Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Πεζογραφία

Καρέ της κλίνης

Λώρη Κέζα, εφ. Το Βήμα, 6/8/2000

Αύγουστος Κορτώ, Το τετράγωνο, εκδ. Εξάντας, 2000, σελ. 427, 13,84 €.

Το ερωτικό τρίγωνο ενός ζεύγους καθηγητών με μια φοιτήτρια συμπληρώνεται απρόσμενα από εστέτ νεαρό στο μυθιστόρημα έλληνα συγγραφέα που υπογράφει με ψευδώνυμο.

Το «Κορτώ» παιχνιδίζει ανάμεσα στον Κοκτώ και στον Αρτώ, ενώ το «Αύγουστος» ίσως παραπέμπει στον Κοντ. Ο Αύγουστος Κορτώ είναι γαλλοτραφής αλλά όχι Γάλλος. Τα λιγοστά που μπορέσαμε να μάθουμε για το πρόσωπό του είναι ότι ζει στη Θεσσαλονίκη, σπουδάζει Ιατρική, έχει μόλις συμπληρώσει τα 19 του, πρόλαβε να παντρευτεί και, εκτός από τα κυκλοφορούντα βιβλία του, υπάρχουν τρία ακόμη χειρόγραφα στο συρτάρι. Κάπου χάσκει το βιογραφικό, δεν είναι; (κατά το «n'est-ce pas?» που θα έγραφε κι ο ίδιος). Τι προτεραιότητες είχε, δηλαδή, στην εφηβεία του ο μυστηριώδης κύριος Κορτώ: Να διαβάσει βιολογία για να μπει στο πανεπιστήμιο ή να νυχτοπερπατήσει εις άγραν υλικού ερωτικής λογοτεχνίας; Γιατί όμως μας πονηρεύει το εν λόγω ψευδώνυμο και τα ψήγματα πληροφοριών για τον χρήστη του; Ισως επειδή στον Κορτώ υπάρχει μια ωριμότητα που απάδει προς το φερόμενο νεαρόν της ηλικίας. Και δεν αναφερόμαστε στην ακροβατική ή βιτσιόζικη πλευρά του σεξ που αρταίνει το έργο του· ο Αύγουστος Κορτώ πιάνει την ουσία της ερωτικής επικοινωνίας. Και το κάνει με τον επαναληπτικό τρόπο ενός μινιμαλιστή. Ετσι η εξέλιξη του μυθιστορήματος Το τετράγωνο θυμίζει συνθέσεις του Στιβ Ράιχ ή του Φίλιπ Γκλας. Η μουσικότητα είναι κάτι που και ο ίδιος ο συγγραφέας ανακαλύπτει στο κείμενό του αφού στο επίμετρο αποδίδει στους ήρωες ρόλους σοπράνο, μπάσου, τενόρου και κόντρα τενόρου.

Το τετράγωνο είναι ένα μυθιστόρημα για τα malentendus του έρωτα, τις τρυφερές παρεξηγήσεις που δημιουργούν αμφιβολίες εκεί που δεν πρέπει και βεβαιότητες πιασμένες από το τίποτε. Η ιστορία εξελίσσεται στη διάρκεια ενός διημέρου κατά το οποίο τέσσερις άνθρωποι είναι σε κατάσταση αναμονής. Η Μαργκερίτ και ο Μπερνάρ είναι ένα μεσήλικο ζευγάρι πανεπιστημιακών με διευρυμένες ελευθερίες. Συνηθίζουν να γεύονται από κοινού νεαρά άτομα τα οποία εντοπίζουν τα βράδια σε μπιστρό. Εχουν δε ολόκληρες στρατηγικές προσέγγισης για τα κορίτσια και τα αγόρια που κιαλάρουν. Τα πράγματα όμως αλλάζουν όταν η Μαργκερίτ ερωτεύεται μια φοιτήτριά της, την Ελίζ, που λάμπει από την ανδρόγυνη ομορφιά της. Πώς όμως να την προσεγγίσει όταν τη βαραίνουν τόσο τα χρόνια όσο και τα περιττά κιλά της; Βλέπει το κορίτσι με το σώμα του μίσχου να την κοιτά στα μάτια την ώρα του μαθήματος και τρελαίνεται. Και ασφαλώς πιστεύει ότι η προσήλωση οφείλεται στο επιστημονικό ενδιαφέρον. Ούτε κατά διάνοια φαντάζεται ότι η μαθήτριά της βασανίζεται από ταχυπαλμίες και ένα ερωτικό φούντωμα όποτε διασταυρώνονται τα βλέμματά τους. Δεν θα πέρναγε ποτέ από το μυαλό της ότι αυτό το κορίτσι την παρακολουθεί με την ελπίδα να γίνει κάποια δήθεν τυχαία συνάντηση.

Όλα θα έμεναν στο επίπεδο του «βλεφαρίσματος» αν η Ελίζ δεν έβρισκε ένα πρόσχημα να πιάσουν την κουβέντα. Ζητεί από την καθηγήτρια, η οποία διδάσκει Ιστορία της Τέχνης, να μεσολαβήσει στον σύζυγό της, γενικό δερβέναγα τμήματος της Ιατρικής Σχολής, ώστε να παρακολουθήσει μια νεκροτομή. Η επιδίωξη της Ελίζ είναι να μπει ανάμεσα στο ζευγάρι, να τους κάνει να κουβεντιάσουν γι' αυτήν, αλλά ο ερωτισμός έχει, τουλάχιστον αρχικά, ένα ασαφές περίγραμμα. Πάντως της αρέσει και ο κύριος Μπερνάρ, με την ακατάστατη γενειάδα του και το παχύ σώμα του. Εν τέλει το ραντεβού των τριών ορίζεται πολύ εύκολα και έχουν όλοι το ίδιο πράγμα στο μυαλό τους. Η Ελίζ όμως έχει και ένα παράλληλο ενδιαφέρον. Βρίσκει στη θυρίδα της, κατά το ίδιο διήμερο, ερωτικές επιστολές. Είναι γραμμένες με τέτοιον τρόπο που να μην αποκαλύπτεται το φύλο του υπογράφοντος. Δεν ξέρει αν προέρχονται από τη Μαργκερίτ, τον Μπερνάρ ή τον παράξενο και ευειδή νεαρό που συναντά συνέχεια με μια προκλητική τυχαιότητα. Την ακολουθεί αυτός ο ημίθεος με τα βελούδινα πουκάμισα ή μήπως φτιάχνει μια ιστορία στο μυαλό της; Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλοι οι υποψήφιοι εραστές έχουν μια φετιχιστική αγάπη για το βελούδο (κάτι που συναντάμε και στα άλλα βιβλία του Κορτώ).

Ο αναγνώστης είναι ο μόνος που γνωρίζει όλη την αλήθεια καθώς τα κεφάλαια έχουν κάθε φορά διαφορετική οπτική. Είναι σε τρίτο πρόσωπο για την Ελίζ, τον Μπερνάρ και τον νεαρό Σεζάρ και σε πρώτο πρόσωπο για τη Μαργκερίτ. Εντάξει, δεν είναι και κανένα καταπληκτικό δομικό εύρημα αλλά ­ και εδώ είναι που κερδίζει ο Κορτώ ­ γίνεται πάρα πολύ εύστοχα. Με έμφαση στη λεπτομέρεια: ένα χέρι που κρύβεται επειδή τρέμει, ένα βλέμμα που τρέχει στον χώρο, ένα σκίρτημα που δεν γίνεται αντιληπτό από τον συνομιλητή. Οι ήρωες του Κορτώ δεν ανήκουν στην κατηγορία των ανθρώπων που «παίζουν» χωρίς να έχουν σκοπό να πραγματοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Ετσι η αφήγηση κλείνει με σεξ. Υπάρχει όμως και μια αφηγηματική έκπληξη χάρη στην οποία το βιβλίο ολοκληρώνεται με συμπαγή τρόπο.

Ο Αύγουστος Κορτώ είναι συγγραφέας των λεπτών αποχρώσεων και πολύ διακριτικός. Δεν θα έλεγε ποτέ για τους ήρωές του ότι είναι, π.χ., άπλυτοι. Και οι τέσσερις, όμως, όπως άλλωστε και όλοι οι ήρωες των διηγημάτων του, αποφεύγουν το σαπούνι όπως ο διάολος το λιβάνι (ίσως επειδή ζουν στο Παρίσι). Ο Κορτώ όμως το περιγράφει διπλωματικά. Λέει ότι μυρίζουν εσάνς ιδρωτίλας, ότι δεν τους πειράζει που κυκλοφορούν άλουστοι. Για την Ελίζ γράφει: «Επειδή είχε κάνει μπάνιο μόλις το προηγούμενο βράδυ, επάνω της υπήρχε μονάχα η γλυκιά αύρα του καθαρού ιδρώτα. Αυτό ήταν μια πραγματική ευλογία, μιας και τώρα δεν χρειαζόταν να αλλάξει ούτε τα εσώρουχά της». Ο Κορτώ γίνεται εμπαθής μόνο όταν αναφέρεται σε γιατρούς. Μέμφεται την αλαζονεία τους, αμφισβητεί τα κίνητρα επιλογής του επαγγέλματος. Ετσι υποψιαζόμαστε ότι ο συγγραφέας πράγματι έχει κάποια σχέση με την ιατρική.

Το τετράγωνο χωρίζεται σε 25 κεφάλαια. Προς το τέλος του βιβλίου η αφήγηση αρχίζει να πλατειάζει: προκειμένου να ενταθεί η αγωνία για τις επικείμενες συνευρέσεις, παρεμβάλλονται μερικές σελίδες οι οποίες θα μπορούσαν να λείπουν, όπως ολόκληρο το κεφάλαιο XVI, που μοιάζει ένθετο και άσχετο με τον κορμό του μυθιστορήματος (αναφέρεται στην επίσκεψη ενός άγνωστου γέρου στο νεκροτομείο). Στις αδυναμίες πρέπει να επισημάνουμε και την πλημμελή επιμέλεια στην οποία οφείλονται κάποιες άστοχες επαναλήψεις, όπως η εκνευριστικά συχνή χρήση της λέξης «μπουντουάρ». Σημασία όμως έχει ότι η τελική εντύπωση είναι θετική.

Από τις εκδόσεις Εξάντας κυκλοφορούν δύο ακόμη βιβλία του Αυγούστου Κορτώ: η συλλογή διηγημάτων Το βιβλίο των βίτσιων (1999) και το μυθιστόρημα Ραμπαστέν (1999).