Παπα–Θύμιος Βλαχάβας: Η προδομένη επανάσταση (περίληψη)

Σπυρίδων Βλιώρας, εφ. Τα Μετέωρα, 1394 (09.04.2021) 21, 1395 (16.04.2021) 18–19, 1396 (23.04.2021) 18–19, 1397 (30.04.2021) 18–19, 1398 (07.05.2021) 18–19, 1399 (14.05.2021) 18–19, 1400 (21.05.2021) 20–21, https://www.academia.edu/45674427, σελ. 195.

πλήρης εκδοχή του κειμένου θα δημοσιευτεί σε βιβλίο που θα εκδοθεί προσεχώς…)

Ο παπα–Θύμιος Βλαχάβας ήταν αρματολός στα Χάσια. Την Άνοιξη τού 1808 υποκίνησε μια επαναστατική προσπάθεια εναντίον των Τούρκων, η οποία απέτυχε και είχε ως αποτέλεσμα να συλληφθεί την επόμενη χρονιά ο παπα–Θύμιος και να θανατωθεί με φρικτό τρόπο από τον Αλή πασά των Ιωαννίνων.

Επεξεργασία χαρτογραφικών δεδομένων: Σπυρίδων Βλιώρας

Ο παπα–Θύμιος γεννήθηκε κάποια στιγμή πριν από το 1760 πιθανόν στο χωριό Τριφύλλι1 βόρεια της Ασπροκκλησιάς Καλαμπάκας. «Ἔχων καὶ κλίσιν τινὰ πρὸς τὰ θρησκευτικά, ἐδέχθη καὶ τὸ ἐπάγγελμα τῆς ἱερωσύνης ἀπὸ νέος.»

Στα 1780 (ή μετά από τον θάνατο του πατέρα του Αθανασίου Βλαχάβα ύστερα από τα 1792) ανέλαβε το αρματολίκι των Χασίων.

Ορμητήριο του Βλαχάβα η μετεωρίτικη μονή Αγίου Δημητρίου (Υπαπαντής)

Επεξεργασία χαρτογραφικών δεδομένων: Σπυρίδων Βλιώρας

«Ο παπα–Θύμιος είχε κάνει ορμητήριο των ενεργειών του και είχε οχυρώσει την αγιομετεωρίτικη μονή του Αγίου Δημητρίου, δίπλα στη μονή Υπαπαντής και κοντά στα χωριά Ρουξιόρι και Τριστιανό».2

1806–1808: Προεπαναστατικές επαφές του Βλαχάβα

Από το 1806 ως το 1808 ο Ευθύμιος Βλαχάβας είχε επαφές με διάφορους κλεφταρματολούς σε ποικίλες περιοχές (Αγία Μαύρα / Λευκάδα, Σκιάθο, Όλυμπο κ.α.) καθώς και με ξένες δυνάμεις (Σέρβους, Ρώσους, Γάλλους κ.ά.), προκειμένου να προετοιμάσει την επανάσταση εναντίον των Τούρκων και την απελευθέρωση, που από μικρός ονειρευόταν.

Στη σύσκεψη Ελλήνων κλεφταρματολών στην Αγία Μαύρα (Λευκάδα) τον Ιούλιο του 1807 αναφέρεται κι ένα καλαμπακιώτικο τραγούδι, που πατροπαράδοτα τραγουδιέται και χορεύεται τη δεύτερη ή / και τρίτη ημέρα του Πάσχα στην Καλαμπάκα.

«Καριοφίλι3 μου γραμμένο,

όταν βγαίνω και πηγαίνω,

στην αγάπη μου πηγαίνω.

Πήγαμε στην Άγια Μαύρα

κι έφαγα σταφύλια μαύρα,

το ’να μέλι, τ’ άλλο γάλα,

τ’ άλλο δροσερό σταφύλι·

κι έχασα το πετραχήλι,

και στην εκκλησιά δεν πάω

για τ’ αυτό το πετραχήλι.»4

1807.07: Σχέδιο επανάστασης Θεσσαλίας, Ηπείρου, Δυτικής Μακεδονίας και Στερεάς Ελλάδας

Το Ιούλιο του 1807 είχε εκπονηθεί από Ρώσους, Γάλλους και Έλληνες ένα γενικότερο επαναστατικό σχέδιο που προέβλεπε ξεσηκωμό ενός ευρύτατου τμήματος 47–48.000 ενόπλων από την Αλβανία και Μακεδονία μέχρι την Ρούμελη κι από την Αδριατική ως το Αιγαίο.

Στο σχέδιο καταγράφονται αναλυτικά οι περιοχές στην επικράτεια που αναφέραμε καθώς και ο αριθμός όσων θα μετείχαν από κάθε περιοχή με τα ονόματα των επικεφαλής τους, προεστών ή οπλαρχηγών. Στο 4ο φύλλο της αναφοράς διαβάζουμε: “Le Primat de Calambaca avec les Capitaines Mandalo et Spiro, à 4 heures de Tricala, s’engagent à fournir: 1.500 hommes.” «Ο προεστός της Καλαμπάκας μαζί με τους καπεταναίους Μάνταλο και Σπύρο, σε απόσταση 4 ωρών από τα Τρίκαλα, αναλαμβάνουν να φέρουν 1.500 άντρες

Ο προεστός της Καλαμπάκας είναι ο Γιαννάκης Καλαμπάκας, όπως διαπίστωσε και o Martin William Leake, που τρία χρόνια πιο πριν, στις 15 Νοεμβρίου του 1805 είχε επισκεφτεί την Καλαμπάκα.

Ο καπετάνιος Μάνταλος είναι ο γεννημένος στα 1745 Νάσιος Μάνταλος, που από το τέλος του 18ου αιώνα, όπως και ο παπα–Θύμιος Βλαχάβας αντίστοιχα, είχε πάρει την αρχηγία του αρματολικιού των Χασίων στην περιοχή του βορειοδυτικού τους τμήματος, από τον πατέρα του Γεώργιο Μάνταλο (Κρατζοβίτη).

«Για τους κατοίκους των Χασίων οι καπεταναίοι παπα–Θύμιος Βλαχάβας και Κωνσταντίνος αναλαμβάνουν να φέρουν 1500 άντρες».

Στο σχέδιο καταγράφεται συνολικά ένας αριθμός 47.800 ενόπλων ανδρών, αριθμός που μάλλον ήταν πολύ δύσκολο να επιτευχθεί και ίσως να ήταν και σκόπιμα εξογκωμένος.

Πρώτες επαναστατικές ενέργειες

Ο Άγγλος περιηγητής Martin William Leake μάς πληροφορεί πως στο τέλος του 1807 και στις αρχές του 1808 ο παπα–Θύμιος Βλαχάβας «συνδέθηκε με κλέφτες, φυγόδικους και παράνομους από κάθε περιοχή της Ελλάδας και σύντομα άρχισαν να λεηλατούν και να σκοτώνουν Τούρκους5 στα συνεχόμενα τμήματα της Θεσσαλίας.»

Ήδη από τον Ιανουάριο του 1808, όπως μαθαίνουμε από ενθύμηση ενός Κωνσταντίνου, γιου κάποιου παπα–Παναγιώτη, ο Αλή πασάς —ή κάποιος από τους γιους του— με πολύ στρατό πρέπει να προσπάθησαν να εξουδετερώσουν πρώιμες επαναστατικές κινήσεις στην περιοχή της Καλαμπάκας και σκότωσαν περίπου 100 επαναστάτες.

Δεύτερη ενθύμηση μας πληροφορεί ότι η επαναστατική αναταραχή ήταν ευρύτερη, κάηκαν μάλιστα γύρω στα είκοσι χωριά, κι ότι ο οθωμανός ή Αλβανός Γέντζαγας ήταν αυτός που εξουδετέρωσε τους επαναστάτες.

Στις 17 Ιανουαρίου 1808 παραιτήθηκε ο επίσκοπος Σταγών Παΐσιος Βʹ ο εκ Κλινοβού, προφανώς εξαιτίας των γεγονότων που προηγήθηκαν.

1808.02 & 03: Σύσκεψη υπό τον Βλαχάβα σε Χάσια και Όλυμπο

Η περιοχή της Καλαμπάκας και των Χασίων στη Χάρτα του Ρήγα6

Στα μέσα Φεβρουαρίου 1808 ο Βλαχάβας συγκάλεσε στα Χάσια σύσκεψη των Κλεφταρματολών της ευρύτερης περιοχής, για να σχεδιάσουν πώς θα εξελιχθεί σε τοπικό επίπεδο το γενικότερο εξυφαινόμενο σχέδιο που είδαμε παραπάνω. «Σ’ αυτή τη σύνοδο συμμετείχαν οι Δεληγιάννης, Στορνάρης, Ζιάκας, ο Τσόγκας από τους Κατζαντωναίους, ο Γιώτας ΤζίμουΑποφασίστηκε να καταλάβουν στρατηγικής σημασίας σημεία, εμποδίζοντας έτσι την επικοινωνία των οθωμανών μεταξύ Θεσσαλίας, Μακεδονίας και Ηπείρου, και να εκκαθαρίσουν —με την ανοχή των δυσαρεστημένων Οθωμανών— τους Αλβανούς επιστάτες των κτημάτων του Αλή στη Θεσσαλία.

Κατόπιν, καθώς θα είχαν εδραιωθεί στη Θεσσαλία, θα επιτίθονταν στην έδρα του Αλή πασά, στα Ιωάννινα, θα τον ανέτρεπαν και θα εγκαθιστούσαν ελληνική κυβέρνηση στα απελευθερωμένα εδάφη.

Ταυτόχρονα, ο Βλαχάβας, επηρεασμένος από τις διακηρύξεις και ιδέες του Ρήγα Φεραίου κάλεσε και τους Τούρκους της περιοχής των Τρικάλων και της Λάρισας, που ήταν δυσαρεστημένοι με τον Αλή πασά, να μετέχουν κι αυτοί στην εξέγερση.

Κρίσιμο ρόλο ανέλαβαν οι Ευθύμιος Στορνάρης (πατέρας του Νικολού) και Δεληγιάννης, που έπρεπε να ελέγχουν τα στενά των Καλαριτών και του Μετσόβου και να μην επιτρέψουν τα στρατεύματα του Αλή να επιτεθούν στους επαναστάτες κι έτσι να εδραιωθεί κι εξαπλωθεί η επανάσταση.

Στα μέσα Μαρτίου του 1808 σε δεύτερη σύνοδο των κλεφταρματολών στον Όλυμπο επικυρώθηκαν οι αποφάσεις της πρώτης συνόδου και ορίστηκε ως ημέρα έκρηξης της επανάστασης συμβολικά η 29η Μαΐου.

1808.05.01: Προδοσία Ιωάννη Δεληγιάννη και Ευθυμίου Στορνάρη

Μέτσοβο, 1913. Φωτογραφία Φρεντερίκ Μπουασονά (Frédéric Boissonnas).

Δυστυχώς, την πρωτομαγιά του 1808 το όλο σχέδιο των επαναστατών για γενικό συντονισμένο (σχεδόν) πανελλήνιο ξεσηκωμό στις 29 Μαΐου προδόθηκε στον Αλή πασά από τον Ιωάννη Δεληγιάννη, κολιτζή του Βλαχάβα στο πέρασμα του Ζυγού Μετσόβου, και τον Ευθύμιο Στορνάρη, αρματολό του Ασπροποτάμου και πατέρα τού Νικολού Στορνάρη.

1808.05: Ξέσπασμα της επανάστασης

Στις 5 Μαΐου, εσπευσμένα και πρόωρα, ο Βλαχάβας αναγκάστηκε να υψώσει την σημαία της επανάστασης στα Χάσια. Με 600 άντρες κατέλαβε το Καστράκι Καλαμπάκας και τη γύρω περιοχή μέχρι τη γέφυρα στο Μουργκάνι, αποκόβοντας την επικοινωνία με την Ήπειρο, ενώ συγχρόνως έστελνε απεσταλμένους στους υπόλοιπους Κλεφταρματολούς των άλλων περιοχών ζητώντας βοήθεια. Ταυτόχρονα, επανέλαβε την πρόσκλησή του στους Τούρκους Τρικάλων και Λαρίσης για σύμπραξη.

Άποψη των Μετεώρων. Χαρακτικό του Louis Dupré από έκδοση του O. M. von Stackelberg

Ο αδερφός τού παπα–Θύμιου, ο Δημήτριος Βλαχάβας, με 300 περίπου άντρες κινήθηκε εναντίον του Ισούφη (Yusuf), που βρισκόταν στο χάνι της Κρύας Βρύσης, ελέγχοντας τον δρόμο Καλαμπάκα–Κρύα Βρύση–Ιωάννινα, αναγκάζοντάς τον να ζητήσει ενισχύσεις από τον πατέρα του Μπεκίρ αγά (Ebu Bekir) στα Τρίκαλα και τον δερβέναγα Βελή Ρούση μπέη.

Βέβαια, τη βοήθεια που ανέμεναν οι Βλαχαβαίοι από τους Τούρκους αλλά και τους χριστιανούς κατοίκους της θεσσαλικής πεδιάδας δεν την έλαβαν ποτέ. «Το μεγαλύτερο μέρος των χωρικών της θεσσαλικής πεδιάδος δεν κινήθηκε, γιατί υπάκουσε στις παραινέσεις του μητροπολίτη Λαρίσης Γαβριήλ, τον οποίο είχε υποχρεώσει ο Αλή πασάς να περιέλθει τις ταραγμένες περιοχές με σκοπό να συστήσει στους δυσαρεστημένους να μη δράσουν.»

Βλέποντας την άσχημη κατάσταση ο Ευθύμιος Βλαχάβας ξεκίνησε στις 6 Μαΐου για την περιοχή του Ολύμπου, προκειμένου να φέρει στρατιωτική βοήθεια, αφήνοντας ως αρχηγό στο πόδι του τον αδερφό του Δημήτριο.

1808.05.07: Ο Μουχτάρ πασάς εναντίον των επαναστατών

Ο Αλή πασάς είχε αναθέσει την αρχηγία του οθωμανικού εκστρατευτικού εναντίον του Βλαχάβα σώματος στον γιο του Μουχτάρ. Κι αυτός ο τελευταίος με 5.000 στρατό έφτασε με αναγκαστική νυχθήμερη πορεία στις 7 Μαΐου στο Μέτσοβο και με τη βοήθεια του Ιωάννη Δεληγιάννη, που ήξερε καλά τα περάσματα και την συντομότερη οδό, πορεύτηκε προς την Καλαμπάκα, ενώ άλλα τμήματα, χωρίς να εμποδιστούν από τον Ευθύμιο Στορνάρη, πέρασαν από τα στενά των Καλαριτών. Η βιασύνη τους οφειλόταν στην προσπάθεια να πετύχουν ανοργάνωτους και χωρισμένους σε τμήματα τους επαναστάτες και χωρίς να έχει φτάσει οποιαδήποτε γι’ αυτούς επικουρία ή συνδρομή.

1808.05.08: Μάχη σε Καστράκι και Καλαμπάκα

Το Καστράκι στα 1937, σε φωτογραφία του του Γερμανού φωτογράφου Herbert List.

Από το πρωί της 8ης Μαΐου άρχισε λυσσώδης μάχη μεταξύ των επαναστατών, των δυνάμεων που ο Μουχτάρ έφερε από την Ήπειρο και των δυνάμεων που διέθεταν οι Τούρκοι στο Σαντζάκι των Τρικάλων. Στην αρχή οι επαναστάτες, οι δυνάμεις των οποίων μάλλον δεν πρόλαβαν να ενωθούν όλες μαζί και ν’ αντιμετωπίσουν από κοινού τον κίνδυνο, αντέταξαν σθεναρή αντίσταση, ιδίως στην περιοχή του Καστρακίου, και μάλιστα ο Μουχτάρ πασάς με το ξίφος του στα χέρια εμπόδιζε την υποχώρηση των Τουρκαλβανών στρατιωτών του.

Μετά όμως από πολύωρη, κοπιαστική και εξαντλητική μάχη, και καθώς τα πολεμοφόδια των Βλαχαβαίων τελείωναν, οι Τουρκαλβανοί, με διακριθέντες στη μάχη τον Τάρε Βασιάρη, τον Ισούφη, τον Βελή μπέη και τον Μπεκίραγα, άρχισαν να επικρατούν. «Η μάχη κράτησε ως το βράδυ. Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν πάνω από 200 νεκροί και τραυματίες. Όσοι γλύτωσαν έφυγαν προς τα Χάσια, την περιοχή των Μπλαχαβαίων. Ο Τάρες, αφού καταδίωξε τους αντιπάλους, μπαίνει στην Καλαμπάκα. Εκεί με την βοήθεια μερικών Βλάχων κτίζει ένα μετερίζι και ξαναρχίζει την άλλη μέρα τον πόλεμο χωρίς βοήθεια. Και όταν είδε πως οι Έλληνες πλησιάζουν πολυάριθμοι, έκανε έξοδο και έφτασε πάλι στο Καστράκι

Τότε «ὁ Θοδωράκης ὁρμήσας ξιφήρης κατεπάνω τοῦ πλήθους καὶ διασχίζων τὰ στίφη, ἄλλοι ἐκ τῶν συντρόφων του πεσόντες αἰχμάλωτοι, ἄλλοι φονευθέντες εἰς τὸν τόπον, ἄλλοι σωθέντες· ἐξελθόντες τῆς συμπλοκῆς, ἐφονεύθη καὶ ὁ Θοδωράκης μείνας εἰς τὸν τόπον ἐν τῷ μέσῳ τοῦ στρατοπέδου, καὶ γνωρισθεὶς τὴν αὐγὴν μεταξὺ τῶν ἄλλων κυλιμένος εἰς τὸ αἷμα καὶ μὲ τὸ σπαθὶ εἰς τὰς χεῖρας, κατέπεσεν καὶ ἡ ἰδέα τοῦ κινήματος λοιπόν.»

Σκότωμα του Θοδωράκη Βλαχάβα από τον Καραϊσκάκη (!;)

Σ’ ένα τόσκικο αληπασαλίδικο τραγούδι της εποχής, διαβάζουμε ότι ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, που πολεμούσε με τα στρατεύματα του Μουχτάρ, ήταν αυτός που σκότωσε τον αδερφό του παπα–Θύμιου, τον Θοδωράκη.

«Ὁ Καραϊσκάκης ἐλαύνων…», σε πίνακα ζωγραφικής του Γεωργίου Μαργαρίτη (Λάδι σε μουσαμά, 94 x 117 εκ., Εθνική Πινακοθήκη Αθήνας)

Αργοπορημένη άφιξη του παπα–Θύμιου

Δύο ώρες μετά το πέρας της μάχης έφθασε στην περιοχή ο παπα–Θύμιος Βλαχάβας, οδηγώντας 500 περίπου Κλεφταρματολούς από την περιοχή του Ολύμπου, χωρίς να γνωρίζει ότι το σχέδιο είχε προδοθεί κι ότι απ’ τα στενά του Ζυγού Μετσόβου, των Καλαριστών και της Πόρτας είχε περάσει πλήθος εχθρών. Μάλιστα, προς στιγμήν τού φάνηκε πως το εχθρικό εκείνο στράτευμα ήταν το επικουρικό στράτευμα που ανέμεναν οι Έλληνες από την Αγία Μαύρα.

Διαπιστώνοντας όμως ότι επρόκειτο για σώμα Τουρκαλβανών, που όλο και πύκνωναν οι τάξεις του, καθώς κατέφθαναν συνεχώς κι άλλες επικουρίες και είχε ήδη φθάσει στις 10.000 περίπου, αντιλαμβανόμενος κι ότι τα αδέρφια του είχαν σκοτωθεί καθώς και μεγάλο μέρος των Ελλήνων Κλεφταρματολών, ενώ οι υπόλοιποι είχαν φύγει προς την περιοχή των Χασίων, αποφάσισε να μην δώσει μάχη και πιεζόμενος αποχώρησε προς τον Όλυμπο, θρηνώντας για την απώλεια τόσων συγγενών και καταρώμενος τους προδότες.

Καταφυγή του Βλαχάβα στη θάλασσα

Στη συνέχεια ο Μουχτάρ πασάς άρχισε να τρομοκρατεί τον πληθυσμό σε όλο τον θεσσαλικό κάμπο σφάζοντας και κάνοντας ωμότητες. Ο Βλαχάβας τότε παρήγγειλε στους προκρίτους να σπεύσουν να προσκυνήσουν, ζητώντας έλεος, ενώ στους Κλεφταρματολούς να πάρουν τις οικογένειές τους και να αποτραβηχτούν προς τον Όλυμπο, όπως έκανε και ο ίδιος.

Το κάστρο της Σκιάθου

Ο Μουχτάρ όμως επέμενε να τους καταδιώκει και να σκοτώνει αθώους, για να τους αναγκάσει να παραδοθούν. Έτσι οι Κλεφταρματολοί κατέφυγαν στις Σποράδες. «Η είδηση ότι τα στενά του Μετσόβου είχαν αφεθεί ελεύθερα και ότι πλήθη Αλβανών είχαν επιτεθεί εναντίον του Θεοδωράκη Μπλαχάβα και των ανδρών του έκαμε τους άλλους Έλληνες οπλοφόρους, που δεν είχαν προλάβει να πάρουν μέρος στον αγώνα (ανάμεσα σ’ αυτούς και τον ίδιο τον Ευθύμιο Μπλαχάβα), να υποχωρήσουν προς τον Όλυμπο, και από εκεί να διαπεραιωθούν στα γνωστά άσυλά τους, στη Σκιάθο, Σκόπελο και Σκύρο. Με τα νησιά αυτά ως ορμητήρια και με τα καράβια τους άρχισαν και πάλι τις καταδρομές τους στο Αιγαίο

Παλαιός χάρτης Σκιάθου και Σκοπέλου

Προσπάθειες Αλή πασά για σύλληψη του παπα–Θύμιου

Ο στολίσκος τού Βλαχάβα, ο οποίος κατόρθωσε να συνασπίσει μαζί του πολλούς καταδιωκόμενους Κλέφτες, για καιρό ταλαιπωρούσε τον σουλτανικό στόλο στα θεσσαλικά παράλια και στο βόρειο Αιγαίο, έχοντας ως ορμητήριο τις Σποράδες ή το Άγιο Όρος.

Ο Αλής από τη μεριά του, αφού έκανε διάφορες βιαιοπραγίες στη Θεσσαλία και συνέλαβε πολλούς Μετεωρίτες, Καλαμπακιώτες και άλλους Θεσσαλούς, στην προσπάθειά του να συλλάβει τον Βλαχάβα, κήρυξε πλήρη αμνηστία.

Αλλά και η Υψηλή Πύλη, βλέποντας τις ζημιές που προξενούνταν στον σουλτανικό στόλο, χορήγησε κι αυτή με σουλτανικό φιρμάνι αμνηστία στους επαναστάτες και ανάγκασε τον πατριάρχη Γρηγόριο Εʹ να γράψει σχετικά παραινετικά γράμματα προς τους επαναστάτες και ειδικότερα στον Βλαχάβα για παράδοση.

Πατριάρχης Γρηγόριος Εʹ

1809.06 ή 07: «Προσκύνημα» παπα–Θύμιου Βλαχάβα

Την ίδια περίπου περίοδο, καλοκαίρι του 1809, ο παπα–Θύμιος Βλαχάβας, βλέποντας ότι η κατάσταση ήταν αδιέξοδη κι ότι άλλοι αρματολοί ξανακέρδισαν χάρη στην αμνηστία τα αρματολίκια τους εμπιστεύτηκε περισσότερο τον αρχιναύαρχο (καπουδάν πασά) του τουρκικού στόλου και παραδόθηκε σ’ αυτόν, με την προοπτική να τον μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολη, όπου με τη βοήθεια του Πατριάρχη και διαφόρων οθωμανών που τηρούσαν εχθρική στάση προς τον Αλή πασά έλπιζε να αθωωθεί και ίσως να ξανακερδίσει κι αυτός το αρματολίκι του.

Όμως ο καπουδάν πασάς, μόλις είχε στα χέρια του τον Βλαχάβα «με την οικογένειά του, τους γιους του Γεωργάκη και Κωνσταντίνο και τα ανίψια του Αθανάσιο και Νικόλαο», τους μετέφερε στο Βόλο κι από κει εν πομπή και παρατάξει στα Ιωάννινα, παραδίδοντάς τους στον Αλή πασά.

1809.08–10: Ο Ευθύμιος Βλαχάβας στα Ιωάννινα, το τέλος

Ο Βλαχάβας και όσοι από την οικογένειά του είχαν συλληφθεί οδηγήθηκαν σιδηροδέσμιοι με επίσημο και πανηγυρικό τρόπο (ἐν πομπῇ) στην έδρα του Αλή πασά, στα Ιωάννινα. Εκεί, στην αυλή του σαραγιού, δέθηκε ο παπα–Θύμιος σε πάσσαλο και για δύο ημέρες υπέφερε τις ύβρεις, τους προπηλακισμούς και τους κολαφισμούς του φανατικού όχλου, έχοντας παρόμοια τύχη μ’ εκείνη του επίσης κληρικού Διονυσίου Βʹ του Φιλοσόφου, μητροπολίτη Λαρίσης (με έδρα τα Τρίκαλα), διακόσια περίπου χρόνια πιο πριν.

«Το μεγάλο έγκλημα του επαναστάτη παπά, στα μάτια του Αλή, ήταν η αλληλογραφία που είπαν ότι ανακαλύφθηκε ανάμεσα σ’ αυτόν και στους Ρώσους, στην Κέρκυρα, η οποία μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρή επανάσταση· αυτό, διότι πολλοί Έλληνες εκείνη την περίοδο, ανεξαρτήτως της προηγούμενης εμπειρίας, βρήκαν νέες ελπίδες απελευθέρωσης από τον οθωμανικό ζυγό, με την ευκαιρία του ρωσοτουρκικού πολέμου και την παρουσία των Ρώσων στα Εφτάνησα.»

«Δεν υπήρχε λοιπόν έλεος για τον Ευθύμιο. Στους τρεις μήνες που έμεινε εγκάθειρκτος βασανίστηκε για να αποκαλύψει ποιος τον υποκίνησε και ποιοι ήταν οι συνεργάτες του, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Τέλος, τον περασμένο Οκτώβριο, θανατώθηκε και τα τέσσερα κομμάτια του κορμιού του κρεμάστηκαν στα πλατάνια που βρίσκονται μπροστά στα Γιάννενα.»

Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, Αθήνα. Έργο του χαράκτη και γλύπτη Vincenzo Gajassi, από το έργο του Storia della Grecia moderna dal 1803 al 1832, 1833.

«Οι ραγιάδες με βουρκωμένη την ψυχή, αμίλητοι και πνίγοντας τα δάκρυά τους στάθηκαν και κοιτούσαν τον θεριόψυχο αρματολό, καθώς περνούσε με το κεφάλι ψηλά, βαδίζοντας κατά το σαράι. Τα μαλλιά του χύνονταν λευκός αφρισμένος καταρράχτης στη ράχη του και τα γένια του κατέβαιναν στο στήθος του διχαλωτά, σαν των αγίων στο τέμπλο της εκκλησίας. Τα μάτια του, ήμερα και άτρομα, αναζητούσαν τα μάτια των ραγιάδων, για να τους εγκαρδιώσει· και στα χείλη του πλανιόταν ένα υπερκόσμιο χαμόγελο. Έμοιαζε σαν προφήτης μιας καινούργιας “θεότητας”, που ρίζωσε αιματοποτισμένη κι ανθούσε στα ιερά χώματα των Ελλήνων: “της λευτεριάς”».

Στις αρχές Οκτωβρίου 1809 ο «συνοδοιπόρος του Byron κατά τις περιηγήσεις στην Ελλάδα» και αρχαιολάτρης Τζων Καμ Χόμπχαουζ (John Cam Hobhouse) μαζί με τον Λόρδο Βύρωνα (George Gordon Byron) έφτασαν στα Ιωάννινα. «Το πρώτο που είδαν οι δυο Άγγλοι περιηγητές μπαίνοντας στην πόλη, ήταν ένα ανθρώπινο χέρι με τη σπάλα του που κρεμόταν από τα κλαδιά ενός δέντρου. Από μακριά φαινόταν κρέας για πούλημα, γιατί το δέντρο βρισκόταν απέναντι ακριβώς από ένα χασάπικο. Ήταν ένα κομμάτι από το σώμα κάποιου Κλέφτη που αποκεφαλίσθηκε πριν πέντε μέρες. Λιανίστηκε στα τέσσερα και τα κομμάτια κρεμάστηκαν σε διάφορα σημεία της πολιτείας

Διήγηση περιηγητή Πουκεβίλ για το τέλος του Βλαχάβα

«Ὁ Πουκβίλλ, πρόξενος τότε τῆς Γαλλίας παρὰ τῷ Ἀλῇ, ἐξιστορεῖ οὕτω τὰς τελευταίας στιγμὰς τοῦ ἐθνομάρτυρος: Προσδεδεμένον ἐπὶ πασσάλου ἐν τῇ αὐλῇ τοῦ σεραγίου ἐπανεῖδον τὸν Εὐθύμιον Βλαχάβαν, τὸν ὁποῖον ἄλλοτε συνήντησα μετὰ τῶν στρατιωτῶν του ἐν τῷ Πίνδῳ. Αἱ ἀκτῖνες φλογεροῦ ἡλίου προσέβαλλον τὴν ἀγέρωχον ἐκείνην κεφαλήν, ἥτις τοῦ θανάτου κατεφρόνει, καὶ ἄφθονος ἱδρὼς ἔῤῥεεν ἀπὸ τῆς πυκνῆς αὐτοῦ γενειάδος. Ἐγνώριζε τὴν τύχην του, καὶ μᾶλλον ἀτάραχος τοῦ μελετῶντος τὴν σφαγήν του τυράννου, ὕψωσε πρὸς ἐμὲ τοὺς πλήρεις γαλήνης ὀφθαλμούς του, ὡς νὰ μ’ ἐλάμβανε μάρτυρα τοῦ κατὰ τὴν ἐσχάτην ἐκείνην ὥραν θριάμβου του. Μετὰ τῆς γαλήνης τοῦ δικαίου εἶδε τὴν τόσον τρομερὰν διὰ τὸν κακοῦργον ὥραν ἐκείνην ἐγγίζουσαν· ᾐσθάνθη, ἄνευ τρόμου καὶ παραπόνου, τὰ κτυπήματα τῶν δημίων· τὰ δὲ μέλη αὐτοῦ συρθέντα διὰ μέσου τῶν ὁδῶν τῶν Ἰωαννίνων, ἔδειξαν εἰς τοὺς ἐντρόμους Ἕλληνας τὰ λείψανα τοῦ τελευταίου τῶν ἀρχηγῶν τῆς Θεσσαλίας. Φεῦ! Τόσον ἔνδοξος τελευτὴ ἔφερε τὴν κηλῖδα ἐγκλήματος ἀνταρσίας, παρασυράσης τοσούτους ἀθώους εἰς τὸν τάφον; Ἄδυτοι τῆς προνοίας βουλαί, πάντοτε ἐρμηνεύεσθε διὰ θαυμασίων συγχεόντων τοὺς συνήθεις ὑπολογισμοὺς τῆς ἀνθρωπίνου διανοίας!»

Συνέπειες από το βλαχάβειο επαναστατικό κίνημα

Η επαναστατική προσπάθεια του παπα–Θύμιου άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της σε πολλούς τομείς και για πολλά χρόνια έκτοτε, τόσο στην περιοχή που εκδηλώθηκε όσο και ευρύτερα στον ελληνικό χώρο.

Τα ερείπια της μονής του Αγίου Δημητρίου όπως σώζονται. Φωτογραφία Σπυρίδωνος Βλιώρα, 19.08.2014.

«Η απλοϊκή και γεμάτη ειλικρίνεια και ζεστασιά αλλά και πόνο ψυχής ενθύμηση του ολιγογράμματου Βαρλααμίτη ιερομονάχου παπα–Χρύσανθου, γραμμένη στην τοπική διάλεκτο, στα φύλλα 223v και 224r του κώδικα 106 της μονής Βαρλαάμ, δίνει ζωντανή και παραστατική εικόνα των δραματικών αλλά και ηρωικών εκείνων γεγονότων.»

«1809. Χρυσάνθου μοναχοῦ, Τρικαλινοῦ. Κάμω <θύμηση> ἐγὼ ὁ Χρύσανθος πὼς ἔπιασε ὁ καπιτὰν πασιᾶς τὸν παπα–Θύμιο Πλαχάβα καὶ ἔστειλε εἰς τὰ Ἰωάννινα στὸν βεζίρη καὶ τὸν ἔκαμε τζιρέκια7 τέσσερα· καὶ τοὺς δικούς του τοὺς ἐπῆρε τὸ τοβλέτι μέσα. Ἔπιασαν μὲ τοὺς Ἀρβανῖτες πόλεμον εἰς τὸ Καστράκι, 1808.» Και στο φύλλο 224r του ίδιου κώδικος ο μοναχός Χρύσανθος σημειώνει το τέλος της ενθύμησης: «Καὶ τελειώνοντας ὁ πόλεμος ἔστειλε ὁ βεζίρης καὶ ἐβούλωσε τὰ μοναστήρια καὶ ἐπῆρε καὶ τοὺς γούμενους ἀπάνω εἰς τὰ Ἰωάννινα ἕως τὴν σήμερον ἡμέρα.»

Μια πρώτη αντίδραση του Αλή πασά στην περιοχή μας ήταν η καταστροφή της μετεωρίτικης μονής του Αγίου Δημητρίου και η σύλληψη μετεωριτών μοναχών κι άλλων κατοίκων της περιοχής που μετείχαν στις επαναστατικές κινήσεις ή υπήρξαν αρωγοί. Κάποιοι απ’ αυτούς σκοτώθηκαν ή πέθαναν από τα βασανιστήρια, όπως για παράδειγμα ο προεστός της περιοχής Γιαννάκης Καλαμπάκας, ο οποίος ζούσε στις 15.11.1805 που επισκέφτηκε την Καλαμπάκα ο Martin William Leake, όμως είχε ήδη πεθάνει στις 24.11.1809 που ξαναπέρασε από την πόλη ο ίδιος Άγγλος περιηγητής: «Η Καλαμπάκα υπέφερε πάρα πολύ, τελευταία, από τα καμώματα του τελευταίου προεστού Γιαννάκη, που έκτισε ένα εξαίσιο αρχοντικό με τα έσοδα των λεηλασιών του και τελείωσε τη ζωή του στη φυλακή των Ιωαννίνων».

Το αρχοντικό του πέρασε στην κατοχή τού γιου τού Αλή, του Βελή πασά, όπως διαπίστωσε στα 1813 που επισκέφθηκε την πόλη ο Άγγλος γιατρός και περιηγητής σερ Ερρίκος Χόλλαντ: «Η μικρή πόλη της Καλαμπάκας που έχει περί τα 200 σπίτια8 είναι χτισμένη ακριβώς κάτω από τον ψηλότερο από τους μοναδικούς αυτούς βράχους, ο οποίος δεσπόζει πάνω από την πόλη και τους κατοίκους της. Το μεγαλύτερο κτήριο και το μόνο με υποφερτή εμφάνιση είναι ένα σπίτι που ανήκει στον Βελή Πασά

Σε πρώτο πλάνο το αρχοντικό, φωτογραφημένο πριν την καταστροφή του το 1943, από τη μικρή Αγιά. Στο βάθος ο λόφος του προφητη‑Ηλία, ο Πηνειός και ο Κόζιακας.

Επίλογος

Παρά τις προφανείς οδυνηρές της συνέπειες, η ήττα της βλαχάβειας επαναστατικής προσπάθειας επηρέασε μακροπρόθεσμα και θετικά την απελευθερωτική προσπάθεια των Ελλήνων. Ο παπα–Θύμιος, κατά τον Πουκεβίλ, συμβούλεψε σωστά: «Γινώσκω τὴν ἀπιστίαν τῶν Τούρκων, φυλάξατε τοὺς βραχίονάς σας δι’ εὐτυχεστέρους χρόνους, φύγετε». Και πράγματι διδάχθηκαν από τα λάθη που έγιναν, «δὲν ἀπεθαρρύνθησαν, ἀλλὰ μᾶλλον ἐπωφελήθησαν οἱ Ἕλληνες διορθώσαντες τὰς ἐλλείψεις των.» Πολλοί επιφανείς κάτοικοι της περιοχής, ανάμεσά τους και Βλαχαβαίοι μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία και προσπάθησαν πιο οργανωμένα να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό. «(Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος) συνεννοηθεὶς μετὰ τοῦ πατρός του ἐκατήχησε δι’ αὐτοῦ καὶ τοὺς καπιταναίους Νικολὸ Στορνάρην, Γρηγόριον Λιακατᾶν, Νάσιον Μάνδαλον, Βλαχάβαν καὶ Σταμούλην Γάτσιον

«Ο παπα–Θύμιος, μετά τον μαρτυρικό του θάνατο, απέκτησε την αίγλη του προδρόμου της επανάστασης του 1821 κι η μορφή του παραμένει στην ιστορία μας παραδειγματική. Θεωρείται, εξάλλου λαϊκός αγωνιστής με στόχους κοινωνικούς, στον βαθμό που η επανάστασή του στρέφονταν και κατά της καταπίεσης και των αυθαιρεσιών της διοίκησης του πασαλικιού των Ιωαννίνων που βρισκόταν τότε στην ακμή του.

Πέρα όμως από την συμβολική αυτή πτυχή που έχει η εξέγερση των αδελφών Βλαχάβα, η ακριβής διάσταση του επαναστατικού τολμήματος των Βλαχαβαίων δεν είχε μέχρι τώρα διαλευκανθεί. Επρόκειτο για τοπικό ξέσπασμα μερικών αρματολών και κλεφτών που θέλησαν, κατά κάποιο τρόπο, να συνεχίσουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Ολυμπίων οπλαρχηγών και του Νικοτσάρα (1807) ή για κάποιο ευρύτερο επαναστατικό σχέδιο που θα ταίριαζε καλύτερα στην υστεροφημία του παπα–Θύμιου. Ήδη, από τις αναφορές του Αρχείου του Αλή Πασά διαπιστώνουμε ότι οι εξεγερμένοι κάλυπταν, όπως είπαμε, μια γεωγραφική περιοχή από τα ορεινά της Καλαμπάκας μέχρι τα παράλια του Πλαταμώνα. Πιστεύουμε ότι η ζώνη αυτή ήταν πολύ εκτεταμένη για τις δυνάμεις που διέθεταν οι τοπικοί κλεφταρματολοί, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αντιμετωπίζουν μια οργανωμένη αντεπίθεση μεγάλης στρατιωτική δύναμης.»

Προτομές και οδοί παπα–Θύμιου Βλαχάβα

Το άγαλμα του παπα–Θύμιου Βλαχάβα σε πλάτωμα απέναντι από τις μονές του Αγίου Δημητρίου και της Υπαπαντής

Σε διάφορα σημεία της περιοχής μας στήθηκαν προτομές ή ανδριάντες του παπα–Θύμιου Βλαχάβα: το 1955 στην πλατεία Αμερικανών στα Τρίκαλα, έργο του Τρικαλινού καλλιτέχνη Μενέλαου Καταφυγιώτη, το 1962 στην πλατεία Ρήγα Φεραίου της Καλαμπάκας με πρωτοβουλία του Διδασκαλικού Συλλόγου Καλαμπάκας, στις 27.05.1990 στο υψίπεδο βορειοανατολικά της κατεστραμμένης μονής του Αγίου Δημητρίου και σε απόσταση 160 μέτρων απ’ αυτή με πρωτοβουλία του —τότε— μεγαλομετεωρίτη ηγουμένου Αθανασίου, έργο του γλύπτη Ευθυμίου Καλεβρά, με εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα με σχετικό επίγραμμα, σε πλατεία του χωριού Βλαχάβα κ.α. Πολλοί οδοί επίσης σε Καλαμπάκα, Τρίκαλα, Ιωάννινα, Πάτρα κ.α. έχουν ονομαστεί έτσι προς τιμήν του παπα–Θύμιου.

Προτομή στην πλατεία Ρήγα Φεραίου στην Καλαμπάκα

Υποσημειώσεις

1 Στη θεση 39°53'21.4"N 21°38'46.9"E και σε υψόμετρο 520 μ. Κάποιες πηγές αναφέρουν τη Σμόλια ή την Βλαχάβα ως τόπο γέννησής του.

2 Βλιώρας 2020 (οικισμοί), 63.

3 Η λέξη ως προερχόμενη από την τουρκική karanfil (γαρίφαλο, λόγω του σχήματος της κάννης ή των διακοσμητικών μοτίβων που έφερε το καριοφίλι) κανονικά γράφεται με –ι– κι ένα –λ–. Βέβαια η τουρκική λέξη ετυμολογείται από την οθωμανική τουρκική قرنفل (karanfil) κι αυτή με τη σειρά της από την αραβική قَرَنْفِل (qaranfil), που ανάγεται στην ελληνιστική κοινή καρυόφυλλο (αρχαία ελληνική κάρυον + φύλλον), οπότε είναι αντιδάνειο και θα δικαιολογούταν και η γραφή με –υ– και –λλ–. Ο Μπαμπινιώτης 2010 (Ετυμολογικό), 635, το ετυμολογεί «από συγχώνευση σε μία λέξη του ιταλικού εμπορικού σήματος Carlo e figli «Κάρολος και υιοί», την οποία έφερε εργοστάσιο όπλων στις αρχές τού 19ου αιώνα», και το γράφει καριοφίλι. Τα ίδια λέει κι ο Σάθας 1865 (ιζ), 11: «Ὠνομάσθησαν οὕτω τὰ τουφέκια, ὡς προερχόμενα ἐκ τοῦ ἐν Ἑνετίᾳ ὁπλοποιείου ὑπὸ τὴν ἐπωνυμίαν Carlo Filio (Καρόλου υἱοῦ) καὶ οὐχὶ διότι εἶχον ἐζωγραφισμένον καρυόφυλλον, ὡς ἐσφαλμένως παρεδέχθη». Όμως δεν έχει βρεθεί ιταλικό εργοστάσιο όπλων ή οπλοποιείο με τέτοιο όνομα!

4 Η αναφορά σε Αγία Μαύρα ξένιζε και ξενίζει τους Καλαμπακιώτες, γι’ αυτό και πολλοί διορθώνουν την Αγία Μαύρα σε Αγία Λαύρα. Κι όμως το τραγούδι, όπως και άλλα απ’ τα λεγόμενα «Πασχαλιάτικα τραγούδια» (π.χ. ο γνωστός παπα–Γιώργης), αναφέρεται στον παπα–Θύμιο Βλαχάβα και την επανάστασή του, που μεγίστη εντύπωση προκάλεσε και καθοριστικές συνέπειες είχε για την περιοχή της Καλαμπάκας.

Ο αρματολός Βλαχάβας με το καριοφίλι του παρακολουθεί τη σύσκεψη των Κλεφταρματολών στην Αγία Μαύρα και με το τραγούδι το δηλώνει και το διαλαλεί, γιατί καλεί κι άλλους, όπως τον προεστό Γιαννάκη Καλαμπάκα και τον αρματολό Νάσιο Μάνταλο για παράδειγμα, που καταγράφονται γραπτώς και ρητά σε σχέδιο που εξυφαινόταν για επανάσταση ενός ευρέος τμήματος του ελληνικού χώρου και το οποίο θα δούμε αναλυτικά παρακάτω.

Συγκαλυμμένα όμως το τραγούδι γίνεται επιφανειακά ερωτικό, της αγάπης, υποδόρια όμως αναφέρεται στον πόθο της ελευθερίας, που είναι γλυκός σαν μέλι, γάλα και δροσερό σταφύλι!

Δηλώνει ακόμη ο αρματολός Βλαχάβας ότι τώρα που θα μετάσχει στην επικείμενη επανάσταση, και ενδεχομένως θα σκοτώσει, θα του είναι δύσκολο έως αδύνατο να ιερουργεί με το πετραχήλι του και να μετέχει στα μυστήρια της εκκλησίας.

5 «Δεν χτύπησαν Τούρκους οι επαναστάτες. Σ’ αυτό το σημείο ο πάντοτε προσεχτικός και ακριβολόγος Leake δεν φαίνεται καλά πληροφορημένος. Η εξέγερση στρεφόταν εναντίον των Αλβανών δερβεναγάδων του Αλή και των σουμπασήδων των τουρκικών τσιφλικιών που καταπίεζαν τους ελληνικούς πληθυσμούς.» Σιμόπουλος, Ταξιδιώτες Γ₁, 504–505 (υποσημείωση 1)

6 Η οποία βέβαια έχει αρκετά λάθη!

7 Τζιρέκι ή τσιρέκι (< τουρκική çeyrek (τέταρτο) < περσική چارک (ĉârak: τέταρτο) σημαίνει (το ένα) τέταρτο (¼) και κατ’ επέκταση κομμάτι· σημαίνει ακόμα και υποδιαίρεση της τουρκικής λίρας.

8 200 Χ 5 = 1000 κάτοικοι;