Αρχική σελίδα → Λογοτεχνία → Πεζογραφία

Ο αόρατος μεταφραστής

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, εφ. Ελευθεροτυπία, 3/4/2010

Ο ΑόρατοςΤην πρώτη μετάφραση του διάσημου μυθιστορήματος του Η. G. Wells «Ο αόρατος άνθρωπος» στην Ελλάδα έκανε, ανώνυμα, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Τώρα βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία

Τι σχέση έχει ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης με τη λογοτεχνία της επιστημονικής φαντασίας και του τρόμου; Και πώς μπορεί να συνδέεται με έναν συγγραφέα όπως ο Η. G. Wells και το διάσημο μυθιστόρημά του «Ο αόρατος άνθρωπος», που έθρεψε γενεές επί γενεών αναγνωστών και μεταφραστών, αλλά και συγγραφέων ή καλλιτεχνών;

Ο Παπαδιαμάντης υπήρξε σε ανύποπτο χρόνο ο ανώνυμος πρώτος μεταφραστής του «Αόρατου ανθρώπου» στην Ελλάδα. Ενας μεταφραστής με φαντασία, επινοητικότητα, χιούμορ και, το κυριότερο, έντονα σαρκαστική διάθεση. Αυτό τουλάχιστον δείχνει η σημερινή έκδοση του κειμένου του από την «Κίχλη», σε επιμέλεια των Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου και Λαμπρινής Τριανταφυλλοπούλου, που έκαναν προ τετραετίας λόγο για το εύρημά τους (με ένα δημοσίευμα στο περιοδικό «Νέα Εστία»), ενώ η υπόθεση είχε εντοπιστεί ήδη από το 1987 από την Ελένη Ι. Δαμβουνέλλη (με ανακοίνωσή της στο περιοδικό «Διαβάζω»).

Χρησιμοποίησε τη γαλλική έκδοση

Αλέξανδρος ΠαπαδιαμάντηςΤι ακριβώς, όμως, συμβαίνει με τη μετάφραση του «Αόρατου ανθρώπου»; Επαγγελματίας μεταφραστής, ο Παπαδιαμάντης εργάστηκε επί χρόνια με καλές αμοιβές στον αθηναϊκό Τύπο, μεταφέροντας στη χυμώδη και ολοζώντανη καθαρεύουσά του τους πιο διαφορετικούς συγγραφείς: από Ουίλιαμ Μπλέικ και Φιοντόρ Ντοστογέφσκι μέχρι Μαρκ Τουέιν και Αλφόνς Ντοντέ. Συχνά ο Παπαδιαμάντης, όπως και άλλοι επαγγελματίες της εποχής, απέφευγε να υπογράψει τη δουλειά του, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σήμερα μπροστά σε μια πληθώρα λανθανόντων μεταφραστικών του δειγμάτων, τα οποία έχουν μόλις ταυτιστεί και περιλαμβάνουν από Αντον Τσέχοφ, Μπραμ Στόουκερ και Τζέρομ Κ. Τζέρομ μέχρι Ερ. Σιέγκεβιτς, Ρ. Κίπλινγκ και Λόρδο Βύρωνα.

Ο «Αόρατος άνθρωπος» του Χέρμπερτ Τζορτζ Ουέλς πρωτοδημοσιεύτηκε στα αγγλικά το 1897, ενώ η γαλλική του μετάφραση κυκλοφόρησε το 1901: αυτήν χρησιμοποίησε και ο Παπαδιαμάντης για την απόδοση του «Αόρατου ανθρώπου» στην αθηναϊκή εφημερίδα «Το Αστυ», τον Ιούλιο και τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς. Οπως παρατηρούν στο επιλογικό σημείωμα της έκδοσής τους, οι Τριανταφυλλόπουλοι, ο Παπαδιαμάντης μετέφραζε τόσο από τα γαλλικά όσο και από τα αγγλικά (πράγμα ασυνήθιστο για την αθηναϊκή διανόηση των αρχών του 20ού αιώνα), αλλά είναι προφανές πως η διεύθυνση της εφημερίδας είχε στα χέρια της και του παρέδωσε τη γαλλική μετάφραση.

Εξετάζοντας το κείμενο της ανώνυμης μετάφρασης, οι επιμελητές οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα για τον δράστη του απ' αυτό που οι φιλόλογοι ονομάζουν «εσωτερικά τεκμήρια»: γλωσσικές και υφολογικές αποδείξεις, με άλλα λόγια, που πιστοποιούν τις υποθέσεις εργασίας της επιστημονικής έρευνας. Στην περίπτωση ειδικώς του Παπαδιαμάντη δεν ισχύουν μόνο τα εσωτερικά τεκμήρια (το απαραγνώριστο εκείνο στυλ, το οποίο επιτρέπει τη χρησιμοποίηση του σκιαθίτικου ιδιώματος διανθισμένου με τα διαμάντια μιας εντελώς προσωπικής καθαρεύουσας), αλλά και εξωτερικές μαρτυρίες, όπως η δημόσια ομολογία του «Αστεως» για τη μεταφραστική του συνεργασία με τον συγγραφέα.

Πίσω από τη διαστροφή, το όραμα

Με αμφίθυμη στάση απέναντι στις κατακτήσεις της τεχνολογίας του καιρού του (εν προκειμένω τις ακτίνες Ρέντγκεν), ο Ουέλς, ο οποίος στη «Μηχανή του χρόνου» (1895) και στο «Νησί του δόκτορος Μορό» (1896) αναλογίζεται τις πιθανές συνέπειες από ένα ταξίδι στον χρόνο ή ανησυχεί για τα γενετικά πειράματα (μετάλλαξη των ζώων σε ανθρώπους), βάζει τον ήρωά του Γκρίφιν σε μια εξαιρετικά βασανιστική θέση: από τη μια μεριά είναι ένας σπουδαίος επιστήμονας, που έχει εκπληρώσει τον προαιώνιο πόθο του ανθρώπου να γίνει αόρατος, από την άλλη είναι ένα αποθηριωμένο τέρας, που σκορπά χαιρέκακα τον άπιαστο πανικό του, ξεσηκώνοντας ολόκληρες πολιτείες με τα φονικά του ένστικτα. Ο αόρατος άνθρωπος θα χάσει, βέβαια, πανηγυρικά το παιχνίδι, όμως ο Ουέλς δεν θα πάψει μέχρι την τελευταία στιγμή να δείχνει πως πίσω από την εξαχρείωση και τη διαστροφή είναι δυνατόν να αργοσαλεύει (έστω και για πάντα ακυρωμένο) ένα υψηλό επιστημονικό όραμα.

Σε πλήρη συνεννόηση με το πνεύμα του Ουέλς, ο Παπαδιαμάντης θα εμφυσήσει στο ελληνικό κείμενο το ζοφερό κλίμα του πρωτότυπου, διαφυλάσσοντας, ωστόσο, ιδίως για τα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου, και μια διάθεση μαύρης κωμωδίας, που προσφέρει στη σημερινή μας ανάγνωση μια σπάνια, έστω και κυνικά νοτισμένη νοστιμιά. Η έκδοση συνοδεύεται, εκτός από το σημείωμα των επιμελητών, από ένα ιδιαιτέρως κατατοπιστικό επίμετρο της Πέγκυς Καρπούζου για το συνολικό έργο του Ουέλς, ενώ τα σχέδια, που θυμίζουν τον τρόπο εικονογράφησης των μυθιστορηματικών μεταφράσεων του 19ου αιώνα, ανήκουν στην Εύη Τσακνιά.

Παπαδιαμαντικό μετάφρασμα

Μ. Θεοδοσοπούλου, εφ. Ελευθεροτυπία, 26/3/2010

Ε. Γ. Ουέλλς, Ο Αόρατος, μετάφραση: Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, φιλολογική επιμέλεια: Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Λαμπρινή Τριανταφυλλοπούλου, επίμετρο: Πέγκυ Καρπούζου, σχέδια: Εύη Τσακνιά, εκδόσεις Κίχλη, σ. 296, 17,90 ευρώ

Ο ΑόρατοςΕδώ και πάνω από έναν αιώνα, τα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας του Χέρμπερτ Τζορτζ Γουέλς μεταφράζονται και ξαναμεταφράζονται σε πλείστες όσες γλώσσες, συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής. Ανάμεσα στα δημοφιλέστερα από αυτά είναι «Ο Αόρατος Ανθρωπος». Πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες, καλοκαίρι 1897, σε μεγάλης κυκλοφορίας εβδομαδιαίο αγγλικό περιοδικό της εποχής (Pearson's Weakly) και μέσα στον ίδιο χρόνο έκανε τρεις εκδόσεις σε βιβλίο. Δύο έγιναν στην Αγγλία -η δεύτερη με διορθώσεις και επίλογο- και μία στην Αμερική. Στο γύρισμα εκείνου του αιώνα, Δεκέμβριο 1900-Ιανουάριο 1901, δημοσιεύτηκε η πρώτη γαλλική μετάφραση. Κι αυτή σε συνέχειες, σε μεγάλης κυκλοφορίας περιοδικό (La Revue de Paris), ενώ μέσα στους πρώτους μήνες του 1901 εκδόθηκε σε βιβλίο. Αυτή η έκδοση έφερε τον Γουέλς και στην Ελλάδα. Το βιβλίο έφτασε στο γραφείο του Δημήτρη Κακλαμάνου, διευθυντή τότε της εφημερίδας «Το Αστυ», και δόθηκε εσπευσμένα προς μετάφραση. Από 14 Ιουλίου μέχρι 25 Αυγούστου 1901, «Ο Αόρατος», κατά την ελληνική απόδοση του τίτλου, αποτέλεσε την καθημερινή «επιφυλλίδα» της εφημερίδας. Ωστόσο, παρά την απήχηση που θα πρέπει να είχε, δεν εκδόθηκε σε βιβλίο. Σε αυτό ίσως να συνετέλεσε η αποχώρηση, στο τέλος του έτους, του Κακλαμάνου από τη διεύθυνση της εφημερίδας. Οπως και να έχει, εκείνη η μετάφραση έμεινε καταχωνιασμένη στο «Αστυ». Δεν γνωρίζουμε πότε «Ο Αόρατος Ανθρωπος» πρωτοεκδόθηκε στα καθ' ημάς σε βιβλίο, ούτε ποιος έκανε τη μετάφραση. Η βιβλιογραφία εν Ελλάδι εθεωρείτο και, δυστυχώς, εξακολουθεί να θεωρείται περιττή πολυτέλεια. Πάντως, μέχρι και σήμερα, μεταφράζεται μία, αν όχι και περισσότερες φορές, μέσα σε κάθε δεκαετία.

Η πρώτη ελληνική μετάφραση φαίνεται πως ανέμενε το πλήρωμα του χρόνου για να πάρει τη μορφή βιβλίου. Η έκδοσή της συνέπεσε με την επιστημονική επιβεβαίωση της ουτοπικής σύλληψης του Γουέλς. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, βρισκόμαστε στο λυκαυγές της εποχής των αόρατων υλικών. Στο εγγύς μέλλον αναμένονται άλματα στην τεχνολογία των λεγόμενων μετα-υλικών. Δηλαδή, υλικών που έχουν την ιδιότητα να εκτρέπουν το φως και συνεπώς, να καθίστανται αόρατα. Μένει, ακόμη, να φανεί κατά πόσο η μετανεωτερική εποχή θα επαληθεύσει και το ηθικό δίδαγμα του γουελσιανού μυθιστορήματος, ότι επιστημονικές ανακαλύψεις χωρίς ανθρωπισμό φέρνουν μόνο πόνο και καταστροφή.

Ο μύθος του Αόρατου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αρχετυπικός, καθώς τον βρίσκουμε από την ελληνική μυθολογία μέχρι το λαϊκό παραμύθι και από τον «Μικρό ήρωα» έως τον Χάρι Πότερ. Ο Γουέλς έδωσε στον εν λόγω μύθο τη μορφή ενός περιπετειώδους αφηγήματος, που εκτυλίσσεται κατά το δίσεκτο 1896, με έντονη δράση και μόνο άρωμα επιστημονικού. Αλλωστε, όλα τα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας, που έγραψε μαζεμένα στα τέλη του 19ου αιώνα, τα έστησε γύρω από την απειλή μυστήριων πλασμάτων. Αποκυήματα μιας γόνιμης φαντασίας, που αντλούσε έμπνευση από τις επιστημονικές ανακαλύψεις και τους φόβους που προκαλούσαν. Στα πρώτα κεφάλαια του «Αόρατου Ανθρώπου», υπάρχουν αόριστες νύξεις για τις έρευνες του ήρωα, που θυμίζουν περισσότερο τα πειράματα των αλχημιστών. Μόνο σε ένα κεφάλαιο, το 19ο, από τα συνολικά 28, οι περιγραφές γίνονται πιο συγκεκριμένες και αποκτούν κάποιον επιστημονικό χαρακτήρα. Ο συγγραφέας αναμειγνύει στοιχεία από τη Βιολογία, την οποία είχε σπουδάσει, με περιγραφές πειραμάτων, παρόμοιων με εκείνα του Βίλχελμ Κόνραντ Ραίντγκεν, που είχαν αναστατώσει την επιστημονική κοινότητα. Μόλις έναν χρόνο πριν, ο γερμανός φυσικός είχε ανακαλύψει μία άγνωστη ακτινοβολία, εξού και η ονομασία ακτίνες Χ, που είχε την ιδιότητα να καθιστά ορισμένα στερεά σώματα διαφανή. Ο ήρωας, εξηγώντας τα πειράματά του, αναφέρει παρεμπιπτόντως και τον αιθέρα, του οποίου η ύπαρξη συνιστούσε, τότε ακόμη, κεφαλαιώδες επιστημονικό πρόβλημα. Ο Αϊνστάιν, που θα αποδείξει τελεσίδικα την ανυπαρξία του, αργεί ακόμη.

Κατά τ' άλλα, ο ήρωας του Γουέλς την έπαθε όπως ο γάιδαρος του Απουλήιου. Μέσα στον ενθουσιασμό της μεταμόρφωσης, δεν λογάριασε τα μειονεκτήματα της νέας του κατάστασης. Αν ο γάιδαρος δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τα ροδοπέταλα από τους ανθούς της πικροδάφνης, εκείνος αδυνατούσε χωρίς ορατή υπόσταση να κινηθεί στην πόλη και να προμηθευτεί τα αναγκαία για τα πειράματά του. Αντιστρέφοντας το παραμύθι, που θέλει να γίνεσαι αόρατος φορώντας έναν σκούφο, εκείνος αναγκάστηκε να καλυφθεί με ενδύματα για να γίνει ορατός. Υστερα, με σκοπό να επαναλάβει τις αλχημείες του, εγκατέλειψε την πολυκοσμία του Λονδίνου και κατέφυγε σε ένα χωριό του δυτικού Σάσεξ. Πάντως, ο αφηγητής δεν συμπάσχει με τον Αόρατο. Ολόκληρο το μυθιστόρημα είναι γραμμένο από τη σκοπιά όσων τον συναντούν και τον συναναστρέφονται. Πρώτα οι χωρικοί, που έρχονται αντιμέτωποι με αυτόν τον φασκιωμένο σαν μούμια επισκέπτη, και μετά ένας αλήτης και ένας παλαιός συμφοιτητής του.

Τότε, ο Γουέλς ήταν ένας τριαντάχρονος δάσκαλος Χημείας και Φυσικής. Η γραφή μυθιστορημάτων αποτελούσε γι' αυτόν ένα ευχάριστο πάρεργο, που, συν τω χρόνω, αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποδοτικό. Σκιαγραφεί με άνεση χαρακτηριστικούς τύπους, αναπλάθει με ιδιαίτερη δεξιότητα τον λαϊκό λόγο, αλλά ουδόλως ενδιαφέρεται για ψυχολογικές εμβαθύνσεις. Οι δύο, όλοι κι όλοι, ήρωες, που πλάθει στον «Αόρατο Ανθρωπο», δείχνουν στερεότυποι. Υπερόπτης και χωρίς ηθικές αναστολές ο Αόρατος, ένας ερευνητής χωρίς περιέργειες ο παλαιός συμφοιτητής του, στον οποίο εκμυστηρεύεται τα πειράματά του. Ακλόνητος στις ηθικές του αρχές ο τελευταίος, σπεύδει να καταδώσει τον φίλο του στην Αστυνομία. Η γραφή του Γουέλς έχει ζωντάνια, όχι, όμως, ιδιαίτερες λογοτεχνικές αξιώσεις. Σε μεταγενέστερα μυθιστορήματά του, που δεν είχαν την ίδια εμπορική επιτυχία, έδειξε ταλέντο σατιρογράφου.

Τη λογοτεχνική χάρη, που έλειπε από τον «Αόρατο Ανθρωπο», του την προσφέρει, στην πρόσφατη έκδοση, το αόρατο χέρι του μεταφραστή. Εδώ, μάλιστα, πρόκειται κυριολεκτικά για το χέρι ενός αόρατου, αφού εκείνη η ιστορική, πρώτη μετάφραση ήταν έργο ανώνυμου. Βεβαίως, σε ένα λίγο μεταγενέστερο δημοσίευμα της εφημερίδας αναφερόταν ότι τις «επιφυλλίδες» εκείνου του έτους τις μετάφραζε ο Παπαδιαμάντης. Ωστόσο, την οριστική απόδοση της μετάφρασης του «Αόρατου» στον Σκιαθίτη την έκανε ο πιστός ιχνηλάτης του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος. Οπως υποστηρίζει, υπάρχουν περιπτώσεις ανώνυμων μεταφράσεων, όπου η παρουσία μίας και μόνης λέξης πιστοποιεί την παπαδιαμάντεια πατρότητά της. Δηλαδή, κάτι σαν σήμα κατατεθέν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, προτείνει τη λέξη κουρμαντέλα, που, στο σκιαθίτικο ιδιόλεκτο, σημαίνει τραμπάλα. Λέξη που ο Παπαδιαμάντης χρησιμοποιεί σε δύο διηγήματά του, με κυριολεκτική αλλά και μεταφορική σημασία. Εκείνο που διαφεύγει την προσοχή του Τριανταφυλλόπουλου, είναι ότι η συγκεκριμένη λέξη στον «Αόρατο» δεν αποδίδει κάποια αντίστοιχη αγγλική, αλλά συνιστά προσθήκη του μεταφραστή. Σαν ο Παπαδιαμάντης να υπογραμμίζει το γνήσιο της μετάφρασης.

Κατά σύμπτωση, όταν ο Παπαδιαμάντης καταπιάστηκε με την εν λόγω μετάφραση, βρισκόταν ήδη στο κλίμα του «Αόρατου». Μέσα στον προηγούμενο χρόνο, είχε δημοσιεύσει τρία διηγήματα με φαντάσματα, μάγισσες και δαιμόνια, στα οποία υπάρχουν υποβλητικές σκηνές φόβου από υπερκόσμια συμβάντα. Αλλά και οι χωρικοί του Σάσεξ πρέπει να του ήταν οικείοι. Οι τρόποι που συμπεριφέρονται και τα πανηγύρια τους θυμίζουν Σκιαθίτες των διηγημάτων του. Στο «αυτί» του βιβλίου αναδημοσιεύεται απόσπασμα κριτικής του Νίκου Φωκά για την ενυπόγραφη παπαδιαμαντική μετάφραση του βιβλίου τού Αλφόνσου Δώδε, «Ταρταρίνος ο εκ Ταρασκώνος». Εκεί, όμως, όπως παρατηρεί και ο Φωκάς, ο Παπαδιαμάντης απέδιδε το ύφος ενός «μαιτρ». Εδώ, το ύφος είναι δημιούργημα του Παπαδιαμάντη, όπως δείχνουν και οι δύο μεταφράσεις, του '80 και του '90, που κυκλοφορούν. Η μία, μάλιστα, διά χειρός γνωστού πεζογράφου. Παρότι που η μετάφραση του Παπαδιαμάντη δεν θα χαρακτηριζόταν άπιστη, καθώς μένει πιστή στο νόημα, παίρνοντας μόνο φραστικές ελευθερίες, εμείς θα επαναλάβουμε το λίγο στερεότυπο ότι είναι ωραία όσο και ελευθεριάζουσα. Τελικά, με τον εντοπισμό και την έκδοση του Γουέλς προστίθεται μία ακόμη πολύτιμη ψηφίδα στην άγνωστη εικόνα του Παπαδιαμάντη ως μεταφραστή, δουλειά από την οποία ψευτοζούσε.