Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Ποίηση


Η αποκατάστασητης «σκοτεινής ποιήτριας»

Δημήτρης Ν. Μανιάτης, εφ. Τα Νέα, 3/11/2012

Μια πολυσυλλεκτική έκδοση και ένα cd με νέες μελοποιήσεις των ποιημάτων της αναδεικνύει αυτή την cult μορφή απαλλάσοντάς την από τα στερεότυπα της «καταραμένης καλλιτέχνιδας»

Η ηθοποιός -κάποτε της Φίνος Φιλμ και μετέπειτα του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου (ΝΕΚ)- Κατερίνα Γώγου υπήρξε μια αιρετική ποιητική φωνή της γενιάς του 1970. Σήμερα που κατακάθεται ο κουρνιαχτός των μεταπολιτευτικών υπερβολών, των υπέρμετρων λυρισμών, των στρεβλώσεων και των μυθευμάτων  γύρω από το πρόσωπό της φαίνεται ότι μπορεί να φωτιστούν όψεις της κατάθεσής της, αφού στην πρώτη περίοδο όπου όρθωσε τη λογοτεχνική φωνή της δεν αξιολογήθηκε και δεν κωδικοποιήθηκε η ποιητική της συμβολή.

Απόδειξη ότι -όπως σημειώνει και ο Γιώργος Μπαλούρδος, ο οποίος πρώτος συγκέντρωσε στοιχεία για τη Γώγου-, αν ο υποψιασμένος αναγνώστης αναζητήσει την ποιητική της σφραγίδα σε ανθολογίες ποιητών της γενιάς του 1970, σε μελετήματα ή άρθρα που αναφέρονται σε αυτή τη μετασεφερική γενιά, δεν θα συναντήσει πουθενά το όνομά της. Μόνο η ανθολογία του Βασίλη Βασιλικού και η δίγλωσση - ξενόγλωσση της Κάρεν βαν Ντάικ τη μνημονεύουν.

Αυτή ακριβώς η καθυστερημένη αξιολόγηση του έργου της, με εργαλεία θεωρητικά, συνέβαλε ίσως και σε γραφικά πορίσματα του τύπου «η σκοτεινή ποιήτρια των Εξαρχείων», σε διαστρέβλωση της ποίησης μιας κατά τα άλλα ταλαντούχας και σημαντικής ποιήτριας. Και αν η πρώτη μεταπολιτευτική περίοδος - τότε που και η Κατερίνα Γώγου επιχειρεί τη δική της μετάβαση από τον εμπορικό κινηματογράφο του Φίνου στον ΝΕΚ με την ταινία «Βαρύ πεπόνι», και από τα πλατό του Φίνου στα «πλατό των Εξαρχείων και της αμφισβήτησης» - διψούσε για συμβολισμούς και ιδεολογικά έμφορτες νοηματοδοτήσεις, σήμερα είναι που πραγματικά ανακαλύπτεται το έργο της, ο τρόπος που δόμησε τις ποιητικές της συνθέσεις και πέρασε σαν αερικό από το λογοτεχνικό στερέωμα.

Ετσι, με νωπή ακόμη τη γεύση από το έξοχο ντοκιμαντέρ «Κατερίνα Γώγου: Για την αποκατάσταση του μαύρου» του Αντώνη Μποσκοΐτη που προβλήθηκε στις Νύχτες Πρεμιέρας, η έκδοση «Κατερίνα Γώγου - Πάνω κάτω η Πατησίων» (με τη φροντίδα και την επιμέλεια του σκηνοθέτη Γιώργου Κορδέλλα) αποτελεί ένα επιπρόσθετο εγχείρημα για να φωτιστεί η ποίηση και ο βίος της Γώγου. Δίνει μια ξεχωριστή οπτική με τις νέες μελοποιήσεις ποιημάτων της από μια πλειάδα συνθετών. Χρωματίζει τη ζωή της μέσα από κείμενα φίλων και συνεργατών της (Ολιας Λαζαρίδου, Αντώνη Καφετζόπουλου, Λίνας Καρανασοπούλου, Αγγελου Σφακιανάκη κ.α.). Κομίζει μια καινούργια θεωρητική ψηφίδα στο παζλ της περίπτωσης Γώγου με την πτυχιακή εργασία με θέμα «Οι όψεις της μοναξιάς στην Κατερίνα Γώγου» της Θωμαής Ουζούνη (απόφοιτου του Τμήματος Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης).

Η Ουζούνη σκιαγραφεί την πορεία της Γώγου στο θεατρικό σανίδι και στον κινηματογράφο - πρώτη συμμετοχή της ηθοποιού ήταν το 1952 στην ταινία «Ο άλλος» του Αλέκου Σακελλάριου. Επίσης, περιγράφει την καλλιτεχνική της στροφή με τη συμμετοχή της στο «Βαρύ πεπόνι» (1977) του Παύλου Τάσιου, καθώς και στην «Παραγγελιά» (1980). Αφού την τοποθετεί ως ποιήτρια (μετά την έκδοση του πρώτου της βιβλίου «Τρία κλικ αριστερά» το 1978) στη γενιά του 70, στη συνέχεια καταδύεται στο έργο της εστιάζοντας στις όψεις της μοναξιάς.

Αυτό έχει τη δική του σημασία για να ξεκλειδωθεί το ποιητικό σύμπαν της Γώγου, αφού η μοναξιά ως βιωμένο και διαρκές συναίσθημα υπήρξε η κινητήριος δύναμη - και ταυτόχρονα η παγίδα - για τη ζωή και τη δημιουργία της. Δεν είναι τυχαίο το ότι η λέξη μοναξιά εμφανίζεται είκοσι οκτώ φορές στο σύνολο των ποιημάτων της· ωστόσο, όπως συμπεραίνουμε από την έρευνα της Ουζούνη, δεν αποτελεί απλώς δομικό στοιχείο μιας εσωστρεφούς ποιητικής κατάθεσης, αλλά εκκίνηση και αιτία για τις κοινωνικές ανησυχίες της Γώγου.