Σοφιστές: Οι παρεξηγημένοι της κλασικής παιδείας

Θεόδωρος Θεοδώρου*, www.alfavita.gr

Εισαγωγή

Οι Σοφιστές, που έδρασαν στην αρχαία Ελλάδα την περίοδο ανάμεσα στους Περσικούς Πολέμους και στον Πελοποννησιακό Πόλεμο είναι δυστυχώς οι μεγάλοι παρεξηγημένοι της κλασικής παιδείας. Για χρόνια επικρατούσε η λανθασμένη, κατά την άποψη μου, εντύπωση, ότι πρόκειται για δασκάλους που δίδασκαν στους νέους την ικανότητα να κάμνουν το άσπρο-μαύρο και αντίστροφα. Άλλωστε η λέξη «σόφισμα» έμεινε στη νεοελληνική ως τέχνασμα  δηλαδή ως επιχειρηματολογία που έχει σα σκοπό την εξαπάτηση. Η πιο πάνω εντύπωση οφείλεται κυρίως στους Πλάτωνα και Αριστοτέλη οι οποίοι διέδιδαν ότι οι Σοφιστές επιδίδονταν στη διατύπωση σοφισμάτων, μέσω των οποίων υποστήριζαν παράδοξες απόψεις, παραβιάζοντας είτε συγκαλυμμένα είτε απροκάλυπτα τους νόμους της λογικής. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια η εντύπωση αυτή ανατράπηκε τόσο από Έλληνες (π.χ. Βασίλειος Κύρκος) όσο και από ξένους ερευνητές (ιδιαίτερα).  

 2. Ποιοι ήταν οι Σοφιστές

 Οι Σοφιστές  ήταν δάσκαλοι της ρητορικής και της πολιτικής τέχνης, καθώς επίσης της φιλοσοφίας, της λογικής και των επιστημών γενικότερα.  Πρόσφεραν επ’ αμοιβή τη διδασκαλία τους και στόχος τους δεν ήταν η δημιουργία νέων σοφιστών αλλά η παροχή εκείνων των γνώσεων που θα ήταν απαραίτητες στους μαθητές τους ώστε να επιτύχουν στη ζωή τους. Σύμφωνα με τους Σοφιστές οι νέοι όφειλαν να αναπτύξουν κάποιες βασικές δεξιότητες που ήταν η δυνατότητά τους να αναπτύσσουν δημόσια το λόγο και τον αντίλογο, να κρίνουν και να καταλήγουν γρήγορα σε αποφάσεις, αυτό δηλαδή που αποκαλούσαν «ευβουλία». Η ρητορική  διαδραμάτιζε το σπουδαιότερο ρόλο στα μαθήματα που  πρόσφεραν.

 3. Η αποκατάσταση της κακής φήμης των Σοφιστών

 Οι γνώσεις μας για τους Σοφιστές είναι έμμεσες και αποσπασματικές και ακόμα κάτι χειρότερο, είναι παραποιημένες από τους αντιπάλους τους. Και τούτο δεν είναι ανεξήγητο, γιατί πρόκειται για στοχαστές που έθιξαν προβλήματα συνδεμένα με την ανθρώπινη φύση και συμπεριφορά και τις κοινωνικές αντιδικίες του καιρού τους. Ο κυριότερος λόγος που οδηγεί τον  Πλάτωνα να παρουσιάζει στους διαλόγους του (π.χ. Πρωταγόρας, Γοργίας, Σοφιστής κ.ά) τις απόψεις των Σοφιστών είναι η άμεση ή έμμεση προσπάθεια του να τις ανασκευάσει. Έτσι  θεμελιώθηκε από τους αρχαίους κιόλας χρόνους μια σημαντική παραποίηση του πνευματικού κινήματος που λέγεται Σοφιστική.

Νεότεροι ερευνητές, απ’ ότι αναφέραμε και στην εισαγωγή μας, προσπάθησαν με βάση τις  λιγοστές πληροφορίες που σώζονται  να αποκαταστήσουν στις αληθινές διαστάσεις του το κίνημα των Σοφιστών. Οι εν λόγω ερευνητές θεωρούν τη Σοφιστική ως αποτέλεσμα της πνευματικής εξέλιξης και της δημοκρατικής ζωής στην κλασική Αθήνα. Σημειώνουν δε, ότι η Σοφιστική,   δεν αποτελεί πνευματικό δημιούργημα μια ομάδας τυχοδιωκτών εμπόρων σοφίας, όπως πιστευόταν παλαιότερα αλλά,  φυσιολογικό αποτέλεσμα της κοινωνικής, πνευματικής και πολιτικής ζωής των ελληνικών πολιτειών, όπου επικρατούσε η άμεση δημοκρατία, πολίτευμα που αναδεικνύει την ενεργό και άμεση συμμετοχή του πολίτη στα κοινά.

Το πολίτευμα της άμεσης δημοκρατίας που λειτούργησε στην κλασική Αθήνα ευνόησε την ανάπτυξη της πνευματικής ζωής εν γένει και επομένως και της Σοφιστικής, γιατί για την άσκηση της πολιτικής ήταν περισσότερο από απαραίτητη αφενός η ισχυρή  επιχειρηματολογία και η πειστικότητα των λόγων και αφετέρου η  ελευθερία της έκφρασης η οποία έφερνε στην επιφάνεια των καθημερινών συζητήσεων τα πραγματικά προβλήματα, τόσο των ανθρώπων όσο και της πολιτείας, προβλήματα που ως γνωστόν αποτελούσαν το κύριο αντικείμενο ενασχόλησης των Σοφιστών.

 4. Η Σοφιστική ως εμπειρική ανθρωποκεντρική φιλοσοφία

 Οι Σοφιστές αντιμετώπιζαν τα προβλήματα των ανθρώπων με την εμπειρική παρατήρηση και αποδέχονταν θέσεις οι οποίες βασίζονταν σε εμπειρικές διαπιστώσεις. Γνωρίζοντας την ανεπάρκεια των αισθήσεων, ανέπτυσσαν μεθόδους κριτικής, για να περιορίσουν ενδεχόμενα σφάλματα. Χρησιμοποιούσαν ως κύριες μεθόδους διδασκαλίας το μύθο και το λόγο. Εισήγαγαν στη φιλοσοφία τον ανθρωποκεντρισμό και τη γνωσιολογία, εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο τη δυνατότητα του ανθρώπου να γνωρίσει τον υλικό κόσμο μέσω της σύγκρισης, της παρατήρησης και της επαγωγής, απαλλαγμένο από την επέμβαση υπερφυσικών παραγόντων. Έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στη μελέτη του κόσμου βάσει των αισθήσεων, δίνοντας έμφαση στη διαδικασία του «σκεπτικισμού», διαμορφώνοντας παράλληλα την άποψη ότι η γνώση, η αλήθεια και οι αξίες είναι έννοιες σχετικές. Για τους σοφιστές δεν υπάρχει αντικειμενική-απόλυτη αλήθεια αλλά μόνο σχετική. Άλλωστε ο σοφιστής Πρωταγόρας ήταν που διατύπωσε την περίφημη ρήση «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος», δηλαδή ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων. Αυτό σήμαινε ότι ο τρόπος με τον οποίο βλέπει ο Χ άνθρωπος τα πράγματα, αποτελεί γι' αυτόν την αλήθεια, και ο τρόπος που τα βλέπει ο Ψ, επίσης αποτελεί γι’ αυτόν την αλήθεια. Δεν μπορεί ο ένας να πείσει τον άλλο ότι έχει λάθος, γιατί αν ο ένας βλέπει τα πράγματα με τον δικό του τρόπο, τότε αυτά υπάρχουν γι’ αυτόν όπως τα αντιλαμβάνεται, κι ας τα βλέπει διαφορετικά ο άλλος. Η αλήθεια σύμφωνα με τους Σοφιστές είναι έννοια καθαρά υποκειμενική και όχι αντικειμενική όπως ισχυριζόταν ο Σωκράτης μέσω φυσικά των γραπτών του Πλάτωνα.

 5. Η άποψη των σοφιστών για τη δουλεία

 Πολύ χαρακτηριστική της ρηξικέλευθης σκέψης των Σοφιστών ήταν η άποψη τους για τη δουλεία. Αντικείμενο της έρευνας των σοφιστών ήταν ο άνθρωπος και τα δημιουργήματά του αφού, απ’ ότι αναφέραμε και πιο πάνω, η φιλοσοφία τους υπήρξε ανθρωποκεντρική. Εξέταζαν αν οι άνθρωποι και τα δημιουργήματα τους έγιναν εκ φύσεως (φύσει) ή αν είναι αποτέλεσμα συμβάσεων (νόμω) και συνεπώς επιδέχονται βελτίωση και διαφοροποίηση. Τους ενδιέφερε για παράδειγμα να διαπιστώσουν αν οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι ή δούλοι ή αν αυτό είναι αποτέλεσμα διεργασιών κοινωνικά προσδιορισμένων. Την ίδια περίπου χρονική περίοδο που ο μεγαλύτερος, κατά την άποψη μου, διανοητής όλων των εποχών ο Αριστοτέλης ισχυριζόταν ότι «όσων εστίν έργον η του σώματος χρήσις …ούτοι μεν είσι φύσει δούλοι», δηλαδή όσοι δεν μπορούν να προσφέρουν παρά μόνο σωματικές εργασίες   είναι δούλοι εκ φύσεως, ο σοφιστής Αλκιδάμας διακήρυττε ότι «ελευθέρους αφήκε πάντας θεός, ουδένα δούλον η φύσης πεποίηκεν», δηλαδή ελεύθερους άφησε ο θεός τους ανθρώπους και κανένας δεν είναι εκ φύσεως δούλος. Οι απόψεις που διαμόρφωσαν λοιπόν οι Σοφιστές υπήρξαν καταπέλτης ενάντια στην κρατούσα τότε  άποψη που ήταν σαφέστατα υπέρ της δουλείας.

 6. Η άποψη των σοφιστών για το δίκαιο και τους θεούς

 Οι Σοφιστές άσκησαν επίσης ανελέητη κριτική στις κατεστημένες αξίες και αμφισβήτησαν τους επικρατούντες τότε θεσμούς. Υπήρξαν οι κύριοι φορείς διαμαρτυρίας και αμφισβήτησης του πνευματικού και πολιτικού κατεστημένου της εποχής τους. Οι αριστοκρατικοί θεωρούσαν την αρετή και κατ’ επέκταση και το δικαίωμα για την κατάληψη  πολιτικών αξιωμάτων δικό τους κληρονομικό προνόμιο. Οι Σοφιστές ισχυρίζονταν ότι η αρετή κατακτιέται μέσω της παιδείας, η οποία οδηγεί στην απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων, επομένως και στην ικανότητα διαχείρισης της εξουσίας. Εφόσον λοιπόν η εν λόγω ικανότητα μπορεί να κατακτηθεί μέσω της παιδείας, επακόλουθο είναι αυτό να μπορεί να γίνεται από τον καθένα ανεξαρτήτως της καταγωγής του ή της κοινωνικής τάξης στην οποία ανήκει. Όταν η άρχουσα τάξη επικαλείται συχνά το δίκαιο, για  να νέμεται μόνη και ανενόχλητη την εξουσία και να κατοχυρώνει τα προνόμιά της, δημιουργείται  εύλογα η υποψία ότι ο νόμος είναι  δημιούργημα δικό της. Επομένως δεν μπορούν οι συγκεκριμένοι νόμοι να ταυτίζονται με το δίκαιο, αφού δεν αντιπροσωπεύουν  τις γνώμες και τα συμφέροντα των πολλών. Είναι δε ως προς το δίκαιο πολύ χαρακτηριστική η ρήση του σοφιστή Θρασύμαχου ότι «δίκαιον ουκ άλλον τι έστι, ή το του κρείττοντος συμφέρον», δηλαδή ότι δίκαιο δεν είναι τίποτα άλλο παρά το δίκαιο του ισχυρού, ρήση η οποία ουδόλως έχασε την αξία της με το πέρασμα των αιώνων. Άλλωστε αν εγκύψει κανείς με τη δέουσα σοβαρότητα στην παγκόσμια ιστορική εξέλιξη εύκολα θα διαπιστώσει ότι η εκάστοτε άρχουσα τάξη επέβαλλε άμεσα ή έμμεσα το δίκαιο που εξυπηρετούσε τα δικά της συμφέροντα και όχι εκείνα των πολλών. Όσον αφορά δε στους θεούς και κατ’ επέκταση και τη θρησκεία είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα του Πρωταγόρα: «Για τους θεούς, δεν μπορώ να ξέρω αν υπάρχουν ή όχι ούτε πώς είναι· γιατί πολλά με εμποδίζουν να το μάθω. μεταξύ των οποίων και το σκοτεινό του πράγματος και η συντομία της ανθρώπινης ζωής». Αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά αυτό που αποκαλούμε «αθεϊσμό». Ήταν δε πράγμα πολύ ριψοκίνδυνο γι’ αυτόν που δήλωνε άθεος γιατί εισέπραττε την μήνιν, την οργή και την τιμωρία των εκάστοτε αυτοαποκαλούμενων εκπροσώπων του θεού στη γη. Ακόμη δε και σήμερα, μετά από τόσους αιώνες, δεν είναι εύκολο, ή εν πάση περιπτώσει ακίνδυνο για κάποιον να δηλώνει «άθεος», ιδιαίτερα αν αυτός ασκεί το επάγγελμα του εκπαιδευτικού.

 7. Επίλογος

 Εν κατακλείδι, η Σοφιστική υπήρξε για την εποχή της ένα ισχυρό πνευματικό ανατρεπτικό κίνημα. Εξέφραζε την επιθυμία για την ανατροπή και όχι τη συντήρηση των θεσμών. Είναι γι’ αυτό  που δέχτηκαν την σφοδρή και ανελέητη επίθεση από τις τότε δυνάμεις της συντήρησης, γιατί ακριβώς η διδασκαλία τους εισήγαγε κενά δαιμόνια και τάραζε τα ήθη, τους νόμους, τη θρησκεία και τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης γενικότερα. Μόνο έτσι μπορούν να ιδωθούν και να ερμηνευτούν, κατά τη ταπεινή μου γνώμη, οι απόψεις των Σοφιστών, έτσι ώστε να κατανοηθεί και να εκτιμηθεί ευκολότερα και δικαιότερα το έργο τους και να αποκατασταθεί  η διαχρονική στρεψοδικία εις βάρος τους.