Αρχική σελίδα → Ιστορία → Αρχαία ελληνική ιστορία

Πολύχρωμες πλάκες στο δάπεδο του ανακτόρου των Μυκηνών

Ν. Κοντράρου Ράσσια, εφ. Ελευθεροτυπία, 3/11/2006

Σχεδιαστική αναπαράσταση του ανακτόρου των Μυκηνών. Στο κέντρο, η αίθουσα του θρόνου με την κυκλική εστία και το πολύχρωμο δάπεδο

Με πολύχρωμες πλάκες από γυψόλιθο ήταν στρωμένο το δάπεδο του ανακτόρου των Μυκηνών. Σώζονται τμήματά τους στην αυλή του μεγάρου και στην αίθουσα του θρόνου, όπου έχει διατηρηθεί στη θέση της και η κυκλική εστία στο κέντρο αυτού του δωματίου.

Οι πλάκες ήταν τετράγωνες και βαμμένες με διάφορα χρώματα: κόκκινο, κίτρινο, μπλέ κ.ο.κ. Η εικόνα που είχε το μυκηναϊκό αυτό δάπεδο αποτελεί προϊόν της επιστημονικής τεκμηρίωσης που προηγήθηκε της σύνταξης μιας μελέτης για τη συντήρηση και προστασία του. Επίσης, κατέστη δυνατή η ακριβής αναπαράστασή του στους χώρους του ανακτόρου, θυμίζοντας πως στα δωμάτια αυτά βρήκε τον θάνατο ο Αγαμέμνονας από το χέρι του Αίγισθου την ώρα που δειπνούσε μετά την επιστροφή του από την Τροία.

Η μελέτη προστασίας και ανάδειξης των δαπέδων του Μεγάρου των Μυκηνών συζητήθηκε προχθές στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και αναμένεται να εφαρμοστεί άμεσα, όπως έλεγε ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων, Δημοσθ. Ζιρώ, γιατί αφορά ουσιαστικά την αντικατάσταση της παλιάς τσιμεντένιας επίστρωσης που προστάτευε τα δάπεδα της αυλής, του προστώου, του προθαλάμου, της αίθουσας του θρόνου και του προθαλάμου του ξενώνα.

Η προστατευτική αυτή επίστρωση είχε τοποθετηθεί στη δεκαετία του 1950 από τον Α. Ορλάνδο στο πλαίσιο ευρύτερων εργασιών στερέωσης τοίχων και δαπέδων του ανακτόρου. Από χρόνια τα τσιμέντα εκείνα είχαν διαλυθεί και παρουσίαζαν εικόνα προχωρημένης φθοράς και εγκατάλειψης. Τα κομμάτια που είχαν απομείνει αφαιρέθηκαν την περασμένη άνοιξη για να αντικατασταθούν, κάτι που πρέπει να γίνει πριν μπει για τα καλά ο χειμώνας.

Η νέα επίστρωση, για να μη δίνει την αίσθηση της τσιμεντόπλακας αλλά συγχρόνως να λειτουργεί προστατευτικά για το αρχαίο, πρόκειται να γίνει (σε έκταση 800 τ.μ.) από ψιλόκοκκη άμμο και τσιμέντο αναμεμειγμένα εν ξηρώ. Τα λίγα σωζόμενα μυκηναϊκά δάπεδα (συνολικής έκτασης 30 τ.μ.) θα καταχωθούν.

Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του ανακτόρου της Ακρόπολης των Μυκηνών που βλέπουμε σήμερα, τα οποία αποκάλυψε μετά τον Σλήμαν (1874) ο Χρήστος Τσούντας (1885-1887), χρονολογούνται στα τέλη του 13ου αι. π.Χ. Το ανάκτορο χτίστηκε σε δύο φάσεις: η πρώτη χρονολογείται στην ΥΕΙΙΙΑ2 περίοδο (1350-1300 π.Χ.) και η δεύτερη στην ΥΕΙΙΙΒ (1250 π.Χ.), όπου η αυλή και το μέγαρο παίρνουν τη σημερινή μορφή τους.

Σήμερα, όταν ανεβαίνει κανείς στο ανάκτορο ίσως να μην καταλαβαίνει πολλά πράγματα. Οι μελετητές, όμως, τώρα υπόσχονται ότι πέρα από την αποτύπωση, στερέωση και συντήρηση των σωζόμενων αρχαίων δαπέδων στην αυλή και το μέγαρο, θα αναδείξουν την αρχιτεκτονική διάταξη των χώρων και θα αναρτήσουν κατατοπιστικές πινακίδες. Επίσης, θα προστατεύσουν κατώφλια, βάσεις κιόνων που σώζονται, όπως και την κυκλική εστία της αίθουσας του θρόνου που δεν αποκλείεται να μεταφερθεί στο Μουσείο των Μυκηνών και να τοποθετηθεί στη θέση της ακριβές αντίγραφό της. Η ευχή, πάντως, είναι η εικόνα των επεμβάσεων να μην προκαλεί τις αλγεινές εντυπώσεις που προκάλεσε το τσιμέντωμα των εσωτερικών διαδρομών από την Πύλη των Λεόντων μέχρι το κατώφλι του ανακτόρου.