Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Ποίηση


Ελεγείο για μικρομεσαίες πλάνες

Νίκος Δαββέτας, εφ. Το Βήμα, 3/6/2001

Κρίνοντας πριν από τρία χρόνια, από αυτή τη στήλη, την προηγούμενη συλλογή της Κικής Δημουλά, έγραφα για μιαν ανεπαίσθητη στροφή στην ποίησή της, καθώς στηριζόταν ολοένα και περισσότερο στο χιούμορ και στην ειρωνεία για να εκμαιεύσει τη συγκίνηση. Η συνέχεια νομίζω ότι καθιστά ευδιάκριτη τη στροφή αυτή. Στην τελευταία της συλλογή «Ήχος απομακρύνσεων» η Δημουλά μοιάζει να απογυμνώνει την ποίησή της από κάθε λυρικό στολίδι, να αγνοεί επιδεικτικά ένα πλούσιο οπλοστάσιο βιωμάτων, να διακωμωδεί τη νοσταλγία και να παρουσιάζει στίχους που ειρωνεύονται ακόμη και την... ίδια. Σαρκασμός και αυτοσαρκασμός, σε ίσες πάντα δόσεις, παράγουν τελικά ένα αποτέλεσμα ποιητικό, που αιφνιδιάζει: «Με καταγγέλλουν η ανανέωση και η ποικιλία/ πως διακινώ μπαγιάτικες μεγάλες επαναλήψεως ποσότητες/ με αποτέλεσμα να εθίζεται η ανία. / Θα διαμαρτυρηθώ προκαλώντας βέβαια/ νέα θύματα εθισμού μια και όλες/ ανά την υφήλιο οι διαμαρτυρίες μπαγιάτικη επανάληψη τους διακινούν/ Πράγματι μόνο από αυτό το μαγαζί/ της επαναλήψεως νύχτα μέρα ανοιχτό/ ψωνίζει η ψευδαίσθηση είδη αθανασίας». Η Δημουλά όμως δεν έχει πια ψευδαισθήσεις, ούτε καν για τη γραφή της και αυτό που άλλους θα τρόμαζε, σ' αυτήν είναι η αφορμή μιας παιγνιώδους κατάθεσης όπου η ευρηματικότητά της «οργιάζει». Με μια γλώσσα δουλεμένη στο έπακρο, στήνει ένα κατ' ουσία θεατρικό ποίημα, γεμάτο αποστροφές εις εαυτόν, συχνά επικριτικές. Αλήθεια, πόσοι καταξιωμένοι ποιητές μπορούν να το κάνουν αυτό; Πόσοι μπορεί να κάνουν τέχνη ακόμη και τη δυστοκία τους; Προσέξετε το ακόλουθο απόσπασμα: «Ναι δίκιο έχεις, κόπωση θεμάτων/ Ίσως να έφταιξε εν μέρει/ ότι δεν βγήκα παραέξω από την ίδια στάση.(...) Τι αυτοχειροκρότημα έχασα Θεέ μου/ Απουσία οίστρου όπως λες/ Ένα δυο όνειρα ξανά/ από τελείως όνειρο πάλι εξαρτημένα/ πάλι κάποιο άγαλμα εμπνεύσεως ψυχρής/ από τελείως μάρμαρο ξανά φερμένη/ και πάλι εκείνη η θάλασσα μπροστά μου/ ανοιχτή τσακισμένη στην τελευταία μου σελίδα». Όσοι έχουν παρακολουθήσει τη διαδρομή της Δημουλά από παλιά και ξέρουν πόσο την έχουν εμπνεύσει τα αγάλματα και η θάλασσα, σίγουρα θα μείνουν έκπληκτοι από τη δύναμή της να σαρκάζει και αυτά ακόμη, να σαρκάζει προπάντων τον εαυτό της, που θέλει να εκβιάσει τη συγκίνηση με ένα «χρησιμοποιημένο» υλικό. Αλλά το δημιουργικό της κρεσέντο δεν σταματά εδώ. Όπως κρίνει τον εαυτό της κρίνει και το σινάφι. Μερικοί στο παρελθόν κατηγόρησαν τη Δημουλά ότι «εκ του ασφαλούς επαναλαμβάνει τον παλιό εαυτό της». Ακόμη και αυτό αν συμβαίνει λησμονούν ότι για να επαναλάβεις κάτι από τον... εαυτό σου, πρέπει να έχεις δημιουργήσει αυτό το «κάτι» από το μηδέν, να είναι αυθεντικά δικό σου ώστε να το διαχειριστείς εκ νέου, αλλιώς μιλάμε για αντιγραφή ξένων προτύπων. Αν η Κική Δημουλά μιμείται τον εαυτό της, πόσοι άραγε ποιητές μιμούνται σήμερα την ίδια ή άλλους δημιουργούς ­π.χ. τον Ελύτη­, κατασκευάζοντας ποιήματα φο μπιζού; Να τι απαντά η ίδια: «Ρίχνεις το φταίξιμο στα φο μπιζού/ Δεν πρόκειται για μόδα/ Είναι παλιά προτίμηση το ψεύτικο/ Περίτεχνο αντίγραφο αυθεντικής πραγματικότητας/ Τέλεια επεξεργασμένο από τη μεγάλη ζήτηση/ Δεν αλλοιώνεται. Η αφθονία του αμετάβλητη/ Η εύκολη τιμή του το κάνει προσιτό/ σε κάθε μικρομεσαία πλάνη/ Και να το χάσεις, πάλι συμφέρει/ σου έρχεται φτηνότερα να κλαις για ένα ψέμα». Η Αλήθεια τελικά ποτέ δεν έχει μεγάλη ζήτηση, ακόμη και μέσα στη λογοτεχνία. Οι θαυμαστές του «Χαίρε ποτέ», που ίσως απογοητευθούν από τη νέα θεματολογία της στον «Ήχο απομακρύνσεων», θα αποζημιωθούν με τα ποιήματα «Μετακομιδή», «Μεγάλη Πέμπτη», «Μυγδαλιάς Απόκριες», «Διαδικαστικά». Ωστόσο νομίζω ότι με αυτή τη συλλογή η Δημουλά απευθύνεται περισσότερο στη συντεχνία, αν προτιμάτε... «της ρίχνει το γάντι». Θα το σηκώσει άραγε κάποιος, τώρα που η αγορά γέμισε «περίτεχνα αντίγραφα αυθεντικής πραγματικότητας», βιβλία προσιτά σε κάθε μικρομεσαία πλάνη;