπί (1792-1750 π.Χ.) έμελλε να αλλάξουν τα πάντα. Ο κώδικας των νόμων που βρέθηκε χαραγμένος σε μια στήλη από βασάλτη στη Βαβυλώνα περιλαμβάνει κάπου 300 βασιλικούς νόμους. Οι Βαβυλώνιοι διατήρησαν μόνο τη γλώσσα τους ενώ υιοθέτησαν, αφομοίωσαν και ανέπτυξαν τον σουμερικό πολιτισμό στο σύνολό του στηρίζοντας πάνω σε αυτόν την ισχυρή χώρα της Βαβυλωνίας.

Ο Μέγας Αλέξανδρος


Το λίθινο γλυπτό (δεξιά) είναι σουμερικό μέτρο βάρους Πήλινη πινακίδα των Σουμερίων με το αρχαιότερο ιατρικό κείμενο στον κόσμο. Αποκωδικοποιήθηκαν οι οδηγίες για έμπλαστρα (μέσα στα πλαίσια) που γίνονται με τριμμένο κέλυφος χελώνας, αλάτι, λάδι, μουστάρδα κτλ. Χρονολογείται από το 2100 π.Χ.


Αργότερα, επί Ναβουχοδονόσορα, τον 6ο αι. π.Χ., ύστερα από νικηφόρους πολέμους, αφού είχαν ενσωματώσει μέρος της χώρας των Ασσυρίων που βρισκόταν βορειότερα και στον Νότο είχαν φθάσει ως την Αίγυπτο ενσωματώνοντας στο κράτος τους και την Ιουδαία, οι Βαβυλώνιοι νικήθηκαν από τους Πέρσες και η χώρα βρέθηκε επί δύο αιώνες κάτω από περσική κατοχή, η οποία έληξε με την είσοδο των στρατευμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 331 π.Χ. Ο Αλέξανδρος, όπως ξέρουμε, πέθανε στη Βαβυλώνα, η οποία αποκαλύφθηκε ανασκαφικά κατά το γύρισμα του 19ου προς τον 20ό αιώνα. Τότε ήρθε στο φως μια λαμπρή πόλη που περιβαλλόταν από διπλό τείχος 16 χιλιομέτρων, το οποίο διέκοπταν πολλοί ογκώδεις πύργοι. Η κύρια πύλη της Βαβυλώνας, αφιερωμένη στη θεά Ιστάρ, καλυπτόταν από σμαλτωμένα γαλάζια τούβλα με διακόσμηση δράκων, ταύρων και λεόντων. Αποκατάσταση της Πύλης, στο μισό της όμως ύψος, βρίσκεται στο Μουσείο του Βερολίνου. Το ζιγκουράτ στο κέντρο της πόλης ήταν πολύχρωμο, είχε επτά ορόφους και περιβαλλόταν από αυλές τριγυρισμένες από μεγάλες αίθουσες.

Το παλάτι του Ναβουχοδονόσορα στα βόρεια του ζιγκουράτ ήταν ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου και οι κρεμαστοί κήποι του θεωρήθηκαν ένα σχεδόν ακατόρθωτο επίτευγμα για την άδενδρη Νότια Μεσοποταμία. Το ανάκτορο έλαμπε από το χρυσάφι, το ασήμι και τον χαλκό ενώ πιο κάτω ένα λαμπρό πέτρινο γεφύρι ένωνε τις δύο όχθες του Ευφράτη που περνούσε μέσα από την αρχαία πόλη.

Βορειότερα, κάπου 400 χιλιόμετρα από τη Βαγδάτη, εκεί που σήμερα βρίσκονται οι Κούρδοι στην περιοχή της Μοσούλης, βρέθηκε η πρωτεύουσα των Ασσυρίων. Ηταν η Νιμρούντ, η οποία ιδρύθηκε τον 13ο αι. π.Χ. και το παλαιότερο όνομά της ήταν Καλάχ. Τον 9ο αιώνα π.Χ. η πόλη ανοικοδομήθηκε και γνώρισε μεγάλη άνθηση κάτω από την ηγεμονία του Ασουρναρσιπάλ. Και εδώ, όπως σε όλες τις αρχαίες πόλεις, υπήρχε ένα τεράστιο ζιγκουράτ. Και εδώ κατά τις ανασκαφές ήρθαν στο φως λαμπρά ανάκτορα, ναοί και έργα τέχνης. Από τη Νιμρούντ προέρχονται οι τεράστιοι φτερωτοί λέοντες του Βρετανικού Μουσείου. Πολύ κοντά στη Νιμρούντ, στα προάστια της σύγχρονης Μοσούλης, βρισκόταν στην αρχαιότητα η Νινευή.

Η Νινευή

Η Νινευή υπήρξε από τις πιο κραταιές πόλεις των Ασσυρίων. Τα τείχη της, μήκους 42 χιλιομέτρων, προστατεύονταν από 1500, όπως λέγεται, πύργους, ενώ το ανάκτορο ξεπερνούσε το ύψος των τειχών. Κατά την ανασκαφή στο παλάτι αποκαλύφθηκαν 200 δωμάτια, ιερά και αυλές. Στο εσωτερικό οι τοίχοι καλύπτονταν από σμαλτωμένα πολύχρωμα τούβλα και τοιχογραφίες και πολλά δάπεδα είχαν ανάγλυφη διακόσμηση. Η ανασκαφή της Νινευή δεν ολοκληρώθηκε και ένα τμήμα της πόλης εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από έναν τύμβο έξω από τη Μοσούλη, ενώ πολλά από τα σπουδαία ευρήματα βρίσκονται στο ιρακινό Μουσείο της Μοσούλης, στο Βρετανικό Μουσείο και στο Λούβρο.

Σήμερα η Νινευή, η Νιμρούντ, η Ασσούρ, που υπήρξε η αρχαιότερη ασσυριακή πρωτεύουσα, και άλλες πόλεις των Ασσυρίων, μαζί με τη Νιπούρ, την Ουρ και αυτές των Σουμέριων, των Βαβυλωνίων και των Ελλήνων, που εγκαταστάθηκαν αργότερα εκεί, περιμένουν επάνω ή κάτω από το χώμα το κτύπημα του πολέμου. Για τις πόλεις του Ιράκ όμως, τις αρχαίες και τις νεότερες, ο πόλεμος είναι γνωστή ιστορία. Ας μην ξεχνάμε ότι πολύ κοντά στη Νινευή, στην πεδιάδα που απλώνεται μόλις 30 χιλιόμετρα στα ανατολικά της σύγχρονης Μοσούλης, δόθηκε μια ιστορική μάχη, η οποία το 331 π.Χ. έμελλε να καθορίσει τη μορφή της παγκόσμιας ιστορίας. Ηταν η μάχη των Γαυγαμήλων που δόθηκε ανάμεσα στον στρατό του Μ. Αλεξάνδρου και του Δαρείου. Ηταν όμως τότε μια μάχη έντιμη, που στηρίχθηκε στην ανδρεία και στη στρατηγική σκέψη των μαχητών.