Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Πεζογραφία

Το τέλος της αθωότητας

Κάρολος Ντίκενς, Μεγάλες προσδοκίες

Σταυρούλα Παπασπύρου, εφ. Ελευθεροτυπία, 23/7/2006

«Έχω τελειώσει την πρώτη γραφή του βιβλίου μου "Μεγάλες προσδοκίες" και είμαι χειρότερα από κάθε άλλη φορά» έγραφε ο Κάρολος Ντίκενς στον ηθοποιό και φίλο του W. C. Macready τον Ιούνιο του 1861, δύο μήνες πριν το περιοδικό «All year round» δημοσιεύσει και το τελευταίο κεφάλαιο του «πολύ αστείου», όπως το σύστηνε ο ίδιος, μυθιστορήματός του. «Νευραλγίες στο πρόσωπο με ταλαιπώρησαν πολύ, ενώ δούλευα. Ελπίζω πάντως, πως το βιβλίο θα είναι καλό και ότι πολύ σύντομα θα ξεπεράσω τη ζημιά που μου έκανε...» συνέχιζε. Και δεν διαψεύστηκε.

Πέρα από το πολυπληθές κοινό που είχε αγκαλιάσει το έργο ευθύς εξ αρχής, αντίστοιχο ενθουσιασμό επέδειξε και η κριτική: «Η πλοκή αυτού του μυθιστορήματος είναι κατά γενική ομολογία η καλύτερη που επινόησε ποτέ ο Ντίκενς... Δεν υπάρχουν καθόλου κατευθυντήριες ιδέες, όπως δεν υπάρχει και ενοχλητική εξιδανίκευση... Σε κανένα άλλο έργο του δεν επιδεικνύει τέτοια διεισδυτική ικανότητα και μια τόσο καθαρή αντίληψη και γνώση αυτού που ονομάζεται "κόσμος"» έγραψε τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς το «Atlantic Monthly». Όσο εύθραυστη δε κι αν παρέμεινε η υγεία του Ντίκενς, και σε πείσμα της μόνιμης υπερκόπωσης που τον ταλάνιζε, στα εννιά χρόνια που του έμελλε να ζήσει ακόμη δεν σκέφτηκε καν να ελαττώσει τον ξέφρενο ρυθμό των δημόσιων εμφανίσεών του στην Αμερική και τη Βρετανία, τα εισιτήρια για τις οποίες πωλούνταν ως και στη μαύρη αγορά!

Πλούσιο σε φιλτραρισμένες προσωπικές αναμνήσεις, γεμάτο σπιρτάδα, με συνεχείς εναλλαγές κωμικών και δραματικών σκηνών και δουλεμένο με μεγάλη προσοχή, το κλασικό αριστούργημα που προσφέρει σήμερα η «Κ.Ε.» σε μετάφραση Αγγέλας Βερυκοκάκη, παρακολουθεί την πορεία ζωής ενός ορφανού φτωχόπαιδου, του Πιπ, που, χάρη σε μιαν ανέλπιστη όσο και μυστηριώδους προελεύσεως κληρονομιά, εγκαταλείπει το χωριό του, την άξεστη αδελφή του και τον καλόκαρδο άντρα της, προσδοκώντας να κατακτήσει, ως τζέντλεμαν πλέον, τον καλό κόσμο του Λονδίνου.

Ο Ντίκενς πιάνει το νήμα της ιστορίας του, από τη στιγμή του συναπαντήματος του Πιπ μ' έναν κατάδικο που έχει μόλις αποδράσει από τα κάτεργα και τον οποίο ο μικρός, υπό το κράτος του φόβου, σπεύδει να προμηθεύσει με λίγη τροφή και μια λίμα που θα τον απαλλάξει από το σίδερο που σέρνει στο πόδι του...

Μέχρι, όμως, να συνειδητοποιήσουν τόσο οι αναγνώστες όσο και ο Πιπ πόσο μοιραία ήταν αυτή η συνάντηση, ο Ντίκενς θα έχει φέρει στο προσκήνιο μια πλειάδα χαρακτήρων, με κορυφαίες εκείνες της ζάμπλουτης, ημίτρελης και αφάνταστα πληγωμένης Μις Χάβισαμ και της εκπαιδευμένης στη σκληρότητα νεαρής προστατευόμενής της, της Εστέλας· μιας κοπέλας που θα κλέψει την καρδιά του Πιπ από νωρίς, καλλιεργώντας μέσα του μία ακόμη μεγάλη προσδοκία: να κατακτήσει και την ίδια.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που διάβασαν τις «Μεγάλες προσδοκίες» σαν μια αλληγορία για την πορεία της βικτοριανής Αγγλίας προς τον καπιταλισμό, παραλληλίζοντας την ταξική μεταγραφή και τις ηθικές μεταπτώσεις του κεντρικού τους ήρωα με το τελικό στάδιο της μετάβασης από την εγχώρια αριστοκρατία στην κεφαλαιοκρατία. Όπως κι αν έχει, όμως, πρόκειται για ένα βιβλίο-γέφυρα από την παιδική αθωότητα προς τη σκληρή πραγματικότητα. Και, μέσα στην πλημμυρισμένη από συμπτώσεις πλοκή του, το όραμα συνυπάρχει με την περιπέτεια, η εκδίκηση με τη φιλία, όπως κι ο πόθος της κοινωνικής αναρρίχησης διασταυρώνεται με τον καημό του ανικανοποίητου έρωτα.

Κανείς από τους ήρωες των «Μεγάλων προσδοκιών» δεν μένει απρόσβλητος από τη γοητεία του χρήματος. Όμως ο δημιουργός τους αποδεικνύεται ρεαλιστής: αντί να προσδώσει μοιρολατρικά στο χρήμα μια σχεδόν υπερφυσική δύναμη, ικανή να ισοπεδώσει την ανθρωπιά, αφήνει στους χαρακτήρες του κάποια περιθώρια επιλογής.

Στο βιβλίο του, δεν είναι οι προσδοκίες αυτές καθ' αυτές που συνιστούν αμάρτημα, όσο μεγαλεπήβολες ή ανεδαφικές κι αν είναι. Στον κόσμο του Ντίκενς, όνειρα μπορεί να τρέφει οποιοσδήποτε, ανεξάρτητα από την καταγωγή του. Για να τα κερδίσει, όμως, χρειάζεται τιμιότητα, υπομονή και, κυρίως, δουλειά. Όπλα που είχε επιστρατεύσει για την προκοπή του και ο ίδιος, κατακτώντας τον τίτλο του δημοφιλέστερου συγγραφέα του καιρού του και ενός από τους σημαντικότερους όλων των εποχών.