ΛογοτεχνίαΣύμμεικτα


Εκπαιδευτική δραματολογία

Κώστας Γεωργουσόπουλος, εφ. Τα Νέα, 9/6/2001

Το δραματικό θέατρο των αρχαίων Ελλήνων είχε πάντα ένα γερό μερίδιο στην εκπαιδευτική πράξη. Πριν από πενήντα χρόνια ­ για να μην πάω πολύ μακριά ­ στην προτελευταία τάξη του οκταταξίου Γυμνασίου, το πρόγραμμα προέβλεπε τη διδασκαλία από το πρωτότυπο είτε της «Ιφιγένειας της εν Αυλίδι», είτε της «Ιφιγένειας της εν Ταύροις» του Ευριπίδη. Και για την τελευταία τάξη ­ πάντα από το πρωτότυπο ­ ο διδάσκων είχε τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξει είτε τον «Οιδίποδα τύραννο» είτε την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Σημειώνω εδώ το γεγονός ότι απουσίαζε ο Αισχύλος, ίσως δικαιολογημένα, αφού η φιλοσοφία του προγράμματος περιοριζόταν στη γλωσσική κυρίως επεξεργασία του πρωτοτύπου και ο Αισχύλος είναι απρόσιτος και σε φιλολόγους όχι σε ημιμαθείς μαθητές.

Η επιλογή των δύο ατρειδικών τραγωδιών (;) του Ευριπίδη, όσον αφορά στα ιδεολογικά τους στοιχεία, κατηύθυνε τη διδασκαλία σε εφευρήματα που, σήμερα τουλάχιστον, φαίνονται σχεδόν γελοία. Η Ταυρική Ιφιγένεια διδασκόταν ως δράμα που αποθεώνει την αδελφική αγάπη (!) και η αυλιδική ως δράμα που εξαίρει τη θυσία για την πατρίδα (!). Και οι δύο ιδεολογικές αυτές προσεγγίσεις κουβαλούσαν ώς το 1964 ενός αιώνα φόρτιση ρομαντική και ηθικολογία, μάλλον χρηστομάθεια, αντλημένη από τον Γεροστάθη του Λέοντος Μελά. Έπρεπε απλώς να βγάλει ο μελετητής τις προκαταλήψεις, τις εθνικιστικές προλήψεις και την πατριδοκαπηλική χρηστοήθεια, να αφαιρέσει τις παρωπίδες της υποχρεωτικής αναγωγής της ιδεολογικής πενίας του παρόντος, του μετεπαναστατικού, στον πλούτο του ενδόξου παρελθόντος, για να αντιληφθεί πως ο αιρετικός Ευριπίδης, ο τρόφιμος της Σοφιστικής, ο σχετικοκράτης και ο λογοκρατούμενος, ο ανατροπέας της μυθολογικής βολής με τις δύο αυτές τραγωδίες (κι άλλες βέβαια) πρότεινε μια κατ' εξοχήν ειρωνική ερμηνεία και του μύθου και της εποχής που η μυθοπλασία των έργων του παρέπεμπε.

Βέβαια η φιλολογική προίκα του ρομαντισμού και του γερμανικού κυρίως ιδεαλισμού συμφωνούσε με μια δραματολογική γκάφα του Αριστοτέλη, που χαρακτήριζε «ανώμαλον» το ήθος της Ιφιγένειας, αφού από τις ικεσίες για τη ζωή της περνούσε απότομα στην εθελοθυσία υπέρ πατρίδος.

Πρέπει να είναι κανένας θεατρικά τυφλός και κουφός για να μην προσέξει, όχι με μεγάλο κόπο, πως ο κόσμος μέσα στον οποίον ζει η έφηβη Ιφιγένεια είναι ένας φαύλος κόσμος. Ο μεγάλος ποιητής έχει φροντίσει με ιδιοφυή τρόπο να μας προετοιμάσει γι' αυτό. Ο χορός της τραγωδίας είναι κάτι χαζοχαρούμενα κοριτσόπουλα από τη Χαλκίδα. Αυτά έχουν διαβάσει... Όμηρο (όπως ακριβώς σήμερα τα κοριτσόπουλα διαβάζουν τα λαϊκά περιοδικά με τον βίο και την πολιτεία των σταρ).

Ο Όμηρος κυρίως στο ηρωικότερο από τα έπη του, στην «Ιλιάδα», παρ' όλες τις μεγαλοφυείς χαρακτηρολογικές αντιθέσεις και αντιφάσεις των ηρώων, καλλιεργεί ένα υψηλό ήθος και εξαίρει τις αρετές των μυθικών προσώπων.

Τα κοριτσόπουλα λοιπόν από τη Χαλκίδα έρχονται στο στρατόπεδο της Αυλίδας για να θαυμάσουν τους αγαπημένους από το έπος ήρωες. Στην πάροδο, όταν μπαίνουν γεμάτα θάμβος στην ορχήστρα, είναι σαν να βρίσκονται έξω από το συρματόπλεγμα του στρατοπέδου και χάσκοντας βλέπουν τους περιβόητους ήρωες «ζωντανούς» να ασκούνται. Εδώ ο Αχιλλέας στο άρμα του, εκεί ο Διομήδης, εκεί ο άλλος ήρωας περνούν τις ώρες της υποχρεωτικής τους αργίας (περιμένοντας τον ευνοϊκό άνεμο) επιδεικνύοντας τις πολεμικές αρετές τους, το κάλλος τους και τη ρώμη τους.

Αλλά ο δαιμόνιος ποιητής ανατρέπει την εικόνα, όταν «ο φακός» μπαίνει μέσα στο στρατόπεδο, όταν η «μηχανή» κάνει γκρο πλαν, όταν το μικρόφωνο πιάνει τις συνομιλίες τους, τους καβγάδες τους και αποκαλύπτει το πραγματικό τους ήθος, βρισκόμαστε μπροστά σ' όλη την αθλιότητα της εξουσίας, σ' όλη τη μικρότητα της μωροφιλοδοξίας, σ' όλη την υποκρισία, τη φιλοχρηματία, τη συκοφαντική νοοτροπία. Δεν υπάρχει ούτε ένας θετικός άντρας σ' αυτήν την τραγωδία. Ο ένας λούζει τον άλλο ως δειλό, ως ξεδιάντροπο, ως απατεώνα, ως εκβιαστή, ως υποκριτή, ως υπολογιστή. Αγαμέμνων, Μενέλαος, Κάλχας, Οδυσσέας αλλά και ο φαμφαρόνος Αχιλλέας αμιλλώνται σε φαυλότητα, θρασύτητα και υπολογισμό. Μάταια η Κλυταιμνήστρα (που εξαπατημένη έχει φέρει στο αντροκρατούμενο στρατόπεδο το άγουρο κοριτσάκι με την πλαστή υπόσχεση ότι θα παντρευτεί τον Αχιλλέα) παρακαλεί και εν συνεχεία απειλεί και ταπεινώνει τον περιδεή αλλά φίλαρχο άνδρα της Αγαμέμνονα. Μάταια παρακαλεί τον Αχιλλέα να υπερασπιστεί τήν, έστω, πλαστή του μνηστή. Εκείνος είναι πειραγμένος γιατί δεν τον είχαν ενημερώσει ότι θα χρησιμοποιούσαν ως πρόσχημα το όνομά του! Κι ενώ με παχιά λόγια υπόσχεται να βοηθήσει το κορίτσι, έρχεται να πει ότι οι στρατιώτες του τον πιέζουν (!), ότι θέλουν τους μισθούς τους και οραματίζονται τα πλιάτσικα της Τροίας. Και αποθέωση της ανανδρίας του, όταν έρχονται οι στρατιώτες να πάρουν με τη βία το παιδί, συμβουλεύει, αμέτοχος, την Κλυταιμνήστρα να την κρατήσει σφιχτά για να μην της την αποσπάσουν (!).

Ε! Τότε μεταστρέφεται η Ιφιγένεια. Όταν ένα ολόκληρο στρατόπεδο αρειμανίων παλικαράδων έχει κρεμαστεί σ' αυτό το κλαράκι! Η Ιφιγένεια, για όποιον ξέρει να διαβάζει θέατρο, «θυσιάζεται» από αηδία. Μ' όλη την εφηβική της ορμή εξεγείρεται, θυμώνει και αποστρέφεται έναν κόσμο σκοπιμοτήτων, συμβιβασμών, ιδεοληψιών, κέρδους και βίας. Στην ουσία η Ιφιγένεια παραιτείται και «αυτοκτονεί»! Ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί το θεϊκό σχέδιο, ενισχύει τον χλευαστικό και ειρωνικό λόγο του Ευριπίδη. Η Άρτεμις που είχε διατάξει, απαιτήσει τη θυσία του κοριτσιού, γιατί ο Αγαμέμνων ως ιερόσυλος είχε κυνηγήσει στο ιερό της άλσος ένα προστατευόμενο ελάφι, την ώρα της θυσίας, όταν ο κτηνώδης φιλόδοξος πατέρας χαράζει με το χασαπομάχαιρο τον λαιμό της κόρης του, πριν ο δήμιος της κόψει το κεφάλι, αντικαθιστά το εφηβικό τρυφερό σωματάκι μ' ένα ελάφι και το εξεγερμένο παιδί το εγκαθιστά ως ιέρεια μεταφέροντάς το διά νεφέλης στη χώρα των Ταύρων. Άρα ως θεά με γνώση των μελλοντικών γεγονότων η Άρτεμις είχε στην πρόθεσή της αυτή την αντικατάσταση. Έστησε, λοιπόν ­ αυτό σαφώς υπονοεί ο Ευριπίδης ­ αυτήν τη δοκιμασία για να αποκαλύψει, να ξεσκεπάσει και να ξεμπροστιάσει τους φαύλους ηγέτες των Ελλήνων. Αλλά και η τελευταία πράξη τής μικρής απελπισμένης ηρωίδας είναι αποκαλυπτική. Όταν την οδηγούν μπροστά στον βωμό προς σφαγήν, απαιτεί να την αφήσουν ελεύθερη και προχώρησε άφοβα προσφέροντας τον λαιμό της στον δήμιο, ενώ ­ ω, της υπέρτατης ειρωνείας ­ ο Αχιλλέας την έραινε από ένα πανέρι με αγιασμό!

Πώς γενιές και γενιές φιλολόγων, υποκύπτοντας στην επίσημη παιδαγωγική ιδεολογία, μπόρεσαν να διαστρεβλώσουν τα εμφανή στοιχεία της Ευριπίδειας σοφιστικής, εγώ τουλάχιστον που υπέστην μαζί με άλλους της γενιάς μου την αυθαίρετη ερμηνεία, το ξέρω.

Εδώ και λίγα χρόνια την Αυλιδική Ιφιγένεια αντικατέστησε η Ταυρική, από μετάφραση. Είχα την ευκαιρία ως συγγραφέας του εγχειριδίου που περιείχε αυτό το έργο, επί είκοσι δύο χρόνια που διδάχτηκε, να υποβάλω με τα σχόλιά μου (δυστυχώς δεν είχα στη διάθεσή μου μια μετάφραση που να αξιοποιεί και σ' αυτή την τραγωδία τις ειρωνικές αιχμές) τις ανατρεπτικές τεχνικές του Ευριπίδη.

Πουθενά πάντως δεν εντόπισα προθέσεις του ποιητή να υμνηθεί η αδελφική αγάπη· το έργο αυτό είναι μια ωμή πρώιμη εφαρμογή στη θεατρική σκηνή του μακιαβελικού «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και μια ευθεία επίθεση στον ορθολογιστικό κυνισμό, ανάλογη με την καταδίκη της «χρήσιμης» λογικής του Ιάσονα στη «Μήδεια».

Τώρα οι δύο Ιφιγένειες αποσύρθηκαν από τη σχολική πράξη. Με τα δεδομένα που εξέθεσα, φαίνεται πως κάποιος τις φοβήθηκε μήπως διαφθείρουν τους νέους.

Τώρα μπήκε στην εκπαίδευση η αποθέωση της σχετικοκρατίας, η Ευριπίδεια «Ελένη» και οι αριστοφανικοί «Όρνιθες» που αποτυπώνουν την αηδία για την πολιτική. Θα διδαχθούν και τα δύο κείμενα άραγε έτσι;