Αρχική σελίδα → Ιστορία → Αρχαία ελληνική ιστορία

Η αρχαία Πέλιννα

Αποστόλης Ζώης, εφ. Έρευνα, 7/4/2010

Απλωνόταν στην αριστερή όχθη του Πηνειού ποταμού στη δυτική Θεσσαλία, ανάμεσα στην Τρίκκη και την Φαρκαδόνα

Επισκέψιμος ο χώρος

Οδοιπορικό στην αρχαία Πέλιννα ή Πελινναίον, πραγματοποίησε η ΕΡΕΥΝΑ όπου αποτύπωσε στο φακό την πόλη της τετράδος Εστιαιώτιδος, η οποία απλωνόταν στην αριστερή όχθη του Πηνειού ποταμού στη δυτική Θεσσαλία, ανάμεσα στην Τρίκκη και την Φαρκαδόνα Ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία του κ. Λεωνίδα Χατζηαγγελάκη, αρχαιολόγου-διευθυντή της ΛΔ΄Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων, ενίσχυσε την τείχιση και την οικοδόμηση της Πέλιννας και εγκατέστησε μόνιμη μακεδονική φρουρά. Να σημειώσουμε πως επισκέψιμος είναι ο αρχαιολογικός χώρος της Πέλιννας μετά τα έργα ανάδειξης και αποκατάστασης, που πραγματοποιήθηκαν και ολοκληρώθηκαν στον παραπάνω χώρο.

Η πολιτική της

Η αρχαία Πέλιννα ακολούθησε φιλομακεδονική πολιτική και επεξέτεινε τα όριά της μετά την καταστροφή της Τρίκκης και της Φαρκαδόνας από τον Φίλιππο. Η θέση της αρχαίας πόλης είχε εξαιρετική στρατηγική σημασία, καθώς έλεγχε την οδό από την Τρίκκη προς την Λάρισα, μάλιστα δε το στενό πέρασμα ανάμεσα στην συμβολή του Ληθαίου ποταμού με τον Πηνειό, όπου υπήρχε ένα μεγάλο έλος και τις νότιες κλιτείς των Χασίων.

Η αρχαία Πέλιννα ταυτίστηκε στο σύνολό της με τα ερείπια του χαμηλού βραχώδους υψώματος «Παλαιογαρδίκι», το οποίο βρίσκεται 3χλμ βορειοανατολικά του σημερινού οικισμού Πετρόπορος και 14χλμ ανατολικά των Τρικάλων.

Τα ερείπια στο «Παλαιογαρδίκι» πιστοποιούν την παρουσία μιας μεγάλης αρχαίας πόλης, με έντονη οικονομική ανάπτυξη καθόλη την διάρκεια της μακεδονικής επιρροής στην Θεσσαλία (354-197π.Χ.). Την περίοδο αυτή κατασκευάστηκαν ισχυρά τείχη, ανεγέρθηκαν μεγάλα δημόσια κτήρια και ανιδρύθηκαν δημόσια ιερά με μεγαλοπρεπείς ναούς. Έκοψε δικά της νομίσματα, ασημένια και χάλκινα, τα οποία απεικονίζουν στους επικρατέστερους τύπους ιππείς, πολεμιστές, την θεά Αθηνά-Νίκη και στα πιο ενδιαφέροντα τη Σίβυλλα Μαντώ.

Επέκταση

Μετά τα μέσα του 4ου αι. η πόλη επεκτάθηκε και οχυρώθηκε με ισχυρό τείχος. Το νέο τείχος κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις αρχές της πολεμικής τέχνης των ύστερων κλασικών και πρώιμων ελληνιστικών χρόνων, κατά το ισόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα τειχοδομίας. Οι οριζόντιοι γωνιόλιθοι, από ντόπιο λευκόφαιο ασβεστόλιθο από τα λατομεία βορειοδυτικά της δολίνης, έχουν τις μακρές πλευρές οριζόντιες και εντελώς παράλληλες, ενώ οι στενές πλευρές είναι ακανόνιστες και διατάσσονται αριστερά ή δεξιά από μια νοητή κατακόρυφη γραμμή. Η εξωτερική επιφάνεια των λίθων είχε αδρή εργασία λάξευσης με χοντρό βελόνι ή αφέθηκε σε πολλές περιπτώσεις εντελώς ακατέργαστη. Η τεχνική της κατασκευής ήταν η «έμπλεχτη», με την οποία οι δύο παρειές του τείχους κατασκευάζονταν με λαξευτούς γωνιόλιθους και το ενδιάμεσο κενό γέμιζε με μικρούς αργούς λίθους. Πάνω στο τείχος υπήρχαν οι επάλξεις και ένας διάδρομος, ο περίπατος, από όπου γινόταν η άμυνα. Οι πύργοι θα πρέπει να προεξείχαν ελαφρά από το τείχος για να επιτρέπουν την προσβολή των εχθρών από πλευρά. Οι πύργοι που κατασκευάστηκαν στις γωνίες ή στα ευπαθή σημεία του τείχους ήταν συμπαγείς με μεγαλύτερο εμβαδόν και είχαν εσωτερικές κλίμακες ανόδου. Το πάχος του τείχους ήταν 2,70μ-2,80μ Οι ενδείξεις των επιφανειακών αρχιτεκτονικών μελών συνηγορούν σε μια χρονολόγηση κατασκευής του τείχους γύρω στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. Στα βυζαντινά χρόνια πάνω στην ακρόπολη της Πέλιννας κτίσθηκε η πόλη Γαρδίκιο, το οποίο αποτελούσε έδρα του Επισκόπου, σύμφωνα με τον κ. Χατζηαγγελάκη.