Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Πεζογραφία

Το λογοτεχνικό παράδοξο του Νίκου Καζαντζάκη

Γ. Γιατρομανωλάκης, εφ. Το Βήμα, 20/5/2007

Τον προσεχή Οκτώβριο συμπληρώνεται μισός αιώνας από τον θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη (Ν.Κ.) και, όπως είναι αναμενόμενο, έχουν ήδη προγραμματισθεί συνέδρια, εκδηλώσεις, αφιερώματα, παρατεταμένα μαθήματα και ό,τι άλλο επιβάλλουν οι περιστάσεις. Ο Ν.Κ. υπήρξε πληθωρικός και μεγαλόστομος και ενδεχομένως οι πλούσιοι εορτασμοί να του ταιριάζουν. Αρκεί να μην αποδειχθούν (πάλι) ρητορικοί και πομπώδεις. Επειδή ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του τρόπου με τον οποίο προσλαμβάνεται και αξιολογείται αυτός ο συγγραφέας (τόσο από τους θαυμαστές όσο και από τους αρνητές) είναι ο άκριτος λόγος και η υπερβολή, κάτι που συχνά οδηγεί στην παραμόρφωση. Αν λοιπόν θέλουμε να τιμήσουμε αυτόν τον όντως σπουδαίο συγγραφέα, θα πρέπει να δείξουμε και τις δικές του παραμορφωτικές και παρερμηνευτικές τάσεις και οπωσδήποτε να πάρουμε πίσω ό,τι στραβό και παραμορφωτικό τού έχουμε φορτώσει. Θα έλεγα μάλιστα πως το δεύτερο είναι πιο σημαντικό καθώς ο συγγραφέας «δικαιούται» κάποτε να «παρερμηνεύει», ή και να «παραμορφώνει» την πραγματικότητα. Η παραμορφωτική όμως ερμηνεία και αποτίμηση (θετική ή αρνητική) είναι ασυγχώρητη.

Ο Ν.Κ. είναι όντως μεγάλος συγγραφέας, μάς αρέσει δεν μάς αρέσει. Ο Σεφέρης, παρά την ομολογημένη δυσφορία του κάθε φορά που τον αναφέρει, παραδέχεται πως μαζί με τον Σικελιανό είναι «οι πιο αξιόλογες πνευματικές φυσιογνωμίες που έχει σήμερα (1940) ο τόπος μας». Το έργο του τεράστιο και πολυσχιδές: ποικίλα άρθρα και μελέτες, δεκαεπτά θεατρικά έργα, δέκα μυθιστορήματα, πολλά φιλοσοφικά κείμενα (Ασκητική, Αναφορά στον Γκρέκο), η Οδύσσεια των 33.333 17σύλλαβων στίχων, «το μεγαλύτερο έπος της λευκής φυλής», επτά τόμοι με ταξιδιωτικές περιηγήσεις, ογκώδης επιστολογραφία, πολυάριθμες μεταφράσεις, από τον Ομηρο ως τον Δάντη, από τον Μακιαβέλι ως τον Ιούλιο Βερν, και άλλα πολλά. Είναι ίσως (μετά τον Καβάφη) ο πιο πολύ μεταφρασμένος Ελληνας και μολονότι δεν πήρε το Νομπέλ, όπως θα έπρεπε, είναι πιο γνωστός από πολλούς νομπελίστες, συμπεριλαμβανομένων των δικών μας. Στο Διαδίκτυο διαθέτει 528.000 σελίδες, διατηρεί σε όλον τον κόσμο συλλόγους με φανατικούς φίλους, ένα μουσείο, το όνομά του έχει δοθεί σε αεροδρόμιο και σε οχηματαγωγό και ο τάφος του, στον λόφο του Μαρτινέγκο, επισκοπεί το Ηράκλειο. Το σημαντικότερο: έχει περάσει προ πολλού το κατώφλι της συγγραφικής αθανασίας.

Ένας «άγνωστος» διανοητής

Παρά ταύτα ο Ν.Κ. παραμένει, όπως πιστεύω, ένας «άγνωστος» συγγραφέας. Γνωστός ως όνομα, γνωστός για τα στερεότυπά του (γλωσσικά, θρησκευτικά, πολιτικά κ.ά.), γνωστός για τον αντικληρικαλισμό του (διερωτώμαι πάντως τι θα έλεγε σήμερα), για τον εμβληματικό χαρακτήρα του Αλέξη Ζορμπά και οτιδήποτε κουβαλά πάνω του αυτός ο ήρωας, γνωστός για τις κατά καιρούς διαμάχες σχετικά με τα συγγραφικά δικαιώματα κ.ο.κ. Ως συγγραφέας όμως και ως διανοητής δεν αντιμετωπίζεται με τη σοβαρότητα, θα έλεγα, που απολαμβάνει ο Καβάφης, λ.χ., ο Σεφέρης ή ο Ελύτης. Είναι αλήθεια πως έχουν γραφεί πάμπολλες μελέτες, η ποιότητα όμως των περισσοτέρων είναι χαμηλή. Οι καλύτερες προέρχονται από τους πάντα ψυχραιμότερους ξένους, μολονότι, πρέπει να παραδεχτούμε, οι νεότεροι μελετητές φαίνεται να τον αντιμετωπίζουν πολύ πιο σοβαρά. Ωστόσο δεν υπάρχει επαρκής μονογραφία για τη ζωή και το έργο του (το καλύτερο βοήθημα εξακολουθεί να είναι η μελέτη του Πρεβελάκη, Ο ποιητής και το ποίημα της Οδύσσειας, 1958), δεν έχουμε κριτική βιογραφία, ούτε καν έχει εκδοθεί ένας τόμος με σχετικές μελέτες όπως έχει γίνει για άλλους. Ακόμη χειρότερο: πενήντα χρόνια μετά τον θάνατό του ο Ν.Κ. δεν έχει τη βιβλιογραφία που τού πρέπει. Αν σκεφτούμε τι έχει γίνει για τον Καβάφη, η αιτιολογία πως τάχα το βιβλιογραφικό υλικό είναι εκτενές δεν θα μπορούσε να γίνει πιστευτή.

Δεν είμαι ο ειδικότερος για να δώσω επαρκή εξήγηση αυτού του φιλολογικού παραδόξου. Παρά ταύτα θα δοκιμάσω, συνοπτικά και ίσως αφοριστικά, να αναφέρω κάποιους λόγους για τους οποίους αυτός ο πασίγνωστος μοιάζει άγνωστος και ο λατρεμένος απαξιώνεται. Οπωσδήποτε η έντονα χρωματισμένη γλώσσα απωθεί πολλούς. Λέγεται (συνήθως ως ψόγος) πως ο Ν.Κ. είναι καλύτερος στη μετάφραση παρά στα ελληνικά του. Η Οδύσσειά του, λ.χ., μεταφρασμένη άψογα από τον Κίμωνα Φράιερ, είναι για τον αγγλόφωνο αναγνώστη ένα γενναίο φιλοσοφικό ποίημα, που κυλά ανεμπόδιστα. Δεν υπάρχει η βαριά, εκζητημένη λέξις (ποιητικό ρήμα, θα έλεγε ο Σεφέρης) που όχι μόνο κάνει το πρωτότυπο ανοίκειο αλλά θολώνει και το νόημα. Ακούγεται παράδοξο αλλά το λεκτικό τού Ν.Κ. συχνά δυναστεύει, για να μη πω αλλοιώνει, το γνωστικό περιεχόμενο των κειμένων του. Αυτός ο λεκτικός και υφολογικός «όγκος» συνδέεται με την καθόλου ιδεολογία και κοσμοθεωρία του, που σε πολλά σημεία της - πέρα από τις εμμονές και τις υπερβολές - εμφανίζει και αντιφάσεις. 'Η, για να χρησιμοποιήσουμε τη διαπίστωση του Πρεβελάκη, ένα γνώρισμα του Ν.Κ. είναι η «συνεχής παλινδρόμηση».

Η Κρήτη και οι εμμονές

Η εμμονή του για καθετί που συνδέεται με την Κρήτη (θα έλεγα με το Ηράκλειο!) μεγαλοποιεί και «παραμορφώνει» πράγματα. Ακόμη και η μορφή τού Γκρέκο «στρεβλώνεται» προκειμένου να χωρέσει στο ιδεολόγημα της «κρητικής ματιάς». Από την άλλη ομολογεί (στην Αναφορά): «Καλή η Κρήτη, μα μονάχα για να πάρεις φόρα»! Η διακήρυξή του πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι ο αγώνας, δηλαδή να υπερπηδήσει «τα σύνορα του κόσμου και του νου», δεν τον εμποδίζει να φροντίζει την υστεροφημία του και να επιζητεί φορτικά ακόμη και δημόσιες θέσεις. Εκτιμά λανθασμένα το ίδιο το έργο του. Ακροβατεί συνεχώς ανάμεσα στη φιλοσοφία και στη λογοτεχνία, δίδει βαρύτητα στην πρώτη, πιστεύει πως το μεγάλο Εργο του είναι η σοβαρή Οδύσσεια και πως τα μυθιστορήματά του είναι πάρεργα και «παιγνίδια». Η παγκόσμια όμως αναγνώριση (και εκδίκηση!) έρχεται από τα μυθιστορήματά του. Υστερα ποια είναι αλήθεια η πολιτική θέση του Ν.Κ.; Τι είναι ο περίφημος «Νασιοναλισμός»; Ποια η σχέση του με τον Βενιζέλο, ή με τον «κομμουνισμό», αυτή την «πνευματική ψώρα»; Γιατί, τέλος, δεν «καταδέχεται» να αναφερθεί σε μεγάλα κείμενα του νέου ελληνισμού, ούτε καν στον Ερωτόκριτο;

Τα παραπάνω προφανώς και δεν γράφονται για να ελεγχθεί ο Ν.Κ. Τουναντίον. Γράφονται (και θα μπορούσαν να γραφούν και άλλα) για να φανεί πως οι καλύτερες υπηρεσίες που μπορούμε να προσφέρουμε σε έναν συγγραφέα της τάξεώς του είναι να τον κρίνουμε σοβαρά και ψύχραιμα. Επειδή ο Ν.Κ. είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού που ονόμασα «λογοτεχνικό παράδοξο»: ένας μεγάλος συγγραφέας να είναι γνωστός άγνωστος, να περιφρονείται και να λατρεύεται για λάθος λόγους. Είναι, λοιπόν, ευκαιρία με την εφετινή επέτειο ο Ν.Κ. να αποκτήσει το αληθινό του συγγραφικό και ανθρώπινο πρόσωπο. Να αποκαθαρθεί από τις δικές του και τις αλλότριες παραμορφώσεις και να μάς γίνει οικείος. Και είναι κάτι που το δίχως άλλο θα το εκτιμούσε όπως φαίνεται από το παρακάτω ανέκδοτο. Ο Γεώργιος Παπανδρέου, ήταν, ως γνωστόν, φίλος του Ν.Κ. Σε κάποια συζήτησή τους, λοιπόν, ο πανέξυπνος πολιτικός είπε στον συγγραφέα: «Είσαι ελευθερωμένος από τις ιδέες από τις οποίες φαίνεσαι κατεχόμενος»! Το συμβάν συνήθιζε να αναφέρει ο ίδιος ο Καζαντζάκης στον Πρεβελάκη, «ευθυμώντας με τον εύστοχο χαρακτηρισμό» (Τετρακόσια Γράμματα, 175).

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής τής Κλασικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.