Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Ποίηση


Προτού συνδεθεί με τους Καρμπονάρους

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, εφ. Ελευθεροτυπία, 27/11/2010

Δημήτρης Δ. Αρβανιτάκης, Στον δρόμο για τις πατρίδες. Η Ape italiana a Londra. Ο Ανδρέας Κάλβος. Η ιστορία, πρόλογος: Mario Vitti, Μουσείο Μπενάκη, σ. 452, ευρώ 24

Στον δρόμο για τις πατρίδες

Το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου του 1816 ο Ανδρέας Κάλβος καταλύει στο ξενοδοχείο Salbonier, στη Leicester Square του Λονδίνου. Δεν έχει ξαναπατήσει το πόδι του στη βρετανική πρωτεύουσα και είναι άγνωστος μεταξύ αγνώστων, ένας διπλά ή και τριπλά ξένος: γεννημένος στη Ζάκυνθο το 1792, ζει από το 1802 στην Ιταλία, γράφει ιταλικούς στίχους και είναι σφυρηλατημένος με τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης. Τι κάνει ένα τέτοιο πρόσωπο στο κοσμοπολιτικό Λονδίνο, το οποίο έχει μείνει μακριά από την αναταραχή που έχει σαρώσει την ιταλική χερσόνησο και τα Επτάνησα μετά την επικράτηση του Ναπολέοντα στο ευρωπαϊκό πολιτικό προσκήνιο, από το 1796 ώς το 1814;

Ξεφορτώνοντας τις βαλίτσες του στο Salbonier, ο Κάλβος δεν είναι 25 ετών, αλλά έχει προλάβει ή ετοιμάζεται να μαζέψει πλήθος πικρές εμπειρίες: νιώθει βαθιά απογοήτευση από τον Ναπολέοντα, που φορώντας την αυτοκρατορική πορφύρα έχει απαλλάξει την Ιταλία από την αυστριακή μπότα, για να τη ρίξει σε μια καινούρια τυραννία, την οποία συμπληρώνει με τη θυσία αμέτρητων ιταλών στρατιωτών στο ρωσικό μέτωπο (πάει χαράμι η canzone που του έγραψε ο Κάλβος το 1811), πρόκειται σύντομα να διαρρήξει τους φιλικούς του δεσμούς με τον Ugo Foscolo (έχουν φτάσει μαζί στο Λονδίνο), τον συμπατριώτη του και μέντορά του (γεννήθηκε στη Ζάκυνθο από Ελληνίδα μητέρα, αλλά τον εγκολπώθηκε ο ιταλικός Παρνασσός), και σίγουρα δεν αισθάνεται μεγάλη βεβαιότητα για τις καλλιτεχνικές του επιδόσεις (τρεις τραγωδίες γραμμένες στα ιταλικά). Οσο για τον ορίζοντα των ελληνικών του συνθέσεων, χρειάζεται μία δεκαετία ακόμη για να σκάσει μύτη.

Η νιότη, όμως, πόνους και απογοητεύσεις δεν κοιτά και ο Κάλβος ανασηκώνει αμέσως τα μανίκια: αρχίζει να παραδίδει μαθήματα ιταλικών και τρία χρόνια μετά την άφιξή του στις βρετανικές νήσους έχει καταφέρει να κερδίσει το ενδιαφέρον του λονδρέζικου Τύπου με τις διαλέξεις του για την προφορά των αρχαίων ελληνικών, έχει συντάξει και εκδώσει μια νεοελληνική γραμματική και μια μέθοδο εκμάθησης ιταλικών, ενώ δεν έχει αμελήσει να καταπιαστεί και με τη σύνταξη ενός αγγλοελληνικού λεξικού. Ενας Ιταλός ελληνικής καταγωγής στο Λονδίνο, λοιπόν, με κάποια ήδη επιφάνεια. Τι πιο φυσικό από το να έρθει σε επαφή με τους κύκλους της ιταλικής λογιοσύνης στη Βρετανία και να πιάσει επαφή με τον Bartolommeo de Sanctis, γιατρό και εκδότη της επιθεώρησης «Ape italiana a Londra» («Η ιταλική μέλισσα του Λονδίνου»), που κυκλοφορεί για περίπου ένα εξάμηνο, από τις 12 Απριλίου μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου του 1819, και τον περιλαμβάνει με μεγάλη προθυμία στον κύκλο των συνεργατών της, μολονότι ο ίδιος δεν θα της παραχωρήσει ποτέ ούτε μία αράδα; (Εχει προσκληθεί και ο Φόσκολο, που θα φροντίσει να αντιδράσει με μια τρανταχτή αδιαφορία.)

Η πολιτική αφύπνιση της ιταλικής ποίησης

Από το σημείο αυτό ξεκινά η ογκώδης μελέτη του Δημήτρη Δ. Αρβανιτάκη, που ερευνώντας καταλεπτώς τα δημοσιεύματα και την ταυτότητα των συντακτών ενός περιοδικού από το οποίο ο Κάλβος έλαμψε διά της απουσίας του, καταφέρνει να ανασυστήσει διά μακρών και με εξαιρετική πυκνότητα ολόκληρο τον νεανικό διανοητικό του βίο, συνδέοντάς τον με τις τύχες τόσο του Risorgimento (η πολιτική αφύπνιση της Ιταλίας και ο αγώνας της για ενοποίηση) όσο και της ιταλικής ποιητικής σκηνής, που παρακολούθησε από κοντά το επαναστατικό πνεύμα της εποχής της. Οπως προσφυώς παρατηρεί ο Αρβανιτάκης, φτάνοντας στις τελευταίες σελίδες της δουλειάς του (για να μας επιτρέψει να απολαύσουμε ελεύθεροι από τη σκιά των μεθοδολογικών προβληματισμών την ψίχα της αφήγησής της), ο Κάλβος, όπως οποιοσδήποτε άλλος, δεν είναι ο άνθρωπος που ξέρουμε επί τη βάσει του σφραγισμένου από τον θάνατο βιογραφικού του. Η ολοκλήρωση του βιογραφικού τού Κάλβου μπορεί να κατέληξε σε μια θεαματική μεταθανάτια κατάταξη και κατηγοριοποίηση (οι Ωδές του θα δημοσιευτούν μεταξύ 1824 και 1826 και θα μετατραπούν σε εμβληματική αιχμή του ελληνικού λογοτεχνικού κανόνα λίγου προτού εκπνεύσει ο 19ος αιώνας), αλλά το μνημειωμένο πρόσωπο του εμπνευστή τους θα χρειαστεί να διανύσει πολλά και πολύ διαφορετικά μεταξύ τους στάδια μέχρι να φτάσει στο φυσικό του τέλος.

Οι άπειρες διαφορές ανάμεσα σε νιότη και ωριμότητα, σε τόπους αφετηρίας και τόπους προορισμού ή σε χρόνους επώασης και χρόνους τεκνογονίας μπορεί να ραγίζουν το στιβαρό (κι ως εκ τούτου αρκετά θαμπό) γυαλί του μεταθανάτιου πορτρέτου, αλλά ο περίπλοκος χάρτης τους δεν απαγορεύει μιαν εκ νέου βιογράφηση. Ο μίτος υπάρχει, αρκεί να μην πέσουμε στη ματαιοπονία του σχετικισμού και να ξέρουμε πώς να τον βρούμε. Και αυτό ακριβώς κάνει ο Αρβανιτάκης, που βάζει στην άκρη οτιδήποτε σχετίζεται με τον Κάλβο μετά τη διακοπή της έκδοσης της «Ape italia» (επιστροφή το 1820 στη Φλωρεντία, όπου και η προ οκταετίας πρώτη συνάντηση με τον Φόσκολο, ένταξη στους Καρμπονάρους, παραμονή στη Γενεύη και στο Παρίσι, όπου θα τυπωθούν αντίστοιχα η «Λύρα» και τα «Λυρικά», διορισμός στην Ιόνιο Ακαδημία, τελική εγκατάσταση και θάνατος στην Αγγλία).

Γιατί μόνο το Λονδίνο;

Γιατί ο Αρβανιτάκης δεν πηγαίνει πέρα από την «Ape italiana» και το Λονδίνο του 1819; Μα, γιατί ο κόσμος του βραχύβιου ιταλικού περιοδικού αντανακλά, ανεξάρτητα από το γεγονός της μη συμμετοχής του Κάλβου στην έκδοση (φτάνουν η αρθρογραφία της «Ape italiana» και οι αναφορές της στα λονδρέζικα πεπραγμένα του), τον ιδεολογικοπολιτικό και αισθητικό κόσμο της πολύ νεαρής του ηλικίας: τη ναπολεόντεια και μεταναπολεόντεια επαναστατική διάψευση και τη συνακόλουθη φιλοβρετανική στάση, το ρίζωμα της πίστης στην πολιτική αναμόρφωση, που θα εξισωθεί από ένα σημείο και μετά με το αίτημα της εθνικής ανεξαρτησίας (η πολιτική πατρίδα θα μεταμορφωθεί σε έθνος), την επίδραση του Διαφωτισμού και των γαλλικών ιδεών στην Ιταλία (ο Αρβανιτάκης υπενθυμίζει εν προκειμένω την επέκτασή της στα Επτάνησα: η κυριαρχία και η πτώση της Βενετίας θα είναι πάντα αμφίσημη και αμφίστομη για την ελληνική επικράτεια), τους ξεσηκωμένους ιταλούς ποιητές, όπως και τη θητεία τους στον νεοκλασικισμό και στη βάρβαρη ποίηση (προσπάθεια για αναβίωση της αρχαίας προσωδίας).

Τίποτε από τον Κάλβο του ολοκληρωμένου βιογραφικού και της μεταθανάτιας θριαμβικής κατάταξης δεν είναι ακόμη εδώ. Μπορούμε ίσως να διακρίνουμε μόνον ίχνη και σπέρματα, όπως και να υποψιαστούμε τον δρόμο μέσα από τον οποίο θα πάρουν αργότερα σχήμα. Η μελέτη του Αρβανιτάκη δείχνει τον ποιητή και τον επαναστάτη εν τη γενέσει τους, χωρίς τα κατοπινά τους κανονιστικά πρόσημα, δίχως τις ιδεολογικές τακτοποιήσεις που κάλυψαν συν τω χρόνω τόσο τη μια όσο και την άλλη καλβική ιδιότητα. Χωρίς, όμως, ιδεολογικές προκαταλήψεις και ετοιμοπαράδοτες επιστημονικές κατασκευές ενεργεί και ο μελετητής, που τιθασεύει και οργανώνει με εμφανή εσωτερική συνοχή και συνέπεια τα ευρήματά του, αποφεύγοντας την ίδια στιγμή να τα περικυκλώσει με το οποιοδήποτε υπερερμηνευτικό δίχτυ.