Αρχική σελίδα → Ιστορία → Αρχαία ελληνική ιστορία

Ο οραματιστής του οικουμενικού κράτους: Μέγας Αλέξανδρος 356-323 π.X.

Ιωάννα Ζούλα, εφ. Το Βήμα, 18/4/2004

Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας Πέλλα. Ήταν γιος του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου B' και της Ολυμπιάδας, κόρης του βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου Νεοπτολέμου A'.

Ο Αλέξανδρος ανατράφηκε με μεγάλη φροντίδα. Τη γενική ευθύνη της ανατροφής του είχε αναλάβει ένας συγγενής της Ολυμπιάδας, ο Λεωνίδας, ο οποίος, μολονότι ήταν Ηπειρώτης, εφάρμοσε σπαρτιατικές παιδαγωγικές μεθόδους στον μαθητή του. Έτσι ο Αλέξανδρος σκληραγωγήθηκε από πολύ ενωρίς, πράγμα που αργότερα τον βοήθησε εξαιρετικά κατά τις κοπιαστικές εκστρατείες του. Ο νεαρός Αλέξανδρος έμαθε να αντέχει στην πείνα, στη δίψα, στην έλλειψη ύπνου.

Παράλληλα ο βασιλόπαις είχε και παιδαγωγούς οι οποίοι φρόντισαν για την πνευματική του καλλιέργεια. Ο Λυσίμαχος λόγου χάρη τον έκανε να αγαπήσει τις περιπέτειες των ομηρικών ηρώων και ένα από τα προσφιλέστερα αναγνώσματα του Αλέξανδρου ήταν η Ιλιάδα.

Όταν ο Αλέξανδρος έγινε 13 ετών, ο πατέρας του επέλεξε για παιδαγωγό του γιου του τον Αριστοτέλη την εποχή όπου ο φιλόσοφος δεν είχε ακόμη φτάσει στο απόγειο της δόξας του. Ο Αριστοτέλης εισήγαγε τον ευφυή και μελετηρό έφηβο στη φιλοσοφία, δηλαδή στη γνώση των φυσικών επιστημών. Παράλληλα ο πατέρας του Αλέξανδρου φρόντισε να μυήσει τον γιο του στην τέχνη του πολέμου. Στη νίκη των Μακεδόνων κατά τη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.X. η συμμετοχή του 18χρονου Αλέξανδρου έπαιξε αποφασιστικό ρόλο.

H εξασφάλιση του θρόνου

Δύο χρόνια αργότερα, το 336 π.X., ο Φίλιππος δολοφονήθηκε από έναν στρατηγό του, τον Παυσανία, και ο στρατός ανακήρυξε βασιλιά της Μακεδονίας τον Αλέξανδρο. Αφού συνέλαβε και θανάτωσε τον Παυσανία, ο Αλέξανδρος φρόντισε να απαλλαγεί από όλους τους πιθανούς διεκδικητές του θρόνου της Μακεδονίας: από την τελευταία σύζυγο του πατέρα του Κλεοπάτρα και τη νεογέννητη θυγατέρα της ως τον εξάδελφό του Αμύντα και τον θείο και προστάτη της Κλεοπάτρας Άτταλο.

Αφού σταθεροποίησε με αυτόν τον τρόπο τη θέση του στον θρόνο της Μακεδονίας, ο Αλέξανδρος αποφάσισε να αντιμετωπίσει τις αντιμακεδονικές κινήσεις που είχαν αρχίσει να αναζωπυρώνονται στην Ελλάδα μόλις έγινε γνωστός ο θάνατος του Φιλίππου. Πρόθεση του νεαρού βασιλιά δεν ήταν να συντρίψει τις ατίθασες ελληνικές πόλεις αλλά να κερδίσει τον σεβασμό τους και να αναγνωριστεί, όπως και ο πατέρας του, «ηγεμόνας των Ελλήνων» στην επικείμενη εκστρατεία στη Μικρά Ασία με στόχο την απελευθέρωση των ελληνικών πόλεων από τον περσικό ζυγό. Πράγματι στο συνέδριο των ελληνικών πόλεων - πλην της Σπάρτης - το οποίο συγκάλεσε ο ίδιος το φθινόπωρο του 336 π.X. στην Κόρινθο, ο Αλέξανδρος ανακηρύχθηκε «Ηγεμόνας της Συμμαχίας» και «Στρατηγός Αυτοκράτωρ» στην εκστρατεία εναντίον των Περσών.

Παραδειγματική τιμωρία

Προτού όμως εκστρατεύσει εναντίον των Περσών ο Αλέξανδρος φρόντισε να καθυποτάξει διάφορους ενοχλητικούς βόρειους γείτονές του φθάνοντας πέρα από τον Δούναβη και τα βουνά της Ιλλυρίας. Στο μεταξύ στην Ελλάδα η Θήβα παραπλανήθηκε από τη φήμη ότι δήθεν ο Αλέξανδρος σκοτώθηκε σε κάποια μάχη και εξεγέρθηκε εναντίον της μακεδονικής φρουράς της πόλης, με τη βοήθεια της Αθήνας. Μαθαίνοντας την είδηση ο Αλέξανδρος κινήθηκε αστραπιαία προς νότον και αφού νίκησε τους Θηβαίους κατέστρεψε την πόλη τους εκτός από τα ιερά και το σπίτι του ποιητή Πινδάρου.

H καταστροφή της Θήβας ήταν η πρώτη χαρακτηριστική πράξη της πολιτικής του Αλέξανδρου: όποιος έμπαινε εμπόδιο στα σχέδιά του έπρεπε να εκμηδενισθεί. Άλλωστε εκστρατεύοντας στην Ασία ο Αλέξανδρος ήθελε να έχει καλυμμένα τα νώτα του. Με την τιμωρία της Θήβας οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις δεν θα τολμούσαν να στασιάσουν ενόσω αυτός θα βρισκόταν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.

Την άνοιξη του 334 π.X. ο Αλέξανδρος ξεκίνησε την εκστρατεία του εναντίον των Περσών και μέσα σε δέκα χρόνια ελευθέρωσε τις ελληνικές πόλεις και την Αίγυπτο από τον περσικό ζυγό, κατέλυσε ολοκληρωτικά το περσικό κράτος, νίκησε όλους τους ηγεμόνες από τον Καύκασο ως τον Ινδό ποταμό και σκόπευε να στραφεί προς την Αραβική χερσόνησο δημιουργώντας εμπορικές και πολιτιστικές ζεύξεις ανάμεσα στον Ινδικό ωκεανό και στη Μεσόγειο. Δεν πρόλαβε όμως γιατί αρρώστησε και πέθανε στη Βαβυλώνα στα 33 του χρόνια.

Ιδρύοντας πόλεις


Ο Μέγας Αλέξανδρος με το αγαπημένο του άλογο Βουκεφάλα


Το αχανές κράτος το οποίο δημιούργησε με τις κατακτήσεις του ο Μέγας Αλέξανδρος δεν μπορεί να συγκριθεί με καμία από τις επόμενες μεγάλες κατακτήσεις που καταγράφηκαν στην παγκόσμια ιστορία. H ιδιαιτερότητα της πολιτικής που εφάρμοσε ο Αλέξανδρος ήταν η «σύντηξη» των κατακτημένων και των κατακτητών. Μετά την κατάλυση του περσικού κράτους και τον θάνατο του Δαρείου Γ', ο Αλέξανδρος, θεωρώντας ότι είχε επιτελέσει την αποστολή που του είχε αναθέσει το Συνέδριο της Κορίνθου, έστειλε πίσω στην Ελλάδα τους έλληνες στρατιώτες και για να ενισχύσει τον μακεδονικό στρατό του άρχισε να στρατολογεί ντόπιους. Παράλληλα, από όπου περνούσε, ίδρυε νέες πόλεις που τις ονόμαζε «Αλεξάνδρειες». Οι πόλεις αυτές εκτείνονταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, η οποία οικοδομήθηκε από τον περίφημο ρόδιο αρχιτέκτονα Δεινοκράτη, ως την Αλεξάνδρεια την Εσχάτη, δηλαδή την πιο μακρινή, στις όχθες του ποταμού Ιαξάρτη (σημερινού Σιρνταργιά) στα βορειοανατολικά σύνορα της πρώην περσικής αυτοκρατορίας και ως την Αλεξάνδρεια Βουκεφάλα στις όχθες του ποταμού Υδάσπη της Πενταποταμίας (Πεντζάμπ), που ιδρύθηκε προς τιμήν του Βουκεφάλα, του αγαπημένου αλόγου του Αλέξανδρου, το οποίο πέθανε μετά τη νίκη του μακεδόνα βασιλιά επί του βασιλιά της Πενταποταμίας Πώρου την άνοιξη του 326 π.X.

Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Αλέξανδρος ίδρυσε περί τις 70 πόλεις, τον αριθμό αυτόν όμως τον θεωρούν υπερβολικό άλλοι συγγραφείς. Όλοι πάντως οι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο Αλέξανδρος οικοδόμησε τουλάχιστον 16 Αλεξάνδρειες, εκ των οποίων αρκετές επιζούν ως σήμερα, αν και με αλλαγμένο το όνομά τους, όπως η Κανταχάρ του σημερινού Αφγανιστάν.

Στις πόλεις αυτές ο Αλέξανδρος εγκαθιστούσε μακεδόνες στρατιώτες έναντι αδρής αμοιβής, με την υποχρέωση να παντρευτούν ντόπιες γυναίκες. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος παντρεύτηκε τρεις φορές με «βάρβαρες». H πρώτη του σύζυγος ήταν η πανέμορφη Ρωξάνη, κόρη του βασιλιά της Παραιτακηνής (σημερινού Τατζικιστάν) Οξυάρτη, η δεύτερη ήταν η Στάτειρα, κόρη του βασιλιά Δαρείου Γ', και η τρίτη ήταν η Παρύσατις, κόρη του προηγούμενου βασιλιά της Περσίας Αρταξέρξη του Ωχου.

Αμάλγαμα φυλών

Στόχος του Αλέξανδρου ήταν η ανάμειξη των ασιατικών φυλών με τους Μακεδόνες ώστε να δημιουργηθούν νησίδες ελληνισμού οι οποίες σταδιακά θα μπορούσαν να αλλάξουν την πληθυσμική σύσταση της Ασίας και να δημιουργηθεί έτσι μια «οικουμενική» αυτοκρατορία εμποτισμένη με το ελληνικό στοιχείο.

Παράλληλα ο Αλέξανδρος προσπάθησε να διατηρήσει κατά το δυνατόν καλές σχέσεις με τους λαούς που κατακτούσε αφήνοντας τη διοίκηση πολλών περιοχών στους ντόπιους ηγεμόνες και υιοθετώντας ο ίδιος στοιχεία από τη συμπεριφορά και τις τελετουργικές πρακτικές των περσών βασιλέων.

Ωστόσο η πολιτική της φυλετικής ανάμειξης και κυρίως οι παροχές προς τους ηττημένους δεν βρήκαν σύμφωνους όλους τους μακεδόνες αξιωματούχους. Αρκετοί ήταν εκείνοι που στασίασαν αλλά ο Αλέξανδρος, είτε με τη βία - εκτελώντας τους πρωταιτίους, ακόμη και στενούς συνεργάτες του - είτε με την πειθώ και τα ανταλλάγματα, κατόρθωνε πάντοτε να επιβάλλει τη θέλησή του.

Αν ο Αλέξανδρος δεν είχε πεθάνει τόσο νέος ίσως είχε κατορθώσει να σταθεροποιήσει διοικητικά την αχανή αυτοκρατορία του. Μπορεί η οικονομική και η νομισματική πολιτική του να αποδείχθηκαν αποτυχημένες, ωστόσο με την πολιτική του εποικισμού ο Αλέξανδρος προώθησε την εξάπλωση της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού. Στους επόμενους αιώνες η ελληνική γλώσσα έγινε η κοινή γλώσσα των λαών από το Γιβραλτάρ ως την Ινδία, δηλαδή η γλώσσα με την οποία συνεννοούνταν έμποροι, διανοητές, επιστήμονες. Αργότερα τόσο η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία όσο και ο χριστιανισμός οφείλουν σε μεγάλο βαθμό την εξάπλωσή τους σε αυτό το υπόβαθρο που δημιούργησε ο Μέγας Αλέξανδρος και όπου ευδοκίμησε μια κοινή γλώσσα, η ελληνική.