Από τον Ορφανοϊωάννη του 14ου αιώνα στον Αρφαντογιάννη τού σήμερα. Η «κεφαλή» Σταγών Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης. (περίληψη)

Του φιλολόγου Σπυρίδωνος Βλιώρα

Για την πλήρη μελέτη με τις παραπομπές, τους χάρτες και τις εικόνες επισκεφθείτε την διεύθυνση www.academia.edu/87347191 ή www.vlioras.gr.

Βορειοδυτικά της Καλαμπάκας, στη θέση 39.7107038, 21.6204574, ανάμεσα από τους βράχους Μπάντοβα και Αμπάρια, βρίσκεται ένας μακρόστενος βράχος (80 Χ 17 μέτρων) με κατεύθυνση από τα βορειοανατολικά προς τα νοτιοδυτικά. Πρόκειται για το βράχο με το όνομα Αρφαντογιάννης ή Αλφαντογιάννης.1

Το όνομα του βραχωνυμίου θα μπορούσε να προέρχεται από το ανθρωπωνύμιο Αρβανιτογιάννης, όπως για παράδειγμα λεγόταν ο αρματολός της Λιβαδιάς στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Ἀρβανιτόγιαννος, όπως τον αναφέρει ο Κασομούλης, ο οποίος είχε ως πρωτοπαλίκαρά του τον Αθανάσιο Διάκο και τον Γιάννη Γκούρα.

Θα μπορούσε δηλαδή να ζει στο Καστράκι ή στην Καλαμπάκα κάποιος Γιάννης με αρβανίτικη ή αρβαντοβλάχικη καταγωγή, κι επειδή θα έκανε συχνά τη διαδρομή από το μονοπάτι που ένωνε Καλαμπάκα και Καστράκι από τη χαράδρα αυτή μεταξύ των βράχων Μπάντοβα και Αμπάρια θα έδωσε τ’ όνομά του.

Μπορεί επίσης να ήταν κάποιος Αρβανιτογιάννης / Ἀρβανιτόγιαννος που πολέμησε (κοντά) στο σημείο εκείνο, στην περίοδο της βλαχάβειας επανάστασης ή άλλοτε, όπως για παράδειγμα ο Κλεφτογιώργης, που έδωσε τ’ όνομά του στα δύο βραχωνύμια νοτίως του Αρφαντογιάννη.

Μας φαίνεται όμως πιθανότερο το βραχωνύμιο Αρφαντογιάννης να προέρχεται από έναν Σταγινό (Καλαμπακιώτη) τού 14ου αιώνα, τον Θεόδωρο Ορφανοϊωάννη.

Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης

Στα μέσα περίπου του 14ου αιώνα μ.Χ. «κεφαλή» του κάστρου / της τειχισμένης πόλης των Σταγών ήταν ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης.

Κεφαλή

Ο τίτλος «κεφαλή», που αντικατέστησε σταδιακά από τον 13ο αιώνα τον τίτλο του δούκα, χωρίς όμως να γίνει και επίσημος τίτλος της βυζαντινής αυλικής ιεραρχίας, δηλώνει τον ανώτατο λειτουργό της επαρχιακής διοίκησης, ενώ κατά τον 14ο αιώνα ο φέρων τον τίτλο της κεφαλής κατείχε την πολιτική και στρατιωτική αρχή της επαρχιακής διοικητικής ενότητας του «κατεπανικίου» και σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως του Ορφανοϊωάννη, την πολιτική και στρατιωτική αρχή ενός κάστρου.

Εκτός από την πολιτική και στρατιωτική εξουσία, η κεφαλή είχε, μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα που διήρκεσε ο θεσμός, ενίοτε και τη δικαστική εξουσία.

1333–1336: Ορισμός Ορφανοϊωάννη ως κεφαλής στο κάστρο Σταγών

Στα 1333 ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γʹ Παλαιολόγος, μετά τον θάνατο του Στέφανου Γαβριηλόπουλου, «διέταξε τον διοικητή της Θεσσαλονίκης Μιχαήλ Μονομάχο να οδηγήσει τα αυτοκρατορικά στρατεύματά του στη Θεσσαλία. Ο αυτοκράτορας έφθασε εκεί σύντομα και μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων οι θεσσαλικές πόλεις, μέχρι τα καταλανικά σύνορα στο νότο, απαλλάχθηκαν από την ηπειρωτική φρουρά και αποδόθηκαν στο Βυζάντιο.»

Την ίδια χρονιά επισκέφθηκε τα Τρίκαλα —και μάλλον και τους Σταγούς / Καλαμπάκα— ο ίδιος ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γʹ, αποκαθιστώντας την βυζαντινή κυριαρχία σε όλη τη Θεσσαλία.

Τον Μάρτιο του 1336 ο Ανδρόνικος Γʹ Παλαιολόγος «ἀπέλυσε» αρκετά χρυσόβουλα ευεργετικά για την περιοχή: υπέρ της Επισκοπῆς Σταγών, υπέρ της μονής Παναγίας Ελεούσας Λυκουσάδας, υπέρ της μονής του Αγίου Γεωργίου των Ζαβλαντίων, υπέρ της μονής Θεοτόκου της Ακαταμαχήτου των Μεγάλων Πυλών και ενδεχομένως υπέρ της μονής Ολυμπιώτισσας.

Στα πλαίσια της διοικητικής αναδιοργάνωσης και της αποκατάστασης της βυζαντινής κυριαρχίας στη Θεσσαλία, την περίοδο αυτή (1333–1336) πρέπει να τοποθετήθηκε κεφαλή του κάστρου των Σταγών ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης. Πράγμα που σημαίνει πως πρέπει να είχε γεννηθεί στα τέλη τού 13ου ή στις αρχές τού 14ου αιώνα.

1340.06: Γράμμα Λαρίσης Ἀντωνίου υπέρ Καλογεριανής, μετοχίου Ζαβλαντίων

Την πρώτη αναφορά στον Θεόδωρο Ορφανοϊωάννη την βρίσκουμε τον Ιούνιο του 1340, σε «γράμμα τοῦ Λαρίσης Ἀντωνίου ἐν σχέσει πρὸς τὰ δίκαια τῆς μονῆς τῆς Θεοτόκου τῆς ἐπικεκλημένης Καλογεριανῆς, μετοχίου τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Ζαβλαντίων».

Το έγγραφο —που αναφέρει πληθώρα τοπωνυμίων, περιλαμβάνει αρκετά χρονικά επίπεδα και του οποίου ετοιμάζουμε μια εκτενή παρουσίαση— αφορά τη διευθέτηση μιας διαμάχης για κατοχή και καταπάτηση κτημάτων ανάμεσα στην μονή Καλογεριανής, μετόχι της μονής αγίου Γεωργίου Ζαβλαντίων,2 και στην οικογένεια Βοδέση, η οποία είχε ευεργετηθεί με κτήματα από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Γʹ απολαμβάνοντας την εύνοιά του. Την διαφωνία και διαμάχη ανέλαβε να διευθετήσει ο μητροπολίτης Λαρίσης Αντώνιος.

Στο έγγραφο, εκτός των πολλών άλλων, αναφέρεται και «ὁ τῆς Σαμοσάδος τόπος, οὗτινος χωρίου κληρονόμος ὁ Ὀρφανοϊωάννης». Φαίνεται λοιπόν πως ο πατέρας τού Θεόδωρου Ορφανοϊωάννη, ο οποίος μάλλον ονομαζόταν Ιωάννης και είχε μείνει σε νεαρή ηλικία ορφανός —γι’ αυτό και σε έγγραφο του 1356, όπως θα δούμε παρακάτω, η κεφαλή Σταγών ονομάζεται Θεόδωρος «τοῦ Ὀρφανοϊωάννου»—, κατείχε το χωρίον της Σαμοσάδος και το κληροδότησε στον υιό του Θεόδωρο.

Πού βρίσκεται ο ναός ο «τῆς ἐπικεκλημένης Καλογηριανῆς», μετόχι των Ζαβλαντίων, που γειτόνευε με τα χωρία Σαμοσάδα, Βοξίστα, Κλινοβίστα και Γουλήνος καθώς και με τον λόγγο του Υαλέα;

Στην αναλυτική μελέτη που ετοιμάζουμε για το έγγραφο του Ιουνίου 1340 θα αποδείξουμε ότι το μετόχι της Καλογεριανής είναι ο σημερινός ναός Αγίου Νικολάου Μεγαλοχωρίου.

«Kατὰ τὸ ἀρκτῶον (=βόρειο) μέρος» τα κτήματα της Καλογεριανής συνορεύουν με τα κτήματα της Σαμοσάδας. Η Σαμοσάδα λοιπόν, σύμφωνα με το κείμενο τού 1340, πρέπει να βρισκόταν εκεί που σήμερα βρίσκεται το χωριό Ταξιάρχες, στο οποίο υπάρχει και ο ομώνυμος ναός που «ἀνεκαινήθη ἐκ βάθρων ἐν ἔτει ͵ζρλδʹ (1625/1626)» και στον οποίο βρέθηκε «επιτύμβια στήλη από άσπρο μάρμαρο με αετωματική επίστεψη (…) που στην κύρια όψη έχει ανάγλυφη παράσταση εφίππου νέου (…) και χρονολογείται στον 4ο αιώνα π.Χ. (Μουσείο Λούβρου).»

Συνεχίζοντας να διαβάζουμε το κείμενο του εγγράφου του 1340, διαπιστώνουμε ότι προς νότον βρισκόταν η περιοχή Πτελέαι,3 και στο σημείο εκείνο συνορεύουν τα χωράφια της Καλογεριανής με το χωρίο Κλινοβίστα, δηλαδή τη σημερινή Φανερωμένη ή το —κατά την Τουρκοκρατία— Κουρμπαλί.

Να πούμε εδώ παρενθετικά πως πολλοί μελετητές μέχρι και σήμερα θεωρούν πως «τὸ πλησιάζον χωρίον τῇ τοιαύτῃ μονῇ, τὸ ἐπονομαζόμενον Κλινοβίστα» είναι το ορεινό χωριό Κλινοβός Καλαμπάκας και Καλογεριανή η γειτονική προς τον Κλινοβό Καλογριανή Καλαμπάκας. Όμως «η ήπια γεωμορφολογία της ευρύτερης περιοχής του μετοχίου της Καλογηριανής δεν συνάδει με το έντονο ορεινό ανάγλυφο της Καλαμπάκας.» Ούτε μαζεύτηκαν τόσοι μεγαλογαιοκτήμονες και μικρογαιοκτήμονες από τους γειτονικούς τόπους, για να επιβλέψουν τη διευθέτηση των συνόρων των μεγάλων μοναστηριακών και άλλων κτημάτων στην περιοχή του ορεινού Κλινοβού Καλαμπάκας.

Κατά συνέπεια θεωρούμε πως ο οικισμός karye-i Klinova, που αναφέρεται στο τουρκικό απογραφικό κατάστιχο του 1454/55 στο φύλλο 136a αναφέρεται στην Κλινοβίστα και όχι στον Κλινοβό Καλαμπάκας, που θεωρούν πολλοί μελετητές.4

Μπορεί να έχουν την ίδια ετυμολογία τα δύο χωριά (Κλινοβός και Κλινοβίστα), από την πρωτοσλαβική klȅnъ (σλαβική кле̏н / klȅn=σφένδαμος),5 δεν φαίνεται όμως να ταυτίζονται.

Συνεχίζοντας για λίγο ακόμη την παρέκβασή μας στην χωροθεσία τής γύρω από την Καλογεριανή περιοχής, μετά την περιοχή πτελέαι αρχίζει η περιοχή του Γουλήνου, τουτέστιν του σημερινού Γλίνου.6 Ενώ προς τα δυτικά βρισκόταν ο λόγγος του Υαλέα,7 κοντά στον σημερινό οικισμό Λόγγος, και (νοτιο)δυτικότερα το χωρίο Βοξίστα, που μάλλον βρισκόταν κοντά στην σημερινή Αγία Κυριακή.

Μετά από την χωροθετική αυτή παρέκβασή μας, ξαναγυρνούμε στη Σαμοσάδα (νυν Ταξιάρχες), «οὗτινος χωρίου κληρονόμος ὁ Ὀρφανοϊωάννης». Καθώς είχε και το χωρίο αυτό με την Καλογεριανή εδαφικές διαφορές, ο Ορφανοϊωάννης, δείχνοντας τον απαιτούμενο σεβασμό «τῷ καθηγουμένῳ τῆς σεβασμίας μονῆς τῶν Ζαβλαντίων (…) κὺρ Μακαρίῳ» μετέβη ο ίδιος επί τόπου «μετὰ τοῦ γαμβροῦ αὐτοῦ Κουλυδᾶ» και άλλους επισήμους και γαιοκτήμονες γειτονικών εκτάσεων και φρόντισε να τεθούν σωστά τα όρια «τῆς εἰρημένης μονῆς Καλογηριανῆς» με τα δικά του κτήματα και τους «Βοδέσας· ἀλλὰ δὴ καὶ τοὺς Ἀλβανίτας ἐπονομαζομένους.»

Κρίνοντας από την κατοχή κτηματικής περιουσίας στην περιοχή της Σαμοσάδας, 11 περίπου χιλιόμετρα ανατολικά των Τρικάλων, θα λέγαμε ότι ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης καταγόταν από εκείνη την περιοχή και δεν ήταν Σταγινός / Καλαμπακιώτης, δεν ήταν δηλαδή από την αρχή κάτοικος των Σταγών ούτε είλκε την καταγωγή του απ’ αυτούς. Ενδεχομένως, σαν πλούσιος γαιοκτήμονας που ήταν να ζούσε στα Τρίκαλα, απ’ όπου θα τον τοποθέτησε ως κεφαλή του κάστρου των Σταγών ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γʹ Παλαιολόγος.

Ίσως όμως η έδρα του να μην ήταν ούτε η Σαμοσάδα, αλλά κάποια από τις περιοχές βορειοανατολικά της Σαμοσάδος και μέχρι το Δαμάσι, που είχε ανακαταλάβει ο Ανδρόνικος Γʹ Παλαιολόγος με τον στρατό του. Θα μπορούσε δηλαδή η έδρα του (ή ίσως η έδρα του πατέρα του, Ιωάννη Ορφανού) να ήταν το κάστρο του Γριζάνου,8 κοντά στο οποίο βρίσκονται ο σημαντικός ναός του Αγίου Νικολάου του 12ου ή 13ου αιώνος (στη σημερινή Κρήνη ή Βοστίδι κατά την Τουρκοκρατία), ο ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Αχλαδοχωρίου (Βόργιανης) του 13ου αιώνος κ.ά.

Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως ένας λόφος ύψους 630 μ. δυτικά των περιοχών που αναφέραμε ονομάζεται Ορφανός, επί του οποίου βρίσκεται η «μονὴ τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου ἐπιλεγομένη τοῦ Ὀρφανοῦ», που όλως περιέργως είναι μετόχι της μονής Βαρλαάμ Μετεώρων, έχει δηλαδή σχέση με τους Σταγούς / Καλαμπάκα: «Πρὸς βόρεια τοῦ Νεοχωρίου δύο ὥρας, ἐπὶ τῆς κορυφῆς τῶν Χασίων “Ὀρφανός”, κεῖται ἱερὰ μονὴ τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου ἐπιλεγομένη τοῦ Ὀρφανοῦ, προσηρτημένη ἤδη εἰς τὴν ἱερὰν μονὴν Βαρλαὰμ τῶν Μετεώρων.»

Συνεπώς, αν ισχύουν οι παραπάνω υποθέσεις για τη σχέση του Ορφανοϊωάννη με το Γριζάνο και την γύρω περιοχή (πράγμα που χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση), ο Ιωάννης Ορφανός, πατέρας του Θεόδωρου Ορφανοϊωάννη, που ενδεχομένως είχε ως έδρα του το κάστρο του Γριζάνου, ίσως βοήθησε τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Γʹ Παλαιολόγο να καταλάβει το γειτονικό κάστρο του Δαμασίου, κι έτσι για τιμητική ανταπόδοση ο αυτοκράτωρ τοποθέτησε τον γιο του Θεόδωρο ως κεφαλή του κάστρου των Σταγών.

1348–1355: Απομάκρυνση του Ορφανοϊωάννη από τους Σταγούς

Στα 1348, αφού πέθανε εξαιτίας φοβερής επιδημίας πανώλους η «κεφαλὴ τῶν κάστρων καὶ χωρῶν Βλαχίας (=Θεσσαλίας)», ο πιγκέρνης Ιωάννης Άγγελος, και ο Σέρβος ηγεμόνας Στέφανος Δουσάν με τον στρατηγό του Γρηγόριο Πρελούμπο κατέλαβαν τη Θεσσαλία, για κάποιο διάστημα ἄρχων των Σταγών έγινε ο Σέρβος Ιερεμίας Χρανισθλάβος (Еремия Хранислав), ο οποίος πρέπει να είχε πολιτικοστρατιωτικά αλλά και εκκλησιαστικά καθήκοντα.

Η μοναδική αναφορά στον ἄρχοντα Ἰερεμία Χρανισθλάβο γίνεται σε σιγνογραφικὸν γράμμα περί τινος γῆς τοῦ Μετεώρου, με το οποίο διάφοροι κάτοικοι του Καστρακίου δήλωσαν «ενυπογράφως, ενώπιον εννέα μαρτύρων ότι παραιτούνται από οποιοδήποτε δικαίωμά τους πάνω σε μία έκταση γης, που παραχωρήθηκε από την Επισκοπή των Σταγών» «εἰς τὴν μονὴν τῆς ὑπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας τὴν ἐπικεκλημένην Μετεώρου». Η αναφορά λέει τα εξής: «Ὡς ἔρημος ἦν ὁ τόπος καὶ ἀφύλακτος, ὅμως οὖν ἐπεὶ ὡς εἴπωμεν, ἔδωκαν οἱ κληρικοὶ πάντες ὑπὸ τέλους ταύτην γῆν μετὰ γνώμης καὶ θελήσεως τοῦ τότε καιροῦ κρατοῦντος τὴν ἐπισκοπὴν ἄρχοντος Χρανισθλάβου κὺρ Ἰερεμίου.»

Κατά τη γνώμη μας το σιγνογραφικό γράμμα πρέπει να έχει terminus ante quem την αρχή της θητείας του Συμεών Ούρεση Παλαιολόγου στα 1359, καθώς αναφέρει ως ναό του Μεγάλου Μετεώρου τον πρώτο ναό της Θεοτόκου της Μετεωρίτισσας κι όχι της Μεταμορφώσεως, που άρχισε να χτίζεται μετά το 1359.

Άρα ο Ιερεμίας Χρανισθλάβος που αναφέρεται στο έγγραφο αυτό ότι τον «τότε καιρόν» ήταν ἄρχων της Επισκοπής Σταγών, δηλαδή πριν από αρκετά χρόνια, πρέπει να ηγεμόνευε την πρώτη περίοδο της Σερβοκρατίας (1348–1355), οπότε για το διάστημα αυτό ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης είχε πάψει να είναι κεφαλή των Σταγών.

1356–1359: Κεφαλή Σταγών ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης για δεύτερη φορά

Λίγο πριν από το 1355 ο Γρηγόριος Πρελούμπος «ήρθε σε συμφωνία με τις ανυπότακτες αλβανικές φυλές της Θεσσαλίας», που όμως δεν είχε μεγάλη διάρκεια. Λίγο μετά από τον ξαφνικό θάνατο του Στέφανου Δουσάν στις 20 Δεκεμβρίου του 1355, σκοτώθηκε και ο Πρελούμπος σε μια συμπλοκή Σέρβων και Αλβανών, όπως το είχε προβλέψει ο όσιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης.

Τότε βρήκε την ευκαιρία ο πρώην (1335–1338) Δεσπότης της Ηπείρου Νικηφόρος Βʹ Ορσίνι, από την Αίνο της Θράκης, όπου είχε διορισθεί διοικητής από τον πεθερό του, αυτοκράτορα Ιωάννη Ϛʹ Καντακουζηνό, να οργανώσει μία εκστρατεία εναντίον των Σέρβων της Θεσσαλίας και της Ηπείρου.

Την Άνοιξη του 1356 κατέλαβε εύκολα τη Θεσσαλία, καθώς οι Θεσσαλοί δεν αντιστάθηκαν, αλλά με χαρά αποδέχτηκαν τον εκπρόσωπο της βυζαντινής κυριαρχίας στην περιοχή. «Τοιουτοτρόπως η Θεσσαλία περιήλθεν μίαν ακόμη φοράν εις τας χείρας των Βυζαντινών, αλλά, δυστυχώς, διά μικρόν μόνον διάστημα.»

Εγκαταστάθηκε στα Τρίκαλα, διώχνοντας την χήρα του Πρελούμπου Ειρήνη και τον γιο τους Θωμά, που βρήκαν καταφύγιο στη Σερβία.

Στο διάστημα 1356–1359, που την ηγεσία της Θεσσαλίας είχε ο Νικηφόρος Βʹ, πολλοί Θεσσαλοί που διέθεταν κάποιο εκκλησιαστικό ή πολιτικό αξίωμα και είχαν εξοριστεί ή παραμεριστεί κατά τη διάρκεια της πρώτης σερβοκρατίας βρήκαν την ευκαιρία και επέστρεψαν στην πρωτεύουσα, τα Τρίκαλα, ή στις θέσεις τους σε άλλες θεσσαλικές πόλεις. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο μητροπολίτης Λαρίσης (με έδρα τα Τρίκαλα) Αντώνιος, ο οποίος είχε εκδιωχθεί στα 1348, κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη όπου ανέπτυξε ποικίλη δράση, και επέστρεψε στα 1356 στην επισκοπική του έδρα στα Τρίκαλα.

Πιστεύουμε ότι την ίδια περίοδο επέστρεψε και ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης ως κεφαλή των Σταγών. Σ’ ένα «πρόσταγμα τοῦ βασιλέως Συμεὼν Οὔρεση ἐν σχέσει πρὸς τοὺς ἀσκουμένους ἐν τοῖς σπηλαίοις τῆς σκήτεως Σταγῶν καὶ τὰ δίκαια αὐτῶν» του Μαΐου 1362 αναφέρονται τα εξής: «Ὡσαύτως καὶ τὰ σπήλαια, ἃ ἀπέσπασεν ὁ κατὰ τὸν καιρὸν αὐτὸν εὑρισκόμενος κεφαλὴ Σταγῶν, ὁ Ὀρφανοϊωάννης ἐκεῖνος, κῦρις Θεόδωρος ἀπὸ τὸν στύλον τοῦ ἀρχιμανδρίτου λεγόμενον καὶ τοῦ παπᾶ κυροῦ Νεοφύτου εἰς τὸ Πηγάδι, διορίζεται ἵνα καὶ πάλιν ἐπιστραφῶσιν εἰς τὸν στύλον.»

Σύμφωνα με το πρόσταγμα, τον καιρό που βρίσκονταν ως κεφαλή των Σταγών ο Ορφανοϊωάννης απέσπασε από την πνευματική και άλλη εποπτεία των μοναχών του Στύλου Σταγών9 κάποια σπήλαια μοναχών, του αρχιμανδρίτη Μακαρίου και του Νεοφύτου στη θέση Πηγάδιον.10

Πότε συνέβη αυτό το γεγονός και άρα ήταν και ο Ορφανοϊωάννης κεφαλή του κάστρου των Σταγών; Ο καθηγητής Ουμανιστικών Σπουδών στο ιταλικό πανεπιστήμιο Ca' Foscari της Βενετίας Antonio Rigo πιστεύει ότι η αφαίρεση αυτή συνέβη μια δεκαετία πριν από το 1362, δηλαδή στα 1352. Άρα πιστεύει πως από τότε —τουλάχιστον— ο Ορφανοϊωάννης είχε ξαναγίνει κεφαλή των Σταγών.

Γνωρίζουμε όμως πως οι Σέρβοι κατακτητές και κατά τη διάρκεια της πρώτης και κατά τη διάρκεια της δεύτερης σερβοκρατίας είχαν γενικά καλές σχέσεις με τους ομόδοξούς τους μοναχούς, τους ζητούν να προσεύχονται για τους ίδιους και τα παιδιά τους και εκδίδουν βοηθητικά προς τους μοναχούς προστάγματα.

Αυτός που ενδεχομένως δεν θα τα είχε και τόσο καλά με τους μοναχούς, γιατί θα τον επέκριναν για τις επιλογές του στην προσωπική του ζωή, να χωρίσει με τη γυναίκα του Μαρία, κόρη του αυτοκράτορα Ιωάννη Ϛʹ Καντακουζηνού, και να νυμφευτεί —για πολιτικούς λόγους— την αδελφή της χήρας του Δουσάν, ήταν ο Νικηφόρος Βʹ, ο οποίος σε ὁρκωμοτικὸ ὁρισμὸ που εξέδωσε την Άνοιξη ή το Καλοκαίρι του 1356 παραχωρεί προνόμια στην Επισκοπή Σταγών και σε διάφορους κληρικούς και λαϊκούς «μείζονές τε καὶ μικρούς», αλλά δεν αναφέρεται καθόλου στις μετεωρίτικες μονές και τους μονάζοντες σ’ αυτές.

Συνεπώς, απ’ ό,τι φαίνεται, στο διάστημα 1356–1359 κεφαλή των Σταγών ήταν για δεύτερη φορά ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης. Μάλιστα, στο διάστημα αυτό υπέγραψε με το όνομά του (Θεόδωρος, γιος του Ορφανοϊωάννου) και με τον τίτλο του (πανυπερσέβαστος και κεφαλή Σταγών) σε διαθήκη κάποιου Μανουήλ Ιωαννάκη: «Ἐγὼ Μανουήλ, ἐπὶ συνέβη μοι ἀσθένεια (…) ποιῶ τὴν παροῦσαν μου διαθήκην κατενώπιον τοῦ τε κυροῦ Μακαρίου τοῦ ἀρχιμανδρίτου καὶ τοῦ πανυπερσεβάστου καὶ κεφαλῆς Σταγῶν κυροῦ Θεοδώρου τοῦ Ὀρφανοϊωάννου καὶ τῶν ἐντιμωτάτων κληρικῶν τῆς ἁγιωτάτης ἐπίσκοπῆς Σταγῶν.»

1359 κ.ε.: Κεφαλή Σταγών ο Λουκάς Κομητόπουλος

Από τα 1359 και μέχρι το θάνατό του την ηγεμονία της Θεσσαλίας με έδρα τα Τρίκαλα ανέλαβε ο Συμεών Ούρεσης Παλαιολόγος (Симеон Синиша Немањић), ετεροθαλής αδελφός του Στέφανου Δʹ Δουσάν και σύζυγος της Θωμαΐδος Κομνηνής Αγγελίνας Παλαιολογίνας (Томаида Комнин Ангелина Палеологина), αδελφής του Νικηφόρου Βʹ Ορσίνι.

Ο Συμεών υιοθέτησε το αξίωμα και τον τίτλο της «κεφαλής», τοποθέτησε όμως ως κεφαλή των Σταγών τον Λουκά Κομητόπουλο,11 όπως φαίνεται από σιγιλιῶδες γράμμα Νείλου ἱερομονάχου καὶ πρώτου τῆς σκήτεως Σταγῶν καὶ καθηγουμένου τῆς μονῆς Δουπιάνης περὶ τῆς μονῆς Ἁγίου Δημητρίου τῶν Μετεώρων, που γράφτηκε στις 21 Μαΐου 1363. Σ’ αυτό αναφέρεται ότι κάποια στιγμή ανάμεσα στα έτη 1359 και 1363 (πιθανόν κοντά στα 1359, στην αρχή της βασιλείας του Συμεώνος) ηγούμενος της Δούπιανης και «πρώτος» της Σκήτης των Σταγών έγινε «ὁ ἐν ἱερομονάχοις ἐλάχιστος Νεῖλος (…) βουλῇ καὶ γνώμῃ καὶ θελήσει τοῦ πανευγενεστάτου καὶ ἐνδοξοτάτου κὺρ Λουκᾶ τοῦ Κομητοπούλου», ο οποίος λίγο πιο πριν είχε χρισθεί κεφαλή των Σταγών από τον Συμεών.

Τι απέγινε ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης μετά το 1359; Δεν γνωρίζουμε, όπως δεν γνωρίζουμε και πότε πέθανε. Πάντως τότε, αν είχε γεννηθεί στα τέλη τού 13ου ή στις αρχές τού 14ου αιώνα, θα ήταν περίπου ±60 ετών. Πιθανολογούμε πως μέχρι τον θάνατό του θα επέστρεψε στη βάση του, στα κτήματα που είχε στη Σαμοσάδα ή στην περιοχή βορειοανατολικά της Σαμοσάδος.

Ίδρυση μονής Αγίων Θεοδώρων

Στη θέση 39.663479, 21.694890, βορειοανατολικά του σημερινού χωριού των Αγίων Θεοδώρων κι επτά περίπου χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Καλαμπάκας βρίσκεται η μονή των Αγίων Θεοδώρων πάνω σε βράχο ίδιας σύστασης με τους μετεωρίτικους.

Η παλαιότερη μνεία της μονής γίνεται σε «σιγιλλιώδη γραφὴν» του «μητροπολίτου Λαρίσης Νεοφύτου, δι᾽ οὗ ἐπικυροῦνται αἱ ἐλευθερίαι καὶ τὰ προνόμια τῆς μονῆς Μετεώρου», στα 1541. Εκεί αναφέρονται όσα μετόχια «κέκτηται» η μονή Μεταμορφώσεως του Μετεώρου. Εκτός από «τὰ περὶ κύκλῳ αὐτῆς κελλία μετὰ πάσης τῆς σκήτεως», αναφέρονται ονομαστικά και τα εξής: «ἡ Παναγία μου ἡ ἐπονομαζομένη Μήκανη, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι οἱ λεγόμενοι τοῦ Καλλίστου, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ὁ ἐπιλεγόμενος τοῦ Μπουνῆλα, ὁμοίως καὶ οἱ ἅγιοι Θεόδωροι, οἷα ἔκπαλαι προσήλωνται καὶ ἀφιέρωνται ἐκ τῶν κτισθέντων αὐτὰ ἁγίων κτιτόρων, μετὰ καὶ ἰδικῶν γραμμάτων τὸ καθ’ ἕν.»

Στη συνέχεια, «ὁ μητροπολίτης Λαρίσης Νεόφυτος, διατελέσας πρότερον ἀρχιερεὺς Σταγῶν», αναφέρει πολλά έγγραφα, που τα είχε δει με τα ίδια του τα μάτια, όταν υπηρετούσε στους Σταγούς, τα οποία τεκμηριώνουν τα παραπάνω. Κάποιοι απ’ αυτούς που επικαλείται είναι ισόχρονοι του Θεόδωρου Ορφανοϊωάννη, όπως ο Μητροπολίτης Λαρίσης (με έδρα τα Τρίκαλα) Αντώνιος και ο επίσκοπος Σταγών Ξενοφών.

Η Παναγία Μήκανη (και κατά συνέπεια και τα άλλα δύο μονύδρια, που βρίσκονται στην ίδια περιοχή: 39.801859, 21.678616) πρωτοαναφέρεται πιο παλιά, και συγκεκριμένα τον Αύγουστο του 1328, σε «καταστατικὸν γράμμα τῆς μονῆς τῆς Θεοτόκου ἐν τῷ σπηλαίῳ τοῦ Γραδιστίου».12

Η μονή των Αγίων Θεοδώρων, που αναφέρεται τελευταία, μετά από τις άλλες τρεις, πρέπει να πρωτοκτίσθηκε κατά την περίοδο που ήταν κεφαλή των Σταγών ο Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης (1333/36–1348 & 1356–1359). Κρίνοντας από την επιλογή των αγίων στους οποίους είναι αφιερωμένη και γνωρίζοντας το μικρό όνομα του Ορφανοϊωάννη (Θεόδωρος), θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί πως η κεφαλή Σταγών Θεόδωρος Ορφανοϊωάννης θα μπορούσε να είναι ο κτίτωρ της μονής και να μερίμνησε να προσαρτηθεί πνευματικώς στη μονή του Μεγάλου Μετεώρου.

Επίμετρο

Πολύς λόγος γίνεται στις μέρες μας για εναλλακτικές μορφές τουρισμού ή για τουρίστες / περιηγητές που αναζητούν μια βαθύτερη και ουσιαστικότερη γνώση του τόπου που επισκέπτονται. Ενδιαφέρον θα ήταν λοιπόν να αναδειχτούν τέτοιες μορφές, σαν του Θεόδωρου Ορφανοϊωάννη, ή ποικίλα ιστορικά γεγονότα που εκτυλίσσονται σε διάφορους τόπους, και τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον συνεκτικό δεσμό και τον μίτο που θα ακολουθήσει κάποιος επισκέπτης / περιηγητής.

Για παράδειγμα (παρ)ακολουθώντας τον Ορφανοϊωάννη ξεκινήσαμε από το κάστρο των Σταγών / Καλαμπάκας με τον βυζαντινό του ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου, επισκεφτήκαμε το κάστρο των Τρικάλων, τα Ζαβλάντια, τους βυζαντινούς ναούς Αγίου Νικολάου Μεγαλοχωρίου, Ταξιαρχών στους Ταξιάρχες, με το εκπληκτικό ανάγλυφο από την γειτονική αρχαία Πέλιννα, που σήμερα βρίσκεται στο μουσείο του Λούβρου,13 συνεχίσαμε με τον ναό Αγίου Νικολάου στην Κρήνη —χωρίς να επισκεφθούμε, με την ιστορική μας αφήγηση, τις παρακείμενες αρχαίες πόλεις Φαρκαδόνα (στον λόφο του Κλοκοτού, με τον μεταβυζαντινό ναό Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στα ριζά του), Φαϋττό και Άτραγα, την διπλανή παλαιοχριστιανική βασιλική, την Πλατιά Μαγούλα Ζάρκου με τα αξιολογότατα νεολιθικά της ευρήματα και τον αξιόλογο οικισμό της εποχής του Χαλκού δίπλα στην εθνική οδό—, τον ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αχλαδοχωρίου, το κάστρο του Γριζάνου, και καταλήξαμε στο κάστρο του Δαμασίου.

Χαιρόμαστε που συμβάλλουμε κι εμείς, με τις μικρές μας δυνάμεις, στην ανάδειξη τέτοιων ιστορικών προσώπων ή γεγονότων, που αποτελούν τον μίτο ενδιαφερουσών περιηγήσεων στον χρόνο και τον χώρο…

Υποσημειώσεις

1 Κοτοπούλης 1973 (Μετέωρα), 194, 269, Τσαγκρασούλης 2019 (Καστράκι), 165, Τσαγκρασούλης 2022 (βράχοι αʹ), 22.

2 Στη θέση 39.607378, 21.813356, όπου σήμερα βρίσκεται ο ναός του Αγίου Αχιλλίου ή 850 μέτρα βορειότερα, όπου ο ναός του Αγίου Γεωργίου. Όσον αφορά την ετυμολογία του τοπωνυμίου, προέρχεται από την σλαβική πρόθεση за / za (=πίσω από· < πρωτοσλαβική *za) και τη λέξη блана / blaná (=έλος· < πρωτοσλαβική *bolna). Άρα τα Ζαβλάντια ήταν η περιοχή πέρα και πίσω από τα έλη.

3 Από τις μεσαιωνικές λέξεις πτελέα / πτέλα / πτελεός παράγονται τα τοπωνύμια Πτελεόν / Πτελεός αλλά —κατά τη γνώμη μας— και η σημερινή Πατουλιά (39.534894, 21.865433), με παρετυμολόγηση από τη λέξη πατουλιά < πατώ.

4 Μας φαίνεται αδύνατον να παρήγαγε στα 1454/55 η πεδινή Καλαμπάκα 50 κοιλά حنطة (hınta: σιτάρι), δηλαδή 2½ τόνους περίπου, και ο ορεινός Κλινοβός 80 κοιλά σιτάρι, δηλαδή 4 τόνους περίπου! Delilbaşı–Arıkan 2001α, 71, 82.

5 Για την ετυμολόγηση του ορεινού Κλινοβού της Καλαμπάκας από την πρωτοσλαβική *klinъ (σλαβική кли̏н / klȉn=σφήνα) και το πρωτοσλαβικό επίθημα –ovъ (σλαβικό –ово / –ов), βλ. Βλιώρας ²2021 (ετυμολογικά), 6–7.

6 Στη θέση 39.512755, 21.863475. Πιθανόν το τοπωνύμιο Γλίνος (και το —ενδεχομένως ανθρωπωνύμιο— Γουλήνος) να ετυμολογείται από την πρωτοσλαβική λέξη glina (σλαβική гли́на / glína: πηλός, άργιλος, λάσπη), καθώς βρίσκεται ακριβώς δίπλα στον Πηνειό ποταμό. Η πρωτοσλαβική λέξη glina ανάγεται στην πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *gleh₁y-, από την οποία προέρχεται και η ελληνιστική λέξη γλίνη / γλίνα / γλήνη, που έχει και τη σημασία «αργιλότοπος (γλιστερός λόγω υγρασίας)», μας φαίνεται όμως δύσκολο η ελληνιστική λέξη να έδωσε το νεότερο μικροτοπωνύμιο.

7 Το μικροτοπωνύμιο Υαλέας πρέπει να προέρχεται από την αλβανική λέξη gjallë, που έχει (και) τη σημασία «τόπος με πυκνοφυτευμένους θάμνους, ενώ (guri) gjallë σημαίνει «πετρώδης / βραχώδης τόπος, με την έννοια πως έχει αρκετές πέτρες (κ.ά.) που εμποδίζουν την άροση. Να αναφέρουμε πως και σήμερα η περιοχή δυτικά και νοτιοδυτικά από το σημερινό χωριό Λόγγος σε αρκετά σημεία της είναι λόγγος και όχι καλλιεργήσιμες εκτάσεις.

8 Στη θέση 39.656701, 22.050036. Το τοπωνύμιο Γριζάνο πρέπει να ετυμολογείται από το σλαβικό гри̏жа / grȉža (πετρώδης ή άνυδρος τόπος < πρωτοσλαβικό *gryža) ή από το συγγενές με το προηγούμενο πρωτοσλαβικό *gruzъ (θρυμματισμένη πέτρα). Πβ. και το σλαβικό гриза́ (grizá), που σχηματίζει μετοχή παθητικού παρακειμένου гриза́н (ɡriˈzan).

9 Πρόκειται για τον μεγάλο βράχο ακριβώς πάνω και βορειοανατολικά από το χωριό Καστράκι, στη θέση 39.71711, 21.62174.

10 Για τα σπήλαια αυτά, τη θέση τους καθώς και τους κατόχους τους, θα γράψουμε σε άλλη ευκαιρία.

11 Τον οποίο διαδέχτηκε ο Στέφανος Κορέσης: «κεφαλατικεύοντος πανυπερσεβάστου κὺρ Στεφάνου τοῦ Κορέση ἐν τῷ θεοφρουρήτῳ κάστρῳ Σταγῶν.»

12 Η λέξη Γραδίστιον ετυμολογείται από τη σλαβική градище / gradište, που σημαίνει φρούριο, ερείπια φρουρίου.

Και βέβαια, η θέση, πριν γίνει μονύδριο, ήταν φυλάκιο, που έλεγχε την οδό που ερχόταν από τα Σέρβια προς τους Σταγούς, στη νότια πλευρά του περάσματος (πόρου) του ποταμού Ίωνα (ή Μήκανη ή Μουργκάνη), στο ύψος της γέφυρας του Ψείρα (39.824220, 21.694959), ενώ από τη βόρεια πλευρά υπήρχε φυλάκιο στον λόφο Ογλάς, στην περιοχή του ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ασπροκκλησιάς (39.847452, 21.650715). (Για τις οδούς και τα φυλάκια γύρω από το Αιγίνιο / Σταγούς θα μιλήσουμε άλλοτε).

Ευκαιρίας δοθείσης να πούμε πως, αν και το υδρωνύμιο Μήκανης έλαβε την ονομασία του από την σλαβική λέξη ме̏кан (mȅkan < πρωτοσλαβική *mę̑kъkъ), που σημαίνει «απαλός, μαλακός, λεπτός, τρυφερός», με την έννοια πως το ποτάμι έχει μια ήρεμη σχετικά ροή τούς περισσότερους μήνες του χρόνου, κατά τους χειμερινούς και κυρίως τους ανοιξιάτικους μήνες η γέφυρα (του Ψείρα κ.ά.) είναι απαραίτητη για την ασφαλή διάβασή του.

13 Αριθμός εκθέματος Ma 836 (Ma=Marbres antiques).