Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Ποίηση


Οι τέσσερις τρόποι του Ερωτόκριτου

Εφ. Το Βήμα, 2/7/2000

Το κρητικό έπος εμπνέει τέσσερις σύγχρονους συνθέτες διαφορετικών σχολών, οι δημιουργίες των οποίων περιλαμβάνονται στο CD που κυκλοφορεί αύριο

«Τ' άκουσες, Αρετούσα μου, τα θλιβερά μαντάτα/ π' ο κύρης σου με ξόρισε στης ξενιτιάς τη στράτα/ Τέσσερις μέρες μοναχά μου 'δωκε ν' ανιμένω/ κι από 'κεί να ξενιτευτώ, πολλά μακριά να πηαίνω».

Το τετράστιχο αυτό, αλλά και οι περίπου 10.000 υπόλοιποι δεκαπεντασύλλαβοι στίχοι του «Ερωτόκριτου» ­ έργο που έχει κληροδοτηθεί από γενιά σε γενιά και έχει αποτελέσει το αθάνατο παραμύθι των κρητικών γιαγιάδων ­ συνεχίζουν να αποτελούν στις ημέρες μας πηγή έμπνευσης. Τέσσερις συνθέτες από διαφορετικούς μουσικούς χώρους ­ με μόνο κοινό στοιχείο την κρητική τους καταγωγή ­ προσπάθησαν να καταγράψουν σε νότες τις εικόνες, τις μυρωδιές, τις γεύσεις και τις αναπνοές του ποιητικού κειμένου του Βιτσέντζου Κορνάρου, το οποίο από τον 17ο αιώνα που γράφτηκε ως σήμερα αποτελεί κινητήριο δύναμη για τη λογοτεχνία, τη μουσική, τη ζωγραφική και για το θέατρο του τόπου μας.

Ο Λουδοβίκος των Ανωγείων, ο Νίκος Ξυδάκης, ο Ψαραντώνης και ο Γιώργος Κουμεντάκης πλησίασαν το ποιητικό κείμενο, του έδωσαν μουσική μορφή και παρουσιάζουν τις συνθέσεις τους σε ένα κοινό CD που κυκλοφορεί αύριο Δευτέρα υπό τον τίτλο «Τέσσερις δρόμοι για τον Ερωτόκριτο». Το έργο του κάθε δημιουργού είναι ανεξάρτητο από το έργο των συναδέλφων του, όπως και οι μουσικοί δρόμοι, το αίσθημα και ο τρόπος προσέγγισης του κειμένου. Ο Λουδοβίκος των Ανωγείων επέλεξε να μελοποιήσει τον ερωτικό μύθο του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας ­ τα τραγούδια ερμηνεύουν ο ίδιος και η Λιζέτα Καλημέρη ­ εστιάζοντας στο γεγονός ότι οι δύο νέοι ερωτεύονται χωρίς να έχουν ιδωθεί. «Η Αρετούσα ερωτεύεται τον Ερωτόκριτο ακούγοντας τις νύχτες το τραγούδι του, χωρίς να ξέρει ποιος είναι. Μήπως ο έρωτας λοιπόν δεν είναι υπόθεση των ματιών;» διερωτάται ο τραγουδοποιός και θέτει το ερώτημα στα επτά τραγούδια και στο ένα ορχηστρικό θέμα του δικού του μέρους της έκδοσης.

Το τμήμα του Νίκου Ξυδάκη καταπιάνεται με τα πορτρέτα των αφεντόπουλων και των ρηγάδων από τα διάφορα μέρη της Ελλάδας που κονταροχτυπιούνται για ένα στεφάνι από τα χέρια της Αρετούσας. Η μάχη ανάμεσα στους αφέντες της Μυτιλήνης, της Μεθώνης, της Μακεδονίας, της Κορώνης, της Σκλαβουνιάς, της Κύπρου και της Κρήτης (την οποία εκπροσωπεί ο Ερωτόκριτος) μετετράπη σε λυρικό άκουσμα ερμηνευμένο από τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, με τον συνθέτη στον ρόλο του αφηγητή. Το τρίτο μέρος του CD ανήκει στον λυράρη Ψαραντώνη, ο οποίος μελοποιεί ­ και τραγουδά ο ίδιος μαζί με τη Νίκη Ξυλούρη ­ την ιστορία του Κρητικού Χαρίδημου που σκοτώνει κατά λάθος την αγαπημένη του.

Από τα λαούτα, τα κρουστά και τη λύρα ο ακροατής μεταφέρεται στη μινιμαλιστική ατμόσφαιρα που δημιουργεί το τσέμπαλο ­ όργανο που ο Γιώργος Κουμεντάκης χρησιμοποίησε στο δικό του τελευταίο μέρος της μουσικής έκδοσης. Ο συνθέτης παρουσιάζει τρεις σύντομους αυτοσχεδιασμούς βασισμένους στον «Ερωτόκριτο» που γνώρισε στα παιδικά του χρόνια, όπως σημειώνει στο ένθετο του δίσκου: «Στη Φορτέτζα, το βενετσιάνικο κάστρο στο Ρέθυμνο, πηγαίναμε περίπατο όλη η οικογένεια τις Κυριακές. Εκεί, κάτω απ' τον θόλο του τζαμιού (...) άφηνα τη φωνή μου να αντηχεί, να πολλαπλασιάζεται και να επιστρέφει μέχρι να ζαλιστώ. Αρκετά χρόνια αργότερα, στο ίδιο μέρος, άκουσα έναν νεαρό λυράρη να επιδίδεται σε κρητικούς ακροβατισμούς πάνω στον "Ερωτόκριτο"». Στις τρεις συνθέσεις του Γ. Κουμεντάκη οι ακροβατισμοί εκείνης της λύρας και της δικής του παιδικής φωνής μετασχηματίζονται σε ήχους του τσέμπαλου, το οποίο ερμηνεύεται από την Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου. Τα τρία θέματα υπό τον γενικό τίτλο «Ο μικρόκοσμος που άκουγε» έχουν παρουσιασθεί κατά το παρελθόν σε οπτικοακουστική παράσταση του συνθέτη.

Οι τέσσερις νέες προσθήκες στον μακρό κατάλογο των έργων τέχνης που έχουν ως πηγή έμπνευσής τους τον «Ερωτόκριτο» επιβεβαιώνουν ότι ακόμη και σήμερα το κρητικό αυτό έπος δεν είναι μια τυπική ρομαντική ιστορία αλλά δείγμα της αέναης κίνησης του ελληνικού πολιτισμού, όπου ένα μνημείο τέχνης στηρίζεται στη γραπτή και προφορική παράδοση του παρελθόντος και τροφοδοτεί το παρόν και το μέλλον. Οπως έχει σημειώσει ο Γιώργος Σεφέρης για το έργο: «Πίσω από το δεκαπεντασύλλαβο ρήμα του ποιητή του "Ερωτόκριτου" υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που προσπάθησαν να μιλήσουν... κι άλλες τόσες χιλιάδες που ψέλλιζαν. Πόσοι αγιογράφοι έπρεπε να δουλέψουν για να γίνει ένας Θεοτοκόπουλος...».